Τρίτη 12 Δεκεμβρίου 2017

Τ' ΑΓΑΠΗΜΕΝΑ ΑΔΕΡΦΙΑ Κ' Η ΚΑΚΗ ΓΥΝΑΙΚΑ

Αποτέλεσμα εικόνας για evil woman painting
myriobiblos.gr

Άλλο τι δεν εζήλεψα μέσ' 'ς τον απάνου κόσμο,
παρά το γλήγορο άλογο και το γοργό ζευγάρι, 
και τη γυναίκα την καλή, νοπού τιμάει τον άντρα.
Ήταν δυο αδέρφια γκαρδιακά και πολυαγαπημένα, 
κι' ο πειρασμός εβάλθηκε για να τα ξεχωρίση. 
Αγάπησε ο μικρότερος του πρώτου τη γυναίκα, 
και ντρέπεται να της το πη, ναν της το μολογήση. 
Μα μια γιορτή, μια Κυριακή, μια πίσημη νημέρα, 
που βγήκε η κόρη από λουτρό κι' ο νιος από μπαρμπέρη
και συναπαντηθήκανε σε ξέχωρο σοκάκι, 
εξεδιαντράπη και της λέει και της το φανερώνει. 
"Νύφη μου, σάμπως σ' αγαπώ, νύφη, σάμπως σε θέλω. 
-Εσύ το θέλεις μια φορά κ' εγώ το θέλω δέκα, 
μ' ά μ' αγαπάς σα σ' αγαπώ, και θες με σα σε θέλω, 
τον αδερφό σου σκότωσε κ' έλα για να με πάρης. 
-Και τι αφορμή να τού βρω γω, για να τόνε σκοτώσω; 
-Σύρτε για να μοιράσετε το πατρικό σας χτήμα, 
από τοις άκραις δώσε του κι' απ' τους παλιούς τους όχτους,
κι' όπου καλά και καρπερά 'ς το μέρος το δικό σου, 
κι' όπου άκρη και περίτραφος 'ς το μέρος το δικό του, 
κ' εκείνος είν' αράθυμος, ρήξε και σκότωσέ τον."

Το μαύρο καβαλλίκεψε και 'ς το χωράφι πάγει.
"Ήρτε καιρός, μπρε Κωσταντή, καιρός να χωριστούμε,
έλα για να μοιράσουμε το πατρικό μας χτήμα.
Από ταις άκραις πάρε συ κι' απ' τους παλιούς τους όχτους
κι' όπου καλά και καρπερά 'ς το μέρος το δικό μου,
κι' όπου άκρη και περίτραφος 'ς το μέρος το δικό σου.
-Γιατί, γιατί, αδερφούλη μου, να πάρω από τοις άκραις;
γιατί να μη μοιράσουμε καθώς μοιράζουν όλοι;
-Πάρ' απ' τοις άκραις, Κωσταντή, γιατί θα σκοτωθούμε.
-Χαλάλι σου, αδερφούλη μου, κι' όλα δικά σου νά ναι,
παρά να ξεχωρίσουμε, πάρε και το δικό μου."
Τον πήρε το παράπονο, είδε ταδίκημά του,
τραυειέται σε παράμερο, και κάθεται και κλαίει.
Το μαύρο καβαλλίκεψε και 'ς το χωριό γυρίζει,
τη νύφη του νεφώναξε, τη νύφη του φωνάζει.
"Γλήγορα, νύφη μου, νερό, να πλύνω το σπαθί μου.
Τον αδερφό μου σκότωσα και το χω ματωμένο." 
Κι' αυτή απ' την πολλή της βία κι' άπ' την πολλή χαρά της,
το μαστραπά φτυς άρπαξε, κρασί ήτανε γιομάτος, 
τη σκάλα νεκατέβηκε, νερό για να του χύση. 
"Αχ τα μαλλιά την άρπαξε, λιανά λιανά την κόβει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου