Το μεγάλο ρολόι στεκόταν αγέρωχο στη πλατεία. Ήξερε πως όλοι είχαν έρθει για να το δουν. Να θαυμάσουν την ακρίβειά του με την οποία θα σηματοδοτούσε στις 12 ακριβώς το τέλος του παλιού χρόνου και την αρχή του νέου. Αυτή θα ήταν η βραδιά του. Όπως κάθε χρόνο αυτή η βραδιά ήταν δικιά του. Ένα σαρκαστικό χαμόγελο εμφανίστηκε αμυδρά κάτω από τους δείκτες του καθώς έφερε στα γρανάζια του την ανοησία των ανθρώπων. Νομίζουν πως η δωδεκάτη ώρα της πρώτης Ιανουαρίου φέρνει κάποιου είδους μαγεία, κάποια ελπίδα για αλλαγή προς το καλύτερο. Πόσο χαζή ιδέα έχουν οι άνθρωποι για το χρόνο. Νομίζουν πως ενδιαφέρεται να τους θεραπεύσει τις πληγές ενώ αυτός τους σκοτώνει σιγά σιγά. Πιστεύουν πως είναι ο καλύτερος γιατρός ακόμα κι όταν τους βασανίζει φέρνοντας στο νου τους άσχημες ή όμορφες ιστορίες του παρελθόντος και ανησυχία και άγχος για το μέλλον. Νομίζουν πως η αλλαγή του χρόνου είναι κάτι παραπάνω από μια καινούρια ημέρα. Κάγχασε κάπως δυνατά και ακούστηκε σαν να χτυπάει η καμπάνα του, όπως όταν σημαίνει πως η ώρα είναι και μισή. Κανείς από τους ανθρώπους δεν έδωσε σημασία στον χτύπο αφού ήταν απασχολημένοι με τις δουλειές και τα ψώνια της τελευταίας στιγμής, με τις ευχές που αντάλλασσαν μέσω των κινητών τους, με τις σκοτούρες της ημέρας. Συνέλαβε τότε ένα καταπληκτικό σχέδιο για να διασκεδάσει με τα ανόητα ανθρωπάκια. Το μόνο που είχε να κάνει ήταν να περιμένει μερικές ώρες. Οι ώρες πέρασαν, η νύχτα έπεσε πιο βαριά, οι δρόμοι άδειασαν και γέμισαν ξανά, αυτή τη φορά από ανθρώπους που βγήκαν όχι για δουλειές και αγορές αλλά για διασκέδαση. Στη πλατεία δεν έπεφτε καρφίτσα. Τραγούδια, χοροί, γλυκό κρασί βρασμένο με μπαχαρικά, χαιρετούρες, λόγοι. Ό,τι γινόταν κάθε χρόνο. Αλλά φέτος θα ήταν διαφορετικά. Θα φρόντιζε το ίδιο το ρολόι γι' αυτό. Σιγά σιγά έφτασε η ώρα. 11:59 μμ. Όλοι έστρεψαν τα μάτια στο ρολόι της πλατείας. Το σχέδιο δούλευε κυριολεκτικά ρολόι. 11:59:50 και άρχισαν να μετρούν αντίστροφα οι ανόητοι. 10, 9, 8 ...4, 3, 2, 1...τίποτα. Το ρολόι εφάρμοζε με ακρίβεια το σχέδιό του. Αντί για να σημάνει δώδεκα φορές την αλλαγή της ημέρας και του χρόνου...βουβαμάρα. Προς στιγμήν όλοι φάνηκε να παγώνουν. Δε κουνιόταν φύλλο. Το ρολόι ήταν έτοιμο να σκάσει στα γέλια. Τότε ξαφνικά ακούστηκε ο ήχος ενός κινητού. Και μετά κι άλλος ένας. Κάποιος φώναξε "Καλή χρονιά!" και τον ακολούθησαν πολλοί άλλοι μέχρι που όλοι οι παρευρισκόμενοι άρχισαν αν γελούν και να τραγουδούν. Και δωσ' του μουσικές, δωσ' του πυροτεχνήματα, ευχές, αγκαλιές, φιλιά. Κανείς δε κοιτούσε πια το ρολόι που ήταν έτοιμο να σκάσει από το κακό του. Μόνο άκουσε το δήμαρχο να λέει σε έναν συνεργάτη του: "Τι έπαθε το αναθεματισμένο τέτοια μέρα;" και ο άλλος απάντησε: "Μάλλον θα χάλασε κανένα γρανάζι. Θα έρθει αύριο συνεργείο να το κοιτάξει και αν χρειαστεί να του αλλάξει μηχανισμό". Ηλίθιοι άνθρωποι. Τίποτα δεν κατάλαβαν τελικά, σκέφτηκε το ρολόι κα άρχισε να δείχνει κανονικά την ώρα...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου