Τετάρτη 31 Ιανουαρίου 2018

The Legend of Boruta (Short Film)


Ρήγας,ο "τρελός" ποιητής της Εθνεγερσίας

Αποτέλεσμα εικόνας για ρήγας φεραίος

historyreport.gr

Δεν εξακριβώθηκε ποτέ, αν είχε μυστική οργάνωση. Η ποίησή του ήταν «ατημέλητος και κυριολεκτούσα μέχρι πεζότητος», όπως λέει ο Κωστής Παλαμάς. Η εντύπωση που έδινε όσο ζούσε στο Βουκουρέστι, έκανε τον μοναχό Κύριλλο να γράψει «ο διεφθαρμένος τας φρένας Ρήγας... ο παράφρων». Το πρώτο στιχούργημα, που του αφιερώθηκε, σκαρώθηκε πάνω στο τραπέζι της οινοποσίας από τον Αλέξανδρο Κάλφογλου:

«Ο θεός οπόταν θέλη - για τα άπειρά του τέλη, - έξαφνα τον Ρήγα στέλλει – μ’ ένα τεχνικόν βαρέλι».

Χαριτωμένο, πανέξυπνο, ζωηρό κι ετοιμόλογο τον περιγράφουν οι φίλοι της νιότης του. Όταν, κάποιον χειμώνα, τέλειωσε το κρασί στο σπίτι του Κάλφογλου, όπου είχαν φαγοπότι, βγήκε μέσα στη νύχτα, βρήκε ένα βαρέλι και το κύλησε, μες στα χιόνια, ως το τραπέζι της παρέας.

«Γεμάτο όλοι έχοντες φιλίας το ποτήρι», είναι ο πρώτος στίχος ενός από τα πρώτα του πατριωτικά τραγούδια. Μεταφράζοντας γαλλικές ερωτικές ιστορίες, μπήκε στο χώρο των γραμμάτων, στα 1790, με το «Σχολείον των ντελικάτων εραστών». Αυτός ο γεννημένος γλεντζές έμελλε να γίνει ο πρωτομάρτυρας βάρδος της ελευθερίας: Ο Ρήγας Βελεστινλής ο Θετταλός, όπως ο ίδιος υπέγραφε (έρευνα του Δημήτριου Καραμπερόπουλου με τίτλο «Όνομα και καταγωγή του Ρήγα Βελεστινλή » {1997} υποστηρίζει ότι το επώνυμο «Φεραίος» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Κωνσταντίνο Κούμα το 1832 και για δεύτερη από τον Ιωάννη Φιλήμονα το 1834 για να καθιερωθεί στη συνέχεια).


Γεννήθηκε, στα 1757, στο Βελεστίνο της Μαγνησίας: Τις αρχαίες Φερές. Φοίτησε στο καλό σχολείο της Ζαγοράς στο Πήλιο αλλά, νεαρός ακόμα, σκότωσε έναν Τούρκο κι αναγκάστηκε να φύγει από την περιοχή. Κρύφτηκε στον Όλυμπο κι, αργότερα, στο Άγιο Όρος. Τα ίχνη του ξαναβρίσκονται στην Κωνσταντινούπολη. Πια, είναι γνωστός ως Ρήγας Βελεστινλής ή Φεραίος. Γίνεται γραμματέας του Αλεξάνδρου Υψηλάντη, παππού του μετέπειτα αρχηγού της Φιλικής Εταιρίας, και του Νικολάου Μαυρογένη, παππού της ηρωίδας Μαντώς. Από το 1786, βρίσκεται στο Βουκουρέστι, αγαπημένο μέλος της συντροφιάς των λογοτεχνών αλλά και φλογερός πατριώτης. Η γαλλική επανάσταση του 1789 τον συναρπάζει. Ονειρεύεται μια επανάσταση, που θα διώξει τον σουλτάνο και θα φέρει τη δημοκρατία στα εδάφη της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ένα ξεσηκωμό, που θα ξεκινήσει από τη Μάνη, θα απλωθεί ως το Σούλι και θ’ ανάψει τη φωτιά της λευτεριάς στις χώρες γύρω από τον Δούναβη.



Κοσμοπολίτης ο ίδιος, οραματιστής και ρεαλιστής, ο Ρήγας εργαζόταν για μια δημοκρατική «Ανατολική Πολιτεία» που θα περιλάμβανε ισότιμα όλους τους λαούς των Βαλκανίων και της Μικράς Ασίας με ελαφρό προβάδισμα στους Έλληνες ως συνεκτικό κρίκο. Ουσιαστικά ήθελε μια βαλκανική - μικρασιατική ομοσπονδία και δε δίστασε, προκειμένου να το επιτύχει, να έρθει σε επαφή με τον Πασβάνογλου του Βιδινίου και τον Αλή πασά των Ιωαννίνων.

Στο σύνταγμα που εκπόνησε με το όνομα «Νέα Πολιτική Διοίκησις των κατοίκων της Ρούμελης, της Μικρασίας, των Μεσογείων νήσων και της Βλαχομπογδανίας», περνούσε τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης, καθιέρωνε την ανεξιθρησκία, εγκαθιστούσε το δημοκρατικό πολίτευμα με δικλείδες ασφαλείας που προλάβαιναν την αυθαιρεσία της εξουσίας, προέβλεπε την Παιδεία για όλους και έθετε ως προϋπόθεση την αλληλεγγύη των εθνοτήτων που θα ζούσαν στα όρια του μελλοντικού κράτους. Το «σύνταγμα» ήταν γραμμένο σε απλή ελληνική γλώσσα, όπως και η προβλεπόμενη επίσημη γλώσσα της ομοσπονδίας ήταν η ελληνική, που μιλιόταν ευρύτατα τότε.

Στην επωδό του Θούριου, ονομάζονται ένας προς έναν οι λαοί, που καλούνταν να επαναστατήσουν, ενώ δεν προσδιορίζεται η εθνικότητα των τυράννων. Η επανάσταση παίρνει έτσι τη μορφή απελευθερωτικού αγώνα εναντίον των φορέων της δυναστικής εξουσίας, όποιας κι αν είναι:



«Βούλγαροι κι Αρβανίτες, Αρμένιοι και Ρωμιοί,

Αράπηδες και άσπροι με μια κοινή ορμή

για την ελευθερία να ζώσουμε σπαθί

να σφάξουμε τους λύκους που τον ζυγό βαστούν

και Χριστιανούς και Τούρκους σκληρά τους τυραννούν...».



Κι ακόμα:



«Βούλγαροι κι Αρβανίτες και Σέρβοι και Ρωμιοί

Νησιώτες κι Ηπειρώτες με μια κοινή ορμή

για την ελευθερία να ζώσουμε σπαθί...».



Το αν είχε ή όχι μυστική οργάνωση ο Ρήγας είναι ένα θέμα για το οποίο έχει χυθεί πολύ μελάνι. Το ότι τεκτονικών προδιαγραφών οργάνωση υπήρχε, βασίζεται σε μιαν αποστροφή του λόγου του Χριστόφορου Περραιβού, που αναφέρει:

«Όσον δια την πρώτην Εταιρείαν του αοιδίμου Ρήγα του Φεραίου, χρεωστώ να είπω τινά εν περιλήψει...».

Το ότι δεν υπήρχε, τεκμαίρεται από τα όσα ο Περραιβός αναφέρει στη συνέχεια, που καμιά σχέση δεν έχουν με δράση οργάνωσης. Αυτά που καταγράφει ο Περραιβός, είναι ενέργειες και επαφές του ίδιου του Ρήγα ως ατόμου. Επιχείρημα για το ότι οργάνωση υπήρξε είναι και το γεγονός πως η αυστριακή αστυνομία αυτήν έψαχνε και οι ανακρίσεις σε αυτής την αποκάλυψη αποσκοπούσαν. Το αντεπιχείρημα βρίσκεται στο ότι όλες οι αστυνομίες του κόσμου αναζητούν συνωμοσίες, πολύ περισσότερο στη Βιέννη εκείνης της εποχής, κατά την οποία οι μασονικές στοές περίσσευαν. Κι ακόμα, εναντίον της άποψης που θέλει την οργάνωση να υπήρχε είναι και το ότι ποτέ δεν αποκαλύφθηκε. Αυτό, όμως, μπορεί και να οφείλεται στους αυστηρούς συνωμοτικούς κανόνες που τα μέλη της τηρούσαν. Όπως και να έχει το ζήτημα, ο Ρήγας είναι γνωστό ότι δρούσε στις τάξεις των ομάδων που αποτελούσαν τις «κομπανίες Γραικών». Έτσι κι αλλιώς, οι μυημένοι στις ιδέες του και οι πρόθυμοι να τον βοηθήσουν ήταν πάρα πολλοί. Απόδειξη και οι εκτεταμένες συλλήψεις, όταν αποκαλύφθηκε η δράση του.



Ο Ρήγας έφτασε στη Βιέννη τον Αύγουστο του 1796.  Κάτω από τη μύτη της πανίσχυρης και τρομερής αυστριακής μυστικής αστυνομίας, τυπώνει τη Δημοκρατική προκήρυξη και τη Χάρτα του. Οι αδερφοί Μαρκίδες Πουλίου, με κίνδυνο της ζωής τους, του διαθέτουν το τυπογραφείο τους.  Οι ένθερμοι οπαδοί του πληθαίνουν, απλώνονται από το Βουκουρέστι ως την Πέστη κι από τη Βιέννη ως την Τεργέστη. Στον χρόνο επάνω, στα 1797, τυπώνει το σύνταγμά του με τον Θούριο, που γίνεται ανάρπαστος. Το κίνημά του μεγαλώνει, νέοι άνθρωποι πυκνώνουν τις τάξεις των οπαδών του. Η μύηση στις ιδέες του γίνεται με όρκο σιωπής.

Το καλοκαίρι του 1797, οι Γάλλοι παίρνουν τα Επτάνησα κι ο πυρετός ανεβαίνει. Ο Ρήγας γράφει:

«Μου λένε πως δεν είναι πια καιρός για βιβλία αλλά για δράση».

Ετοιμάζεται να κατέβει στην Ελλάδα. Στέλνει τρία κιβώτια με επαναστατικό υλικό στο κατάστημα του Αντώνη Νιώτη, στην Τεργέστη, και γράφει στον σύντροφό του Αντώνη Κορωνιό να πάει να τα παραλάβει. Ο ίδιος κατευθύνεται στην Τεργέστη, με σκοπό να περάσει στην Ελλάδα. Ένα πλοίο θα τον περιμένει.

Όμως, ο Αντώνης Κορωνιός λείπει στη Δαλματία για δουλειές. Το γράμμα του Ρήγα πέφτει στα χέρια του Δημήτρη Οικονόμου, συνεταίρου του Κορωνιού. Πηγαίνει στις αρχές της Τεργέστης και καταδίδει τα πάντα. Η αστυνομία δρα κεραυνοβόλα:

Ο Κορωνιός συλλαμβάνεται στη Δαλματία. Άλλοι στη Βιέννη, στην Πέστη και στην Τεργέστη. Στις 19 Δεκεμβρίου 1797, ο Ρήγας φτάνει ανύποπτος στον προορισμό του, συντροφιά με τον Χριστόφορο Περραιβό. Συλλαμβάνονται και οι δυο. Ο Περραιβός γλιτώνει, επειδή έχει γαλλικό διαβατήριο. Τρομερά βασανιστήρια περιμένουν τους πατριώτες, που ετοίμαζαν επανάσταση κατά της Τουρκίας. Η Αυστρία είναι σύμμαχος και θέλει να το αποδείξει στον σουλτάνο. Και, πάνω απ’ όλα, εκείνη την εποχή, θέλει ησυχία στα Βαλκάνια.

Μη αντέχοντας, ο Ρήγας προσπαθεί ν’ αυτοκτονήσει, στις 30 του ίδιου μήνα. Αποτυχαίνει. Οι ανακρίσεις και τα βασανιστήρια δε βγάζουν πουθενά. Δεν αποκαλύπτεται οργάνωση. Όσοι δεν είναι υπήκοοι της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, εξορίζονται. Όσοι είναι, αποφασίζεται να σταλούν στους Τούρκους.

Στις 10 Μαΐου 1798, οι Αυστριακοί παραδίδουν στον πασά του Βελιγραδίου, τον Ρήγα και επτά από τους συντρόφους του: Τον Αντώνη Κορωνιό και τον Ευστράτιο Αργέντη από τη Χίο, τους αδερφούς Παναγιώτη και Ιωάννη Εμμανουήλ από την Καστοριά, τον Θεοχάρη Τουρούντζια από τη Σιάτιστα, τον Ιωάννη Καρατζά από την Κύπρο και τον γιατρό Δημήτριο Νικολαϊδη από την Ήπειρο. Νέες ανακρίσεις, νέα βασανιστήρια, ενώ η κατακραυγή κατά των Αυστριακών γενικεύεται κι η συγκίνηση κορυφώνεται.

Τον ίδιο καιρό, ο Αδαμάντιος Κοραής τυπώνει την «Αδελφική διδασκαλία» του. Στον πρόλογο γράφει για τον Ρήγα και τους επτά συντρόφους του:

«Παρίστανται, ίσως, ταύτην την ώραν δέσμιοι έμπροσθεν του τυράννου οι γενναίοι ούτοι της ελευθερίας μάρτυρες. Ίσως ταύτην την ώραν καταβαίνει εις τας ιεράς κεφαλάς των η μάχαιρα του δημίου, εκχέεται το γενναίον ελληνικόν αίμα από τας φλέβας των, και ίπταται η μακαρία ψυχή των, δια να υπάγη να συγκατοικήση με όλων των υπέρ ελευθερίας αποθανόντων τα αοιδίμους ψυχάς».

Δεν υπήρξε «μάχαιρα δημίου». Οι Τούρκοι τους στραγγάλισαν, στις 27 Ιουνίου 1798 κι έριξαν τα κουφάρια τους στον Δούναβη. Ο Ρήγας ήταν, τότε, 41 χρόνων...



Στα 1817, είκοσι χρόνια μετά τη δημοσίευση του Θούριου, μια παρέα ταξιδιωτών πέρασε από ένα μικρό χωριό της Μακεδονίας. Σταμάτησαν στον φούρνο, που ήταν μαζί και χάνι. Ο βοηθός του φούρναρη, ένα Ηπειρωτόπουλο, πλησίασε την παρέα και ρώτησε, αν υπάρχει κάποιος, που να ξέρει ανάγνωση. Υπήρχε ένας. Ο μικρός τον παρακάλεσε να τον ακολουθήσει και βγήκαν στον αγρό. Εκεί, ο νεαρός βοηθός έβγαλε από τον κόρφο του ένα βιβλιαράκι και ζήτησε από τον ταξιδιώτη να του διαβάσει κάτι. Ήταν τα τραγούδια του Ρήγα. Ο ταξιδιώτης απορροφήθηκε στο διάβασμα. Κάποια στιγμή, σήκωσε τα μάτια και είδε τον νεαρό κατακόκκινο, να κλαίει γεμάτος συγκίνηση. Σταμάτησε το διάβασμα και τον ρώτησε:

«Πρώτη φορά τ’ ακούς αυτά;».

«Όχι», απάντησε ο νεαρός: «Παρακαλώ κάθε ταξιδιώτη, που περνά, και μου διαβάζει κάτι».

Ο ταξιδιώτης διηγήθηκε το περιστατικό στον Κλοντ Σαρλ Φοριέλ, που, το 1824, ενώ η επανάσταση βρισκόταν στην κορύφωσή της, δημοσίευσε στο Παρίσι το βιβλίο «Τα ελληνικά δημοτικά τραγούδια». Ο Φοριέλ κατέγραψε το περιστατικό, στο βιβλίο του, συμπληρώνοντας:

«Αν ο μικρός φούρναρης ζει ακόμα, στοιχηματίζω πως δε ζυμώνει ψωμιά. Τα μπράτσα του κάποιο άλλο έργο εκτελούν».



(Έθνος, 24.6.1997) (τελευταία επεξεργασία, 5.2.2009)

Κούρδοι ποιητές :Σέρκο Μπέκες

Τζεμίλ Τουράν Cemil Turan Bazidi
Ο Σέρκο Μπέκες είναι από τους πιο διάσημους Κούρδους ποιητές. Γεννήθηκε το 1940 στη Σουλεϊμανίγια του Νότιου Κουρδιστάν (Ιράκ). Σπούδασε στη γενέτειρά του και στη Βαγδάτη και δημοσίευσε την πρώτη ποιητική συλλογή το 1968. Η ποίησή του αντανακλά τη στενή του σύνδεση με το Κουρδικό Απελευθερωτικό Κίνημα του οποίου έγινε μέλος το 1965, δουλεύοντας στο ραδιοφωνικό σταθμό του Κινήματος. Στην περίοδο 1984-1987 έζησε με τους Κούρδους Μαχητές της Ελευθερίας. Από το 1987 ζει στη Σουηδία, όπου συνεχίζει να γράφει. Το 1987 του απονεμήθηκε το Σουηδικό βραβείο Tucholksy της λέσχης ΠΕΝ. Τον ίδιο χρόνο βραβεύτηκε από την πόλη της Φλωρεντίας.
από τη συλλογή «ΜΙΚΡΑ ΚΑΤΟΠΤΡΑ»
Όταν άγγιξα το κορμί ενός δέντρου
ρίγησε από πόνο.
‘Οταν άπλωσα το χέρι στο κλαδί
το κορμί του δέντρου ξέσπασε σε κλάμα
όταν αγκάλιασα το κορμί του
το χώρα κάτω από τα πόδια μου ρίγησε
και βόγκηξαν οι βράχοι.
Έσκυψα τότε και πήρα
μια χούφτα χώρα
και βόγκηξε ολόκληρο το Κουρδιστάν.
ΤΟ ΟΠΛΟ
Για να δώσουν ευτυχία στο βουνό
τα δέντρα παρακάλεσαν τον άνεμο
να κάνει μουσική μαζί τους σα να ’ταν φλάουτα.
Για να ελαφρύνει την πλήξη του κήπου
το πουλί ζήτησε απ’ το ποτάμι
να βάλει τα κύματά του να χορέψουν.
Και για να ζήσει η ποίηση ελεύθερη
η γη ζήτησε από τα αντάρτικα τουφέκια
να πυρπολήσουν τη σκοτεινιά της νύχτας
και να πεθάνουν στην αγκαλιά του ήλιου.
ΧΙ
Στη χώρα μου
οι εφημερίδες γεννιούνται βουβές
τα ραδιόφωνα γεννιούνται κουφά
οι τηλεοράσεις γεννιούνται τυφλές
κι όσους στη χώρα μου
θέλουν όλα ετούτα να γεννιούνται γερά κι ελεύθερα
τους κάνουν βουβούς και τους σκοτώνουν
τους κάνουν κουφούς και τους σκοτώνουν
τους κάνουν τυφλούς και τους σκοτώνουν
τέτοια συμβαίνουν
στην πατρίδα μου.
ΧΙΙ
Δώδεκα τα μεσάνυχτα ακριβώς
δύο συντροφιασμένα χέρια
ακριβώς
όπως οι Κούρδοι κι όπως η θλίψη
Δώδεκα τα μεσάνυχτα
όπως η φαντασία μου
ένα φωτεινό τραπέζι για το δείπνο
είκοσι τσιγάρα
και μια μονάχα λέξη-κλειδί
μετά τη μία η ώρα
δυο δάχτυλα στο ρολόι χωρισμένα
όπως εγώ απ’ την πατρίδα μου
Μετά τις δύο η ώρα
σαν τους εξόριστους και τους πρόσφυγες που γυρεύουν άσυλο
η πένα, το χαρτί μου και τ’ άλλα σκόρπια στο τραπέζι
όλα αλλιώτικα και μπερδεμένα
Μετά τις τρεις η ώρα
τασάκια γεμάτα αποτσίγαρα
και στάχτη από τσιγάρα
το δωμάτιο γεμάτο καπνό
Στο πλάι ένας ποιητής που αποκοιμήθηκε
κι ένα ποίημα που αγρυπνά.
ΟΙ ΣΠΟΡΟΙ
Ήμασταν εκατομμύρια
Ήμασταν αιωνόβια δέντρα
ήμασταν βλαστάρια
ήμασταν σπόροι.
Από της Άγκυρας το κράνος
ήρθαν την αυγή
μας ξερίζωσαν
μας έσυραν μακριά
πολύ μακριά
Στο δρόμο που πηγαίναμε
πολλά αιωνόβια δέντρα ξεράθηκαν
πέθαναν πολλά βλαστάρια απ’ το κρύο
πολλοί σπόροι ποδοπατήθηκαν
χάθηκαν, ξεχάστηκαν .
Λιγνέψαμε
σαν καλοκαιρινό ποτάμι
λιγοστέψαμε
σαν φθινοπωρινά πουλιά
απομείναμε λίγες μοναχά χιλιάδες
Μα είχαμε σπόρους
που τους έφερε πίσω ο άνεμος
κι έφτασαν πάλι στα διψασμένα βουνά
κρύφτηκαν στις σχισμές των βράχων
με την πρώτη βροχή
με τη δεύτερη βροχή
με την τρίτη βροχή
μεγάλωσαν ξανά
Τώρα γίναμε πάλι δάσος
είμαστε μιλιούνια
είμαστε σπόροι
φυτά
και αιωνόβια δέντρα
πέθανε το γέρικο κράνος!
Και τώρα εσύ το καινούργιο κράνος
γιατί έβαλες την κόψη της λόγχης
κάτω απ’ το πηγούνι σου;
Νομίζεις πως θα μας ξεκάνεις;
Όμως εγώ το ξέρω
όπως και συ το ξέρεις
όσο υπάρχει έστω κι ένας σπόρος μοναχά
για τη βροχή και για τον άνεμο
το δάσος δεν θα τελειώσει ποτέ.
20.Σεπτεμβρίου.1987, Στοκχόλμη

Συνέντευξη στον Τζεμίλ Τουράν

 Τζεμίλ Τουράν Cemil Turan Bazidi
Καταρχήν θέλω να πω ότι γεννήθηκα σε ένα πατριωτικό σπίτι. Ο πατέρας μου δεν ήταν μόνο ποιητής. Ήταν ένας από τους ηγέτες της επανάστασης του Ιράκ το 1930. Από την παιδική μου ηλικία, τα αυτιά μου άκουγαν τα πατριωτικά ποιήματα του πατέρα μου και πολιτικές συζητήσεις. Τα ποιήματα του πατέρα μου είχαν μεγάλη επίδραση στον εθνικό, απελευθερωτικό αγώνα του λαού μας. Από τότε που κατάλαβα τον εαυτό μου, στην παιδική μου ηλικία, ο λαός μας αγωνιζόταν για την απελευθέρωση της πατρίδας. Η εθνική συνείδηση είχε σαρώσει το λαό, είχε γίνει ξεκάθαρο ότι ο κουρδικός λαός είναι διαφορετικός. Δεν θεωρούσαν ούτε ότι ο ιρακινός στρατός τους αντιπροσωπεύει, ούτε η ιρακινή κυβέρνηση είναι δική τους.
               Την κορύφωση του εθνικού απελευθερωτικού ρεύματος αποτέλεσε η δημιουργία του αντάρτικου κινήματος των «Πεσμεργκά». Ο Πεσμεργκά έγινε το σύμβολο του αγώνα και δημιούργησε μια νέα ελπιδοφόρα ορμή. Όλοι οι πνευματικοί άνθρωποι του λαού –συγγραφείς, ποιητές κ.λπ.- στρατεύθηκαν στο κίνημα των Πεσμεργκά.
Όταν έγινα 25 ετών βρήκα τον εαυτό μου μέσα από αυτόν τον αγώνα του λαού. Όταν έγινα μέλος σε αυτό το σύμβολο του λαού- τους Περσμεργκά- ο τρόπος ζωής μου και ο αγώνας αποτέλεσαν την αιτία και μου προσέδωσαν την απαραίτητη ωριμότητα για να αρχίσω να γράφω τα ποιήματά μου. Η καλύτερη προσφορά μου ήταν όταν άρχισα να δουλεύω στη «Φωνή της επανάστασης» στο ραδιοφωνικό σταθμό που είχαμε στο βουνό.
Eκεί  εκφώνησα για πρώτη φορά ποιήματα που είχα γράψει για τον αγώνα και τη ζωή του Πεσμεργκά.
                Τα ποιήματά μου πήραν το χρώμα και το άρωμα του αγώνα των Πεσμαργκά. Δύσκολη, αλλά ηρωική πορεία της ζωής με πόνο, με αίμα, με θυσία. Όσο ο Πεσμεργκά γινόταν σύμβολο, τόσο μου έδινε περισσότερο αίσθηση και δύναμη για να μπορέσω να φτάσω την ηρωική πορεία του λαού μέσα από τα ποιήματά μου. Κάθε περίοδο της ζωής βιώνει φόβο, δυσκολία, αλλά και ελπίδα όπως ένας διανοούμενος Πεσμεργκά έζησα όλες αυτές τις αξέχαστες στιγμές.
             Τα ποιήματά μου πήραν μορφή την περίοδο του αγώνα. Όταν είχαμε επίθεση από τους Ιρακινούς στρατιώτες και όταν είχαμε το φόβο των σύγχρονων όπλων του εχθρού ή τον φόβο των καιρικών συνθηκών και των άγριων ζώων της φύσης, τα ποιήματά μου έπαιρναν το δρόμο του ηρωισμού και της δυσκολίας του αγώνα. Το όραμα της ελευθερίας μας γέμιζε ελπίδα και δύναμη για να συνεχίζουμε τον αγώνα.
Όταν υπογράφηκε η συμφωνία για αυτονομία, στη δεκαετία του 1970, η πορεία των ποιημάτων μου άλλαξε. Φορτισμένα από τον αέρα της ελευθερίας και της ελεύθερης ζωής του Κουρδιστάν. Αυτή την ίδια πορεία έζησαν όταν ήμουν εξόριστος, φυλακισμένος ή πρόσφυγας.
 (1970-1974 υπήρχε αναγνωρισμένο από τον Σαντάμ αυτόνομο Κουρδιστάν Ιράκ) Ο Σαντάμ Χουσεϊν σταδιακά κατέλυσε την αυτονομία, στην οποία ο ίδιος είχε αρχικά συμφωνήσει, και οι Κούρδοι αναγκάσθηκαν και πάλι να καταφύγουν στα βουνά. Τότε, χιλιάδες άνθρωποι εξορίστηκαν στα νότια του Ιράκ και ήμουν ένας από αυτούς.
Εξορίστηκα κοντά στον ποταμό Αφράτη σε μια κωμόπολη που λέγεται Βαγδάτη. Εκεί έμεινα 4 χρόνια εξόριστος. Ένα από τα ποιήματά μου, αναφέρεται σε εκείνο το διάστημα, το μεγαλύτερο και φορτισμένο με αισθήματα –για τον περιορισμό της ελευθερίας και θεωρείς τον εαυτό σου αλυσοδεμένο. Ένα μεγάλο γεγονός στη λογοτεχνική μου ζωή.
Μετά γύρισα στη Σουλεϊμανίγια μέχρι το 1984. Ήδη από το 1978 είχε αρχίσει πάλι ο ένοπλος αγώνας του κουρδικού λαού και αποφάσισα να πάω και πάλι στο βουνό. Αυτή τη φορά θεωρούσα τον εαυτό μου πιο ώριμο, με περισσότερη εμπειρία και όλα όσα είχα ζήσει είχαν τροφοδοτήσει μέσα μου ένα νέο όραμα. Δυο χρόνια συμμετείχα στον ένοπλο αγώνα των Πεσμεργκά. Είχα αποκτήσει τη δική μου οικογένεια, γυναίκα μου και τέσσερα παιδιά, αλλά τους είχα αφήσει πίσω στη Σουλεϊμανίγια. Το 1986 με κάλεσαν στην Ιταλία (μέσω Ιράν, Συρίας) από την Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Εκεί με την καινούργιά μου ζωή, μακριά από την πατρίδα και με νοσταλγία, τα ποιήματά μου πήραν καινούργιο προσανατολισμό, αυτόν της προσφυγιάς.
              Όταν ήμουν στην Ιταλία με ειδοποίησαν ότι βραβεύτηκα με το βραβείο … στη Σουηδία, όπου έλαβα το βραβείο από τα χέρια του Σουηδού πρωθυπουργού. Έμεινα εκεί και μετά ζήτησα πολιτικό άσυλο. Η γυναίκα και τα τέσσερα παιδιά μου είχαν μείνει πίσω στη Σουλεϊμανίγια και κινδύνεψαν πολύ. Κάθε βράδυ κοιμόντουσαν σε διαφορετικό σπίτι. Στα μέσα της επανάστασης πήγαν στο Κουρδιστάν Ιράν, όπου έμειναν ένα χρόνο και μετά κατάφεραν και ήρθαν κοντά μου στη Σουηδία.
Το 1991, μετά τον Πόλεμο του Κόλπου, δημιουργήθηκε μια ευκαιρία για δημιουργήσουν οι Κούρδοι Περιφερειακή Κυβέρνηση. Τότε ήμουν στη Σουηδία, είχαν πρόβλημα με το διαβατήριό μου και γύρισα τον Δεκέμβριο. Μετά έγιναν εκλογές, Φεβρουάριος 1992, και έγινα υπουργός Πολιτισμού.
             Όταν διορίστηκα υπ. Πολιτισμού, εγώ έβλεπα το αξίωμα ως χρέος για να υπηρετήσω την πατρίδα μου. Δεν εκτιμώ τους πολιτικούς, αλλά εγώ είμαι ποιητής και διανοούμενος. Όταν έβλεπα την πατρίδα μου κατεστραμμένη και ισοπεδωμένη από όλες τις πλευρές –κτίρια και πολιτισμός- θεώρησα ότι έπρεπε να την ξαναχτίσουμε από την αρχή. Από όλες τις πλευρές, να αναπτύξουμε τη χώρα και πολιτικά και πολιτιστικά.                  
        Όταν ξεκινήσαμε να κάνουμε κοινή κυβέρνηση με το άλλο μεγάλο κουρδικό κόμμα, δημιουργήθηκε αντιπαλότητα μεταξύ των δυο μεγάλων κομμάτων, διότι η δημοκρατική εμπειρία που είχαμε ήταν ελάχιστη. Έπρεπε να ωριμάσει η δυνατότητα συνεργασίας για τη δημιουργία μιας ελεύθερης κοινωνίας, ενός δημοκρατικού Κουρδιστάν. Εγώ παραιτήθηκα για λόγους πολιτικής ευθιξίας. Πρώτον, διότι για πολιτικούς λόγους απαγορεύθηκαν κάποια  πολιτική εφημερίδα. Εγώ θεώρησα ότι αυτό συνιστά περιστολή των δημοκρατικών δικαιωμάτων. Το δεύτερο, ότι το Κουρδιστάν δεν είχε καμία σχέση με την ιρακινή κυβέρνηση, αλλά κρυφά μέσω του αθλητισμού είχε ανοίξει δίοδος επικοινωνίας με την ιρακινή κυβέρνηση. Αν και είμαστε υπέρ της επικοινωνίας των λαών μέσω του αθλητισμού και θεωρούμε ότι ο αθλητισμός φέρνει κοντά τους λαούς και τις κοινωνίες, αλλά εμείς με το καθεστώς του Σαντάμ Χουσεϊν είχαμε σοβαρά προβλήματα. Είχαμε ζήσει τη γενοκτονία του Χαλεπτσέ με χημικά όπλα, άλλες γενοκτονίες και καταστροφές. Είχαν υπάρξει χιλιάδες θύματα και το καθεστώς δεν αναγνώριζε τα δικαιώματα και την ταυτότητά μας. Γι αυτό διαφώνησα να έχουμε οποιαδήποτε επαφή με σχέση με το ιρακινό καθεστώς. Είχαμε απαγορεύσει κάθε σχέση με το Ιράκ. Αυτή η σχέση μέσα από τον αθλητισμό δημιούργησε αμφιβολίες στον κόσμο για τις προθέσεις της κυβέρνησης. Εγώ δημοσιοποίησα την παραίτησή μου στον Τύπο.
Γιατί δεν παραιτήθηκαν και άλλα μέλη της κυβέρνησης για τους ίδιους λόγους;
        Και τα δυο θέματα ενέπιπταν στην αρμοδιότητά μου. Ούτε είναι όλοι οι άνθρωποι ίδιοι. (υπ. Πολιτισμού και Αθλητισμού). Επενέβησαν σε θέματα της αρμοδιότητάς του.
Τα τελευταία χρόνια είχαμε μια σχετική αυτονομία, αλλά η επίθεση των Αμερικανών στο Ιράκ τον Απρίλιο που είχε ως αποτέλεσμα την κατάρρευση του Σαντάμ και της κυβέρνησης Μπάαθ, ήταν πολύ σημαντικό για εμάς τους Κούρδους, διότι επρόκειτο για τον σοβαρότερο εχθρό του λαού μας. Είχαμε πάρα πολλούς λόγους να υποστηρίζουμε τους Αμερικάνους ενάντια στο καθεστώς του Σαντάμ Χουσεϊν. Διότι πλέον ήταν ζήτημα ζωής και θανάτου η ύπαρξη μας ως λαού. Μετά την πτώση του Σαντάμ ελευθερώθηκαν υπόλοιπα μέρη και σημαντικές πόλεις –Κερκούκ, Μοσούλη, Χάνεκεν, κ.λπ.- και έτσι η πατρίδα μας έζησε την Άνοιξη της Ελευθερίας. Ζητούμενο αυτή τη στιγμή είναι αυτές οι πόλεις να ενσωματωθούν πλήρως στο αυτόνομο Κουρδιστάν Ιράκ. Μέχρι τώρα, όμως, δεν έχει γίνει ακόμη τίποτα σχετικά με την ενσωμάτωση αυτών των πόλεων. Τα κουρδικά κόμματα θέλουν το σύστημα της (συν)ομοσπονδίας, όπως ορίζει το σύνταγμα της αυτονομίας του 1974- υπάρχουν δυο κυρίαρχοι λαοί στο Ιράκ, Άραβες και Κούρδοι. Πρέπει οι δυο λαοί μαζί να κυβερνήσουν τη χώρα, το ένα και δημοκρατικό Ιράκ.   
        Εδώ και δώδεκα χρόνια που υπάρχουν οι δυο περιφερειακές αυτόνομες κυβερνήσεις έχει υπάρξει ένας μεγάλος βαθμός ελευθερίας για τον κόσμο. Δυστυχώς, όμως, ακόμη δεν έχουμε καταφέρει να ενώσουμε αυτές τις δυο περιφερειακές κυβερνήσεις. Αλλά έχει συμφωνηθεί μεταξύ των δυο κομμάτων και ελπίζουμε ότι οι δυο κυβερνήσεις σύντομα θα ενωθούν και όλο το Κουρδιστάν Ιράκ θα κυβερνηθεί από ενιαία εθνική κυβέρνηση.
  
Ειδικά μετά τον τελευταίο πόλεμο (κατάρρευση Μπάαθ) όλο το Κουρδιστάν επικρατεί ένας άνεμος δημοκρατίας, ο λαός μας είναι αποφασισμένος να υπερασπισθεί όλα τα δημοκρατικά δικαιώματά του και την ελευθερία του, γι αυτό έχουν αρχίσει να αναπτύσσονται δομές τοπικής αυτοδιοίκησης με δημοκρατικές, εκλογικές διεργασίες. Αυτός ο άνεμος μας αναγκάζει να προχωρήσουμε με ταχύτερους ρυθμούς προς την ενιαία κυβέρνηση.
Έχουμε μεγαλύτερη ελευθερία και υπάρχει οικονομική ανάπτυξη, ιδιαίτερα στον τομέα των κατασκευών. Δίνουμε μεγάλη σημασία στη μόρφωση και την εκπαίδευση. Γι αυτό έχουν ιδρυθεί πάρα πολλά πανεπιστήμια. Όλα τα κουρδικά κόμματα έχουν δικές τους εφημερίδες, τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς. Από την πλευρά των ελευθερίας των ΜΜΕ η πατρίδα μας ζει την καλύτερη εποχή της.
Χιλιάδες Κούρδοι καθηγητές και διανοούμενοι, που έχουν ζήσει πολλά χρόνια στο εξωτερικό, είτε ως εξόριστοι, είτε ως πρόσφυγες γύρισαν πίσω και επάνδρωσαν τα Πανεπιστήμια μας. Γι αυτό τα Πανεπιστήμιά μας έχουν μια υψηλή ποιότητα εκπαίδευσης.
Για παράδειγμα, είμαι διευθυντής σε έναν εκδοτικό οίκο που εκδίδει τέσσερα περιοδικά και μέχρι σήμερα έχει έκδοση 250 βιβλία, στη διάρκεια των τελευταίων πέντε χρόνων. Τα περισσότερα βιβλία είναι μεταφράσεις από άλλες γλώσσες, σημαντικά λογοτεχνικά και επιστημονικά βιβλία.
Οι Κούρδοι είναι μια σημαντική πολιτική δύναμη αυτή τη στιγμή Ιράκ. Η κατάσταση στα δυο κομμάτια του Ιράκ αυτή τη στιγμή –το κουρδικό και το αραβικό- είναι πολύ διαφορετική. Για παράδειγμα, η Σουλεϊμανίγια αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε πολύ καλύτερη κατάσταση από την κατεστραμμένη Βαγδάτη. Αυτό σημαίνει ότι θεωρούν ότι βρίσκονται σε πλεονεκτικότερη θέση (εχουν συγκριτικό διαπραγματευτικό ατού) από τους Ιράκινους ;
Αυτή τη στιγμή ήδη στην προσωρινή κυβέρνηση του Ιράκ παίζουμε σημαντικό ρόλο και έχουμε σημαντική θέση. Αυτό δεν έιναι τυχαίο. Είναι ένδειξη της δύναμής μας.
Φοβάστε για το μέλλον;
Εάν κάνετε σήμερα δημοψήφισμα στο Ιρακινό Κουρδιστάν, η συντριπτική πλειοψηφία θα ψηφίσει υπέρ της ανεξαρτησίας. Αυτό ο φόβος για τον οποίον μιλάτε βρίσκει την απάντησή του στο δημοψήφισμα που σας λέω, το 2004. Ναι, φοβόμαστε για το μέλλον. Αυτό το δημοψήφισμα θα είναι μια πρόβα. Θα ζητήσουμε να έρθουν παρατηρητές από την Ευρώπη και από άλλα συλλογικά κυβερνητικά όργανα, από την ΕΕ, από ομάδες παρατηρητών μη κυβερνητικών οργανώσεων. Ξέρουμε ότι έχουμε να αντιμετωπίσουμε σοβαρές δυσκολίες. Ξέρουμε ότι αυτό σχετίζεται με την παγκόσμια κατάσταση, την πολιτική των ΗΠΑ και την πολιτική των κρατών στη Μέση Ανατολή. Το δημοψήφισμα θα δείξει δυο πράγματα: τη θέληση για ανεξαρτησία και τη δυνατότητα για δημοκρατική λειτουργία.
Οι σχέσεις τους με τους Κούρδους στα άλλα τμήματα;
Κατά τη γνώμη μου, όλα τα κομμάτια του Κουρδιστάν, όλα τα κομμάτια έχουν ένα όνειρο: να διεκδικήσουν με επιτυχία επιτέλους την ανεξαρτησία και την ελευθερία τους. Όμως, κάθε κομμάτι έχει τις συγκεκριμένες συνθήκες που αντιμετωπίζει και τα προβλήματα είναι διαφορετικά. Η δική μας κατάσταση είναι διαφορετική για παράδειγμα από αυτή του Κουρδιστάν Ιράν.
 Σχέσεις με Τουρκμάνους κ.λπ.;
Υπάρχουν πραγματικά Τουρκμάνοι στο Κουρδιστάν, όπως και Κελντάνοι και Ασσύριοι (σ.σ. οι δυο χριστιανικού θρησκεύματος). Αποτελούν, όμως, ένα πολύ μικρό ποσοστό στο Κουρδιστάν Ιράκ. Εμείς σεβόμαστε την διαφορετικότητά τους, τον πολιτισμό και την θρησκεία τους. Θέλουμε να ζήσουμε όλοι μαζί και να έχουν και αυτοί όλα τα δημοκρατικά δικαιώματα μέσα σε ένα δημοκρατικό Κουρδιστάν. Είναι προτιμότερο για αυτούς τους ανθρώπους να ζήσουν σε ένα ασφαλές Κουρδιστάν, παρά να ενωθούν με ένα Ιράκ, όπου δεν θα έχουν κανένα μέλλον.
Γι αυτό το λόγο έχουμε καλέσει όλες τις μειονότητες σε διάλογο και έχουμε άριστη συνεργασία. Αυτό είναι η καλύτερη λύση για εμάς και το μέλλον μας. Δεν μπορούμε να απαρνηθούμε την ύπαρξή τους, διότι αυτοί οι άνθρωποι είναι κομμάτι του κουρδικού λαού. Για παράδειγμα, στο Κερκούκ υπάρχουν Κούρδοι, Τουρκμάνοι, Κελντάνοι και Ασσύριοι. Αυτή είναι μια πραγματικότητα. Την ίδια στιγμή, οι λαοί αυτοί δεν αρνούνται ότι το Κερκούκ είναι κομμάτι του Κουρδιστάν. Οι λαοί που ζουν μέσα στο Κουρδιστάν, ξέρουν που ζουν.
 Είναι το πετρέλαιο ευχή ή κατάρα για τους Κούρδους;
Για τους άλλους είναι ευτυχία. Αλλά για εμάς μέχρι τώρα είναι κατάρα. Για παράδειγμα, υπάρχει πετρέλαιο στο Κερκούκ και γι αυτό αμφισβητούν ότι έιναι κομμάτι του Κουρδιστάν. Εάν δεν υπήρχε πετρέλαιο, κανένας δεν αμφισβητούσε ότι είναι κομμάτι του Κουρδιστάν.
 Οι ΗΠΑ είναι εγγύηση ειρήνης στην περιοχή;
Δεν μπορώ να απαντήσω εάν είναι εγγύηση για την περιοχή, αλλά ξέρω πολύ καλά ότι εάν δεν υπήρχαν οι ΗΠΑ η ιρακινή αντιπολίτευση δεν θα μπορούσε να είχε συντρίψει το καθεστώς του Σαντάμ. Όμως, μέχρι τώρα οι ΗΠΑ δεν έχουν κάνει τίποτα για το Ιράκ. Δεν υπάρχει συγκεκριμένο σχέδιο για τους Κούρδους. Υπάρχει σχέδιο για το Ιράκ και ίσως υπάρχει σχέδιο για το Κουρδιστάν στο πλαίσιο του Ιράκ, αλλά το Ιράκ είναι δυο κομμάτια, κουρδικό και αραβικό. Και οι Ιρακινοί το αντιμετωπίζουν ως ένα κομμάτι. Και τι κάνουν οι Αμερικάνοι γι αυτό;
Αυτό είναι το σημαντικό που μας απασχολεί.
Ίσως στο πλαίσιο του Ιράκ υπάρχουν κάποια σχέδια για τους Κούρδους ή άλλους λαούς του Ιράκ, αλλά αυτό δεν συνιστά λύση για το μέλλον των Κούρδων. Μέχρι τώρα δεν είχαμε καμία απάντηση για την φεντερέϊσον. Ούτε από τους Αμερικανούς, ούτε από την συμβουλευτική κυβέρνηση. Δεν γνωρίζουμε τι μορφή φεντερέϊσον έχουν στο μυαλό τους, ή επιθυμούν να δημιουργήσουν. Φοβόμαστε για το τι μπορεί να συμβεί στο μέλλον, όταν σκεφτόμαστε ότι έχει προηγηθεί το Χαλέπτσε και Ανφάλ και όταν ξέρουμε τη μοίρα των διαφωνούντων με το καθεστώς, των οποίων αγνοείται η τύχη. Κι έτσι φοβόμαστε για το μέλλον μας.
Εμείς ζητάμε να προσδιορισθούν τα γεωγραφικά σύνορα του Κουρδιστάν. Και αυτά μέχρι σήμερα δεν έχουν γίνει σαφή. Κι έτσι δεν γνωρίζουμε τι πρόκειται να συμβεί στο μέλλον. Για παράδειγμα, οι ΗΠΑ μπορεί να επιλέξουν τη λύση των επαρχιών. Εάν κάνουν κάτι τέτοιο, δεν θα επιλυθεί το κουρδικό ζήτημα.
 Είναι οι Αμερικάνοι εγγυητές της ασφάλειας αυτή τη στιγμή;
Στο νότιο Ιράκ δεν υπάρχει ασφάλεια. Δεν συγκρίνεται με το Κουρδιστάν,  όπου υπάρχει πλήρης ειρήνη. Ακόμη και για τους Αμερικανούς το Ιράκ έγινε κόλαση. Και το Κουρδιστάν, από την άλλη πλευρά, έχει γίνει τόπος ξεκούρασης. Επειδή οι Κούρδοι έχουν υποστεί πολλά βασανιστήρια από το καθεστώς του Σαντάμ, γι αυτό και δέχθηκαν τους Αμερικανούς. 

Krevo,Λευκορωσία

Voltaire-The night


Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2018

Καίγομαι,διψώ-Parched and scorched I am (senryu)

Αποτέλεσμα εικόνας για μαυροδαφνη

Καίγομαι,διψώ
Δωσ' μου σταλιά αγάπης
ή μαυροδάφνη

Parched and scorched I am
give me a sip of your love
or some good red wine 

Το έπος του Διγενή



pontos-news.gr

Ο «Ακριτικός Κύκλος», ήτοι τα ακριτικά τραγούδια, αποτελούν κατηγορία δημοτικών αφηγηματικών τραγουδιών που εξυμνούν τους αγώνες των ακριτών, δηλαδή των συνοριακών φρουρών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Οι ακρίτες ζούσαν στρατιωτικά στα λεγόμενα «στρατιωτόπια», περιοχές που τους είχαν δοθεί και για καλλιέργεια.
Τα τραγούδια του Ακριτικού Κύκλου ίσως ξεπερνούν τα 1.700, αν και ο λαογράφος Νικόλας Πολίτης τα έχει υπολογίσει σε 1.350. Κατά πολλούς αναλυτές, τα τραγούδια αυτά αποτέλεσαν την πιο σημαντική πηγή του κορυφαίου έπους «Βασίλειος Διγενής Ακρίτας». Δεν είναι όμως αβάσιμη και η εκδοχή που θέλει τη διάδοση του έπους να τροφοδοτεί έναν κύκλο τραγουδιών κυρίως στην Κρήτη και την Κύπρο, όπου υπάρχουν πολλές παραδόσεις για τον Διγενή.
Επεισόδια της ζωής του Διγενή, όπως η πάλη του με τον Χάρο, δεν υπάρχουν στο έπος, απαντούν όμως σε πολλά δημοτικά ακριτικά τραγούδια. Για το θάνατο του Διγενή ο Ν. Πολίτης έχει συλλέξει 72 παραλλαγές. Ο Διγενής είναι κατά κύριο λόγο ο πρωταγωνιστής αλλά όχι μόνον αυτός. Ήρωες ακρίτες είναι ο Ανδρόνικος, ο Αλέξης, ο Δούκας, ο Πορφύριος, ο Βάρδας Φωκάς, ο Θεοφύλακτος, ο Κωνσταντής, ο Αρμούρης, ο Ξάντινον, ο Πετροτράχηλος...

Ο Διγενής κι ο Χάρος (Δ. Σκουρτέλης)
Έμμετρο αφηγηματικό έργο που τοποθετείται μεταξύ 11ου και 12ου αιώνα, ο «Διγενής Ακρίτας» ή «Το έπος του Διγενή Ακρίτα» συνιστά το παλαιότερο λογοτεχνικό γραπτό μνημείο της δημώδους ελληνικής μεσαιωνικής γλώσσας. Κατά τον Λίνο Πολίτη, μάλιστα, το Έπος, που εξιστορεί την καταγωγή του Διγενή, τα παιδικά του χρόνια, τα ηρωικά κατορθώματα και το θάνατό του, σηματοδοτεί την αρχή της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Η αξία του όμως, μετά μάλιστα και την ανακάλυψη πλείστων δημοτικών ακριτικών τραγουδιών, άπτεται και ενός μείζονος συμβολισμού. Ο Νικόλας Πολίτης θεωρούσε τον Διγενή σύμβολο της «μακραίωνος και αλήκτου πάλης του ελληνικού προς τον μουσουλμανικόν κόσμον». Ο Κωστής Παλαμάς και άλλοι ποιητές μας είδαν στο Διγενή το σύμβολο του ακατάβλητου Ελληνισμού, που καμιά δύναμη δεν μπορεί να αφανίσει.
"...Δεν πρέπει να ξεχνούμε πως ο άγνωστος ποιητής που ζούσε μακριά από το λόγιο περιβάλλον της βασιλεύουσας, κοντά στους ακρίτες και στην πολεμική ζωή τους, στον Πόντο ή στην Καππαδοκία, είναι ο πρώτος που χρησιμοποίησε τη λαϊκή γλώσσα για μια δημιουργία ποιητική. Του χρωστούμε το πρώτο κείμενο στη λαϊκή (δηλ. τη νεοελληνική) γλώσσα..."
Λίνος Πολίτης, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας
Το Έπος του Διγενή Ακρίτα, σε χειρόγραφη παραλλαγή 3.182 στίχων, δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1875, από το περίφημο χειρόγραφο της Τραπεζούντας, το οποίο είχε ανακαλύψει επτά χρόνια νωρίτερα στη Μονή Παναγίας Σουμελά ο λόγιος, καθηγητής του Φροντιστηρίου της Τραπεζούντος, Σάββας Ιωαννίδης.
Το έργο σώζεται σε έξι χειρόγραφες παραλλαγές:
  • Της Τραπεζούντας (από τη Μονή Σουμελά, 3.182 στίχοι)
  • Του Εσκοριάλ (βρέθηκε στη βιβλιοθήκη Εσκοριάλ της Μαδρίτης, φέρεται να έχει δημιουργηθεί στην Κρήτη, 1.867 στίχοι)
  • Χειρόγραφο Άνδρου-Αθηνών (Εθνική Βιβλιοθήκη, 1074, 4.778 στίχοι)
  • Της Κρυπτοφέρρης (από την ελληνική μονή Grottaferrata της Ιταλίας, 3.709 στίχοι)
  • Της Οξφόρδης (ομοιοκατάληκτη διασκευή του 1670 από τον ιερομόναχο Ιγνάτιο Πετρίτση)
  • Της Άνδρου (πεζή διασκευή του 1632).

Η ιστορία του Βασίλειου Διγενή Ακρίτα

Ο Βασίλειος Διγενής Ακρίτας ήταν ο γιος ενός Σαρακηνού εμίρη, του αμυρά της Συρίας, Μουσούρ, που αγάπησε, εκχριστιανίστηκε και εγκαταστάθηκε σε βυζαντινό έδαφος παρά τις αντιρρήσεις των γονέων του, τους οποίους όμως έπεισε πάραυτα μέχρι του σημείου μάλιστα να ασπαστούν και εκείνοι τον Χριστιανισμό. Είχε προηγηθεί η αρπαγή της αγαπημένης του Μουσούρ, Ειρήνης, της μοναχοκόρης του βυζαντινού στρατηγού Ανδρόνικου Δούκα. Τα πέντε αδέλφια της κοπέλας ζήτησαν το λόγο, ο μικρότερος μάλιστα μονομάχησε με τον Μουσούρ και τον κέρδισε, αλλά εκείνος κράτησε την κοπέλα.
Ο γιος του Μουσούρ, ο Βασίλειος Διγενής (από δύο γένη, το αραβικό και το ελληνικό), μεγάλωσε κάνοντας μια σειρά ανδραγαθήματα. Ήταν μόλις 12 ετών όταν έπνιξε δύο αρκούδες και σκότωσε ένα λιοντάρι. Νέος πια ερωτεύτηκε την κόρη ενός στρατηγού, την Ευδοκία, και την έκλεψε αλλά οι γονείς της συναίνεσαν μόνο όταν ο Διγενής σκότωσε τους άνδρες που ο στρατηγός έστειλε για να τον πιάσουν. Παντρεύτηκε την καλή του και έφυγε «εις τα άκρας», τα σύνορα, όπου έγινε Ακρίτας.
Στο σημείο αυτό αρχίζουν τα κατορθώματα του Διγενή, για τα οποία έγινε ξακουστός κερδίζοντας και τιμές από τον Βυζαντινό Αυτοκράτορα. Γραμμένα σε πρώτο πρόσωπο, τα ανδραγαθήματα περιλαμβάνουν από τις μάχες του Διγενή κατά ενός δράκου και ενός λιονταριού μέχρι εκείνες εναντίον των 300 απελατών (ληστών του Βυζαντίου) και της ανίκητης έως τότε αμαζόνας Μαξιμώς, που ήθελαν να κλέψουν τη γυναίκα του. Παρεμπιπτόντως, ο Διγενής αποκαλύπτει δύο περιπτώσεις κατά τις οποίες απάτησε τη γυναίκα του και η μία ήταν με τη Μαξιμώ. Σε μια παραλλαγή μάλιστα φέρεται να σκοτώνει εντέλει την αμαζόνα από τύψεις.
Δοξασμένος και γνωστός στα πέρατα του κόσμου, ο Διγενής αποσύρθηκε σε έναν μεγάλο πύργο, στις όχθες του Ευφράτη. Το θάνατό του από ασθένεια σε ηλικία 33 χρονών ακολούθησε εκείνος της γυναίκας του από θλίψη.
Σχεδόν με υπερφυσικές ιδιότητες σκιαγραφείται ο Διγενής. Κάτι που όμως δεν το βρίσκουμε στα δημοτικά ποντιακά τραγούδια που αφορούν τον Ακρίτα.

Ο Διγενής και το φίδι (Δ. Σκουρτέλης)
Γράφει ο Θ. Ελισαίος: «Στα δημώδη ακριτικά άσματα του Πόντου ο Ακρίτας παρουσιάζεται συνήθως απόλυτα γήινος, δίχως ωραιοποιήσεις ή υπεράνθρωπες ιδιότητες. Για παράδειγμα, οργώνει και μάλιστα είναι καλός γεωργός:
Ακρίτας όντας έλαμνεν
αφκά σην ποταμέαν,
επαίγνεν έρχουν κι έποινεν
σεράντα δύο αυλάκα...
»Όταν του αναγγέλλουν ότι:
το ένοικο σ' εχάλασαν
και την καλή σ΄ επαίραν
αντιδρά πάλι σαν συνηθισμένος άνθρωπος».
Ο Ακρίτας στις παραλλαγές των Ελλήνων του Ευξείνου Πόντου σκιαγραφείται διαφορετικά. (βλέπε εδώ)

Το Έπος του Διγενή Ακρίτα, η ιστορία του και ο ρόλος του στα ελληνικά γράμματα*

1. Ανακάλυψη
Το Έπος του Διγενή Ακρίτα δημοσιεύτηκε πρώτη φορά το 1875 από τις εκδόσεις Maisonneuve του Παρισιού, υπό την επιμέλεια των Κ. Σάθα και E. Legrand και με τον τίτλο Les exploits de Digénis Akritas d’après le manuscrit unique de Trébizonde. Το εν λόγω χειρόγραφο είχε ανακαλυφθεί επτά χρόνια πριν: την 21η Μαΐου του 1868 ο καθηγητής του Φροντιστηρίου Τραπεζούντας και γνωστός λόγιος Σάββας Ιωαννίδης, «την αργείαν επωφεληθείς εις περισυλλογήν ασμάτων και άλλης στατιστικής ύλης εις συμπλήρωσιν τής μετά 2 έτη εκδοθείσης […] Ιστορίας και Στατιστικής Τραπεζούντος»1 είχε επισκεφθεί τη μονή Σουμελά, όπου ένας από τους μοναχούς τού παρέδωσε το χειρόγραφο, νομίζοντας ότι ήταν συλλογή ασμάτων. Ο Ιωαννίδης κατάλαβε μεν αμέσως περί τίνος επρόκειτο, αλλά είναι άγνωστο αν εκτίμησε δεόντως τη σημασία της ανακάλυψης αυτής, αφού απλώς κατέθεσε το χειρόγραφο στη βιβλιοθήκη του Φροντιστηρίου και ανέφερε την ύπαρξή του στην Ιστορία και Στατιστική της Τραπεζούντος και της περί ταύτην χώρας, που εκδόθηκε δύο χρόνια αργότερα στην Κωνσταντινούπολη. Το γεγονός είναι ότι, όταν ο Έλληνας ιστορικός Κ. Σάθας πληροφορήθηκε από τον Περικλή Τριανταφυλλίδη την ύπαρξη του έπους και ζήτησε αντίγραφο του χειρογράφου από τον Ιωαννίδη, ο τελευταίος έσπευσε να του το στείλει. Ο Σάθας αξιοποίησε πρώτα το αντίγραφο αυτό,2 για να αποδείξει την εκπληκτική ομοιότητα που παρουσιάζει το έπος με κάποια δημοτικά τραγούδια, ιδιαίτερα της Κύπρου και των παραλίων του Ευξείνου Πόντου, τα οποία χώρισε σε δύο κύκλους, τον ακριτικό και τον απελατικό. Το 1872 ο Σάθας έστειλε το έπος στον Legrand και αποφάσισαν την από κοινού δημοσίευσή του. Ζήτησαν τότε από τον Ιωαννίδη ένα δεύτερο αντίγραφο, φωτογραφημένο προς αποφυγή λαθών, και αυτός, μη δυνάμενος να τους το παράσχει, τους έστειλε το πρωτότυπο, το οποίο οι μελετητές το περιγράφουν ως εξής: 90 φύλλα σε σχήμα 12ο (2.160 σελίδες), σε γραφή ευανάγνωστη που μοιάζει να είναι του 16ου αιώνα.
1. Ιωαννίδης, Σ., Βασίλειος Διγενής Ακρίτας ο Καππαδόκης (Κωνσταντινούπολις 1887), πρόλογος, σελ. ζ΄.
2. Sathas, C., Bibliotheca Graeca Medii Aevi (Βενετία 1873), εισαγωγή, σελ. 45-50.

Από τον Πρόλογο του Σάββα Ιωαννίδη
2. Γενικές επιπτώσεις
Η πρώτη αυτή δημοσίευση του έπους στο Παρίσι από δύο καταξιωμένους νεοελληνιστές (και όχι π.χ. στην Κωνσταντινούπολη ή στην Αθήνα από τον ίδιο τον Ιωαννίδη), ενώ είναι ενδεικτική του «επαρχιωτισμού» που επικρατεί την εποχή εκείνη στην εθνική γραμματεία, θέτει και τα πλαίσια της συζήτησης γύρω από τον Ακρίτα με τις κατευθυντήριες γραμμές που χαράζουν οι επιμελητές στην εισαγωγή τους: δίπλα στα γνωστά κυρίαρχα θέματα περί καταγωγής των Νεοελλήνων («ενάντια στον γερμανικό σκεπτικισμό»)3 και περί μνημείων της αρχαίας γλώσσας, τίθεται το ζήτημα της ιστορικότητας του ήρωα Διγενή σε συνδυασμό με το νέο βάρος το οποίο προσδίδεται στα δημοτικά τραγούδια που αναφέρονται σε αυτόν. Τα άσματα αυτά αποκτούν πλέον «τίτλους ευγενείας» σε σχέση με τα κλέφτικα της Ηπείρου και της Στερεάς Ελλάδας, που μέχρι τότε κυριαρχούσαν στην εκτίμηση των ελληνιστών λογίων: είναι παλαιότερα, μεγαλύτερης γεωγραφικής εμβέλειας και, κυρίως, δεν είναι μεμονωμένα αλλά ανήκουν σε κύκλους.
3. ​Legrand, E. / Sathas, C., Les exploits de Digénis Akritas d’après le manuscrit unique de Trébizonde (Paris 1875), εισαγωγή, σελ. XIII.
Επιπλέον, οι Σάθας και Legrand εγκαινιάζουν μια νέα μορφή ανάγνωσής τους, σε σχέση συγκριτική προς το ακριτικό έπος. Αν και οι ίδιοι με τον τρόπο αυτό επιδιώκουν κυρίως να αποκαταστήσουν τα κενά που παρουσιάζει το χειρόγραφο της Τραπεζούντας, το οποίο θεωρούν ότι είναι η αυθεντική μορφή του έπους σε σχέση με τις λαϊκές «συγχύσεις», θέτουν, άθελά τους ίσως, τις βάσεις για τη στροφή της ελληνικής λαογραφίας, την οποία ο Dawkins τοποθετεί στο γύρισμα του αιώνα· με τη συρροή ασμάτων από τη Μικρά Ασία και τα νησιά του Αιγαίου δημιουργούνται, σύμφωνα με τον Άγγλο ελληνιστή,4 οι κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξη μιας οπτικής που διαφοροποιείται από την καθαρά εθνική-πατριωτική, θέτοντας πλέον ζήτημα καθαρά λαογραφικού ενδιαφέροντος.
4. Dawkins, R.D., «The recent study of folklore in Greece», στο Papers and transactions of the Jubilee Congress of the Folklore Study (1930), σελ. 121-37.

Ο Διγενής και η Μαξιμώ (Δ. Σκουρτέλης)
3. Ο Διγενής στον Πόντο
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η σύγκριση των επιπτώσεων της έκδοσης του χειρογράφου στην ελληνική λαογραφία σε σχέση με την αντίστοιχη ποντιακή και την καππαδοκική λαογραφία. Αν ο Ακρίτας άνοιξε νέους ορίζοντες στην ελληνική λαογραφία προωθώντας το πέρασμα από μια φιλολογικού-πατριωτικού τύπου ανάγνωση σε μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση της προφορικής παράδοσης, στην περίπτωση του Πόντου και της Καππαδοκίας δεν παρατηρούνται αξιοσημείωτες μεταβολές προς την κατεύθυνση αυτή. Έτσι, στον Πόντο το έπος αναγνώσθηκε κυρίως ως μαρτυρία του εθνικού πνεύματος, της ανδρείας και της μαχητικότητας του ελληνικού στοιχείου ενάντια στον κατακτητή· ολοκληρωμένη μαρτυρία της οποίας αποσπάσματα σώζονταν ακόμα υπό τη μορφή ασμάτων «και ελέγοντο υπό εσχατογήρων αγροτών».5
5Τριανταφυλλίδης, Π., Οι Φυγάδες (Αθήνα 1870), σελ. 1.
Ενδεικτική της ανάγνωσης αυτής είναι η ερμηνεία ενός ακριτικού άσματος από τον Περικλή Τριανταφυλλίδη:6 ενώ το άσμα εστιάζεται ξεκάθαρα στο Χάροντα και στην αδυναμία του θνητού –ακόμα και του πιο υπερφυσικά προικισμένου θνητού– να του ξεφύγει, ο Τριανταφυλλίδης το αναλύει ως ύμνο σε άνδρα ατρόμητο, πρόμαχο της ελευθερίας «περί τα πρώτα έτη της τουρκικής κυριαρχίας […] εις ον, ως τον εξοχώτατον, [αι παραδόσεις] απέδωκαν μετά τόκου ό,τι κατά μέρος επράχθη». Οι επιδράσεις του Ακρίτα υπήρξαν λοιπόν στον Πόντο κυρίως ποσοτικής φύσεως. Όπως παρατηρεί και ο A. Bryer,7 το ακριτικό έπος έδωσε απλώς περαιτέρω ώθηση στη συλλογή γλωσσικού υλικού, σύμφωνα με το πνεύμα που χαρακτήριζε από τις απαρχές της τη λόγια αυτή δραστηριότητα: ένα πνεύμα επείγουσας διάσωσης της ιστορίας και του «αληθινού» πολιτισμού όχι μόνο του Πόντου αλλά και ολόκληρου του έθνους. Η ώθηση αυτή αφορά κυρίως την ενασχόληση με το δημοτικό τραγούδι. Στον τομέα αυτό η ανακάλυψη του έπους θα παίξει καταλυτικό ρόλο, αφού θα αποτελέσει κίνητρο αλλά και κριτήριο για την καταγραφή τραγουδιών στο μέτρο που αυτά σχετίζονται με το ακριτικό έπος. Μέσα στη διαδικασία αυτή το ποντιακό δημοτικό τραγούδι κέρδισε σε κύρος αλλά και στρεβλώθηκε, αφού συνήθως θεωρούνταν αυθεντικό –και άρα άξιο καταγραφής– μόνο εάν πρόσφερε τεκμήρια «ακριτικότητας», με κύριο γνώρισμα τη «λεβεντιά».
6. Τριανταφυλλίδης, Π., Οι Φυγάδες (Αθήνα 1870), σελ. 49-50.
7. Bryer, A., «The Tourkokratia in the Pontos: Some Problems and Preliminary Conclusions», Neo-Hellenika 1 (1970), σελ. 30-54.
    Επιπλέον, ορμώμενοι από τη θεωρία της προτεραιότητας του έπους σε σχέση με τα τραγούδια, οι λόγιοι προέβησαν σε συμπλήρωση των καταγεγραμμένων τραγουδιών που κατ’ αυτούς, λόγω της «αμαθείας» των χωρικών που τα τραγουδούσαν, περιείχαν κάποια χάσματα. Έτσι, περνώντας από τον προφορικό στον γραπτό λόγο με έναν τρόπο που τα απέκοπτε από το πραγματικό πλαίσιο μέσα στο οποίο δημιουργούνταν, αναπαράγονταν και διαμορφώνονταν, τα τραγούδια παραμορφώθηκαν και θεωρήθηκαν σχεδόν αποκλειστικά μνημεία εθνικής σημασίας ως λείψανα του ακριτικού έπους.

    Ακριτικό ιππικό (Δ. Σκουρτέλης)
    4. Ο Διγενής στην Καππαδοκία
    Όταν το 1887 ο Σ. Ιωαννίδης αποφάσισε επιτέλους να εκδώσει και αυτός το έπος στο τυπογραφείο Ν. Γ. Κεφαλίδου στην Κωνσταντινούπολη, του έδωσε τον τίτλο Βασίλειος Διγενής Ακρίτης ο Καππαδόκης. Στον πρόλογο του βιβλίου αφήνει ορισμένες ενδείξεις που μπορεί να εξηγούν γιατί προτίμησε να δημοσιεύσει πρώτα τη Στατιστική του: γι’ αυτόν ο Ακρίτας ενδιαφέρει «κυρίως την Καππαδοκίαν […] ως τελευταίον φιλολογικόν αυτής προϊόν», καθώς «ο Ήρως του ποιήματος είναι ο τελευταίος πρόμαχος αυτής, ο δε ποιητής ο τελευταίος Καππαδόξ συγγραφέας, και επειδή και η Καππαδοκία μετά τους χρόνους του Ακρίτου έπαυσεν ούσα, οίαν η ιστορία μέχρι τούδε αναφέρει».8 Φαίνεται λογική, σύμφωνα με το πνεύμα της εποχής, η στάση αυτή του Ιωαννίδη και θα περίμενε κανείς να συναντήσει από την πλευρά των Καππαδοκών λογίων τον ανάλογο ενθουσιασμό για τον Ακρίτα και τα ακριτικά άσματα.
    8. Ιωαννίδης, Σ., Βασίλειος Διγενής Ακρίτης ο Καππαδόκης (Κωνσταντινούπολις 1887), πρόλογος, σελ. ζ΄-ια΄.
    Όταν όμως το 1879 εκδίδεται στην Αθήνα το έργο του Ρίζου Ελευθεριάδη, Συνασός, ήτοι μελέτη επί των ηθών και των εθίμων αυτής, ο συγγραφέας χρησιμοποιεί ύποπτες μεθόδους για να αποδείξει ότι τα ακριτικά άσματα που δημοσιεύει (και που μάλλον δεν ξέρει καν ότι ονομάζονται έτσι) συγγενεύουν με τα κλέφτικα της Ηπείρου και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι στη Σινασό «αποκαλύπτονται αι πιστότεραι εικόναι της ομηρικής εποχής»!9 Χειρισμοί σαν και αυτούς σε ό,τι αφορά τα ακριτικά άσματα δεν είναι βέβαια αποκλειστικό φαινόμενο της Καππαδοκίας, αλλά μόνο εκεί παίρνουν αυτές τις διαστάσεις. Ενώ έχει ξεκινήσει μεταξύ ακριτολόγων η διαμάχη περί της ιστορικής προτεραιότητας των τραγουδιών ή του έπους και γίνεται αναγκαία η συλλογή περισσότερων ασμάτων για τη συμπλήρωση των κενών του χειρογράφου (και όχι των τραγουδιών, όπως έγινε στην περίπτωση του Πόντου), οι Καππαδόκες λόγιοι, όπως εξάλλου και ο Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως, εξακολουθούν να αναμασούν τις ίδιες θεωρίες. Έτσι, επτά χρόνια μετά τη δημοσίευση του έπους, «στην έκθεση απολογισμού που κάνει ο Παπαδόπουλος-Κεραμεύς όλη η προσπάθεια του Συλλόγου για τη συλλογή των ζώντων μνημείων δικαιολογείται ως συμβολή στην αναίρεση των μισελληνικών θεωριών του Φαλμεράιερ. Δεν αναφέρεται τίποτε για τις ακριτολογικές ανάγκες».10
    9. Ελευθεριάδης, Ρ., Συνασός, ήτοι μελέτη επί των ηθών και των εθίμων αυτής (Αθήναι 1879), σελ. 78.
    10. Μπαλτά, Ε. / Αναγνωστάκης, Η., Η Καππαδοκία των «ζώντων μνημείων» (Αθήνα 1990),
    σελ. 36.
      Το ενδιαφέρον για τον Ακρίτα αργεί πολύ να διεισδύσει στην καππαδοκική γραμματεία· όταν επιτέλους σημειώνεται ενδιαφέρον, είναι πάλι «εισαγόμενο»: κεντρίζεται με αφορμή την πραγματεία του Ν. Πολίτη για το «Τραγούδι του νεκρού αδελφού», που δημοσιεύεται το 1885 στο Δελτίον της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας. Εκεί ο λαογράφος προσπαθεί να αναιρέσει τη θεωρία περί σλαβικής προέλευσης του ελληνικού άσματος. Τότε ο Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος, μέσω του Παπαδόπουλου-Κεραμέως, «κατορθώνει να παντρέψει την αντιφαλμεραϊκή τάση της λαογραφίας με τα ακριτικά ενδιαφέροντα»11 και προβάλλει για το σκοπό αυτό μια παραλλαγή του τραγουδιού από τη συλλογή του Καρολίδη, την οποία ο ίδιος ο Σύλλογος δεν την είχε δημοσιεύσει θεωρώντας σημαντικότερη την έκδοση Η εν Καππαδοκία λαλουμένη διάλεκτος και τα εν αυτή σωζόμενα ίχνη της αρχαίας Καππαδοκικής γλώσσης. Το έργο αυτό του Καρολίδη βραβεύτηκε μάλιστα από την επιτροπή του Συλλόγου, όχι τόσο για τις θεωρίες του, που δεν έχαιραν ευρείας υποστήριξης, όσο για τον όγκο του γλωσσικού υλικού που περιείχε, ενώ η συλλογή ασμάτων του εστάλη τελικά στη Γοτίγγη, στον P. De Lagarde, ο οποίος την εξέδωσε το 1886.
      11. Μπαλτά, Ε. / Αναγνωστάκης, Η., Η Καππαδοκία των «ζώντων μνημείων» (Αθήνα 1990),
      σελ. 40.
      Βέβαια το ακριτολογικό ενδιαφέρον θα αγγίξει κάποτε, έστω και αργά, λόγιους που ασχολούνται με την προφορική παράδοση της Καππαδοκίας. Αυτό όμως θα επιτευχθεί στα τέλη του 19ου αιώνα, από ανθρώπους σαν το Λεβίδη και τον Παχτίκο (που δεν ήταν Καππαδόκης), μετά την εδραίωση της εξάπλωσης της ελληνικής παιδείας και την προσπάθεια καθιέρωσης της Καππαδοκίας ως «πατρίδας της ελληνικής ποίησης».
      *ΠΗΓΗ: Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού (αυτούσια παράθεση)
      Ευχαριστούμε τον ζωγράφο Δημήτρη Σκουρτέλη για την ευγενική παραχώρηση των έργων του.