Γράφει ο Θάνος Μικρούτσικος –
Υπάρχει στη δημόσια σφαίρα μια μεγάλη συζήτηση για τον ρόλο του δημιουργού, του καλλιτέχνη, του διανοούμενου στις σημερινές συνθήκες βαρβαρότητας που ζούμε όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και διεθνώς. Εδώ και πολλά χρόνια, αλλά ειδικά τώρα, στην εποχή της Μεγάλης Κρίσης, επικρατεί ένας πολιτισμικός ιμπεριαλισμός που αποικιοποιεί τις εθνικές κουλτούρες, κονιορτοποιεί τις πολιτισμικές ετερότητες και καθαγιάζει την ηγεμονία της αγοράς σε όλες τις θεσμικές εκφάνσεις του δημόσιου και του ιδιωτικού βίου.
Εδώ και πολλά χρόνια υποστηρίζω τη θέση για την πλήρη αυτονομία του έργου τέχνης. Δημιουργός και έργο δεν είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένοι. Πολλές φορές, μάλιστα, το έργο ακολουθεί ανάστροφη πορεία και λειτουργία σε σχέση με τις προσωπικές προθέσεις και ιδεολογικές επιλογές του ίδιου του δημιουργού. Ο δημιουργός –έχει αποδειχθεί ιστορικά– μπορεί να είναι είτε αντιδραστικός πολιτικά, είτε αντιδραστικός ως άτομο.
Το παραγόμενο έργο του, όμως, μπορεί να είναι μεγαλοφυές. Παραδείγματα: ο Μπαλζάκ, άνευ συζητήσεως. Μάλιστα, ο Μαρξ είχε επισημάνει την περίπτωση Μπαλζάκ. Στην εποχή του, ενώ υπήρχε η ανερχόμενη αστική τάξη, ο Μπαλζάκ, με καταγωγή αριστοκρατική, υποστήριζε το παλαιό καθεστώς. Ήταν αυτός, όμως, που εξέφρασε ριζοσπαστικά τη μεγάλη “τοιχογραφία” της εποχής του.
Στον 20ο αιώνα, το μέγα παράδειγμα είναι ο Έζρα Πάουντ. Ο Έζρα Πάουντ, από τους μεγαλύτερους ποιητές του 20ου αιώνα, υπήρξε εκφωνητής στον ραδιοφωνικό σταθμό της Ρώμης του Μπενίτο Μουσολίνι. Συνελήφθη από τα αμερικάνικα στρατεύματα, αλλά μετά από παρέμβαση του Τόμας Έλιοτ, δεν τον δίκασαν. Τον έκλεισαν σε ψυχιατρείο.
Τρίτο παράδειγμα είναι ο Στράους. Δεν υπήρχε πρεμιέρα δική του, στην οποία να μην πάει ο Χίτλερ. Όμως, η “Σαλώμη” του Στράους, που γράφτηκε το 1905, είναι για μένα αλλά και για πολλούς άλλους, μία από τις κορυφαίες όπερες του 20ου αιώνα. Θα προσέθετα το αγαπημένο παιδί του Χίτλερ, τον Φον Κάραγιαν, έναν από τους μεγαλύτερους μαέστρους όλων των εποχών. Θα σημείωνα, επίσης, τον αναμφισβήτητα μεγάλο πεζογράφο Σελίν, ο οποίος υπερθεμάτιζε όσον αφορά τους θαλάμους αερίων των Ναζί στο δικαστήριο που έγινε αρκετά χρόνια μετά τον πόλεμο και αμετανόητος εξαπέλυε μύδρους εναντίον των Εβραίων.
Το ά-χρονο και το ά-τοπο
Κι εδώ στην πατρίδα μας έχουμε τέτοιες περιπτώσεις. Ο Σεφέρης, δεν ήταν μόνο ο πρέσβης της Ελλάδος στο Λονδίνο –αυτό θα μπορούσε κανείς να πει πώς ήταν τιμητικό. Συμμετείχε ενεργά στις συμφωνίες του 1959 με τα καταστροφικά αποτελέσματα για την Κύπρο. Αλλά ένα άλλο στοιχείο που είναι εντυπωσιακό είναι αυτό που γράφει στο “Ημερολόγιο Καταστρώματος” (Γενάρης του ’45).
Εκεί, κάνοντας μια βόλτα στην οδό Αθηνάς, εκφράζει με τον όρο «τι χυδαιότητα» την απέχθειά του προς αυτούς (δηλαδή τους κομμουνιστές) που τα είχαν κάνει λίμπα στην Ομόνοια, αναφερόμενος σε κούκλες από καταστήματα υφασμάτων που κείτονταν ξεκοιλιασμένες στο δρόμο. Την ίδια περίοδο δεκάδες αριστεροί σκοτώθηκαν στην πλατεία Συντάγματος από τις σφαίρες των Εγγλέζων που χτυπούσαν από το Ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία, ανατρέποντας έτσι τη ροή των πολιτικών εξελίξεων. Παρά ταύτα ο Σεφέρης είναι και παραμένει ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες ποιητές όλων των εποχών.
Άρα η ιστορία διδάσκει ότι μπορεί να υπάρξει διάσταση έως και χάσμα μεταξύ του έργου και των ιδεών του καλλιτέχνη. Η αξία ενός έργου τέχνης προσδιορίζεται αυτή καθεαυτή με τους δικούς του όρους. Η υπεράσπιση της ποίησης πρέπει να γίνεται μέσα από τη γλώσσα της ποίησης. Η υπεράσπιση της μουσικής μέσα από τη μουσική φόρμα, ενώ η αναζήτηση των μεγάλων έργων προσδιορίζεται κυρίως από δύο στοιχεία.
Ο Ρίτσος για παράδειγμα στα έργα της Τετάρτης Διάστασης (Σονάτα του Σεληνόφωτος, Ελένη, Φιλοκτήτης, Ορέστης κ.α) συνδυάζει αυτά τα δύο καίρια στοιχεία:
- Πρώτον, το ουμανιστικό στοιχείο. Το ότι δηλαδή προτάσσει ένα παγκόσμιο πρότυπο ανθρώπου, ενώ ταυτόχρονα είναι απολύτως πρωτότυπος. Πρέπει να πας πίσω στους Έλληνες τραγικούς για να βρεις τους συγγενείς του.
- Δεύτερον, το ά-χρονο και το ά-τοπο. Για παράδειγμα, μπορείς να φανταστείς την Κυρία στη “Σονάτα του Σεληνόφωτος” μια αστή στη δεκαετία του ’50 σ’ ένα νεοκλασικό στα Πατήσια, όπως γράφει ο ίδιος. Κι όμως εγώ τη συνάντησα το 2005 στο Παρίσι. Και ποιος ξέρει αν δεν τη συναντήσει και ο γιος μου το 2055 στο Βερολίνο.
Με άλλα λόγια η ποίηση του Γιάννη Ρίτσου έχει τα στοιχεία του μη χρονικά και τοπικά προσδιορισμένου. Κατά τη γνώμη μου εκεί έγκειται και το μεγαλείο της ποίησης του Καβάφη. Τα μεγάλα έργα τέχνης διαστέλλουν το χρόνο και καταργούν τον τόπο.