Μη ζητάς απαντήσεις
στις λάθος ερωτήσεις σου
Τα πουλιά το χειμώνα
δεν ταξιδεύουν προς βορρά
ζέστη για να βρουν
και τις φωλιές να φτιάξουν
Φτιάξε τη πυξίδα σου και μετά
γύρεψε τον δρόμο να διαλέξεις
Μη ζητάς απαντήσεις
στις λάθος ερωτήσεις σου
Τα πουλιά το χειμώνα
δεν ταξιδεύουν προς βορρά
ζέστη για να βρουν
και τις φωλιές να φτιάξουν
Φτιάξε τη πυξίδα σου και μετά
γύρεψε τον δρόμο να διαλέξεις
Καθώς για να κεντρίσουμε την όρεξή μας
με μαντζούνια πικρά τη γέψη μας τσιγκλάμε
και γι' αρρώστιες απρόοπτες, για προφύλαξή μας,
καθάρσια παίρνουμε και, αντίθετα, αρρωστάμε,
έτσι η χορτάτη απ' την αχόρταστή σου γλύκα
υγεία μου κάνει πικροδίαιτες με αηδία
κι άρρωστος απ' την καλοπέρασην εβρήκα
θεραπεία ν' αρρωστήσω δίχως να ΄ναι χρεία.
Μ' αυτή μου την προληπτική διαιτητική
στον έρωτα, απ' το τίποτα έγινε το λάθος
να τρέχει η γεροσύνη μου στην ιατρική,
η έγκωμη απ' το καλό, να βρει γιατρεία στο πάθος.
Κι έτσι έμαθα μια αλήθεια, πόσο παν χαμένα
τα γιατρικά σ' αυτόν που αρρώστησε από σένα.
Σονέτα - εκδ. επικαιρότητα
Αφήνω το σκοτάδι
όπως θέλει να με τυλίξει
να ζωντανέψουν μέσα του
αυτά που καιρό μέναν θαμμένα
Κράζει το χαροπούλι στο
σκοτεινό το δάσος:
"Μη δίνεις στις σκιές
απ' το δικό σου φως"
Με ρωτούσαν: "Πες μας εσύ που μιλάς για την καρδιά
ποιος μπερδεύει το καλό με το κακό;
Ποιος τους συγχρόνους του υμνεί και τραγουδά
και την αλήθεια στην ψυχή του κρύβει
και προβληματίζεται;" Τους απαντώ:
"Είναι ο ψεύτης ποιητής. Είμαι εγώ!"
Μεσουλάχ Ντα Πιέρα
Από το βιβλίο του Ιωσήφ Βεντούρα, "Εβραίοι Ποιητές του Μεσαίωνα", εκδ. Νεφέλη
Κι αν κάποτε μαζί
ονειρευτήκαμε,
τι απόμεινε από
τα όνειρα εκείνα
σαν μας ξύπνησαν του ήλιου
οι πρώτες ακτίνες;
Υπάρχει μοναξιά του χώρου
και μοναξιά των θαλασσών
και μοναξιά θανάτου, κι όλες
μοιάζουν εσμοί πρωτευουσών
μπροστά στο πολικό τοπίο
-μια περατή απεραντότης-
εκεί που η ψυχή ανοίγει
και δέχεται τον εαυτό της.
Το Μέγα Ύδωρ, εκδ. Άγρα
Κι αν σ' όλη τη γη
σε γύρεψα,
ο κόπος πήγε χαμένος
Μέσα μου τόσο καιρό
βρισκόσουν,
ψιθύριζες στα όνειρά μου
Παύουν οι σκέψεις
σαν κοιτάζω την άνοιξη
να σβήνει
μέσα στο βραδινό
ουρανό.
Ανθολογία Ιαπωνικής ποίησης, εκδ. Ροές
Σκόνη της ερήμου
καλύπτει τον ουρανό,
του ήλιου το φως θαμπώνει
Ένα χελιδόνι που έστειλα
το ποίημα μου να σου διαβάσει,
το δρόμο του προς εσένα
θα μπορέσει άραγε να βρει;
Είπα: "Πες μου τι να κάνω"
Είπε: "Νεκρώσου"
Είπα: "Η ψυχή μου είναι πιο καθαρή
κι απ' τον χείμαρρο του βουνού".
Είπε: "Νεκρώσου"
Είπα: "Μα φέγγω σαν το κερί
κι είμαι ελεύθερος σαν πεταλούδα
Και συ...ω, το πρόσωπό σου φωτίζει όλον τον
κόσμο..."
Είπε: "Νεκρώσου".
Τζελαλαντίν Ρουμί, Ο Αγαπημένος, εκδ. Αρμός
Με είδες στη βροχή να κλαίω
και ήρθες δίπλα μου να κλάψεις.
Ποτέ δεν έμαθες πως εσύ ήσουν
της θλίψης μου η αιτία.
Ακόμα κι ο φόβος θ' αποτύχει
να κάνει δική του τη ζεστασιά μας! Εφόσον
ο καθένας έχει μια φωτεινή πλευρά κάποιου
σκοπού να υπηρετήσει· αν και μακρινές
κραυγές φτάνουν και γίνονται κομμάτια
στο κατώφλι μας και δονείται
το σπίτι μας από τον τρόμο της γης·
αν και αξίες ξεριζώνονται και πολύ
περισσότερες τείνουν να ξεριζωθούν·
αν και ήρωες θρηνούν, πτηνά ολολύζουν,
πουλερικά πέφτουν σε φλυαρία
και μεγάλοι καταρράκτες απορροφούνται
και γίνονται ξεροί τόποι! Ακόμα
κι ο φόβος θ' αποτύχει να κατακτήσει
τη ζεστασιά μας.
Ακόμα κι ο φόβος θ' αποτύχει
να κάνει δική τους τη ζεστασιά μας! Εφόσον
ο καθένας έχει και κάποιο Θεό αγάπης να λατρέψει·
αν και τα καθημερινά μας επιτεύγματα σωρεύονται
στην υπηρεσία κάποιας σκληρής θέσης αγώνα,
καθώς ασυνάρτητα βουβά πρόσωπα, ή προσκόμματα
του ενός ενάντια στου άλλου -κι από τη στυγνή
μηχανή της ευκολίας- μας κόβουν σε μέτρια σχήματα·
αν και τα όνειρά μας που επικρατούν είναι αμπάρια
τεράτων, μηχανών και μηχανισμών· αν και η σοφία μας
θερμαίνεται μέσα σ' ένα "ουδέν άλλο, μη μας
ξεχνάτε" κι οι δραστηριότητές μας, για καλύτερους στόχους,
σπαταλιούνται σε μια γυμνή διαμάχη ευφυίας! Ακόμα.
κι ο φόβος θ' αποτύχει να κατακτήσει
τη ζεστασιά μας.
Ακόμα κι ο φόβος θ' αποτύχει
να κάνει δική του τη ζεστασιά μας! Εφόσον
ο καθένας έχει και κάποιο όνειρο, να ονειρεύεται
άλλους· αν και λουλούδια παύουν να μας ελκύουν
κι ο άνθρωπος μοιάζει να 'ναι στο άσυλο μιας
ηττημένης ηλικίας ή συντηρείται ακόμα στον κόσμο
μιας αμερικανο-κινέζικης διαπάλης· αν και οι άνθρωποι
ξεχνούν να τραγουδούν και οι αισθήσεις τους
εναρμονίζονται στον ξερόν ήχο των κυμβάλων,
οι μήτρες παύουν να 'ναι γόνιμες και στη θέση
του στήθους προβάλλουν αντικείμενα ψεύτικα σαν δόντια·
αν και ο χρόνος είναι κενός ανθρώπινων δεσμών
κι ο καθένας πεθαίνει το δικό του θάνατο! Ακόμα,
κι ο φόβος θ' αποτύχει να κατακτήσει
τη ζεστασιά μας.
Η Ποίηση της Μαύρης Αφρικής. εκδ. Ροές
https://edromos.gr/132943-2/?fbclid=IwAR1t1_ZjmaRoxZn6jAz0CwVjr9uqZLFC27W4xxkWSidjNTwE8r3OFVgCdVI
Τέταρτο άσμα
Με βαρύ βήμα φεύγουν από το πεδίο των νεκρών
στης ροδαυγής το νέο χάραμα
κουρασμένοι από τον αγώνα οι γενναίοι Σουλιώτες
βαδίζουν προς το κοντινό δασωμένο βουνό.
Κορυφή της Πίνδου, χρωμάτισε το σύννεφό σου
στο φως του πρωινού κόκκινο σαν το αίμα•
φώναξέ το με θλίψη προς όλο το λαό των Ελλήνων:
«Θρηνήστε, πεθαίνει ο γενναίος Σουλιώτης!».
Ο Μάρκος που τον πέτυχε το βέλος του θανάτου,
κάνει νόημα• κάποιος του δίνει το σπαθί του.
Επάνω του ο πρωινός ουρανός ανοιχτός
φωτίζει θαυμάσια το ηρωικό του μέτωπο!
Κάτω από ένα μικρό δένδρο δάφνης
κείτεται εξαντλημένος, το στήθος του αναπνέει δύσκολα
η ψυχή του πλανιέται σε γλυκό όνειρο,
γύρω του στέκονται οι πολεμιστές λυπημένοι.
Και ακούει τον παιάνα να αντηχεί,-
από το πυκνό φύλλωμα των δένδρων
βλέπει πνεύματα να πετούν με άσπρες φτερούγες•
αψηφώντας το θάνατο σηκώνεται επάνω.
Στο μεταίχμιο των δύο ζωών,
όπου μόνο με κόπο κυκλοφορεί το αίμα,
στέκεται ο ήρωας, βλέπει στα διπλά σύνορα
χλωμό του φως της μακρινής αιωνιότητας,
βλέπει τις ψυχές των προγόνων του να λάμπουν,
ενώ αυτός στο παραλήρημά του ακόμη πεθαίνοντας λέει:
«Εκατό αδέρφια έπεσαν μαζί μου,
πιστά στον όρκο που μας συνέδεε όλους•
από τα αρπακτικά νύχια της τίγρης
σώσαμε την πατρίδα μας!»
«Κώστα αδερφέ, βλαστάρι από τη γενιά μου,
εδώ, σου παραδίδω το σπαθί των προγόνων•
αλλά στο ρόδισμα της χαραυγής
βάλε τη γροθιά σου επάνω του και ορκίσου.
Ακούστε το όλοι: Πιστός στον άγιο όρκο,
που έδωσε κάποτε και ο πατέρας μου Κίτσος,
ορκίζομαι, ότι αυτή η γυαλιστερή κόψη
θα πρέπει να αστράφτει μόνο για την ελευθερία της Ελλάδας!»
«Αδερφέ, Κώστα, βλαστάρι από τη γενιά μου,
βασίσου στον Θεό, ο άγιος σκοπός θα νικήσει•
αγωνιστείτε, ώστε το λάβαρο της ελευθερίας
να πετάξει ως τις εκβολές του Ευρώτα!»
……………………..
Μετάφραση: Λάμπρος Ηλ. Μυγδάλης, Νίκος Α. Παπαδόπουλος
Ύμνους τραγούδησαν
και εκφώνησαν λόγους
για τη λευτεριά
Εκείνοι που φρόντισαν
και φροντίζουν
σε σεντούκια σκονισμένα
να μένει κλειδωμένη
Τι είναι ο Νόμος; Ποιος τον είδε να 'ρχεται αντάμα με τον ήλιο από τα βάθη του ουρανού; Ποιος είδε την καρδιά του Θεού και γνώρισε τη θέληση ή το σκοπό του; Σε ποιον αιώνα περπάτησαν οι άγγελοι μεταξύ των ανθρώπων και κήρυξαν, "Απαγορέψτε στους αδύναμους να χαίρονται τη ζωή · σκοτώστε τους παρανόμους με το κοφτερό ξίφος· πατήστε τους αμαρτωλούς με σιδερένιο πόδι;"
Επαναστατημένα Πνεύματα, εκδ. Ιάμβλιχος
Μη βασανίζεσαι να κρατήσεις
αυτό που δε σε θέλει
-δεν μπορείς να το υποχρεώσεις να μείνει
Ρούπι Καούρ, γάλα και μέλι, εκδ. Λιβάνη
Περιδιαβαίνοντας τους τάφους του παλιού κοιμητηρίου, μου προκάλεσε εντύπωση το πλήθος των πουλιών που φωλιάζουν στα δέντρα και τρέφονται από τα έντομα και από τους φυτικούς οργανισμούς που αφθονούν στα όριά του. Τα δε κελαηδίσματά τους και τα κρωξίματά τους, υπάρχουν στιγμές που γίνονται εκκωφαντικά. Τόσο που θαρρείς πως θα ξυπνήσουν και οι κεκοιμημένοι ακόμα. Αυτοί όμως πεισματικά σχεδόν, συνεχίζουν τον ύπνο τους περιμένοντας κάτι άλλο που να τους ταράξει από την μακαριότητά τους
Τραγουδούν πουλιά
μες στον κήπο των νεκρών...
μα δεν τους ξυπνούν
Ένας ποιητής πήγε σ' ένα γιατρό και του είπε: "Είμαι πολύ άσχημα, έχω τρομερά συμπτώματα, νιώθω στενοχώρια, ταραχή. Χέρια, πόδια, μαλλιά, υποφέρουν".
Ο γιατρός του είπε: "Αληθεύει ότι δεν έχεις ακόμη απαγγείλει δημόσια την τελευταία σου ποιητική σύνθεση;"
"Ναι, αληθεύει" απάντησε ο ποιητής.
"Πολύ καλά" είπε ο γιατρός, "κάθισε λοιπόν να μου απαγγείλεις τα τελευταία σου ποιήματα". Ο ποιητής απάγγειλε τα ποιήματά του. Ο γιατρός του ζήτησε να τα απαγγείλει ξανά και ξανά. Τέλος του είπε: "Σταμάτα. Τώρα είσαι μια χαρά. Αυτό που κρατούσες μέσα σου επηρέαζε όλο σου το σώμα. Τώρα που το έβγαλες έξω είσαι πάλι καλά".
Χακίμ Τζαμί, από το βιβλίο του Γ. Υφαντή, Μυστικοί της Ανατολής
Ένας κόμπος αίμα στην κόχη του ουρανού
Μήπως ξαναρχίνισαν τ΄ άστρα
Να διαιρούν το γλαυκό να φαγώνονται
Ή να φιλιούνται
Στη στρογγυλή τράπεζα του ήλιου
Λόγος δε γίνεται γι' αυτό
Σπάζουν μονάχα το πυρόψωμο
Από χέρι σε χέρι φωτοπότηρα περνάν
Κι άστρα νεκρά τους ίδιους τους αρμούς τους τραγανίζουν
Τι γυρεύει ο κόμπος αίμα στου ουρανού την κόχη
Στην τυφλή τούτη κόχη του ουρανού
Ποιήματα, εκδ. Κέδρος
Η αγάπη είναι ένα ατέλειωτο μυστήριο,
γιατί δεν υπάρχει τίποτε που να μπορεί να την εξηγήσει
Ρ. Ταγκόρ, Λαμπυρίδες, εκδ. Ίκαρος
Για να λησμονήσω την τρέλα μου, έφυγα και πήρα τα βουνά. Μα η σιωπή που βασίλευε στα κορφοβούνια μου θύμιζε άλλες σιωπές.
Για να λησμονήσω την τρέλα μου κατέβηκα στο περιγιάλι. Μα η απεραντοσύνη του πελάγου μου θύμιζε την απέραντή μου αγάπη.
Για να πεθάνω από την τρέλα μου, γύρισα στο σπιτάκι που κατοικούσες.
Άγνωστου Άραβα Ποιητή, Το περιβόλι της Αγάπης, εκδ. Ηριδανός
Κάποτε, δεν πάει πολύς καιρός, ένας άγγελος μου ζήτησε να πάρω τη θέση του ως φύλακας των ψυχών των ανθρώπων που έχουν πεθάνει. Καθώς ήμουν στο πόστο μου πλησίασε ένας νεαρός και μου ζήτησε να δει τη ψυχή της αγαπημένης του που είχε πρόωρα φύγει από τη ζωή και αυτός την αποζητούσε κάθε μέρα και κάθε νύχτα. Του είπα πως σε λάθος μέρος την ψάχνει γιατί δεν ήταν με τους νεκρούς. Οι αγάπες δεν πεθαίνουν όταν για κάποιο λόγο χάνονται. Πεθαίνουν μόνο όταν ξεχνιούνται. Του έδειξα τον δρόμο που έπρεπε να πάρει και του ευχήθηκα καλή τύχη. Δεν τον ξαναείδα από τότε.
Μη ψάχνεις στους νεκρούς
ό,τι ποτέ δεν θα πεθάνει
μη και χαθείς στις σκιές.
Τότε δε θα μας ρωτήσουν: Αμαρτήσατε;
Θα μας ρωτήσουν μόνο: Αγαπήσατε;
Και χωρίς να σηκώσουμε τα κεφάλια μας,
θα πούμε με πίκρα: Ναι, αλίμονο.
Αγαπήσαμε...Και πως αγαπήσαμε!
Απόδοση: Ηλίας Κυζηράκος
Ανθολογία Ρωσικής Ποίησης, εκδ. Κοροντζή
Τα νυχτοπούλια στα φτερά τους
έρωτες που έμειναν
στη σφαίρα της επιθυμίας κουβαλούν
Διηγούνται τις ιστορίες τους
με τις στριγκιές φωνές τους
Η πίστη και η απιστία
έχουν και τα δυο την πηγή τους
στην υποκριτική σου καρδιά
ο δρόμος είναι μακρύς μόνο γιατί καθυστερείς
να ξεκινήσεις την πορεία σου σ' αυτόν:
ένα και μόνο βήμα
θα σε φέρει κοντά Του:
γίνε σκλάβος
και θα είσαι βασιλιάς
Χακίμ Σαναΐ, Ο Τειχισμένος Κήπος της Αλήθειας, εκδ. Πύρινος Κόσμος
Μες στα μάτια ξαπλώνει θελκτική η νύχτα
Το κεφάλι σου φοράει το μαντήλι της λιακάδας
Ερωτικά βλέμματα φιλούν το καθετί τριγύρω
Ευλογήθηκα με το δώρο σου σήμερα
Γονιμοποιούμαι στο έδαφός σου με τη ζεστασιά
της νύχτας και της μέρας
Ρέω στις φλέβες σου
και αναβλύζω μέσα από τα στήθη σου
Ο βράχος του χρόνου στάζει και σχηματίζει αργά ένα ρυάκι
που γεννά τελικά το ποτάμι
Κρυμμένος μέσα σου
αποκαλύπτομαι μέσα από τα μάτια σου
από το βιβλίο "Φόρεσέ με" εκδ. Μανδραγόρας
Πόσο λεπτό το πέπλο
που χωρίζει όσους
ζωντανοί θαρρούν πως είναι
από εκείνους που νομίζουν
πως έχουν πια πεθάνει
Τα Όσκαρ το σηκώσαμε
νικήσαμε αδέρφια !
Το Χόλιγουντ κατακτήσαμε
όξω καημοί και ντέρτια
Τον Λάνθιμο που βρίζαμε
τον έχουμε σε θρόνο
και χαλιά του στρώνουμε
να φτάσει ως τον Κρόνο!
Και μη νομίσει κανένας πως
σκοτίστηκα για τα βραβεία
της Έμμα ζητούσα αφορμή
να βάλω φωτογραφία
το όνομά σου
είναι ο πιο ισχυρός
θετικός ή αρνητικός
υπαινιγμός σε οποιαδήποτε γλώσσα
είτε μου βάζει φωτιά
είτε με κάνει να πονώ για μέρες
Rupi Kaur - Γάλα και Μέλι - εκδ. Λιβάνη
Σκέφτομαι τις κακοτυχίες μου
βγαίνοντας από το σπίτι
Κοιτάζω ψηλά παρηγοριά να βρω
στο μάτι με κουτσουλά ένα περιστέρι
προσπαθώ να δω αλλά μάτια
πατάω ενός σκύλου τα αφημένα περιττώματα
Πριν προλάβω σπίτι να γυρίσω
ένα αμάξι με περιλούζει με της λακκούβας
τα βρώμικα νερά...
Όλα τελικά είναι θέμα μυαλού, ε;
Γιατί να ορθώνουμε τείχη και φρούρια;
Ξέρουμε μήπως πού θα πέσει κάποτε η γη;
Γιατί να χτίζουμε σπίτια ή παλάτια;
Ούτε μιαν ώρα δε θα μείνουμε σ' αυτά νεκροί.
Γιατί να στήνουμε πάνω απ' το κεφάλι μας κεραμίδια;
Τ' αληθινό σπίτι ενός ανθρώπου
μετράει μόνο λίγους πήχεις.
Καμπίρ, Ο Έρωτας του Ράμα, εκδ. Παρατηρητής
Πίνω τον καφέ μου
και κοιτάζω έξω,
ψάχνοντας κάτι
κάτι το θαυμαστό
Χάνω έτσι
το αξιοθαύμαστο
που βρίσκεται
στη κούπα μου
Βανγκ
Στο στενό μονοπάτι, στεγασμένα απ' τις μελίες, στο μυστικό της σκιάς τους, ανθίζουν τα πράσινα βρύα και σαρώνονται μόνο όταν κάποιος ανοίγει την πόρτα, μήπως ο μοναχός απ' το βουνό έχει έρθει επίσκεψη.
Πέι
Στα νότια της πύλης, δίπλα απ' τις μελίες, είναι ο δρόμος πάνω απ' την κορφή του λόφου Γι. Όταν έρχεται το Φθινόπωρο, βρέχει πολύ στα βουνά: κανένας δε μαζεύει τα πράσινα φύλλα.
Βανγκ Βέι και Πέι Τι
Κινέζοι αναχωρητές ποιητές
Όταν με πιάνει η θλίψη
και την καρδιά μου στα χέρια σου αφήνω,
άσε με σε παρακαλώ να κλαίω
και τίποτα μην με ρωτάς
Τι σημασία αν μια σκιά
περνά μπροστά απ'τα μάτια μου;
Τι κι αν για μια στιγμή σκοτάδι πέφτει
στις χαρούμενες στιγμές μου;
Τι κι αν χαρά και πόνος τότε
ανάκατα με πλημμυρίζουν;
Τα όνειρα κι οι σιωπές μου
και τα παράπονά μου, αγάπη μόνο είναι...
Ανθολογία Ρωσικής Ποίησης, εκδ. Κοροντζή
Βρίσκω μεγαλύτερη λάμψη και περισσότερο μεγαλείο στη στιγμή που ο αέρας σβήνει το κερί που φωτίζει το δωμάτιο παρά στη στιγμή που το κερί ανάβει. Στη πρώτη υπάρχει μια λάμψη, για δέκατα του δευτερολέπτου που φωτίζει όχι μόνο το δωμάτιο αλλά και ολόκληρο τον κόσμο. Στη δεύτερη πάλι, για ένα δέκατο του δευτερολέπτου, πριν φωτίσει το δωμάτιο η φλόγα που έχει ανάψει όλος ο κόσμος σκοτεινιάζει τόσο πολύ που θυμίζει τη στιγμή εκείνη πριν το "γεννηθήτω φως".
Σβήνει το κερί
ο άνεμος που φυσά
Ένδοξη στιγμή!
Ένα μεγάλο κρεβάτι για έναν μεγάλο έρωτα
Πάνω στη γη
Πάνω στη γη κλαίμε
Ένας έρωτας για έναν μεγάλο τάφο
Πάνω στη γη
Πάνω στη γη κοιμόμαστε
Ένας τάφος για μια μεγάλη καρδιά
Πάνω στη γη
Πάνω στη γη πεθαίνουμε
Και η καρδιά μου που κοιμάται για την μισοπεθαμένη σου καρδιά
Και η καρδιά μου που χτυπά
Η καρδιά μου που πολύ δυνατά χτυπά
Πολύ αδύναμη και πολύ πιστή για να συνηθίσει να ζει.
Καταραμένοι Γάλλοι Ποιητές, εκδ. Ηριδανός
Καλήν ημέραν άρχοντες
και τρεις ψητές μπριζόλες
οι πανσέτες στη ψησταριά
μη γίνουνε σαν σόλες
Με λίγα κομμάτια παστουρμά
την όρεξη ανοίγω
σε κεφτεδάκια και τυριά
οδοντογλυφίδες μπήγω
Ρίξτε μπιφτέκια στη φωτιά
στα κάρβουνα σουβλάκια
η Τσικνοπέμπτη έφτασε
άρωμα από παϊδάκια
Ο γύρος γύρω μου γυρνά
αχ πώς με ξεμυαλίζει
ένα γεμιστό κεμπάπ
στο πιάτο μου αχνίζει
Πάνω στο κοντοσούβλι μου
απλώνω τυροσαλάτα,
τζατζίκι σκορδομυριστό
βάστα καρδιά μου, βάστα
Σερβίρεται μια μοσχαρίσια
και μ' έχει κόψει λόρδα
σαν θησαυρό κρατάω δίπλα μου
ένα μπουκάλι σόδα!
Στο τραπέζι τώρα εφορμώ
ιππότης με πιρούνια
τέτοιος ήμουν μια ζωή
φαγάς από τη κούνια!!
Το φεγγάρι πάνω από τα σύννεφα το ίδιο
φεγγάρι είναι,
τα βουνά όμως και τα ποτάμια κάτωθέ του
είναι όλα διαφορετικά
Καθένας είναι ευτυχισμένος μες στην
ενότητά του και στην ποικιλία του
Τούτος εδώ είναι ένας, τούτος ο άλλος
είναι δύο
Μουμόν
Ιστορίες του Ζεν, εκδ. Ροές