Σπίτι σου μαζευτήκαμε
με αφορμή κάποια γιορτή
Πίναμε και γελούσαμε
των νιάτων η ελαφρότητα
Με πήρες παράμερα
και κατάματα με κοίταξες
Νομίζω πως προσπάθησα
το βλέμμα μου να τραβήξω
Δε μπόρεσα ούτε κι εκείνη τη φορά,
ποτέ δε το είχα καταφέρει
Μου είπες πως σου θύμιζα
εκείνου του Γερμανού τον λύκο
που έφευγε μακριά από την ευτυχία
για να μη χάσει της
στέπας τη λευτεριά
Δεν ξέρω πως κατάφερες
να με δεις τόσο καθαρά
πίστευα πως κι από σένα κρυβόμουν
όπως απ' όλους
Αλλά πως δεν είδες αλήθεια
πως και την ελευθερία ακόμα
πρόθυμα θα στην έδινα
και ας μην έτρεχα ποτέ ξανά
στης ερήμου τον αέρα;
Στην ευτυχία δε χωρά
κανένα συμβιβασμός
γιατί μαράζι γίνεται
και τα πάντα γύρω πεθαίνουν
Δεν έφυγα ποτέ από τις χαρές μακριά
αλλά από την ψεύτικη ζωή
με υποκατάστατα γεμάτη
που είναι θάνατος τελικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου