Σαν αρκούδος μεθυσμένος
χορεύει ευτυχισμένος
σαν βότκα παγωμένη
η φιγούρα του μένει
στη μουσική του δοσμένος
Σαν αρκούδος μεθυσμένος
χορεύει ευτυχισμένος
σαν βότκα παγωμένη
η φιγούρα του μένει
στη μουσική του δοσμένος
A cat needs not
to be saved.
Help her to find
the aerial paths
to the moon.
Η γάτα δε χρειάζεται
να τη σώσεις.
Βοήθησέ τη να βρει
τα αέρινα μονοπάτια
για τη σελήνη
Ένα φάντασμα από την Ιαπωνία
Περίμενε να με τρομάξει στη γωνία
Μου πετάχτηκε ξαφνικά
Μιλώντας ιαπωνικά
Μα απ' τις λέξεις δε κατάλαβα καμία
Τα τρένα δε πετούν
και τα φτερά δε πέφτουν
τα αστέρια όταν γελούν
ποιος τα ακούει ξέρουν
ο χυμός του σταφυλιού
δε θέλει το μεθύσι
και η φωτιά του κάρβουνου
μαυρίζει όταν σβήσει
καράβι σε έρημο σταχτιά
τα κύματα γυρεύει
του δέντρου έπαψε η καρδιά
λουλούδια να φυτεύει
Πράσινος γίνομαι από θυμό κι οργή
σαν τον ήλιο που ανατέλλει το πρωί
Κι όσο θυμώνω να τα σπάσω θέλω όλα
ακόμα και το ποτήρι με τη κόκα κόλα
Με τα νεύρα που 'χω θέλω να τσιρίξω
μπας και την πέτρα στη χολή μου τελικά τη ρίξω
Κι αν από όλα όσα έγραψα νόημα δε βγαίνει
είναι επειδή σιγά σιγά ο κόσμος με τρελαίνει
Τα σπαθιά του άφησε,
μαζί και την ασπίδα
τη πανοπλία έβγαλε
και χάιδεψε μι' ακρίδα
Κοίταξε τον ουρανό
και δάκρυσε λιγάκι
αχ και να είχε πάνω του
ένα κουτί σπανάκι
Μα όλες οι δόξες πέρασαν
η κούραση έχει μείνει
και απ' του Μίκυ το αυτί
πικρό φαρμάκι πίνει
Gather all around
and make the music start
drink and eat my friends
dance until you drop
never mind about pestilence
and death
our walls shall keepr you safe
the castle's doors are shut well.
Let the festivities begin
you are all welcome
and our guest of honor has arrived
dressed in his scarlet robe.
Take your red mask off my friend
bless us with your touch
grant us the gift of death
from our foolishness deliver us.
Μαζευτείτε ολόγυρα
και βάλτε μουσική
πιείτε φίλοι μου και φάτε
χορέψτε μέχρι πτώσεως τελικής
μη σας νοιάζει ο λοιμός
μήτε ο θάνατος
τα τείχη μας θα σας προστατεύουν
κι οι πόρτες του κάστρου είναι σφαλιστές.
Ας ξεκινήσουν οι γιορτές
είστε ευπρόσδεκτοι όλοι
και έφτασε κι ο επίτιμος καλεσμένος μας
ντυμένος με τον κατακόκκινο μανδύα του.
Βγάλε την αιμάτινη μάσκα σου φίλε μου
ευλόγησέ μας με το άγγιγμα σου
χάρισέ μας το δώρο του θανάτου
από την ανοησία μας λύτρωσε μας.
Υπό τους ήχους του κλαρίνου
πολύ παραδοσιακούς
στο γκρεμό ολοταχώς πηγαίνουμε
με χορούς κυκλωτικούς.
Δε θα πεθάνουμε ποτέ
λέμε και ξαναλέμε
και δε θ' αναστηθούμε
μονάχοι μας θα κλαίμε.
Μαύρη η νύχτα στα βουνά
σε κάμπους και νησάκια
τη λύτρωσή μας ψάχνουμε
σε κάλπες κι εκκλησάκια.
Και ενώ ο κόσμος χάνεται
η βάρκα μας αρμενίζει
όσο κι αν περιμένουμε ο τροχός
ποτέ του δε γυρίζει.
Μια γάτα που χαμογελά
λέει πως ψάχνω για μπελά
ξάφνου γίνεται καπνός
κι εγώ μένω μοναχός
να βλέπω όνειρα τρελά
Χθες στον ύπνο μου
έβλεπα πατατάκια
με κυνηγούσαν σαν τρελά
σε στενά σοκάκια
δώσε μας φώναζαν
δεδομένα προσωπικά
σε κάρτα να τα στοιβάξουμε
κόλπα ηλεκτρονικά
"Τι να σας δώσω βρε παιδιά,
έδωσα ο καημένος"
καθώς μ' αρπάζαν φώναξα
και ξύπνησα ιδρωμένος...
A candle burns,
a light in the midnight's darkness,
beacon for the damned souls
who lost their way.
Καίει το κερί,
ένα φως στο σκοτάδι του μεσονυκτίου,
φάρος για ψυχές καταδικασμένες
που έχασαν το δρόμο τους.
Γιατί κουνούπι πολεμάς
το αίμα να μου ρουφήξεις
Καλύτερα δε θα 'τανε
χυμό να προτιμήσεις;
Έτσι δε θα χρειαζότανε
στο τοίχο να σε λιώσω
μα ένα θα έφτανε θαρρώ
ποτήρι να σου δώσω
Σε στάχτες πάνω χορεύω
λεβέντικο χορό
στ' αποκαϊδια ετοιμάζω
ένα αρνί ψητό
τις στροφές μου φέρνω
γύρω απ'τη φωτιά
κρασί κόκκινο ρουμπίνι
κερνάω τα παιδιά
κι αν απομείνει κάτι όρθιο
σαν η μουσική τελειώσει
θα τ' αποτελειώσω τραγουδώντας
κανείς δε θα μας σώσει!
Σε δυο γαϊδάρους άχυρα
δε μπόρεσα να δώσω
αλλά είμαι σίγουρα ικανός
το κράτος να οργανώσω
Οι περγαμηνές μου είναι πολλές
στο κόμμα από νέος
στις υποσχέσεις τρομερός
ποτέ δε μιλώ ευθέως
Μείνε μαζί μου και κοντά
και δε θα μετανιώσεις
στα κόλπα θα σε μπάσω εγώ
άντερο να λιγδώσεις
Μη με ρωτάς για το λαό
μήτε για τη χώρα
αυτά είναι θέματα πασσέ
ξεπερασμένα τώρα
Κι αν όλα καταρρεύσουν
με τόση αχρηστία
το κόμμα μας να ειν' καλά
θα πάρουμε αμνηστία...
Όταν την είδε να βουτά τη πέρασε γοργόνα
νόμισε πως του έπεσε από ψηλά κοτρόνα
πως θα την έχει, σκέφτηκε, στη κεφαλή κορώνα
πού να 'ξερε πως έμπαινε στο μάτι του κυκλώνα
Ο χρόνος πέταξε γοργά σαν πέτρα από σφεντόνα
να τον σώσει δε μπορεί ουτ' η Κυρά Μαντόνα
δε του μοιάζει πια με άνοιξη μα φέρνει του χειμώνα
κι αντί να τρέξει σαν λαγός, στέκει σαν τη χελώνα
"Η θάλασσα είναι η μεγάλη δεξαμενή της φύσης. Από αυτήν ξεκίνησε κατά κάποιον τρόπο η υδρόγειός μας και ποιος ξέρει αν δεν τελειώσει σε αυτήν! Εδώ βασιλεύει η απόλυτη ησυχία. Η θάλασσα δεν ανήκει σε τυράννους. Στην επιφάνειά της μπορούν να έχουν ακόμα αξιώσεις, να πολεμούν, να καταβροχθίζουν ο ένας τον άλλον, να μεταφέρουν κάθε στεριανή φρίκη. Όμως εννέα μέτρα κάτω από τη στάθμη του νερού σταματά η κυριαρχία τους, σβήνει η επιρροή τους, εξαφανίζεται η δύναμή τους. Ω, κύριε, ζήστε! Ζήστε στα έγκατα της θάλασσας! Μόνο εδώ υπάρχει ανεξαρτησία! Εδώ δεν έχω κανένα αφεντικό! Εδώ είμαι ελεύθερος!"
Κάπταιν Νέμο, 20000 λεύγες κάτω από τη θάλασσα, εκδ. Radnet
I 've dreamt of being a clown
travelling with the circus around
a jester with an audience
making people laugh
offering joy to the crowds
a funny painted face, a warm smile
even on days coloured blue
Unrealized dreams can be painful
but they still retain some magic dust
Να γίνω κλόουν όνειρο είχα
να τριγυρνάω με το τσίρκο
ένας γελωτοποιός για το κοινό
στους ανθρώπους το γέλιο να προσφέρω
χαρά στα πλήθη να μοιράζω
ένα αστείο ζωγραφισμένο πρόσωπο, ένα ζεστό χαμόγελο
ακόμα και τις μέρες τις στενάχωρες
Τα απραγματοποίητα όνειρα μπορεί να πονούν
αλλά κρατούν λίγη από τη μαγική τους σκόνη
Σε μία βουνοκορφή σαν το άγριο γίδι
της σάπιας κοινωνίας το πιο λαμπρό στολίδι
κινούμαι ανάμεσα σας γλιστερός σαν φίδι
σας κοιτώ αφ' υφηλού σηκώνοντας το φρύδι
Μια αραχνούλα τύφλα από το μεθύσι
γύρω μου ιστό να πλέκει έχει αρχίσει
με μύγα μάλλον με μπέρδεψε
και για το μενού μ' επέλεξε
κοίτα τη που προσπαθεί να με μασουλήσει!
Κάτω από ίσκιους μαγικούς
χορεύω σε ινδικούς ρυθμούς
μια σαλαμάνδρα μ' οδηγεί
μύστη σ' ονειρεμένη γη
μέσα σε δρόμους ονειρικούς
Χθες αργά μέσα στο βραδάκι
είδα ένα βουντού κουκλάκι
καιγόταν το καημένο
στο όνειρο αφημένο
μου πρόσφερε μωβ καφεδάκι
Σε μεγάλους κήπους με γιρλάντες
παρέα με σκύλους και με γάτες
ολονυχτίς να πίνουμε
κανέναν να μη κρίνουμε
σαν να είμαστε ιεροφάντες
Με σάβανα τυλίξτε με
σε ακριβή ξαπλώστρα
σαν σερβίτσιο αφήστε με
σ' ένα γκουρμέ τραπέζι
στη κάμερα στήστε με
να γίνω τηλεπερσόνα
μες στη βλακεία αφήστε με
να ζω φυλακισμένος
Σαν σαμάνος ινδιάνος
χορεύω της βροχής το χορό
δίπλα σε τιπί από τσιμέντο
περιμένοντας τον Μανιτού
των καλωδίων να βρέξει νέον
Σαν Βουσμάνος των υπονόμων
με τους αρουραίους τρέχω
σε υπόγεια λιβάδια απορριμάτων
και σε λίμνες υδάτων μολυσμένων
καταδύομαι με θάρρος ηλιθίου
Ένας φακίρης που παίζει τη φλογέρα
σε ήχους βαριούς μεταλλικούς
με τις κόρνες αναμεμειγμένους
να παρακαλώ να μη με δαγκώσει
κι εμένα το μαγεμένο ψηφιακό μου φίδι
Κι αν κάποτε, κάποια στιγμή
ο κόσμος τούμπα έρθει
και ο βιομήχανος πληρώνει
του εργάτη του τα χρέη
Αν ο εφοπλιστής κερνά
τους ναύτες του γαρίδες
και κάνουν διακοπές όλοι μαζί
στις νήσους τις Μαλδίβες
Αν οι υπουργοί νοιαστούν πολύ
για του λαού τα ζόρια
και προικίσει ο πρωθυπουργός
κορίτσια και αγόρια
Κι αν κι αυτοί οι δικαστές
ακέραια δικάζουν
και δεν ανέχονται οι εισαγγελείς
αθώους μέσα να βάζουν
Αν η αστυνομία θα φυλά
εσένα μα κι εμένα
θα μ' αγαπάς όσο και τώρα
ή όλα θα παν' χαμένα;
https://www.sufiway.eu/the-beggar/
This
Path to God
Made me such
an old sweet beggar.
I was starving until one night
My love tricked God Himself
To fall
into my bowl.
Now Hafiz is infinitely rich,
But all I ever want to do
Is keep emptying out
My emerald filled
Pockets
Upon
This tear stained
World.
Hafiz
Αυτός
Ο δρόμος προς τον Θεό
Με έκανε έναν
τόσο γλυκό γέρο ζητιάνο.
Λιμοκτονούσα μέχρι που ένα βράδυ
Η αγάπη μου ξεγέλασε τον ίδιο τον Θεό
κι έπεσε
στο πιάτο μου.
Τώρα ο Χαφίζ είναι απείρως πλούσιος,
Αλλά το μόνο που θέλω να κάνω
Είναι να αδειάζω συνέχώς
τις γεμάτες σμαράγδια
Τσέπες μου
Επάνω σε
Αυτόν τον λερωμένο από δάκρυα
Κόσμο.
Χαφίζ
Σε κοίταξα, με κοίταξες
και κόπηκε η λαλιά μου
στο πρώτο βήμα σκόνταψα
κι έπεσα στα σκαλιά μου
λένε πως ο έρωτας πονάει
κι αλήθεια είναι καρδιά μου
ούτε ν' ανασάνω δε μπορώ
χτύπησα τη νεφραμιά μου
Με δάγκωσε μια αλεπού
κι έχω κολλήσει λύσσα
χτύπησα το κεφάλι μου
βλέπω σκοτάδι πίσσα
μόλις που συνέρχομαι
με κουτσουλά μια κίσσα
μία ζωή όλο στροφές
ποτέ δε πάει ίσα
Τούτα δω τα χώματα
πατημασιές γεμίσαν
άνθρωποι σπουδαίοι
μισοριξιές γεννήσαν
πολίτες κουτοπόνηροι
που ψάχνουν τη βολή
ομοίους τους θα βάλουνε
να κάτσουν στη Βουλή
κι από εκεί να κυβερνούν
με κόλπα και ρουσφέτια
χωρίς καμιά ευθύνη
κι έξω καημοί και ντέρτια
και κάθε φορά που το κακό
μας πέφτει στο κεφάλι
να λένε με ύφος και τουπέ
"ποτέ δε θα γίνει πάλι"...
Όταν κοιμάμαι μη σκουντάς
γιατί θα σε κλωτσήσω
και για το μέλλον μη μιλάς
μπορεί να σε χτυπήσω
κι αν κάπου θες να πας
θα σε ταχυδρομήσω
το χουζούρι μου μη χαλάς
μη και σε κουτουλήσω
κι αν συνέχεια μου τη σπας
ε, θα σου τραγουδήσω!!!
Θα 'θελα να 'μαι πειρατής
πάνω σε κουρσάρικο μπαλόνι
ή επιδέξιος χορευτής
καβάλα σε ένα ροζούλι πόνι
βαθύς ίσως στοχαστής
που της κοιλιάς του οι πόνοι
τον κάνουν να γίνει ποιητής
μα μένουν οι στίχοι που γράφει μόνοι