There she is!
Carrying every sorrow
in her gaze
Και να 'τη!
Κουβαλά κάθε λύπη
στο βλέμμα της
https://www.pemptousia.gr/2021/11/apostolos-andreas/
Ουρανία Μπούρτζινου
Των Αποστόλων Πρωτόκλητος,
του πρωτοκορυφαίου αδελφός.
Ψαράς της Γαλιλαίας, του Προφήτη
και Βαπτιστή Ιωάννη μαθητής.
Τον Ανδρέα, πρώτον κάλεσε ο Κύριος
Ιησούς Χριστός, αλιεύς ανθρώπων να γίνει.
«Ευρήκαμεν τον Μεσσίαν», είπε
στον αδελφό του Πέτρο και ακολούθησαν
με λαχτάρα τον Σωτήρα του κόσμου.
Πορεύτηκε στον κόσμο
κηρύττοντας το Ευαγγέλιο
σύμφωνα με τον λόγο του Χριστού
κι επιτελώντας θαύματα.
Κύπρος, Πόντος, Σκυθία κι αλλού.
στην Αχαΐα έφθασε, κι αργότερα
σταυρός σε σχήμα Χ το μαρτυρικό του τέλος.
Χαρά κάθε τριάντα του Νοέμβρη
που γιορτάζεται η μνήμη του.
Εκκλησίες, ξωκκλήσια, πόλεις,
χωριά, προσκυνήματα, πανηγυρίζουν
τον Άγιο Απόστολο Πρωτόκλητο Ανδρέα.
Κι αυτός προσεύχεται στον Κύριο Του και Θεό
για ολόκληρης της γης τους λαβωμένους ανθρώπους.
While cooking lentils
she dreams of pork and lamb chops
Poverty's cuisine
Βράζει τις φακές
μα της μυρίζει κρέας
Φτώχιας κουζίνα
https://www.pemptousia.gr/2021/11/i-nostalgia-tou-papadiamanti/
Ηλίας Λιαμής, Σύμβουλος Ενότητας Πολιτισμού
Ο Παπαδιαμάντης είναι ένας οικουμενικός δημιουργός. Ο όρος «οικουμενικός» δεν υπονοεί υποχρεωτικά πως ο Παπαδιαμάντης διαβάζεται αυτή τη στιγμή από εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Το «οικουμενικός» πρέπει να συνδέεται και με το «διαχρονικός». Ο Παπαδιαμάντης είναι φανερό ότι ακόμα και στην τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα είναι σε θέση να συγκινεί και να καλεί την ύπαρξή του αναγνώστη να υποστεί «αλλοίωσιν αγαθήν».
Η οικουμενικότητα του Παπαδιαμάντη επαληθεύεται και από το ότι, αν και επέλεξε να ασχοληθεί σχεδόν αποκλειστικά με τα ήθη και τα έθιμά της εποχής του αλλά και να μείνει πνευματικά προσκολλημένος στο μικρό τόπο του νησί, τη Σκιάθο, περιέγραψε καταστάσεις πανανθρώπινες με τρόπο ενός μεγάλου δημιουργού. Ο Παπαδιαμάντης αγάπησε τον χρόνο και τον τόπο που βρέθηκε. Αυτό όμως δεν τον εμπόδισε να σπάσει τα όρια και των δύο.
Συχνά τον χαρακτηρίζουν Χριστιανό ή θρησκευόμενο ή Ορθόδοξο. Και όλα αυτά είναι σωστά μπορούν όμως να δημιουργήσουν και σύγχυση. Ο Παπαδιαμάντης έχει αγαπηθεί και από ανθρώπους με διαφορετικές κοσμοθεωρίες. Δεν είναι και τόσο εύκολο πράγμα αυτό, σε εποχές που επικρατεί η απολυτότητα και ο σεκταρισμός. Ίσως εδώ, έμμεσα, αποκαλύπτεται το μεγαλείο της ταπεινοφροσύνης. Ο Παπαδιαμάντης είναι πιστός Χριστιανός και συγχρόνως σιωπηλός, βαθιά πνευματικός αλλά όχι κραυγαλέος, αφοσιωμένος στην γνήσια Πατερική ορθόδοξη πνευματικότητα και, για αυτό, καθόλου εξουσιαστικός. Είναι όμως οπωσδήποτε και ένας αληθινός δημιουργός που υπερβαίνει όλες τις ετικέτες. Ζει ως συνειδητός ορθόδοξος χριστιανός, δημιουργεί όμως ως γνήσιος ποιητής. Το κριτήριο του για το που θα στραφεί η ματιά του και το τι θα τον συγκινήσει είναι καθαρά καλλιτεχνικό. Υπάρχουν τα θρησκευτικά ερεθίσματα, η ματιά του όμως έχει απλωθεί σε όλο το φάσμα της ζωής. Είναι, κυρίως, ο καλλιτέχνης, ο δεινός χειριστής της ελληνικής γλώσσας, ο αριστοτέχνης των περιγραφών της φύσεως, των καταστάσεων και των προσώπων. Ξέρει τι να πει, τι να αποσιωπήσει και τι να υπονοήσει. Είναι αναμφισβήτητα ένας γνήσιος διάκονος της πνευματικότητας και του κάλλους.
Όλοι οι μελετητές του Παπαδιαμάντη συμφωνούν πως θεμελιώδες κέντρο της δημιουργίας του είναι η κατάσταση της νοσταλγίας και ιδιαίτερα της νοσταλγίας των παιδικών του χρόνων. Το στοιχείο αυτό της ανάγκης για επιστροφή σε έναν χαμένο παράδεισο χαρακτηρίζει όλους τους μεγάλους δημιουργούς σε όλες τις μορφές της Τέχνης. Ο Παπαδιαμάντης συγχρόνως διακατέχεται από μία δεύτερη νοσταλγία, αυτήν του νησιού του, της Σκιάθου. Στενά συνδεδεμένη με το νησί του είναι και η νοσταλγία της παιδικής του ματιάς, αυτής της πρώτης ενατένισης του κόσμου.
Η πρώτη νοσταλγία, αυτή της χαμένης πατρίδας, έγινε η αιτία ώστε, όπου έστρεφε τη μάτια του, να αναγνωρίζει τα σημάδια ενός κόσμου που υπήρξε, χάθηκε και βρίσκεται εν αναμονή. Οι περιγραφές των τοπίων, πέρα από την ακρίβειά τους, χαρακτηρίζονται και από τον βαθύ πόθο ενός «ελθέτω». Και είναι η βαθιά θρησκευτικότητα του η οποία μεταβάλλει τον πόθο αυτό σε μία ανυπομονησία ερχομού τις υπεσχημένης Βασιλείας του Θεού. Για πολλούς, ο Παπαδιαμάντης δεν θέλησε ή δεν βρήκε το θάρρος να τιμήσει και να περιγράψει με μεγαλύτερη ενάργεια το ερχόμενο όπως το έκανε ο μέγας Ρώσος πνευματικός συγγενής του, ο Ντοστογιέφσκι. Ίσως όμως αυτό να απετέλεσε και μία συνειδητή του επιλογή στο να ετοιμάσει τις ψυχές των αναγνωστών του, όπως και τη δική του, στην κατάσταση της αναμονής και της έκπληξης.
Αν μας έχει δώσει κάποιο στοιχείο της ερχόμενης ανακαινισμένης φύσης, αυτό περιλαμβάνεται στο δεύτερο αντικείμενο της νοσταλγίας του, τη Σκιάθο. Αν ο κόσμος αποτελεί φανέρωση της σοφίας και του κάλλους ενός Δημιουργού, για τον Παπαδιαμάντη, η φανέρωση αυτή πραγματοποιείται σε αυτό το μικρό νησί των Σποράδων. Έτσι, η φυσική φανέρωση του τόπου μετατρέπεται σε πνευματική παρουσία, γι΄ αυτό και τα επίγεια ορατά καταυγάζονται από ένα υπερκόσμιο φως. Ο Παπαδιαμάντης είναι εντοπίος, αλλά όχι τοπικιστής. Έχει την δυνατότητα να μεταβάλλει τον μικρό τόπο σε οικουμένη, γι΄ αυτό και ουδέποτε το αναγνωστικό του κοινό δεν ενοχλήθηκε από αυτή την επίμον σχέση του με τη γενέτειρα του.
Έχουμε τέλος τη νοσταλγία της παιδικής του ματιάς, του εσωτερικού παιδικού του βλέμματος που αντικρίζει για πρώτη φορά το φως και την ομορφιά του κόσμου. Πίσω από τις βουνοκορφές, πίσω από το κύμα που σπάει στην αμμουδιά, πίσω από τα μυστικά περάσματα ανάμεσα στους βράχους, πίσω από τον αέρα και τον ήχο των κυμάτων, κρύβονται μυστικά νοήματα που συνθέτουν στο παιδικό του νου μία ολόκληρη ονειρική ιεραρχία. Αυτή την παιδική μάτια δεν ξέχασε ποτέ ο Παπαδιαμάντης, ακόμη και όταν ο συσσωρευμένος μόχθος της καθημερινής διαβίωσης, το βάρος της ενηλικίωσης και η εμπλοκή στην καθημερινότητα θέλησαν, όπως συνήθως γίνεται με όλους τους ανθρώπους, να τον απορροφήσουν εντελώς. Ο Παπαδιαμάντης όμως κατάφερε και κράτησε ανοιχτές τις ρωγμές επικοινωνίας με την παιδική του μάτια και ίσως γι΄ αυτό, τα βήματα του στην επιφάνεια της καθημερινότητας γινόντουσαν συχνά πολύ βαριά, αγγίζοντας τα όρια της ασκητικής, εξ ου και ο τίτλος «κοσμοκαλόγερος».
Όλη αυτή η νοσταλγία που δεν οδηγεί στην κατάθλιψη αλλά τελικά στην ελπίδα μιας αποκατάστασης των πάντων, συνθέτει ίσως τη γοητεία του έργου του, η οποία αφήνει τον αναγνώστη με συναισθήματα γλυκά με μία τάση έστω και προσωρινής αναχώρησης από τη σκληρή πραγματικότητα χωρίς όμως να τον κάνει να την αρνείται. Ο αναγνώστης του Παπαδιαμάντη, τελικά, πείθεται πως ένα μυστικό και υπόγειο ρεύμα γλυκασμού, που κινείται κάτω από τη σκληρή επιφάνεια της καθημερινότητας και που πολλοί το έχουν περιφρονημένο και καταδικασμένο, επιμένει να ρέει και να διαβεβαιώνει πώς, μιας άλλης ποιότητας ζωή είναι εφικτή.
Όλα τα προαναφερθέντα, και ιδιαίτερα τα της νοσταλγίας, έρχεται ο ίδιος να τα συμπυκνώσει και με την πένα του να τα εξυψώσει σε άλλες σφαίρες, μέσα από τις πρώτες γραμμές του διηγήματος του «Η Γλυκοφιλούσα»:
«Ας εισδύει μία μόνη ακτίς ηλίου, άμα τη ανατολή, διά του θαμβού φεγγίτου, εις τον πενιχρόν θάλαμον, με τους τέσσαρας τοίχους ασβεστωμένους λευκούς, με μίαν ψάθαν και επ’ αυτής μικρόν αμαυρόν κιλιμάκι στρωμένα επί του πατώματος, με δύο προσκεφαλάδες ακουμβημένας σύρριζα εις τους τοίχους, ένθεν και ένθεν της γωνίας του πυρός, όπου τέσσαρες ξηροί δαυλοί και δύο μεγάλα ξύλα ορθά καίουσι και βρέμουσιν επί της εστίας. Τοιούτος να είναι ο χειμερινός θάλαμος, έχων τα νώτα εστραμμένα προς βορράν και προς δυσμάς, συνεχόμενος με άλλον βορινόν θαλαμίσκον, όστις να είναι συγχρόνως δώμα και ηλιακωτόν και υπερώον. Κατεσκευασμένος με πλίνθους, με ξυλοτοίχους, στεγασμένος με ξύλα και με κεράμους, αφάτνωτος, ανώροφος, ευήλιος, αθέρμαστος, ευήνεμος, σχεδόν υπαίθριος, με το μόνον υψηλόν και πλατύ παράθυρον το απάδον εις όλον τον ρυθμόν του κτιρίου και, χάριν πολυτελείας, με πηχυαίαν ύαλον, διά ν’ απολαύει τις όρθιος, εις τα βασίλεια του Βορρά, την μεγάλην θέαν και την μεγάλην πάλην. Τοιαύτη θα ήτο, χωρίς να παραβώ την δεκάτην Εντολήν, η μόνη φιλοκτημοσύνη μου και η μόνη μου πλεονεξία.
Ο οικίσκος να είναι κτισμένος επί βράχου υψηλού, επί του μόνου υψηλού βορινού βράχου του προσφιλούς εις τας αναμνήσεις μου. Εκεί απλούται ατελείωτον το πέλαγος ανά την αχανή έκτασιν από ακτής έως ακτής και από κόλπου έως κόλπου και χαμηλώνει ο ουρανός εις την μίαν άκραν την απωτέραν, διά να περιπτυχθεί εγγύτερον την εσχατιάν των θαλασσών, ο σάπφειρος φιλών τον σμάραγδον, το βαθύχλωρον αντασπαζόμενον το γλαυκόν».
The world is full of people
helpful, generous and kind
the sky is clear
and the air is fresh
the stars shine
with the moon side by side
animals are happy
trees are healthy
nobody is hungry
no one is angry
music is melodious
songs are cheerful
and we all dance together
there is no stress no hurry
You may call me a fool
I say I'm a visionary!
Ο κόσμος είναι γεμάτος ανθρώπους
εξυπηρετικούς, γενναιόδωρους και ευγενικούς
ο ουρανός είναι καθαρός
και ο αέρας φρέσκος
τα αστέρια λάμπουν
με το φεγγάρι δίπλα δίπλα
τα ζώα είναι χαρούμενα
τα δέντρα υγιή
κανένας πεινασμένος
κανένας οργισμένος
η μουσική είναι μελωδική
τα τραγούδια χαρούμενα
και χορεύουμε όλοι μαζί
δεν υπάρχει άγχος ούτε βιασύνη
Μπορείς να με πεις ανόητο
Εγώ με λέω οραματιστή!
Thank you, oh Lord
for all the fortunes
and the misfortunes too
thank you, oh Lord
for you have showed me
that strength is revealed in weakness
when He who commands the angels
is executed by men
that life rejoices
upon the Cross
that the path to Golgotha's top
leads to Resurrection
Your Body and Your Blood
is our redemption
Your sacrifice grants us
life eternal
Ευχαριστώ, ω Κύριε
για όλη τη καλοτυχία
μα και την κακοτυχία
ευχαριστώ, ω Κύριε
γιατί μου το έδειξες
ότι η δύναμη αποκαλύπτεται στην αδυναμία
όταν Αυτός που διατάζει τους αγγέλους
εκτελείται από ανθρώπους
πως χαίρεται η ζωή
πάνω στον Σταυρό
πως το μονοπάτι προς την κορυφή του Γολγοθά
οδηγεί στην Ανάσταση
Το Σώμα και το Αίμα σου
είναι η λύτρωση μας
Η θυσία σου μας χαρίζει
ζωή αιώνια
«Ανδρονίκη» είναι η πρώτη όπερα του Αλέξανδρου Γκρεκ (1876 – 1959) και ολοκληρώθηκε το 1905, μετά από συγγραφή που διήρκεσε πάνω από δύο χρόνια. Το λιμπρέτο έγραψε, σε στενή συνεργασία με τον συνθέτη, ο ποιητής και λογοτέχνης Α. Βρανάς, ο οποίος βασίστηκε στο ιστορικό μυθιστόρημα του Στέφανου Ξένου «Η ηρωίς της Ελληνικής Επαναστάσεως, ήτοι σκηναί εν Ελλάδι από το 1821 – 1827», ένα έργο με ιστορικό, μυθιστορηματικό, εθνικό και διαχρονικό χαρακτήρα. Η υπόθεση εκτυλίσσεται γύρω από τρία φανταστικά πρόσωπα, την ηρωίδα Ανδρονίκη, τον αγωνιστή Θρασύβουλο και τον κακόβουλο Βάρθακα, κατά την περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης.
Ο Γκρεκ ακολούθησε ως συνθέτης την προσανατολισμένη σε ευρωπαϊκά πρότυπα Επτανησιακή μουσική παράδοση, όμως όπως αναφέρει ο ίδιος: «…μολονότι είμαι ποτισμένος με τα νάματα του Βάγνερ και την μελωδίαν της Γαλλικής και Ιταλικής μουσικής, επροσπάθησα εις την σύνθεσιν της Ανδρονίκης να αποφύγω όσον το δυνατόν την ξενικήν χροιάν, συνάμα δέ αφ’ ενός μέν να εγχύσω την Ελληνικήν μουσικήν εις το καλούπι της σημερινής αρμονίας, αφ’ ετέρου δέ να μή βλάψω διόλου τον χρωματισμόν της εθνικής μελωδίας με τον πλούτον της νέας ενορχηστρώσεως την οποίαν ηκολούθησα εις το έργον μου».
Για πρώτη φορά παρουσιάστηκαν αποσπάσματα από την όπερα σε μία μεγάλη συναυλία τον Δεκέμβριο του 1906 στο Δημοτικό Θέατρο Αθηνών, με έργα του Γκρεκ, με τον ίδιο τον συνθέτη στο πιάνο. Ακολούθησε μία δεύτερη αποσπασματική παρουσίαση στο Δημοτικό Θέατρο Κέρκυρας το 1908, αυτή την φορά με ορχήστρα, ενώ ολόκληρη φαίνεται να παίχτηκε η όπερα για πρώτη φορά το 1911 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου στο μεταξύ είχαν μετοικίσει (και παρέμειναν μέχρι το 1948) ο συνθέτης με την σύζυγο του. Σποραδικές και ανεπιβεβαίωτες μόνο πληροφορίες υπάρχουν για άλλες εκτελέσεις, κυρίως στην Αίγυπτο, τα επόμενα χρόνια.
Το χειρόγραφο σπαρτίτο βρέθηκε το 2014 στο Αρχείο του Ωδείου Αθηνών. Η ενορχηστρωμένη παρτιτούρα δεν εντοπίστηκε ωστόσο ποτέ.
Under the veil
is hidden a bitter tear
there lies
the suffering for the
lost beloved
Κάτω απ' το πέπλο
κρύβεται δάκρυ πικρό
εκεί κρύβεται
ο πόνος για τον
αγαπημένο που χάθηκε
Fiery swords fall
upon our heads
they burn, they vaporize
not a single cry heard
no mourning, not a lament
Death dressed in nuclear dust
every living being turns to rust
pain, agony, anguish
a flaming danse macabre
not a shelter, not a grave
cowards are trembling
but so do the brave
uneash a dragon
and he will burn the world
Πύρινα ξίφη πέφτουν
πάνω στα κεφάλια μας
καίνε, εξανεμίζουν
χωρίς ένα κλάμα ν' ακουστεί
ούτε θρήνος ή μοιρολόι
Ο Θάνατος ντύνεται σκόνη πυρηνική
ό,τι ζωντανό σκουριάζει
πόνος, αγωνία, οδύνη
ένας φλογερός μακάβριος χορός
κανένα καταφύγιο, κανένας τάφος
τρέμουν οι δειλοί
μα και οι γενναίοι
τον δράκο αμολήστε
και θα κάψει τον κόσμο όλο
Behold! As day becomes night
Behold! As joy becomes fright
Our smiles have turned into tears
our hopes have now turned into fears
The serpent crawls all around the world
every single banner is now furled
Listen! Even the fallen angels are weeping
sorrowful bells sound the time of reaping
Κοίτα! Νύχτα καθώς γίνεται η μέρα
Κοίτα! Τη χαρά σκεπάζει η φοβέρα
Τα χαμόγελά μας δάκρυα τα πνίξαν
τις ελπίδες μας οι φόβοι τις τυλίξαν
Το φίδι τον κόσμο έχει κυκλωμένο
το κάθε λάβαρο μένει διπλωμένο
Άκου! Και οι εκπεσόντες άγγελοι θρηνούν
πένθιμες καμπάνες το θέρισμα ηχούν
https://www.pemptousia.gr/2021/11/agios-serafim-tis-viritsas-doxa-ston-kirio-ton-mega-ke-theo/
Στάρετς Σεραφείμ της Βύριτσα
(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Δόξα στον Κύριο τον μέγα και Θεό,
ω πνεύμα μου χαρμόσυνα εσύ ψάλλε,
συγκάτοικος μαζί με τον γλυκό Χριστό,
επιθυμεί η καρδιά μου πάντα να ‘ναι.
Η μόνη είσαι στη ζωή μου ελπίδα,
θλίψεις κι αρρώστιες με Σένα μόνο ζω
Γίνε η χαρά μου, σκέπη και πατρίδα,
στα χέρια Σου η ζωή μου όλη ακουμπώ.
Ω υπέροχε, μοναδικέ Σωτήρα,
της χάριτος Σου αξίωσε με, Εσύ,
φύλακας της ζωής μου είσαι θαυμαστός,
πατέρας μου καλός και μάνα τρυφερή.
Την ουράνια τη δόξα Σου θαυμάζω.
Διώξε τη ματαιότητα αυτής της γης!
Της καρδιάς μου όλης ένας μόνο πόθος:
η βασιλεία Σου κι οι ομορφιές αυτής.
Των αγίων άπαντες οι χοροί εκεί
κι οι μυριάδες των ταγμάτων των αΰλων,
τον θεσπέσιο ύμνο να ψάλλουνε μαζί:
«Άγιος, Άγιος, Άγιος, Σαβαώθ,
παντοδύναμος Θεός και Κύριος μας».
Της καρδίας μου είσαι η μέγιστη χαρά
Πλαστουργός Εσύ, Πατέρας και Θεός μου,
τον ουρανό η ύπαρξή μου λαχταρά
τέλος πασών θλίψεων κι ανομιών μου.
Δόξα στον Κύριο τον μέγα και Θεό,
ω πνεύμα μου χαρμόσυνα εσύ ψάλλε,
συγκάτοικος μαζί με τον γλυκύ Χριστό,
επιθυμεί η καρδιά μου πάντα να ‘ναι.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Αρχιμ. Νεκτάριου Αντωνόπουλου (νυν Μητροπολίτη Αργολίδας), ο «Στάρετς Σεραφείμ της Βύριτσα, 1866-1949», των εκδόσεων Ακρίτας.
He rides, upon his horse
under the banner of a crimson cross
his shield, his sword, his armour
honour, bravery and valour
he fought, he won, he lost
another chapter now closed
on his way back to home
there is nowhere else to roam
yearning for a life of peace
among flowers, plants and trees
Ιππεύει το άλογό του
κάτω από το λάβαρο ενός κατακόκκινου σταυρού
η ασπίδα του, το σπαθί , η πανοπλία
τιμή, γενναιότητα και ανδρεία
πάλεψε, νίκησε, έχασε
άλλο ένα κεφάλαιο έκλεισε πια
στο δρόμο της επιστροφής στο σπίτι
δεν έχει πουθενά αλλού να περιπλανηθεί
λαχταρά μια ζωή ειρήνης
ανάμεσα σε φυτά, δέντρα και λουλούδια
The moon is bleeding
dripping its blood
into the river
watering a dead tree
Το φεγγάρι αιμορραγεί
στάζει το αίμα
μέσα στο ποτάμι
ποτίζοντας ένα δέντρο νεκρό
The wings of the seraphim
burn the sky and scorch the earth
we cannot hide from the gaze
of the cherubim
The trumpets of Apocalypse
have sounded
the seals are broken
here comes the lion, here comes the dragon
the sword, the fire, the end
It is time for the hangman to weep
and for the hanged to rejoice
the judges will be judged
and the accused will be set free
Lava will baptise us all
Τα φτερά των σεραφείμ
καίνε τον ουρανό και πυρπολούν τη γη
δεν μπορούμε να κρυφτούμε από το βλέμμα
των χερουβείμ
Οι σάλπιγγες της Αποκάλυψης
ήχησαν
οι σφραγίδες έσπασαν
έρχεται το λιοντάρι, έρχεται ο δράκος
το σπαθί, η φωτιά, το τέλος
Είναι ώρα να κλάψει ο δήμιος
και να χαρούν οι κρεμασμένοι
οι κριτές θα κριθούν
και ο κατηγορούμενοι θα ελευθερωθούν
Λάβα θα μας βαφτίσει όλους
Oh you magnificent carrion
wonderful corpse
with your cadaverous eyes
rotten, soulless being
Why have you inhabited
my mirror?
Why do you bless me
with your hideous pressence?
I cannot stand you my dear enemy
my hateful friend
I curse you my reflection
I despise you myself!
Ω, θαυμάσιο ψοφίμι
υπέροχο πτώμα
με τα νεκρικά σου μάτια
σάπιο, άψυχο ον
Γιατί κατέλαβες
τον καθρέφτη μου;
Γιατί με ευλογείς
με την απαίσια παρουσία σου;
Δεν σε αντέχω αγαπητέ μου εχθρέ
μισητέ μου φίλος
Σε καταριέμαι αντανάκλασή μου
Σε περιφρονώ εαυτέ μου!
I'm on my path
through autumn leaves
going to wherever it leads me
...to nowhere?
Ακολουθώ το μονοπάτι
μέσα από τα φύλλα του φθινοπώρου
πηγαίνοντας όπου με οδηγεί
...στο πουθενά;
http://www.isagiastriados.com/index.php/articles/diafora-2/6007-o-xronos
Henry Van Dyke
Ο χρόνος είναι:
πολύ αργός για όσους περιμένουν,
πολύ γρήγορος για όσους φοβούνται,
πολύ μακρύς για όσους υποφέρουν,
πολύ σύντομος για όσους χαίρονται
και αιώνιος για όσους αγαπούν.
The river flows
tears are its waters
the laments we offer
to our dead
a child has died
a star has fallen
from the sky
Father!
Why have you foresaken us?
Ο ποταμός κυλά
δάκρυα τα νερά του
οι θρήνοι που αφιερώνουμε
στους νεκρούς μας
ένα παιδί πέθανε
έπεσε ένα άστρο
από τον ουρανό
Πατέρα!
Γιατί μας εγκατέλειψες;
I am in love
engulfed by
her cold, bright eyes
enchanted I am
by her living, swaying hair
biting like snakes
hypnotised as I kiss
her sweet, venomous lips
As she dances I'm standing still
petrified
a prisoner of her lust
turn me to stone my love
I will gladly remain a statue
in the garden of Medusa
until the end of time
Είμαι ερωτευμένος
τυλιγμένος από
τα κρύα, λαμπερά μάτια της
μαγεμένος είμαι
από τα ζωντανά, παλλόμενα μαλλιά της
που σαν φίδια δαγκώνουν
υπνωτισμένος καθώς φιλώ
τα γλυκά, δηλητηριώδη χείλη της
Ενώ χορεύει, στέκομαι ακίνητος
απολιθωμένος
δέσμιος του πόθου της
μετέτρεψε με σε πέτρα αγάπη μου
θα παραμείνω άγαλμα ευχαρίστως
στον κήπο της Μέδουσας
μέχρι το τέλος του κόσμου
Come, my friend
smile, comfort me
in my darkest hour
I can hear you
even though I
just died
Έλα φίλε μου
χαμογέλα, παρηγόρησέ με
στη πιο σκοτεινή μου ώρα
Μπορώ να σε ακούσω
ακόμα κι αν
μόλις πέθανα
The cries! The cries!
sinners sing their lies
the air is thick
poison we breath
like a smell of sulfur
the horror spreads, the terror
whole earth is quaking
the moon, the stars are fading
darkness reigns
a structure of pains
Οι κραυγές! Οι κραυγές!
οι αμαρτωλοί τραγουδούν ψευτιές
βαρύς αέρας
δηλητηριώδης αιθέρας
σαν θειούχος οσμή
απλώνεται ο τρόμος, φόβου ορμή
τρέμει ολόκληρη η γη
σβήνουν τα άστρα, η σελήνη μένει σκοτεινή
τα ερέβη φέρουν στέμμα των αρχόντων
οικοδόμημα των πόνων
A pale horse, a pale knight
he rides, he harvests
rivers turn red, the sun weeps
how fortunate are the dead of these days
A falconer laments
for his hawk no longer responds
to his calls
Rocks are melting
a fiery titan from the sky falls
inhale death around you
exhale a life to come
Ένα άλογο ωχρό, ένας ωχρός ιππότης
καλπάζει, θερίζει
τα ποτάμια γίνονται κόκκινα, ο ήλιος κλαίει
πόσο τυχεροί είναι οι νεκροί αυτών των ημερών
Ένας γερακάρης θρηνεί
γιατί το γεράκι του δεν ανταποκρίνεται πλέον
στα καλέσματά του
Οι βράχοι λιώνουν
ένας φλογερός τιτάνας από τον ουρανό πέφτει
εισπνεύστε το θάνατο γύρω σας
εκπνεύστε μια ζωή που θα έρθει
https://www.pemptousia.gr/2021/11/i-angeli-sti-laiki-piisi/
Πέτρος Ανδρουτσόπουλος, Ιστορικός – Ερευνητής παραδοσιακών τραγουδιών
Η διδασκαλία της Εκκλησίας μας με τα κείμενά της επέδρασσε στις αντιλήψεις και τις δοξασίες του λαού, ώστε ο όρος και η έννοια «Άγγελος» να χρησιμοποιούνται σε όποιες εκφράσεις κι εκδηλώσεις του, με ποικιλία σημασιών. Η ωραιότητα των Αγγέλων συνοδευόμενη με την αγνότητά τους, η θαυμαστή ιδιότητά τους με το να πετούν στον ουρανό εκτελώντας τις εντολές Του Θεού, καθώς επίσης και η αποστολή τους να προστατεύουν κάθε ανθρώπινη ψυχή και στο δείλι της ζωής να την οδηγούν Στον Δημιουργό και Κτίστη των απάντων, έχουν εμπνεύσει τον λαό να δημιουργεί δοξασίες σύμφωνα με τις οποίες οι όμορφοι νέοι και νέες να είναι σαν «άγγελοι». Τα μικρά παιδιά μετά τη βάπτισή τους μοιάζουν αγγελούδια, κι αν πεθάνουν γίνονται πραγματικά αγγελούδια. Κατά τη λαογραφία Ο Αρχάγγελος Μιχαήλ ταυτίζεται με το Χάρο σα να είναι ο εντολοδόχος του Θεού για το θάνατο των ανθρώπων. Έρχεται την τελευταία ώρα για να παραλάβει την ψυχή κι αν η ψυχή υπήρξε ενάρετη και δίκαιη κατά τη διάρκεια του βίου της, ερίζει τον διάβολο να την εξασφαλίσει, ότι έπραττε ο ψυχοπομπός Ερμής στη Μυθολογία.
Αποτέλεσμα των δοξασιών αυτών, που είναι κράμα βιβλικών αντιλήψεων με αρχαίες ελληνικές ή άλλων λαών,` για το έργο των «αγγελιαφόρων πνευμάτων» Του Θεού, πρέπει να θεωρείται το πλήθος των παραδόσεων των λαϊκών εκφράσεων για τους αγγέλους που περιέχεται στην ελληνική γλώσσα, τη λαογραφία, τα μεσαιωνικά κείμενα και τα εκλαϊκευτικά συναξάρια. Μεταξύ των ελληνικών παροιμιών απαντώνται οι: «είναι ωραίος σαν άγγελος» «είναι ξανθός σαν άγγελος» «είναι ψηλός σαν άγγελος» «μιλεί σαν άγγελος» «φεγγοβολεί σαν άγγελος» κ.α. Τα αγαπημένα μας πρόσωπα τα προσφωνούμε: «άγγελέ μου». Αξιοπρόσεκτη και η αντίληψη του λαού πως την ομορφιά των ανθρώπων τη φιλοτεχνούν οι ίδιοι οι άγγελοι. Σε κρητικές μαντινάδες βρίσκουμε δίστιχα των ανδρών προς τις γυναίκες:
-Άγγελος από τσ’ ουρανούς εσείστη κι εκατέβη
Και σού δωκε την ομορφιά κι ύστερα ματανέβη
-Άγγελος από τσ’ ουρανούς σου τα δωκε τα κάλλη
Και δε σου τα δωκε άνθρωπος να σου τα πάρει πάλι
-Τη μύτη σου τη γράψανε ζωγράφοι με κοντύλια
Και σου τη ζωγραφίσανε αγγελικά δαχτύλια.
Και αντιστρόφως. (γυναικών προς άνδρες)
-Άγγελος είσαι μάθκια μου κι αγγελικά χορεύεις
κι αγγελικά πατείς στη γη κι εμένα με παιδεύεις
-Άγγελος είσαι μάθκια μου κι αγγελικά ξανοίγεις
κι αγγελοβάρσαμο βαστάς κι όπου κι αν πας μυρίζεις
Από τη ρίμα του Άι-Γιώργη
–Άγγελος είσαι στη θωριά κι Άγιος στη θεότη
παρακαλώ σε βόηθα μας Άγιε στρατιώτη
Δίστιχο από παραδοσιακό (καλαματιανό) των Μεγάρων
-Είσαι άγγελος ωραίος έχεις μάτια γαλανά
Και χειλάκι κοραλλένιο και τετράξανθα μαλλιά
Οι άγγελοι εμφανίζονται «εξ’ ουρανού» σε κρίσιμες εθνικές ώρες όπως το 1453 όταν η Πόλις εάλω:
Φωνή τους ήρθε εξ’ ουρανού κι απ’ Αρχαγγέλου στόμα
Πάψετε το Χερουβικό κι ας χαμηλώσουν τ’ Άγια…..
(στίχοι από στεριανό Θρήνο της Αλώσεως)
Από τις διάφορες ιδιότητες των αγγέλων και τις συνθήκες παρουσίας τους την ώρα του θανάτου δημιουργήθηκαν ρήματα και ονόματα που χρησιμοποιούνται στη νεοελληνική φρασεολογία συνήθως μεταφορικά. Το ρήμα αγγελεύω σημαίνει είμαι σαν άγγελος (νέος και με κύρος κοινωνικό). Συνώνυμο του αγγελεύω είναι το αγγελίζω που το συναντάμε σε τραγούδια όπως:
-Έναν καιρό ήμουν άγγελος τώρ’ αγγελίζουν άλλοι
(στίχος από συρτό της περιοχής Προποντίδος)
Το ρήμα αγγελίζω σημαίνει επίσης και φιλοξενώ επειδή η παράδοση διδάσκει πως ο ξένος μπορεί να είναι άγγελος Θεού. Επίσης το ρήμα αγγελιάζομαι λέγεται για τα μικρά παιδιά που χαμογελούν στον ύπνο τους που βλέπουν το φύλακα άγγελό τους. «Αγγελιάζεται» όμως κι ο ετοιμοθάνατος όταν πρωτοβλέπει τους αγγέλους που έρχονται να παραλάβουν την ψυχή του.
Για εκείνους που ψυχορραγούν υπάρχουν τα ρήματα αγγελοθωρώ και αγγελοθωριάζομαι που σύμφωνα με τη λαϊκή ψυχή βλέπουν αγγέλους.
Για το λαό η φράση «θωρώ αγγέλους» είναι κοινή. Χαρακτηριστικό σε αυτή τη φράση είναι το κείμενο του Μιχαήλ Γλυκά, στο σημείο που λέει όταν βρίσκεσαι στην ξηρά και βλέπεις μακριά στη θάλασσα καράβι να κινδυνεύει:
-Εσύ λέγεις αίλήμον κι εκεί θωρούν αγγέλους…
Από αυτές τις αναφορές (και πολλές άλλες) της λαϊκής ψυχής η οποία εμπνέεται από την παρουσία των αγγέλω,ν δημιουργήθηκαν πλείστα άσματα, παροιμίες και παροιμιώδεις εκφράσεις που μέχρι και σήμερα επιβιώνουν στο στόμα του λαού, πιστοποιώντας για πολλοστή φορά τη σημασία της Ορθοδόξου Χριστιανικής Διδασκαλίας που είναι συνυφασμένη με το λαϊκό πολιτισμό.
The abyss
crawls up
swallowing the mountains
angels' tears
soak the earth
Doomsday
Η Άβυσσος
σερνάμενη αναδύεται
καταπίνοντας τα βουνά
δάκρυα αγγέλων
μουσκεύουν τη γη
Ημέρα Κρίσεως
There is no pigeon
to bring me an olive branch
only ravens fly upon me
crows lamenting the lost land
But on the mountaintop
stands the deer with the sign
on its antlers carved
I can hear the hymns
I sing the praises
Every end is a new beginning
every beginning will lead to an end
Κανένα περιστέρι
δεν μου φέρνει ένα κλαδί ελιάς
μόνο κοράκια πετούν πάνω μου
κουρούνες που θρηνούν τη χαμένη γη
Αλλά στην κορυφή του βουνού
στέκει το ελάφι με το σημάδι
στα κέρατα του σκαλισμένο
Μπορώ να ακούσω τους ύμνους
τα εγκώμια τραγουδώ
Κάθε τέλος είναι μια νέα αρχή
κάθε αρχή θα οδηγήσει σε ένα τέλος
The abyss is rising
mountains are eaten by the sea
the claws of the lioness
tear up the pages of the book of life
and there she comes,
always desired, never found
all dressed up, all naked
glaring like a gigantic sun
with the gentleness of the moon
bringing the lightning and the snow
the dragons roar, the cyclops cries
clouds are summoned.
Η άβυσσος αναδύεται
τα βουνά τα καταπίνει η θάλασσα
τα νύχια της λέαινας
ξεσκίζουν τις σελίδες του βιβλίου της ζωής
και να τη, έρχεται,
πάντα επιθυμητή, ποτέ κατακτημένη
απόλυτα ντυμένη, απόλυτα γυμνή
αστραφτερή σαν γιγάντιος ήλιος
ευγενική σαν τη σελήνη
φέρνοντας αστραπές και χιόνι
οι δράκοι βρυχώνται, ο κύκλωπας κλαίει
τα σύννεφα συγκεντρώνονται.
https://umano.gr/william-blake-o-poiitis-exereunitis-tis-zois/
Ο Άγγλος ποιητής Γουίλιαμ Μπλέικ, υπήρξε οραματιστής μα, κυρίως, μεγάλος εξερευνητής της ζωής.
Οραματιστής, εξερευνητής της ζωής, επαναστάτης, μεγαλοφυΐα, εκκεντρικός, προφήτης, μυστικιστής, ευφυής «παράφρων»… είναι λίγοι μόνο από τους πολλούς χαρακτηρισμούς με τους οποίους προλογίζουν τον Γουίλιαμ Μπλέικ. Με σιγουριά τολμάμε να πούμε πως ο Γουίλιαμ Μπλέικ υπήρξε ένας τολμηρός επαναστάτης για την εποχή του, με έναν διακαή πόθο μέσα από την τέχνη του να εξερευνήσει τη ζωή.
Ο Γουίλιαμ Μπλέικ είναι ένας από τους σημαντικότερους Άγγλους ποιητές αλλά και ένας από τους διασημότερους στον κόσμο.
Παράλληλα με την ποίηση ασχολήθηκε και με την ζωγραφική, την εικονογραφία και την χαρακτική. Γεννήθηκε στο Σόχο της Αγγλίας το 1757. Πήγε σχολείο ένα μικρό χρονικό διάστημα για να μάθει ανάγνωση και γραφή. Η μητέρα του ανέλαβε την υπόλοιπη εκπαίδευσή του στο σπίτι. Από νεαρή ηλικία είχε μία έφεση στην ποίηση και τη ζωγραφική. Οι γονείς του ενθάρρυναν τα καλλιτεχνικά του ταλέντα και σε ηλικία δέκα ετών ο Μπλέικ γράφτηκε στη σχολή ζωγραφικής του Pars στο Στραντ.
Από νεαρή ηλικία ο Γουίλιαμ Μπλέικ ισχυριζόταν πως έβλεπε οράματα με αγγέλους, τον Χριστό κ.ά. Σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών, δούλευε ως βοηθός σε έναν εξαιρετικά σεβαστό χαράκτη. Ωστόσο, ο ίδιος δεν ήθελε να παραμείνει σε αυτή την δουλειά λέγοντας στον πατέρα του «δε μου αρέσει το πρόσωπο αυτού του ανθρώπου, φαίνεται σα να θέλει να κρεμαστεί». Δώδεκα χρόνια αργότερα έμελλε να πραγματοποιηθεί η ζοφερή προφητεία.
Ο Γουίλιαμ Μπλέικ για την εποχή του ήταν για κάποιους εκκεντρικός και για άλλους παράφρων.
Ολοκληρώνοντας την επταετή θητεία του σα μαθητευόμενος στο πλευρό του γνωστού χαράκτη Τζέιμς Μπάσαϊρ, ο Γουίλιαμ Μπλέικ γίνεται επαγγελματίας χαράκτης. Το 1784, μαζί με τη γυναίκα του Κάθριν Μπούτσερ και τον μαθητευόμενό του Τζέιμς Πάρκερ, άνοιξαν ένα τυπογραφείο. Μέσα από αυτό το τυπογραφείο ο Μπλέικ εξέδιδε τα ποιήματά του. Στα περισσότερα χρησιμοποιούσε εικονογραφία, με φωτιζόμενη εκτύπωση που συναντάμε σε πολλά από τα πιο γνωστά του έργα.
Ο ίδιος πίστευε ότι τα κείμενά του ήταν εθνικής σημασίας και ότι θα μπορούσαν να γίνουν κατανοητά από την πλειοψηφία των συνομηλίκων του. Τα έργα χαρακτικής αλλά και τα ποιήματά του, δεν έλαβαν ιδιαίτερη αναγνώριση την εποχή του. Ο Γουίλιαμ Μπλέικ τόλμησε να συνδυάσει την ποίηση με την εικονογραφία, ωστόσο η τέχνη του εκτιμήθηκε από λίγους. Αγνοήθηκε σε μεγάλο βαθμό καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του και κέρδισε τελικά την ευρεία εκτίμηση μετά από πολλά χρόνια.
Ο Γουίλιαμ Μπλέικ για την εποχή του ήταν για κάποιους εκκεντρικός, για άλλους παράφρων και πέθανε φτωχός το 1827.
Οι επιρροές στα ποιήματα του Γουίλιαμ Μπλέικ ήταν κυρίως από τη Βίβλο.
Ο Μπλέικ έζησε και εργάστηκε στο κέντρο του Λονδίνου, μια εποχή μεγάλων κοινωνικών και πολιτικών αλλαγών που επηρέασαν βαθιά τη γραφή του. Επηρεάστηκε από την Βίβλο αλλά υπήρξε εχθρικός προς την εδραιωμένη εκκλησία. Τέλος, επηρεάστηκε από τα ιδανικά και τις φιλοδοξίες των επαναστάσεων της Γαλλίας και της Αμερικής αλλά και από διανοούμενους όπως ο Jacob Boehme και ο Emanuel Swedenborg.
Από τα πιο φημισμένα του ποιήματα είναι Η Τίγρης, Η Ιερουσαλήμ, Το Λονδίνο, Το δέντρο με το δηλητήριο κ.ά. Από τις πιο γνωστές ποιητικές του συλλογές είναι Τα τραγούδια της αθωότητας, Ο γάμος του Παραδείσου και της Κόλασης, Η Γαλλική Επανάσταση, Το βιβλίο του Λος, Το Βιβλίο της Θελ κ.ά.
Δύο από τα πιο γνωστά ποιήματα του Γουίλιαμ Μπλέικ
Το δέντρο με το δηλητήριο (A poison tree)
Το δέντρο με το δηλητήριο είναι ένα από τα πιο γνωστά ποιήματα του Γουίλιαμ Μπλέικ. Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο βιβλίο Τα τραγούδια της εμπειρίας, το 1794.
«Ήμουν θυμωμένος με τον φίλο μου: είπα την οργή μου, η οργή μου έσβησε. Ήμουν θυμωμένος με τον εχθρό μου: δεν το είπα, η οργή μου θέριεψε.
Και την πότιζα με φόβους, νύχτα και μέρα με τα δάκρυά μου. Τη φώτιζα με χαμόγελα και απαλά, δόλια τεχνάσματα.
Εκείνη θέριευε μέρα και νύχτα. Μέχρι που «γέννησε» ένα μήλο φωτεινό. Και ο εχθρός μου το είδε να λάμπει και ήξερε ότι ήταν δικό μου.
Κλεφτά μπήκε στον κήπο μου, όταν η νύχτα είχε ρίξει το πέπλο της. Το πρωί είδα με χαρά τον εχθρό μου να κείτεται κάτω από το δέντρο.»
Λονδίνο (London)
Τα ποιήματα Λονδίνο και Τίγρης είναι από τα διασημότερα του Μπλέικ. Το Λονδίνο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1794 στη συλλογή Τραγούδια της Εμπειρίας.
«Περιπλανιέμαι κατά μήκος κάθε χαρτογραφημένης οδού, κοντά εκεί που κυλά ο χαρτογραφημένος Τάμεσης και παρατηρώ σε κάθε πρόσωπο που βλέπω, σημάδια αδυναμίας, σημάδια συμφοράς.
Σε κάθε κραυγή κάθε ανθρώπου, σε κάθε βρέφους το κλάμα του φόβου, σε κάθε φωνή, σε κάθε απαγόρευση, ακούω τις χειροπέδες που έχει σφυρηλατήσει το μυαλό.
Πώς το κλάμα των καπνοδοχοκαθαριστών, τρομάζει κάθε μαυρισμένη εκκλησία. Και του άμοιρου στρατιώτη ο στεναγμός, κυλάει σαν αίμα στους τοίχους του παλατιού.
Κυρίως όμως στους μεταμεσονύκτιους δρόμους, ακούω πώς της νεαρής πόρνης οι κατάρες ξεσπάνε στο δάκρυ του νεογέννητου βρέφους και καταστρέφουν σαν πανούκλα τη νεκροφόρα του γάμου.»
Μερικά από τα πιο σημαντικά αποφθέγματα του Γουίλιαμ Μπλέικ
Αυτό που μπορεί να είναι σαφές για έναν ηλίθιο δεν είναι άξιο της προσοχής μου.
Μια αλήθεια που λέγεται με κακή πρόθεση νικάει όλα τα ψέματα που μπορείτε να επινοήσετε.
Αν οι πόρτες της αντίληψης «εξαγνίζονταν», κάθε πράγμα θα φαινόταν στον άνθρωπο όπως πραγματικά είναι: άπειρο. Γιατί ο άνθρωπος έχει κλείσει τον εαυτό του τόσο, ώστε να βλέπει τα πάντα μέσα από τις στενές χαραμάδες του σπηλαίου του.
Αυτό που τώρα έχει αποδειχθεί κάποτε ήταν μόνο φαντασία.
Οι δρόμοι της υπέρβασης οδηγούν στο παλάτι της σοφίας.
Με το να γενικεύεις είσαι ηλίθιος. Η εξειδίκευση είναι η μόνη διάκριση της αξίας. Οι γενικές γνώσεις είναι οι γνώσεις που κατέχουν οι ηλίθιοι.
Είναι πιο εύκολο να συγχωρήσεις έναν εχθρό παρά να συγχωρήσεις έναν φίλο.
Στο σύμπαν υπάρχουν πράγματα που είναι γνωστά και πράγματα που είναι άγνωστα και ανάμεσα υπάρχουν πόρτες.
Μια καλή τοπική παμπ έχει πολλά κοινά με μια εκκλησία, εκτός από το ότι η παμπ είναι πιο ζεστή και υπάρχει περισσότερη συζήτηση.
Κεντρική φωτογραφία: by Thomas Phillips, oil on canvas, 1807
Πηγές: Ο γάμος του Παραδείσου και της Κόλασης (εκδόσεις Δαμιανός), Τραγούδια της Αθωότητας (εκδόσεις Ερατώ), Τραγούδια της Πείρας (εκδόσεις Ερατώ), independent.co.uk, poetryfoundation.org, interestingliterature.com, poets.org, bbc.co.uk, william-blake.org, goodreads.com, en.wikipedia.org
https://www.pemptousia.gr/2021/11/omirika-epi-i-vivlos-tou-ellinismou/
Μόλις πριν λίγες ημέρες, μελετητές του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ διετύπωσαν την θεωρία πως αφορμή του Τρωικού Πολέμου δεν ήταν η ωραία Ελένη, αλλά μία προίκα που υποσχέθηκαν οι Τρώες στους αχαιούς, όταν ενώθηκαν με γάμο μέλη των εκατέρωθεν οικογενειών. Η προίκα αυτή συμπεριελάμβανε τρία νησιά του Αιγαίου, τα οποία ενδέχεται να ήταν η Τένεδος, η Ίμβρος και πιθανόν η Λήμνος. Πηγή των μελετητών είναι τα γραπτά που άφησαν πίσω τους οι Χετταίοι και περιγράφουν πολεμικά επεισόδια, καθώς και τις αιτίες και τις αφορμές τους. Όλα αυτά είναι δημοσιευμένα σε πρόσφατη έκδοση του Κωνσταντίνου Κοπανιά «Το Μυκηναϊκό Αιγαίο». Πρόκειται για μία ακόμη απόδειξη πως το ομηρικά έπη, αν και απέχουν από εμάς σχεδόν τρεις χιλιετίες, αποτελούν ζωντανό κεφάλαιο της παγκόσμιας ιστορικής, καλλιτεχνικής και φιλολογικής έρευνας.
Η Ιλιάδα και η Οδύσσεια αποτελούν έργα παγκόσμια. Βρίσκονται στα θεμέλια του παγκόσμιου πολιτισμού και θεωρούνται πυλώνες της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Ιδιαίτερα όμως για την Ελλάδα, τα έπη του Ομήρου ανέθρεψαν επί αιώνες γενιές και γενιές ελληνοπαίδων, μυώντας τους σε αξίες πανανθρώπινες και ενισχύοντας τον πολιτιστικό, φιλοσοφικό και θρησκευτικό σύνδεσμο των ελληνικών πόλεων. Όλοι οι αρχαίοι συγγραφείς όπως ο Αισχύλος και ο Πλάτων είναι θαυμαστές και κατ΄ ουσίαν μαθητές του Ομήρου ενώ οι ραψωδοί που αποτελούσαν οργανωμένες οικογενειακές συντεχνίες, απήγγειλαν επί αιώνες τον Όμηρο στις μεγάλες πανελλήνιες γιορτές.
Ο Όμηρος ως πρόσωπο έχει διερευνηθεί ιδιαίτερα από την φιλολογική και ιστορική επιστήμη η οποία σχεδόν με βεβαιότητα τον έχει τοποθετήσει στο δεύτερο μισό του όγδοου αιώνα. Ο κόσμος της ποίησής του όμως είναι τουλάχιστον τέσσερις αιώνες παλαιότερους. Πρόκειται για την μυκηναϊκή κοινωνία 1600-1025) με την αριστοκρατική της οργάνωση, τον πλούτο της και την αγάπη της για πολεμικές περιπέτειες. Μπορεί τα έπη του Ομήρου αναμφίβολα να εξιδανικεύουν τους ήρωες της εποχής αυτής και οι θεοί να συγχέονται με τους ανθρώπους ως προς την εμφάνιση, τον χαρακτήρα και τις αντιδράσεις. Αποτελούν όμως, πέραν των άλλων, αναμφίβολης αξίας ιστορική μαρτυρία για σημαντικές εξελίξεις στην ελληνική προϊστορία, όπως η ανέγερση των πρώτων ναών των θεών, η χρήση του σιδήρου, η φάλαγγα των οπλιτών, η καύση των νεκρών, και σε καιρούς ειρήνης αλλά και η παρουσία των Φοινίκων στις ελληνικές θάλασσες.
Οι θεωρίες ως προς την συγκρότηση του τελικού κειμένου των ομηρικών επών υπήρξαν πολλές. Διερευνήθηκε η πιθανότητα να υπάρχει ένας αρχικός ομηρικός πυρήνας στον οποίον, με την πάροδο των αιώνων, προστέθηκαν μεγαλύτερα ή μικρότερα κείμενα. Υποστηρίχθηκε ακόμη ότι άλλος έγραψε την Ιλιάδα και άλλος την Οδύσσεια. Ακόμη και η φυσική παρουσία του Ομήρου αμφισβητήθηκε. Κατά τον 18ο αιώνα άρχισε να αναπτύσσεται η θεωρία πως ο ίδιος ο Όμηρος προχώρησε σε μία σύνθεση προγενέστερων πηγών, διαμορφώνοντας ένα ενιαίο ύφος και μία στερεή ιστορική υπόθεση.
Σήμερα, οι σύγχρονοι ομηριστές τείνουν να δεχθούν ότι η Ιλιάδα και η Οδύσσεια είναι πρωτότυπες στις συνθέσεις στις οποίες έχουν ενσωματωθεί στοιχεία από την παλαιότερη παράδοση. Το πρόβλημα όμως δεν είναι φιλολογικό αλλά καλλιτεχνικό. Ο Όμηρος, του οποίου η ύπαρξη πλέον δεν αμφισβητείται, χρησιμοποιεί και, αν θέλετε, εμπνέεται από γεγονότα και δημιουργίες προγενέστερες της εποχής του. Κάνεις όμως πλέον δεν αμφιβάλλει ότι πρόκειται για έναν κορυφαίο καλλιτεχνικό δημιουργό, στον οποίον η μνήμη και η έμπνευση της στιγμής, σχήματα και αυτοσχεδιασμοί συνδυάζονται για να δημιουργήσουν ένα έργο μεγίστης πνοής.
Ο επικός ποιητής Όμηρος αφηγείται με ήρεμο τόνο χωρίς να αποκαλύπτει τα προσωπικά του συναισθήματα, όταν όμως σχολιάζει καταστάσεις, αποφεύγει να αναλύσει εξονυχιστικά τη συμπεριφορά των ηρώων του. Δεν κρίνει, δεν καταδικάζει, δεν δραματοποιεί, παρά προσπαθεί να κατανοήσει μαζί με τον ακροατή-αναγνώστη την πορεία των γεγονότων. Οι παρομοιώσεις του είναι απλόχωρες, οι παρατηρήσεις του ακριβείς, η φαντασία του δεν πλατειάζει και δεν διστάζει να αντιπαραβάλει τον μακρύ προγραμματισμό με την αστραπιαία εκτέλεση. Έχει τη δύναμη να υποβάλλει στον νου του αναγνώστη εικόνες και γεγονότα με τόση ενάργεια ώστε να τα καθιστά ισόβιες μνήμες.
Δεν αποδέχεται τον ρόλο του ιστοριογράφου. Σκοπός του είναι να μεταδώσει αξίες και ευγενικά ιδανικά σε έναν κόσμο ρευστό, όπου οι κοινωνικές και πολιτικές δομές δεν έχουν ακόμα καταφέρει να τιθασεύσουν την ανθρώπινη επιθετικότητα, την εκδίκηση και τη βία. Στην Ιλιάδα, την πρώτη εκκίνηση δίνει η οργή του Αχιλλέα εξαιτίας της αδικίας που υφίσταται από τον Αγαμέμνονα. Η άρνηση του να πολεμήσει παροτρύνουν τον Πάτροκλο να του ζητήσει τα όπλα του και να αναλάβει εκείνος τη διοίκηση. Ο Αχιλλέας δέχεται, ο Πάτροκλος σκοτώνεται, ο Αχιλλέας εκδικείται σκοτώνοντας τον Έκτορα. Επιστρέφει όμως το σώμα του στον πατέρα του με μεγαλοψυχία και ευγένεια. Είναι η προσπάθεια που προαναφέραμε, μέσα σε ένα τόσο βίαιο πλαίσιο, να αναδειχθούν απαραβίαστοι κανόνες ηθικής συμπεριφοράς και μεγαλοψυχίας του δυνατού. Πίσω από τις εξιστορήσεις αναδύεται ο πόλεμος ως κοινή δυστυχία νικητών και ηττημένων και ως πανανθρώπινη εμπειρία, σύμφυτη σχεδόν με την ανθρώπινη φύση αλλά και αποκαλυπτική της ανθρώπινης τραγωδίας.
Αν και η Ιλιάδα συμποσούται μόλις σε 52 ημέρες, ο ποιητής κατορθώνει με αναδρομή στο παρελθόν και με προοιωνισμούς μελλοντικών γεγονότων να δώσει μία πανοραμική εικόνα της προϊστορίας, της διάρκειας και των επιπτώσεων του πολέμου. Παράλληλα, είναι εμφανής η προσπάθεια του να «χτυπήσει» την πόρτα του αιωνίου που εκπροσωπεί η συχνή ανάμιξη των θεών. Μέσα σε αυτόν τον πολύχρωμο καμβά αναδεικνύονται αξίες όπως η τιμή η συντροφικότητα και κυρίως η δόξα, η οποία, εκ πρώτης όψεως, στηρίζεται στην πολεμική ανδρεία, κατά βάθος όμως υψώνονται άλλα χαρακτηριστικά του ανθρώπου όπως η ευγένεια και η ευφυΐα, κάτι που γίνεται εμφανές στον ήρωα της Οδύσσειας.
Τα έπη του Ομήρου ως Βίβλος των Ελλήνων και θεμέλιο της Ελληνικής παιδαγωγίας πρέπει να εκτιμηθούν όχι μόνον ως συμμετοχή του αναγνώστη σε πολεμικά κατορθώματα αλλά ως μύηση σε αυτές τις διαχρονικές και πανανθρώπινες αξίες. Μία στοιχειώδης γνώση της ιστορίας των Ελλήνων εντοπίσει εύκολα τον μίτο που ενώνει το πεδίον της μάχης στην Τροία με το αλβανικό μέτωπο. Και αν τα πάθη ανθρώπων και θεών δεν κατάφεραν να μολύνουν την ευγένεια και τα ιδανικά, ας είναι αυτό μία παρηγοριά πως το ίδιο θα συμβεί και στους επερχόμενους καιρούς, αν και τώρα ο κίνδυνος προέρχεται μόνο από τα πάθη των ανθρώπων και μεγάλη παρηγοριά αποτελεί η πέραν παντός ανθρώπινου μέτρου ευγένεια και φιλανθρωπία του αποκεκαλυμμένο αληθινού Θεού.