Νησιά και όρη
απαντήσεις κρύβουν, λες
Μέσα σου ψάχνεις;
Κάνοντας τη τρέλα ποίηση
αυτό που με τρομάζει περισσότερο είναι
το πώς φρυάζουμε από ζήλια
όταν οι άλλοι πετυχαίνουν
και αναστενάζουμε με ανακούφιση
όταν αποτυγχάνουν
ο αγώνας μας
να τιμήσουμε ο ένας τον άλλο
έχει αποδειχτεί το πιο δύσκολο πράγμα
για τον άνθρωπο
rupi kaur - γάλα και μέλι - εκδ. Λιβάνη
Η ψύχρα η νυχτερινή και το σεληνόφως το ισχνό
πόσο ποιητικά το έδαφος ετοιμάζουν
ώστε οι αναμνήσεις να παρελάσουν ακόμη μια φορά.
Φριχτό φάντασμα η μορφή σου
παρά την ομορφιά που πάντα με αιχμαλώτιζε,
το άρωμα σου που έρχεται και πάλι
στα ρουθούνια μου, με πνίγει.
Και η θύμηση της γεύσης του φιλιού σου
που μέσα της περιέκλειε τις πιο
εξεζητημένες γεύσεις του ουρανού και της γης
δεν είναι παρά ένα δηλητήριο πικρό.
Με μερικές βλαστήμιες σε ξορκίζω
και με μια γροθιά στον τοίχο.
Δεν είσαι παρά ένας ξέψυχος στεναγμός
ένα δάκρυ που στεγνώνει στο μάγουλο του φεγγαριού
Συναντιόμαστε, χωρίζουμε
Ελεύθεροι σαν άσπρα σύννεφα που έρχονται και φεύγουν
Αυτά που μένουν
είναι τα πρόσκαιρα αποτυπώματα του πινέλου και της μελάνης
Ο κόσμος των ανθρώπινων δεσμών
δεν είναι ο τόπος για να βρούμε αυτά που αναζητούμε.
Τάιγκου Ριόκαν, ο ενδεής του όρους Κουγκάμι, εκδ. Οδός Πανός
Τα γραπτά μένουν
λένε όσοι γνωρίζουν
και τα λόγια χάνονται
σαν φυσήξει
Θα συνεχίσω να σου μιλώ
κι ας πάρει ο άνεμος
όσα λέω.
Μη καθαρίσεις τη σκόνη
που στο δωμάτιό σου μπαίνει
Άφησέ την να κατακάτσει
και να στρωθεί στα έπιπλά σου
Και αφού ηρεμήσει ζήτα της
ενδιαφέρουσες να διηγηθεί ιστορίες
Και οι άνθρωποι βιαστικά ξεπλένουν την ψυχή τους στο πλυσταριό
Και βιαστικά μπογιατίζουν τη συνείδηση στη μούρη τους,
Για να μην μπορεί κανείς, με πρόσωπο περήφανου τρελού,
Να φωνάξει στ' αυτιά τους: "Είσαι ασήμαντος, έι!"
Και πολλοί, αφού σήκωσαν τους γιακάδες τους,
Δεν ήξεραν τι κάνουν μ' αυτόν:
Αφού σηκωθούν στις μύτες των ποδιών, να τον κρεμάσουν για μια μέρα
Ή να γράψουν το υπεσχημένο όνομα.
Βελιμίρ Χλέμπνικοφ, Λαντομίρ και άλλα έργα, εκδ. Βίλντισι
Νύχτα γαλαζοπράσινη, τα άφωνα χρώματα τήκτονται.
Απειλείται από κόκκινες ακτίνες λογχών
και ατσαλένιους θώρακες; Κάνουν εδώ παρέλαση
ορδές του Σατανά;
Οι κίτρινοι λεκέδες που επιπλέουν στη σκιά είναι
τα πνεύματα των οφθαλμών μεγάλων ίππων.
Το σώμα του γυμνό, ωχρό κι ανυπεράσπιστο.
Ένα ρόδο άνοστο βγαίνει με πύον απ' τη γη.
Τζάκομπ Βαν Χόντις, Ανθολογία του μαύρου χιούμορ του Αντρέ Μπρετόν, εκδ. Αιγόκερως
Άραγε τα έντομα δακρύζουν
όταν αδιάφορα τα λιώνει
το πόδι κάποιου ανθρώπου;
Τα κλαίνε άραγε οι φίλοι τους
όταν τόσο άδοξα τελειώνει
η ταλαίπωρη ζωή τους;
Νοιάζεται κανείς για το πένθος
που προκαλεί ο θάνατός τους
καθώς η γη σαν να μη τρέχει τίποτα
γύρω από τον άξονά της στροβιλίζεται;
Κατάλαβε άραγε κανείς πως οι στίχοι τούτοι
δε μιλούν μόνο για τα έντομα;