Στὶς πεζὲς ἡμέρες μας τὸ νὰ γράφεις γιὰ ποίηση ἀποτελεῖ μᾶλλον μεγάλη παραφωνία. Ὅμως μία ποιήτρια ἀπὸ τὴν Πολωνία, ἡ Βισονάβα Σιμπόρσκα, λέει πὼς «οἱ ποιητὲς θὰ ἔχουν πάντα πολλὴ δουλειά».
. Ἕνας ἄλλος ποιητὴς γράφει: «Τὸ νὰ εἶσαι ποιητὴς δὲν εἶναι ἀπὸ τὰ καλύτερα ἐπαγγέλματα». Ἡ ποίηση ὅμως δὲν εἶναι προσοδοφόρο ἐπάγγελμα, ἀλλὰ οὐσιαστικὸ λειτούργημα, θεία ἔμπνευση.
. Ἡ μεγάλη ποίηση εἶναι κυρίως θρησκευτικὴ – τὸ Ἆσμα Ἀσμάτων, οἱ Ψαλμοὶ τοῦ Δαυίδ, ἡ Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννη. Φωτίζει, ἀναπαύει, παρηγορεῖ. Χύνει λάδι στὶς πληγές, καίει τὰ ἀχρείαστα, κρίνει στοργικά. Γνωρίζει τὸ καίριο, τὸ ἀπαραίτητο, τὸ ὡραῖο καὶ τὸ ἱερό. Ὅπως λέει ὁ Σ. Κοῦκος, «λειτουργεῖται τὸ κερὶ τῆς κατάνυξης, σταλάζει οὐρανὸ κάθε ἀπόκριση, τοπία σαγῆνες εὔκρατοι». Ὁ Δ. Σολωμός, ὁ Α. Κάλβος, ὁ Α. Παπαδιαμάντης, ὁ Τ. Παπατσώνης, ἡ Ζ. Καρέλλη, ὁ Ν. Καροῦζος ἔχουν στίχους εὐφρόσυνης χριστιανικῆς πνοῆς.
. Ἡ ἀληθινὴ ποίηση εἶναι ζωντανὴ καὶ ἀπαραίτητη. Ὅσο θὰ ὑπάρχει ζωὴ στὸν κόσμο, θὰ ὑπάρχει ποίηση. Ἡ ποίηση ἔχει κρυφὸ πλοῦτο, μυστικὴ γοητεία, μηνύματα ἐξαίσια σὲ λίγους στίχους. Οἱ ποιητὲς συνήθως εἶναι εὐαίσθητοι. Συνήθως εἶναι ἁπλοί, καταδεκτικοί, συμπαθεῖς καὶ καλοσυνάτοι. Ὑπάρχουν καὶ λίγοι παράξενοι, εἶναι ὡραῖα παράξενοι, εἶναι πονεμένοι. Ὁ κόσμος ἐνίοτε δὲν τοὺς κατανοεῖ, τοὺς εἰρωνεύεται, κατὰ βάθος τοὺς χρειάζεται καὶ τοὺς ἀποζητᾶ.
. Τὰ ποιήματα γιὰ νὰ διαρκέσουν, νομίζω, θὰ πρέπει νὰ ἔχουν ἀληθινὰ βιώματα. Νὰ ἔχουν καθαρότητα, θερμότητα καὶ σεμνότητα. Τὰ ποιήματα εἶναι σκαλοπάτια ποὺ σὲ ἀνεβάζουν ψηλά. Ὁ ποιητὴς καλεῖται μέσα ἀπὸ τὴν καθημερινὴ πεζότητα, τὴν παρερχόμενη ἐπικαιρότητα καὶ τὴν κουραστικὴ φθαρτότητα τῆς μονοτονίας νὰ ἀνέβει τὴν θαυμαστὴ σκάλα τῆς ποίησης καὶ νὰ ἀπαγγείλει τὸ ποίημά του, δίχως νὰ φωνάζει δυνατά.
. Σίγουρα οἱ καιροὶ εἶναι δύσκολοι. Χρειαζόμαστε σήμερα τοὺς θρήνους τῶν προφητῶν. Ὅμως καὶ σήμερα ὑπάρχουν ποιητές. Ὁρισμένοι νέοι μὲ καλὲς προθέσεις. Ἡ ἐλπίδα δὲν χάθηκε. Τὰ πνεύματα ἀφυπνίζουν.
Ὁ ἀγαπητὸς Κύπριος ποιητὴς Ἀντώνης Πιλλᾶς σ’ ἕνα τελευταῖο του ποίημα γράφει:
«Οἱ ποιητὲς δὲν ἔχουνε ἀργίες καὶ ὡράρια
τὴν ἐγγενῆ τους θλίψη παρακολουθεῖ ὁ χρόνος ἄγρυπνος
μιὰ ἄλλη χαρὰ τοὺς ἔχει ἀπὸ νέους ἐπιστρατεύσει
καὶ πάντα νέοι μὲ ἔρωτα τὴν καρτεροῦν
μὲς στοὺς καιροὺς αὐτοὺς τῆς ἐξορίας».
. Τὰ ποιήματα γιὰ νὰ διαρκέσουν, νομίζω, θὰ πρέπει νὰ ἔχουν ἀληθινὰ βιώματα. Νὰ ἔχουν καθαρότητα, θερμότητα καὶ σεμνότητα. Τὰ ποιήματα εἶναι σκαλοπάτια ποὺ σὲ ἀνεβάζουν ψηλά. Ὁ ποιητὴς καλεῖται μέσα ἀπὸ τὴν καθημερινὴ πεζότητα, τὴν παρερχόμενη ἐπικαιρότητα καὶ τὴν κουραστικὴ φθαρτότητα τῆς μονοτονίας νὰ ἀνέβει τὴν θαυμαστὴ σκάλα τῆς ποίησης καὶ νὰ ἀπαγγείλει τὸ ποίημά του, δίχως νὰ φωνάζει δυνατά.
. Σίγουρα οἱ καιροὶ εἶναι δύσκολοι. Χρειαζόμαστε σήμερα τοὺς θρήνους τῶν προφητῶν. Ὅμως καὶ σήμερα ὑπάρχουν ποιητές. Ὁρισμένοι νέοι μὲ καλὲς προθέσεις. Ἡ ἐλπίδα δὲν χάθηκε. Τὰ πνεύματα ἀφυπνίζουν.
Ὁ ἀγαπητὸς Κύπριος ποιητὴς Ἀντώνης Πιλλᾶς σ’ ἕνα τελευταῖο του ποίημα γράφει:
«Οἱ ποιητὲς δὲν ἔχουνε ἀργίες καὶ ὡράρια
τὴν ἐγγενῆ τους θλίψη παρακολουθεῖ ὁ χρόνος ἄγρυπνος
μιὰ ἄλλη χαρὰ τοὺς ἔχει ἀπὸ νέους ἐπιστρατεύσει
καὶ πάντα νέοι μὲ ἔρωτα τὴν καρτεροῦν
μὲς στοὺς καιροὺς αὐτοὺς τῆς ἐξορίας».
ἐφημ. «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ», 11.11.2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου