https://theprint.in/pageturner/excerpt/young-rabindranath-tagore-great-poet-tripura-king/2698396/
Η σχέση του Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ με τέσσερις γενιές των Μαχαραγιάδων της Τριπούρα ξεκίνησε το 1882. Ο Μαχαραγιάς Μπιρ Τσάντρα, βυθισμένος στη θλίψη για τον θάνατο της αγαπημένης του συζύγου, Μαχαράνι Μπανούματι, βρήκε παρηγοριά στο ποίημα Bhagna Hriday («Σπασμένη Καρδιά»), που ο Ταγκόρ είχε γράψει στα εφηβικά του χρόνια. Συγκλονισμένος από τον σπαραγμό της ποίησης, έστειλε τον υπουργό του, Ράντχα Ραμάν Γκος, μέχρι το Τζοράσανκο της Καλκούτας, για να απονείμει στον νεαρό ποιητή τον τίτλο του «Μεγάλου Ποιητή».
Ο Ταγκόρ αργότερα αναγνώρισε ότι εκείνη την εποχή, όταν ακόμη πάλευε να σταθεί ως άγνωστος ποιητής, ήταν ο Μπιρ Τσάντρα ο πρώτος που τον αναγνώρισε και τον τίμησε δημόσια. «Για πρώτη φορά έλαβα εγκώμιο από την πατρίδα μου», είπε. Και προσέθεσε για τον Μαχαραγιά: «Στην ανωριμότητά μου εκείνος διέκρινε το μέλλον· γι’ αυτό με τίμησε ως “Μεγάλο Ποιητή”. Η δόξα που τώρα απολαμβάνω ήταν εκείνος ο πρώτος που την προείδε. Όπως ο άνθρωπος που στέκεται σε κορυφή βλέπει πέρα απ’ ό,τι βλέπουν οι άλλοι, έτσι κι εκείνος διέκρινε το στοιχείο που θα με ξεχώριζε.»
Ονόμασε μάλιστα αυτή τη σχέση ιστορική: «Σπάνια απαντάται στην ιστορία της λογοτεχνίας μια τόσο αυθόρμητη και ανοιχτή φιλία ανάμεσα σε έναν βασιλιά και έναν νεαρό ποιητή, του οποίου το μέλλον ήταν τόσο αβέβαιο.»
Μετά τον θάνατο του Μπιρ Τσάντρα, κατά τη δωδεκαετή βασιλεία του Ράντχα Κισόρ, ο Ταγκόρ στάθηκε αληθινός φίλος, αναλαμβάνοντας σχεδόν χρέη συμβούλου και καθοδηγητή σε κάθε ζήτημα: κοινωνικό, πολιτικό, οικονομικό. Συμβούλευε τον Μαχαραγιά απέναντι σε αυλικές μηχανορραφίες, βοήθησε στους διορισμούς υπουργών, ακόμη και στις οικογενειακές διαμάχες. Στην Τριπούρα αναδείχθηκε όλο το πολύπλευρο ταλέντο του Ταγκόρ· εκεί τον θεωρούσαν σχεδόν απόλυτη αυθεντία στην πολιτεία. Από αυτή τη συνεργασία άνθησαν η βεγγαλική λογοτεχνία, η κουλτούρα και η επιστήμη, με τον Ράντχα Κισόρ να προσφέρει πλουσιοπάροχη στήριξη.
Η γενναιοδωρία του ήταν τέτοια που χωρίς αυτήν η ινδική επιστήμη θα είχε άλλη ιστορία. Αν δεν είχε χρηματοδοτήσει το ταξίδι του Τζαγκντίς Τσάντρα Μπος στην Αγγλία, πολλά ίσως να είχαν χαθεί. Παρά το ότι το βασιλικό ταμείο εξαντλούνταν και χρειάστηκε ακόμη και να δανειστεί τεράστια ποσά, ο Ράντχα Κισόρ δεν αρνήθηκε ποτέ να στηρίξει τα οράματα του Ταγκόρ.
Έτσι, το 1901, όταν ο ποιητής ίδρυσε το Μπραχματσάρυα Άσραμ και το σχολείο του στο Σαντινικετάν, βρήκε στον Μαχαραγιά τον προστάτη του. Οι τακτικές και έκτακτες συνεισφορές του κράτησαν ζωντανό το εγχείρημα για δεκαετίες· μάλιστα, οι επόμενοι Μαχαραγιάδες συνέχισαν την υπόσχεση, στέλνοντας μάλιστα και φοιτητές της Τριπούρα με υποτροφία ώστε να μη βαραίνουν το ίδρυμα. Χωρίς τη στήριξη της Τριπούρα, το Σαντινικετάν θα είχε σβήσει πριν καν ανθίσει.
Δεν έλειψαν όμως και οι αντιδράσεις. Οι αυλικοί και πολλοί υπήκοοι διαμαρτύρονταν: «Η Τριπούρα, φτωχή και καθυστερημένη, χρειάζεται να αναπτυχθεί· δεν μπορεί να θρέφει την εύπορη Βεγγάλη.» Η παράδοση εξουσίας σε πρόσωπα εκτός βασιλείου, με την επιμονή του Ταγκόρ, έριξε λάδι στη φωτιά. Τον κατηγόρησαν ως «ιδιοτελή και φιλόδοξο», μετατρέποντας τον ευεργέτη σε στόχο.
Τότε φανερώθηκε ένας άλλος Ταγκόρ: όχι ο ονειροπόλος ποιητής της Βεγγάλης, αλλά ένας ρεαλιστής, πολιτικά οξυδερκής, έτοιμος να συγκρουστεί. Δεν τον ένοιαζε η αντίσταση· ήθελε να δει την Τριπούρα ως υπόδειγμα αυτόνομου κράτους.
Η φιλία του με τη βασιλική οικογένεια ήταν τόσο στενή, ώστε ένιωθε δεμένος με το πεπρωμένο τους. Σε επιστολή του γράφει: «Νιώθω πως ο Θεός μού ανέθεσε ως όρκο να τακτοποιηθεί το βασίλειο του Μαχαραγιά. Δεν μπορώ να το εγκαταλείψω· ούτε κι εκείνος μπορεί να με ελευθερώσει απ’ αυτό. Όπως ο παππούς μου συνδέθηκε με την ιστορία της Τριπούρα, έτσι κι εγώ πρέπει να συνεχίσω αυτόν τον δεσμό.»
Ο Ταγκόρ επισκέφθηκε την Τριπούρα αρκετές φορές· ποτέ δεν έφυγε με άδεια χέρια. Η σχέση τους έφθασε στο απόγειο όταν, στα 80ά του γενέθλια, τιμήθηκε στο παλάτι Ουτζαγιάντα με τον τίτλο «Μπάρατ Μπασκάρ». Παρά την ασθένειά του, δεν αρνήθηκε να ανταποδώσει με την παρουσία του αυτή την τιμή.
Για τον Ταγκόρ, η Τριπούρα δεν ήταν απλώς ένας προστάτης τόπος· ήταν ένας δεσμός ψυχής, ένας τόπος που τον στήριξε όταν όλα ήταν αβέβαια, και που κράτησε ζωντανό το όραμά του μέχρι το τέλος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου