Ο Γουίλιαμ Μπλέηκ αγαπούσε τη Βίβλο. Ένας πίνακας που ζωγράφισε στα 20 του χρόνια μαρτυρεί αυτήν την αφοσίωση. Σήμερα φέρει τον τίτλο Μια Αλληγορία της Βίβλου και απεικονίζει μια πομπή γυναικών και παιδιών που πλησιάζουν μια ανοιχτή Βίβλο πάνω σε υπερυψωμένη εξέδρα που μοιάζει με θυσιαστήριο. Το βιβλίο ακτινοβολεί φως. Οι γυναίκες στέκονται με δέος μπροστά του και παράλληλα διαβάζουν και διδάσκονται από το Ιερό Βιβλίο. Το μήνυμα του έργου είναι σαφές: από αυτό το κείμενο αναβλύζει έμπνευση.
Η αγάπη αυτή υπογραμμίζεται και σε ένα τετράδιο από τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Σε ένα σημείο σημειώνει ότι η Βίβλος είναι η «Αιώνια Όραση ή Φαντασία κάθε ύπαρξης». Ωστόσο η δήλωση γεννά ερωτήματα: τι ακριβώς αγαπούσε ο Μπλέηκ στη Βίβλο; Πώς τη διάβαζε και έχει αυτό σημασία για τους σημερινούς αναγνώστες;
Η σχέση του με την Αγία Γραφή άρχισε νωρίς. Περίπου στα δέκα του χρόνια οι γονείς του τον απέσυραν από το κανονικό σχολείο. Η κατ’ οίκον εκπαίδευση, πρωτοποριακή για την εποχή, έγινε ο βασικός τρόπος μάθησης, με τη Βίβλο ως κεντρικό κείμενο. Ωστόσο, δεν τη μάθαινε όπως ίσως σήμερα κάποια παιδιά που διδάσκονται ότι είναι απλώς ένα βιβλίο ιστορίας. Ο θρησκευτικός κυριολεκτισμός, τον οποίο θεωρούσε παραμόρφωση του Ευαγγελίου, του ήταν πάντοτε απεχθής. Ως ενήλικας ανέπτυξε πιο πλούσιους τρόπους να αφήνει τη Γραφή να τον εμπνέει.
Ένα από τα αγαπημένα του αποσπάσματα του Παύλου είναι κεντρικό: «Το γράμμα αποκτείνει, το δε πνεύμα ζωοποιεί». Το Πνεύμα του κειμένου συναντούσε το Πνεύμα που ζούσε μέσα του· κι από εκεί αναβλύζαν εικόνες και ποίηση.
Ζωγράφισε δεκάδες βιβλικές σκηνές, συχνά με μια ιδιότυπη ματιά. Σε έναν πίνακα ο Ιησούς επάνω στον σταυρό έχει έναν θεατή που μιμείται το σχήμα του σταυρού: «αίρων τον σταυρόν». Ή, στην απεικόνιση της μοιχαλίδας, ο Ιησούς γράφει στο χώμα αλλά ταυτόχρονα φαίνεται να υποκλίνεται στη γυναίκα που κατηγορείται· αναγνωρίζει σε εκείνη τη «θεία ανθρώπινη μορφή» που βρίσκεται και στον ίδιο.
Αυτή η προσέγγιση αναζητά αντηχήσεις, θέματα και βάθος, σε συγγένεια με τον τρόπο ανάγνωσης της Βίβλου που συναντάται στους Πατέρες της Εκκλησίας. Ο άγιος Αυγουστίνος, για παράδειγμα, έλεγε ότι η παραβολή του Καλού Σαμαρείτη δεν είναι ηθικό δίδαγμα αλλά αφορά τον ίδιο τον Χριστό. Όταν ο πληγωμένος τοποθετείται στο ζώο του Σαμαρείτη και μεταφέρεται στο πανδοχείο, η λεπτομέρεια δείχνει ότι ο Ιησούς μας τοποθετεί στο ίδιο Του το σώμα για να μας μεταφέρει στον ουρανό.
Ο μελετητής Κρίστοφερ Ρόουλαντ στο έργο του Blake and the Bible καταλήγει ότι ο Μπλέηκ «επέστρεφε σε έναν τρόπο ανάγνωσης της Βίβλου που χαρακτηρίζει περισσότερο τους πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού και τη μεσαιωνική θεολογία παρά τη νεότερη εποχή».
Για τον Μπλέηκ η Βίβλος ήταν τέχνη — ένας «Μέγας Κώδικας της Τέχνης», όπως επέμενε. Ο όρος «κώδικας», σύμφωνα με τη μελετήτρια Σουζάν Σκλαρ, πρέπει να γίνει κατανοητός ως «κρυπτογράφημα»: ένα μέσο αποκάλυψης όσων είναι κρυμμένα. Να διαβάζει κανείς σωστά τη Βίβλο, σήμαινε να συναντά ένα θαυμαστό αίνιγμα, έναν πολυδιάστατο χώρο, μια οντότητα που αποκαλύπτει η ίδια τον εαυτό της.
Κλειδί είναι η φαντασία. Για τον Μπλέηκ, η φαντασία δεν είναι μια ανθρώπινη ικανότητα που ασκείται απλώς από τους δημιουργικούς· είναι η ενεργός παρουσία του Θεού, που γεμίζει και διαμορφώνει τα πάντα. «Η φύση είναι η ίδια η φαντασία», έγραψε.
Συνέδεε τη φαντασία με τον Ιησού, τη θεωρούσε δημιουργική δύναμη του Χριστού που διαπερνά όλη την κτίση. Όταν συνειδητοποιούμε αυτήν τη δυναμική, συνειδητοποιούμε ταυτόχρονα ότι αποτελούμε μέρος αυτού που ονόμαζε «θεία σάρκα»: η δημιουργία ως εκπόρευση του Θεού και ο Θεός ως το πεπρωμένο κάθε δημιουργίας.
«Αυτός ο κόσμος της Φαντασίας είναι ο κόσμος της Αιωνιότητας· είναι ο θείος κόλπος στον οποίο θα εισέλθουμε μετά τον θάνατο του φυτικού σώματος», έγραψε. Κατά συνέπεια, για να διαβάσει κανείς τη Βίβλο, είναι ουσιώδες να ενεργοποιεί τη φαντασία· να εμπλέκεται με το θείο Πνεύμα ζωντανό μέσα στο κείμενο.
Σκεφτείτε την απεικόνιση της Εισόδου στα Ιεροσόλυμα, το γεγονός της Κυριακής των Βαΐων. Η σκηνή είναι αναγνωρίσιμη: ο Ιησούς πάνω σε ένα γαϊδουράκι, ακολουθούμενος από τη Μαρία και τους μαθητές, ενώ ο λαός κρατά βάγια και τον προσκυνά. Έπειτα, όμως, ο θεατής ξανακοιτά: το γαϊδουράκι έχει κεφάλι αρνιού. Παιδιά συνοδεύουν τον Ιησού. Και η πόλη προς την οποία κατευθύνεται η πομπή μοιάζει περισσότερο ουράνια παρά γήινη.
Ο Μπλέηκ διάβαζε την αφήγηση με το βλέμμα στραμμένο στη Νέα Ιερουσαλήμ της Αποκάλυψης. Την αγαπούσε ιδιαιτέρως για τη φαντασιακή της δύναμη. Έτσι, το γαϊδουράκι της Κυριακής των Βαΐων γίνεται αναφορά στον Αμνό του Θεού, και η Ιουδαϊκή Ιερουσαλήμ παρουσιάζεται με αποκαλυπτική μορφή. Τα παιδιά είναι επίσης εύγλωττη λεπτομέρεια· μιλούν για την ανοιχτόμυαλη αθωότητα που, κατά τον Μπλέηκ, είναι απαραίτητη για την κατανόηση του νοήματος των πραγμάτων.
Επιπλέον, για τον Μπλέηκ, η αποκάλυψη δεν είναι μελλοντική κρίση ή καταστροφή, αλλά η διαρκής ευκαιρία που έχουμε να αφυπνιζόμαστε στο πλήρωμα της ζωής, μέσω της φαντασίας. «Κάθε φορά που ένα άτομο απορρίπτει το ψεύδος και αγκαλιάζει την αλήθεια, συντελείται σε εκείνο το άτομο μια Τελευταία Κρίση», έγραψε.
Ήταν τόσο παθιασμένος με την ανάγκη να διαβάζεται η Βίβλος με φαντασία, ώστε μπορούσε να γίνει ευθέως προσβλητικός προς όσους δεν το έκαναν. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του αιδεσιμότατου Δρ. Τράσλερ. Ο κληρικός αυτός ήθελε να κάνει το Ευαγγέλιο πιο προσιτό, σαν ένα είδος αυτοβοήθειας: πρακτικές συμβουλές καλοσύνης που βοηθούν στην καθημερινότητα. Έτσι ανέθεσε στον Μπλέηκ να φιλοτεχνήσει εικόνες που να το εικονογραφούν.
Όμως τα σχέδια που παρέδωσε ο Μπλέηκ τον μπέρδεψαν εντελώς, με αποτέλεσμα να λάβει από τον ζωγράφο την απάντηση: «Λυπάμαι πραγματικά που αποξενωθήκατε από τον Πνευματικό Κόσμο». Αν αντιμετωπίζεις τη Βίβλο χωρίς φαντασία, της αφαιρείς τη δύναμη να σε υψώσει στην αιωνιότητα.
Οι θεολογικές συνέπειες αυτής της στάσης είναι σημαντικές. Σκεφτείτε το ζήτημα της καθολικής σωτηρίας. Ο Μπλέηκ πίστευε βαθιά, ξανά με τα λόγια του Παύλου, ότι «ὁ Θεὸς ἔσται τὰ πάντα ἐν πᾶσιν». Αν αυτό αρνηθεί, τότε, κατά τον ίδιο, διαστρέφεται ένα θεμελιώδες μήνυμα της Βίβλου. «Όλες οι Βίβλοι ή ιεροί κώδικες υπήρξαν αιτία των εξής λαθών», εξηγεί στο Γάμος Ουρανού και Κολάσεως, με κορυφαίο το αποτρόπαιο συμπέρασμα «Ότι ο Θεός θα βασανίζει τον άνθρωπο αιώνια επειδή ακολούθησε τις ενέργειές του». Ο Μπλέηκ είχε διακρίνει ότι στα Ευαγγέλια ο Ιησούς κρίνει όχι για να καταδικάσει αλλά για να ελευθερώσει.
Η αιώνια σωτηρία μπορεί να φαίνεται σαν ζήτημα με διλημματική απάντηση: στέλνει ή όχι ο Θεός ανθρώπους στην κόλαση; Στην πραγματικότητα, όμως, για τον Μπλέηκ η Βίβλος είναι εμπνευσμένο κείμενο, που δεν μπορεί να καθηλωθεί σε μια ενιαία ερμηνεία. Μπορεί να λέει διαφορετικά πράγματα σε διαφορετικούς ανθρώπους, σε διαφορετικές στιγμές, οδηγώντας σε φαινομενικά αντιφατικά συμπεράσματα.
Σκεφτείτε και το ζήτημα της σύλληψης του Ιησού και τον ρόλο της Μαρίας. Σε κάποιες στιγμές είναι απόλυτα ορθόδοξος, αποκαλώντας τη «Παρθένο Μαρία» και ζωγραφίζοντας μια «Παναγία και Βρέφος» που παραπέμπει σαφώς σε βυζαντινές εικόνες που θα είχε δει στο Λονδίνο της εποχής του.
Όμως, αλλού, υποστήριζε ότι η Μαρία δεν ήταν παρθένος όταν έμεινε έγκυος. Στο έπος του Ιερουσαλήμ: Η εκπόρευση του Γίγαντα Άλμπιον ξαναδιηγείται την ιστορία του Ιωσήφ που ανακαλύπτει ότι η μέλλουσα γυναίκα του είναι έγκυος με τον συνηθισμένο τρόπο. Ο Ιωσήφ αρχικά αντιδρά, αλλά η Μαρία τον πείθει να δει αλλιώς την κατάσταση, υποστηρίζοντας ότι η εγκυμοσύνη τους δίνει την ευκαιρία να ανακαλύψουν μια πιστότητα που στηρίζεται στην ίδια την αγάπη και όχι σε ηθικό κώδικα. Για τον Μπλέηκ, αυτή ήταν μια βασική αρχή του Ευαγγελίου· όχι επειδή ήταν ανήθικος, αλλά επειδή φοβόταν ότι η χριστιανική πίστη χάνει τη ζωτικότητά της όταν περιορίζεται σε ηθικολογίες.
Ο Μπλέηκ προσέγγιζε τη Βίβλο ως ζωντανό, ιερό κείμενο. Απέρριπτε την ανάγνωση που την αντιμετώπιζε κυρίως ως χρονικό γεγονότων και αιτίων. Αυτός ο ιστορικισμός έχει ίσως κυριαρχήσει σήμερα, λες και τα Ευαγγέλια είναι αποθήκες αποδείξεων και εδαφίων-τεκμηρίων. Ο Μπλέηκ θα μας καλούσε να απορρίψουμε αυτή τη μόδα και να ανακαλύψουμε ξανά μια παλαιότερη κατανόηση.
Υπάρχουν πράγματι διαχρονικές αλήθειες στη Βίβλο· όμως δεν εκφράζονται ως εντολές ή αρχές, αλλά ως στάση ζωής που μπορεί κανείς να αγκαλιάσει. «Το Πνεύμα του Ιησού είναι η συνεχής συγχώρηση της αμαρτίας», υπογράμμιζε, δείχνοντας την ουσιώδη αλήθεια που έβρισκε στη Γραφή. Όπως έλεγε, ηχώντας ξανά τους Πατέρες: «Ο Θεός έγινε όπως εμείς, για να γίνουμε κι εμείς όπως Αυτός».

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου