Πέμπτη 19 Ιουνίου 2025

«Το Χρυσάφι που Δεν Αγγίξαμε»

 


Άπλωσε μπροστά μου όλη τη συλλογή με τις στιγμές που δεν ζήσαμε μαζί. Τις έβγαλε προσεκτικά, μία μία, από τη σκαλιστή, ξύλινη επίχρυση θήκη που κουβαλούσε μαζί της. Τις κοίταξα για αρκετή ώρα, τη καθεμία ξεχωριστά. Έπιασα μερικές και τις επεξεργάστηκα. Τις άφησα ξανά στο τραπέζι. 

"Υπάρχουν χίλιοι τρόποι με τους οποίους θα μπορούσαμε να ζήσουμε μαζί αυτές τις στιγμές. Και κανένας τους δεν έχει ευτυχή κατάληξη. Άλλωστε ένας έρωτας παραμένει σπουδαίος, ιδανικός, υπέροχος, μόνο όταν μένει ανεκπλήρωτος, ανολοκλήρωτος. Μόνο έτσι γλιτώνει τον μαρασμό. Βάλε τις στιγμές αυτές και πάλι στο κουτί τους. Άσε το αίτημα που δεν ακούστηκε ποτέ να τις ζωογονεί. Να τις διατηρεί στο όνειρο, στο θεϊκό. 

Θυμάσαι, εκείνο το ταξίδι; Δε σου ζήτησα κάτι παραπάνω καθώς το τρένο έφτανε στον σταθμό κι ας είχα καταλάβει ότι αυτό περίμενες. Δεν το έκανα, όχι από φόβο μήπως αρνηθείς αλλά από τρόμο μήπως δεχτείς. Κοίτα τώρα εκείνη τη στιγμή. Άσπιλη, αμόλυντη, λάμπει με όλη της τη μεγαλοπρέπεια. Δε λερώθηκε, δεν αγγίχτηκε, δεν μαράζωσε. Έμεινε χρυσάφι ατόφιο. Άσε τις στιγμές μας όπως ήταν. Μοναδικές, λαμπερές". 

Μάζεψε τις στιγμές και έκλεισε το κουτί. Μου χαμογέλασε ζεστά και χάθηκε πίσω από το είδωλο του καθρέφτη. Στη θέση της έμεινε μόνο λίγος καπνός. 

Άνοιξα τα φτερά μου και έκανα να πετάξω. Δε μπόρεσα. Όχι γιατί δεν ήθελα ή γιατί δεν έπρεπε. Δε μπόρεσα γιατί δεν χρειαζόταν πια. Δεν υπήρχε κάπου πιο ψηλά να φτάσω.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου