Δευτέρα 30 Ιουνίου 2025
Κυριακή 29 Ιουνίου 2025
Ο θάνατος ενός ποντικού
Πάνω απ' του ποντικού
το σώμα το κρύο, το νεκρό
σταγόνα δε πέφτει δάκρυ
Μνημείο γι'αυτόν δε χτιστεί
το πτώμα του να στεγάσει
Άραγε στο σπίτι του
κανείς δεν τον προσμένει
γυναίκα ή μικρά παιδιά
αν είχε ποιος το ξέρει;
Πριν το ασήμαντο πλάσμα
σκοτώσεις του Θεού
σκέψου λίγο απόψε
Και τούτο αφήνει πίσω του
κάποιους αγαπημένους
Σάββατο 28 Ιουνίου 2025
Λυγμός
Παρασκευή 27 Ιουνίου 2025
Εικόνες της ερήμου
Ο καυτός άνεμος που τη ζέστη μεταφέρει μου φέρνει εικόνες από την έρημο παλιές. Σαν να βλέπω τα χιλιάδες χιλιόμετρα άμμου να απλώνονται μπροστά μου ενώ τα καραβάνια νωχελικά κινούνται από όαση σε όαση. Οι Βεδουίνοι καλύπτουν τα κεφάλια και τα πρόσωπά του για να μπορέσουν να προφυλαχθούν από τον ανελέητο βομβαρδισμό των ακτινών του ήλιου και τις βίαιες επιθέσεις της άμμου. Καταφύγιο αναζητούν την ώρα που σηκώνονται τα κύματα των αμμοθυελλών για να τους καταπιούν. Και να που το βράδυ έρχεται και η νύχτα πέφτει, καθώς το σκοτάδι καταβροχθίζει το ουράνιο φως. Φωτιές ανάβουν και οι ταξιδιώτες γύρω τους μαζεύονται. Μένουν μακριά από τις σκιές και το απέραντο μαύρο της αφιλόξενης ερήμου, δεν πλησιάζουν το απόκοσμο βασίλειο των μαγικών τζιν και των φρικτών γκουλ. Αυτά τα επικίνδυνα πλάσματα που υπακούνε μονάχα στου Ιμπλίς τις διαταγές. Κάθε φορά που τα σκυλιά γαβγίζουν κι αγριεύουν, ένδειξη παρουσίας υπερφυσικής, τα χωρατά και τα τραγούδια σταματούν μέχρι να σιγουρευτούν οι Βεδουίνοι πως τελικά κάποιο αγρίμι ήταν η αιτία της ανησυχίας τους. Ο ύπνος έρχεται ανήσυχος και γλυκός συνάμα μέχρι που οι πρώτες ακτίνες του ήλιου να σπάσουν τη μονοτονία της νυχτιάς. Οι καμήλες φορτώνονται, οι ταξιδιώτες ετοιμάζονται και ο ζεστός αέρας της ερήμου τους συνοδεύει ξανά....
Τετάρτη 25 Ιουνίου 2025
Κάτω απ’ το δέντρο - Ομάρ Καγιάμ
Κάτω απ’ το δέντρο, στίχοι και σιγή,
λίγο κρασί, λίγο ψωμί, κι εσύ·
δίπλα μου, στην ερημιά, να τραγουδάς —
Παράδεισος η γη γίνεται στη στιγμή.
A Book of Verses underneath the Bough,
A Jug of Wine, a Loaf of Bread—and Thou
Beside me singing in the Wilderness—
Oh, Wilderness were Paradise enow!
Όσα δεν της δόθηκαν ποτέ
Το μακρινό γάβγισμα ενός σκυλιού
ο μόνος ήχος που ταράζει την ησυχία
Κι ο άνεμος που πριν λίγο φυσούσε
τώρα μοιάζει να έχει αποσυρθεί
Μα αν ακούσεις προσεκτικά
σίγουρα θα το εντοπίσεις
σαν ρίγος μέσα στο σκοτάδι
κλάμα ανεπαίσθητο, πνιχτό
Άσε το φως το φεγγαριού να σ' οδηγήσει
και προσεκτικά κοίτα και αφουγκράσου
Πάνω από το μνήμα μα και πέρα από τον κόσμο
μία ψυχή θρηνεί για όσα έχασε και για όσα δεν της δόθηκαν ποτέ
Τρίτη 24 Ιουνίου 2025
Δευτέρα 23 Ιουνίου 2025
Πότε νύχτωσε σήμερα;
Τούτη την ώρα που γράφω, έχει ήδη νυχτώσει. Όχι όμως εντελώς. Πέρα στον ορίζοντα ένα κομμάτι του ουρανού αρνείται να παραδοθεί στο μαύρο και διατηρεί εκείνο το μαγικό σκούρο μπλε του λυκόφωτος. Πασχίζω να κρατήσω τη σκέψη μου μακριά σου μα δεν τα καταφέρνω και πολύ καλά. Σε τίποτα άλλωστε δεν τα κατάφερνα καλά ποτέ μου. Οπότε γιατί να αλλάξει αυτό τώρα; Ξέρεις, καμιά φορά θυμάμαι εκείνη τη φορά στη βεράντα του σπιτιού σου και χαμογελάω. Θυμάμαι τα πειράγματα που σου έκανα...και την ανάποδη μου μου έριξες. Για την ιστορία, θα μπορούσε εύκολα να την αποφύγω αλλά δεν ήθελα. Κράτησα έτσι κάτι δικό σου...ναι, έστω αυτό...Ακούω το βουητό ενός αεροπλάνου που πετάει κάπου ψηλά στον ουρανό χωρίς να μπορώ να το εντοπίσω. Θυμάσαι πόσο μακριά βρεθήκαμε ξαφνικά; Δύο ξένοι. Δύο εντελώς ξένοι. Δεν με έψαξες και σε απέφευγα. Έτσι τελειώνουν αυτά, με ένα μακρύχρονο σβήσιμο και όχι με πάταγο. Μόλις πέρασε ένας περαστικός κάτω στο δρόμο. Είχε παράξενο βηματισμό, αστείο. Νομίζω ότι επίτηδες περπατούσε έτσι. Κάτι ήθελε να δείξει αλλά δε μπορώ να καταλάβω τι. Πολλά είναι αυτά που δεν κατάλαβα ποτέ. Πότε γύρισε ο κόσμος ανάποδα, πότε πέρασε ο χρόνος, πότε νύχτωσε σήμερα. Ξέρεις, γνώρισα κάποιον που επέμενε πως θα ζήσει κι άλλη ζωή και πως είχε ζήσει και προηγούμενες. Και πως θα πετύχαινε όσα δε πέτυχε σε τούτη. Δε θέλω άλλη ζωή. Μου φτάνει αυτή εδώ. Ούτε να γυρίσω το χρόνο πίσω. Μόνο να απολαύσω τον νυχτερινό ουρανό. Και ελπίζω να τον απολαμβάνεις κι εσύ....
Κυριακή 22 Ιουνίου 2025
Σάββατο 21 Ιουνίου 2025
Η συνέντευξη(ένα μονόπρακτο τρόπον τινά)
Μόλις έφτασα στο κτίριο της εταιρείας, ρώτησα τον θυρωρό που βρίσκεται το γραφείο της κυρίας Σφιχτογέλου. Μου υπέδειξε τον τρίτο όροφο, μπήκα στο ασανσέρ και μόλις έφτασα στον τρίτο, ρώτησα τη γραμματέα(υπέθεσα πως ήταν γραμματέας λόγω του ύφους της, ανάμεσα σε ταλαίπωρη και ψηλομύτα) που βρίσκεται το γραφείο της κυρίας Σφιχτογέλου. Με κοίταξε παράξενα και ρώτησε πως με λένε. "Κώστας Μποεμίδης" , της είπα και αφού κοίταξε μια λίστα, κάπως έκπληκτη μου έδειξε το γραφείο...
Μπήκα στο γραφείο, ντυμένος με τζιν και ένα κοντομάνικο και στρώθηκα φαρδύς πλατύς στη καρέκλα. Η τύπισσα με κοίταξε αυστηρά και με ρώτησε: "Τι θέλετε εσείς εδώ;". Ανασηκώθηκα, ξεροκατάπια λίγο και είπα: "Ήρθα για την αγγελία".
Κατέβασε τα γυαλιά στη μύτη της και μου έριξε μια αυστηρή ματιά,
Σ- Τους είδατε τους άλλους και τις άλλες έξω;
Κ- Ναι. Αυτοί δε ξέρω αν με είδαν όμως. Έπρεπε να ιδωθούμε;
Σ- Είδατε πως ήταν ντυμένοι;
Κ- Σαν να είχαν κλείσει τραπέζι σε σκυλάδικο. Γραβάτες, σακάκια, ταγέρ, φούστες. Είναι μπόνους της εταιρείας σας για τους εργαζόμενους; Τους πηγαίνετε και στα μπουζούκια; Κάνετε και βραδιές μνήμης για τον Καρρά;
Σ-Όχι βέβαια!!!
Κ- Ευτυχώς γιατί εγώ μόνο σε Metal συναυλίες πηγαίνω, να το ξέρετε. Όταν θα μου δώσετε το μπόνους...
Σ-Δεν υπάρχει τέτοιο μπόνους εδώ!
Κ- Θα μπορούσατε να το σκεφτείτε όμως. Είναι καλή ιδέα.
Σ- Δεν πηγαίνουμε τους υπαλλήλους μας σε μουσικές εκδηλώσεις! Τα παιδιά είναι ντυμένα όπως πρέπει να έρχονται ντυμένα όταν εργάζονται εδώ! Περιμένετε ότι θα σας προσλάβω με τέτοιο ντύσιμο;
Κ- Έτσι ντύνονται όταν εργάζονται εδώ...Ε και περιμένετε ότι θέλω να προσληφθώ εδώ αν είναι να ντύνομαι έτσι, σαν κολλεγιόπαιδο της Αμερικής; Έχω και μια αριστερή κουλτούρα! Έχω ψηφίσει Αλαβάνο εγώ! Έχω κατέβει σε πορείες! Έχω φορέσει τη φανέλα του Ερυθρού Αστέρα
Σ- Μα τι σχέση έχουν ο Αλαβάνος και ο Ερυθρός Αστέρας με τη συνέντευξη!
Κ- Δεν έχουν; Πετάτε στα σκουπίδια τους αγώνες και...ώπα! Μια στιγμή! Δίνουμε και συνέντευξη; Σε ποιο κανάλι;
(Παίρνοντας βαθιά ανάσα)
Σ- Συνέντευξη για τη δουλειά!!!
(Ανακάθομαι λιγάκι)
Κ- Α ναι! Για τη δουλειά. Τι δουλειά είναι;
(Ισιώνοντας το ταγέρ και φτιάχνοντας λίγο τα μαλλιά)
Σ- Μα σε ασφαλιστική ήρθατε. Θα έχετε ένα πελατολόγιο, θα παίρνετε τηλέφωνο τους πελάτες
Κ- Συγγνώμη, Εγώ θα παίρνω τηλέφωνα για ασφάλειες; Αυτή είναι η δουλειά;
Σ- Ναι! Και οι απολαβές είναι καλές!
Κ-Πόσο περίπου;
(Ανεβάζοντας τον τόνο της φωνής της με θεατρικότητα)
Σ- Πόσο; Πόσο; Μα τι ερώτηση είναι αυτή; Έχει όριο ο ουρανός; Έχει όριο το μεγαλείο;
Κ-Έχει όριο ο λογαριασμός στη τράπεζα
Σ- Μα θα παίρνετε μπόνους
Κ- Εγώ χρήματα θέλω, όχι να με πηγαίνετε στα μουζούκια σαν τους άλλους
Σ- Μα δεν τους πηγαίνουμε στα μπουζ....(βαθιά ανάσα, βγάζει τα γυαλιά της)...ακούστε με ....εδώ δεν περιοριζόμαστε σε έναν απλό μισθό
Κ- Δε δίνετε μισθό
Σ-Μα τα μπόνους θα σας φτάσουν πολύ ψηλά
Κ- Θα πέσω!
Σ- Μα επιτέλους κύριε, γιατί ήρθατε σε αυτή τη συνέντευξη
Κ-Για την αγγελία
Σ- Μα δε τη θέλετε την δουλειά της αγγελίας
Κ- Δεν τη γράψατε καθαρά! Νόμιζα ότι ήταν άλλη η δουλειά
Σ- Μα τι νομίζατε πως είναι η δουλειά στην εταιρεία μας;
Κ- Κανονική, με μισθό!
Σ- Ε, θα σας δώσουμε μισθό! Επιτέλους!
Κ- Ε, τώρα δε θέλω! Δε θα ντύνομαι λες και πηγαίνω σε σκυλάδικο αντί να με πληρώνετε! Καλύτερα μια ώρας με πείνα και με τζιν παρά σαράντα χρόνια με του σκυλά το στυλ! Τούτο δεν είναι συνέντευξη για δουλειά! Είναι ύπουλο σχέδιο καταπάτησης της ενδυματολογικής μου ελευθερίας και της αριστερής μου κληρονομιάς!
(Προσπαθώντας να επανακτήσει τη ψυχραιμία της)
Σ- Φύγετε τότε!
(Σηκώνομαι όρθιος και παίρνω τουπέ αυτοκρατορικό)
Κ- Φεύγω τότε! Α μα πια!
Σ-Καλημέρα σας! (ξεφυσώντας)
Κ- Καλημέρα! Επιστρέφω στο βασίλειο της ανεργίας!
Και έτσι άδοξα τέλειωσε η συνέντευξη εκείνη. Τη δουλειά δεν τη πήρα αλλά ίσως μόλις έγραψα το καλύτερο μονόπρακτο της χρονιάς
Παρασκευή 20 Ιουνίου 2025
Πέμπτη 19 Ιουνίου 2025
Το σύμπαν
Μπήκα στο διάδρομο ο οποίος ήταν γεμάτος κόσμο, όπως συνήθως συμβαίνει σε τέτοιους χώρους, Ήμουν κάπως σαστισμένος όπως και οι περισσότεροι και οι περισσότερες εκεί μέσα. Πού στην ευχή μπορούσαν να βρω κάποια πληροφορία για το τι έπρεπε να κάνω; Δεν είχα πιει ούτε καν έναν καφέ για να ξελαμπικάρει το μυαλό.
Και τότε την πρόσεξα. Αρχικά είχε γυρισμένη τη πλάτη. Τα μακριά της μαλλιά έφταναν ως τη μέση της. Το σώμα της ήταν τουλάχιστον εντυπωσιακό.
"Φίλε", σκέφτηκα, "αν το πρόσωπό της είναι το μισό εντυπωσιακό όσο το σώμα της, αυτήν θα πάω να ρωτήσω". Το σύμπαν εκείνη την ώρα συνωμότησε για χάρη μου - μάλλον επειδή είμαι ωραίος τύπος τελικά - και γύρισε. Μόλις την είδα τα 'χασα...
"Λες και βγήκε από παραμύθι" σκέφτηκα. "Δε μπορεί, κάτι στραβό θα έχει - το σύμπαν δεν ήταν ποτέ τόσο φιλικό μαζί μου".
Πλησίασα και ρώτησα τις σχετικές πληροφορίες που αναζητούσα. Μου απάντησε με μια φωνή γλυκιά και μελωδική σαν τραγούδι ξωτικών. Δεν είχε τίποτα στραβό.
Έμεινα να την ακούω μαγεμένος. Σκέφτηκα όλη μου τη ζωή μέχρι τότε. Μια σκέψη πέρασε από το μυαλό μου.
"Μην είσαι βλάκας, δεν έχεις ούτε τη παραμικρή πιθανότητα να σου χαμογέλασε το σύμπαν εσένα τόσο πλατιά. Πότε το έκανε άλλωστε;"
Σας έχω πει πόσο το σιχαίνομαι όταν έχω δίκιο σε τέτοιες περιπτώσεις;
«Το Χρυσάφι που Δεν Αγγίξαμε»
Άπλωσε μπροστά μου όλη τη συλλογή με τις στιγμές που δεν ζήσαμε μαζί. Τις έβγαλε προσεκτικά, μία μία, από τη σκαλιστή, ξύλινη επίχρυση θήκη που κουβαλούσε μαζί της. Τις κοίταξα για αρκετή ώρα, τη καθεμία ξεχωριστά. Έπιασα μερικές και τις επεξεργάστηκα. Τις άφησα ξανά στο τραπέζι.
"Υπάρχουν χίλιοι τρόποι με τους οποίους θα μπορούσαμε να ζήσουμε μαζί αυτές τις στιγμές. Και κανένας τους δεν έχει ευτυχή κατάληξη. Άλλωστε ένας έρωτας παραμένει σπουδαίος, ιδανικός, υπέροχος, μόνο όταν μένει ανεκπλήρωτος, ανολοκλήρωτος. Μόνο έτσι γλιτώνει τον μαρασμό. Βάλε τις στιγμές αυτές και πάλι στο κουτί τους. Άσε το αίτημα που δεν ακούστηκε ποτέ να τις ζωογονεί. Να τις διατηρεί στο όνειρο, στο θεϊκό.
Θυμάσαι, εκείνο το ταξίδι; Δε σου ζήτησα κάτι παραπάνω καθώς το τρένο έφτανε στον σταθμό κι ας είχα καταλάβει ότι αυτό περίμενες. Δεν το έκανα, όχι από φόβο μήπως αρνηθείς αλλά από τρόμο μήπως δεχτείς. Κοίτα τώρα εκείνη τη στιγμή. Άσπιλη, αμόλυντη, λάμπει με όλη της τη μεγαλοπρέπεια. Δε λερώθηκε, δεν αγγίχτηκε, δεν μαράζωσε. Έμεινε χρυσάφι ατόφιο. Άσε τις στιγμές μας όπως ήταν. Μοναδικές, λαμπερές".
Μάζεψε τις στιγμές και έκλεισε το κουτί. Μου χαμογέλασε ζεστά και χάθηκε πίσω από το είδωλο του καθρέφτη. Στη θέση της έμεινε μόνο λίγος καπνός.
Άνοιξα τα φτερά μου και έκανα να πετάξω. Δε μπόρεσα. Όχι γιατί δεν ήθελα ή γιατί δεν έπρεπε. Δε μπόρεσα γιατί δεν χρειαζόταν πια. Δεν υπήρχε κάπου πιο ψηλά να φτάσω.
Τετάρτη 18 Ιουνίου 2025
Τρίτη 17 Ιουνίου 2025
Η επιστολή
"Όμορφη,
θυμάσαι ότι σε φώναζα έτσι, ε; Θύμωνες τότε και έκανες μια περίεργη γκριμάτσα που πολύ με διασκέδαζε. Αλληθώριζες λίγο τα μάτια σου και έσφιγγες τα χείλη. Χθες, καθώς περπατούσα στους δρόμους της πόλης και σε σκεφτόμουν. Παράξενο. Όχι το ότι σε σκεφτόμουν - αυτό το κάνω συχνά, πιο συχνά απ' όσο θα μου επιτρεπόταν ή θα έπρεπε- αλλά επειδή σε σκεφτόμουν περπατώντας σε αυτούς τους δρόμους. Δεν τους περπατήσαμε ποτέ μαζί. Όπως δεν περπατήσαμε μαζί και κανέναν άλλον δρόμο. Οι πορείες μας πάντα συνέκλιναν αλλά ποτέ δεν κατόρθωσαν να ταυτιστούν, να γίνουν μία κοινή πορεία. Πιστεύω ότι οι ζωές των ανθρώπων είναι σαν κλωστές στο νήμα του σύμπαντος. Κάποιες τέμνονται που και που, κάποιες πλέκουν μεταξύ τους διάφορα όμορφα ρούχα και κάποιες, όσο κοντά κι αν έρχονται δεν συναντιόνται ποτέ. Κάπως έτσι πρέπει να ήταν και οι δικές μας. Έφταναν πολύ κοντά αλλά ποτέ δεν συναντήθηκαν...
Παραπονιόσουν, θυμάμαι, επειδή ήμουν "κλειστός", δε μιλούσα για πράγματα εντελώς δικά μου. Δεν έχεις κι άδικο. Δε μου άρεσε να μοιραζόμουν τέτοιου είδους πράγματα. Θεωρούσα πως κάτι τέτοιο θα μου στερούσε την ανεξαρτησία μου. Φαντάζομαι πως ακόμα θα θυμάσαι ότι πάνω από αυτήν δεν έβαζα τίποτα, ε; Κι ας κατέληξα τελικά να χάνω ευκαιρίες, να μένω πίσω...
Αυτό νομίζω πως ήταν η ζωή μου σε μεγάλο βαθμό. Μια ατελείωτη επαναλαμβανόμενη στιγμή στην οποία το τρένο μου έφευγε την ώρα ακριβώς που έφτανα στον σταθμό. Και πάντα το έχανα. Ναι, αυτή η εικόνα θα μου ταίριαζε. Έμενα πίσω. Ανεξάρτητος μεν μόνος δε.
Όπως και να 'χει ήθελα απλά να ξέρεις πως σε σκεφτόμουν χθες, πως σε σκέφτομαι συχνά και πως ελπίζω να με συγχωρήσεις που καθυστέρησα τόσο να σου γράψω. Είσαι πάντα η λατρεμένη μου
ειλικρινά δικός σου
Λ."
Δίπλωσα το γράμμα, το έβαλα στο φάκελο, έσβησα τα φώτα, άναψα το κερί και περίμενα στο μισοσκόταδο. Το είχα βρει το πρωί, μόλις που είχα σηκωθεί στο τραπεζάκι του σαλονιού. Δεν έχω ιδέα πως είχε βρεθεί εκεί ούτε ποιος ήταν ο Λ. ούτε σε ποια έγραφε. Ήξερα όμως πως αν ένα τέτοιο γράμμα έχει αποστολέα και παραλήπτη από έναν κόσμο που δε βλέπουμε, ο μόνος τρόπος για να παραληφθεί ήταν αυτός που το βρήκε να περιμένει ως τα μεσάνυχτα με αναμμένο ένα κερί μόνο. Έμεινα λοιπόν να κάθομαι στη πολυθρόνα του σαλονιού, μέσα στο σκοτάδι. Μια σχεδόν απόκοσμη σιωπή απλώθηκε στο χώρο.
Μόλις το ρολόι του κινητού μου έδειξε μεσάνυχτα η φλόγα του κεριού τρεμόπαιξε. Φαίνεται τρελό αυτό που θα γράψω αλλά είναι αλήθεια! Ένα χέρι ολόλευκο, γυναικείο, εμφανίστηκε από το πουθενά πάνω από το τραπεζάκι, σήκωσε απαλά τον φάκελο και εξαφανίστηκε σαν να ήταν κάποια οπτασία.
Έσβησα το κερί και άναψα τα φώτα. Το σαλόνι ήταν άδειο, ο φάκελος στο τραπεζάκι είχε χαθεί. Έβαλα λίγο ιρλανδικό ουίσκι στο ποτήρι μου και το κατέβασα μονομιάς. Έβαλα κι ένα δεύτερο. Σήκωσα το ποτήρι μου και έκανα μια πρόποση στους ανεκπλήρωτους έρωτες και τις μεγάλες φιλίες. Και το ήπια κι αυτό μονομιάς.
Καταραμένα Αστέρια
Κοιτώ στο νυχτερινό ουρανό·
φλεγόμενα αστέρια πέφτουν
Γέμισε το στερέωμα
με του Αψίνθου τα γεννήματα
που τώρα δηλητηριάζουν το νερό
που κάποτε πίναμε μαζί
Τώρα καυτός ανασαίνει ο αέρας
που γέμιζε τα στήθη μας
Ό,τι μας έδινε ζωή
τώρα μας σκοτώνει
Ζήσαμε μόνο όσο κράτησε
η φλογισμένη τροχιά
των καταραμένων αστεριών
*Άψινθος: Το αστέρι που στην Αποκάλυψη πέφτει και δηλητηριάζει το ένα τρίτο των νερών.
Δευτέρα 16 Ιουνίου 2025
Αντίστροφα
Κοιτώ το ρολόι
να γυρνά προς τα πίσω
Βλέπω τις ρυτίδες να φεύγουν
από το πρόσωπό μου
Σε συναντώ ξανά -
και σου χαμογελώ με κόπο
Δεν με πλήγωσε η φυγή
μα η αναζήτηση που ποτέ δεν ήρθε
Κυριακή 15 Ιουνίου 2025
Έρωτες: Στην πόλη
https://edromos.gr/me-ochima-tin-poiisi-pamplo-neroyda-1904-1973-4/
Πάμπλο Νερούδα
Φοιτητικός έρωτας εαρινός
με κερασιές φλεγόμενες στα φτωχικά δρομάκια
και με τα τραμ να στριγγλίζουν στις γωνίες,
με κορίτσια σαν το κρύο νερό, κορμιά
πλασμένα με χιλιάνικο πηλό, λάσπη και χιόνι,
και από φως και μαύρη νύχτα, όλα μαζί ένα,
αγιόκλημα ριγμένο στο κρεβάτι
με τη Ρόσα ή τη Λίνα ή την Κάρμεν ήδη γυμνές
και με το μυστήριό τους μάλλον εξηγημένο
ή να ’ναι, έστω, κάπως μυστήριες ακόμα, καθώς κυλούσαν
στην αγκαλιά, ή στη σπείρα ή στον πύργο
ή στον κατακλυσμό γιασεμιών και στομάτων.
Έγινε χτες ή αύριο εκείνη η φευγαλέα
άνοιξη; Ω ρυθμέ
της ηλεκτρισμένης μέσης,
ω πεντακάθαρε σπασμέ του σπέρματος
που πετάγεται απ’ το τούνελ του να γίνει είδος
και η νικημένη εσπέρα να ’ναι μ’ έναν νάρδο
μισοκοιμισμένη και στα χαρτιά μου ανάμεσα
με τις αράδες τις δικές μου εκεί συρμένες,
με τη ζύμη την άμιχτη, με το κύμα,
με την περιστέρα και με την κόμη λυμένη.
Έρωτες του χτες, γρήγοροι
και διψασμένοι, κλειδί το κλειδί συνταιριασμένοι,
μαζί με όλη την περηφάνια του μοιρασμένου πράγματος!
Η ποίησή μου – έχω τη γνώμη – δεν θεμελιώθηκε
στη μοναξιά, όχι, αλλά σ’ ένα κορμί,
σε κορμιά κι άλλα κορμιά, που
είχαν δέρμα όλο από φεγγαρήσιο φως
και απ’ των φιλιών της γης την αφθονία.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής
Σάββατο 14 Ιουνίου 2025
Χαμίντ Σαμπζεβαρί: Ο Ιρανός ποιητής του οποίου οι στίχοι έγιναν ο παλμός της Ισλαμικής Επανάστασης
Αρθρογράφος: Humaira Ahad
Ήταν ένα κρύο πρωινό του Φεβρουαρίου του 1979, όταν οι δρόμοι της Τεχεράνης ήταν γεμάτοι με ανυπομονησία για κάτι θεαματικό.
Εκατομμύρια άνθρωποι είχαν συγκεντρωθεί για να δουν τον αρχιτέκτονα της Ισλαμικής Επανάστασης, Ιμάμη Χομεϊνί, ο οποίος επέστρεφε μετά από 14 ολόκληρα χρόνια εξορίας.
Ανάμεσα στα δημοφιλή συνθήματα, το εμβληματικό ποίημα του Χαμίντ Σαμπζεβαρί «Χομεϊνί, ω Ιμάμη» αντηχούσε στον αέρα καθώς μια χορωδία φωνών καλωσόριζε τον αγαπημένο τους πρωτοπόρο.
Αν και αρχικά αδημοσίευτοι, οι στίχοι είχαν ήδη κυκλοφορήσει αθόρυβα, διαδομένοι μέσω κασετών που διακινούνταν μεταξύ των επαναστατικών κύκλων κατά τη διάρκεια του υποστηριζόμενου από τη Δύση καθεστώτος Παχλεβί, σε μια εποχή που οι προετοιμασίες για μια ιστορική εξέγερση υπό την ηγεσία του Ιμάμη Χομεϊνί κέρδιζαν ραγδαία δυναμική σε όλο το Ιράν.
Οι αφιερωμένοι στίχοι του ποιήματος σύντομα θα καθόριζαν τον συναισθηματικό τόνο της Ισλαμικής Επανάστασης που τερμάτισε τη δικτατορία των Παχλεβί και άνοιξε το δρόμο για την Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν.
Το «Χομεϊνί, ω Ιμάμη!» έγινε ένας επαναστατικός ύμνος που ενσάρκωνε τη θυσία, την ανυπακοή και την πίστη στο όραμα ενός νέου Ιράν. Η στιγμή σηματοδότησε μια σύγκλιση τέχνης και δράσης, και ο Σαμπζεβαρί, ο «πατέρας της επαναστατικής ποίησης», βρισκόταν στην καρδιά της.
Πρώτα χρόνια: Ένας ποιητής γεννημένος στην αντίσταση
Ο Σαμπζεβάρι γεννήθηκε ως Χοσεΐν Άκα-Μομταχένι το 1926 στην ιστορική πόλη Σαμπζεβάρ, στο βορειοανατολικό Ιράν.
Μεγαλωμένος κατά την εποχή της υποστηριζόμενης από τη Δύση μοναρχίας Παχλεβί, τα πρώτα του χρόνια σημαδεύτηκαν από κακουχίες, πολιτική ένταση και τη διαρκή ενθύμηση του φόβου.
Τα γεγονότα του 1941 — η αγγλοσοβιετική εισβολή στο Ιράν και η επακόλουθη κοινωνικοοικονομική κατάρρευση — άφησαν ένα ανεξίτηλο αποτύπωμα στην ποιητική του συνείδηση.
Ο Σαμπζεβάρι άρχισε να γράφει ποίηση σε ηλικία 14 ετών, ξεχειλίζοντας την οργή του για τις αδικίες που διέπραττε το καθεστώς των Παχλεβί σε ένα σημειωματάριο με τίτλο «Φαριάντ Ναμέ» ή «Βιβλίο Θρήνων».
Αυτή η συλλογή αντανακλούσε τη φωνή ενός νεαρού άνδρα που ήταν εμπλεκόμενος στους αγώνες της κοινωνίας.
Τα πρώιμα ποιήματα του Σαμπζεβάρι μαρτυρούν την απελπισία, την ανισότητα και τα σιωπηλά βάσανα του ιρανικού λαού. Ακόμη και πριν από το κίνημα που κορυφώθηκε με την Ισλαμική επανάσταση, η ποίησή του διακατεχόταν από τον ρυθμό της αντίστασης.
Ο ρόλος του στίχου στην πολιτική αλλαγή
Ο Σαμπζεβάρι σπούδασε με επιτυχία τις κλασικές περσικές φόρμες — σονέτα, δίστιχα, λευκά στίχους, αλλά απέρριψε την ιδέα ότι η ποίηση θα έπρεπε να περιορίζεται σε μια λογοτεχνική παράδοση.
Εκτός από την αισθητική της αξία, η ποίηση ήταν ένα πολιτικό εργαλείο για τον θρυλικό Ιρανό ποιητή. Ήταν επίσης ένα μέσο εκπαίδευσης, ανυπακοής και κινητοποίησης για δικαιοσύνη.
Ο Σαμπζεβάρι πίστευε ότι μια επανάσταση δεν διεξάγεται αποκλειστικά στα πεδία των μαχών και στους διαδρόμους της εξουσίας· ο σπόρος της βλασταίνει στο μυαλό των απλών ανθρώπων.
Κατά την περίοδο που προηγήθηκε της Ισλαμικής Επανάστασης του 1979, η ποίησή του έγινε μέσο για την αφύπνιση της συνείδησης, προσφέροντας παρηγοριά και ώθηση για την εξέγερση ενάντια στην καταπίεση. Συνέβαλε στον καθορισμό του συναισθηματικού και ιδεολογικού τοπίου της Ισλαμικής Επανάστασης.
Πολλά από τα ποιήματα του Σαμπζεβάρι διασκευάστηκαν σε επαναστατικούς ύμνους, δίνοντας φωνή σε ένα κίνημα που ορίζεται από την ισότητα, τη δικαιοσύνη και την απόρριψη της δυτικής κυριαρχίας.
Ένα από τα πιο διάσημα έργα του, το «ΗΠΑ, ΗΠΑ, Ντροπή για τις απάτες σας!», κέρδισε δημοτικότητα μετά την κατάληψη της αμερικανικής πρεσβείας, γνωστής και ως «Φωλιά Κατασκοπείας», στην Τεχεράνη το 1979.
Με τον βροντερό ρυθμό του, το ποίημα έγινε ένα πολιτιστικό τραγούδι του αναγεννώμενου ιρανικού έθνους, συμπυκνώνοντας την οργή του έθνους για την αιώνια χειραγώγηση που ασκούν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.
Μετά την Ισλαμική Επανάσταση, ο Σαμπζεβάρι συνέθεσε το τραγούδι «Αυτό είναι το κάλεσμα της ελευθερίας από την Ανατολή». Οι στίχοι αντανακλούσαν την υπερηφάνεια ενός λαού που διεκδικούσε την ανεξαρτησία του και επιδίωκε να χτίσει ένα έθνος που βασίζεται στην αξιοπρέπεια, την αντίσταση και την αυτοδιάθεση.
Επαναστατική φωνή στην υπηρεσία του λαού
Ο Σαμπζεβάρι έγραφε για να αφηγηθεί τους αγώνες του λαού, να γιορτάσει τους θριάμβους του και να θρηνήσει τους μάρτυρες του. Οι στίχοι του έγιναν μέρος της εξελισσόμενης ταυτότητας της Ισλαμικής Δημοκρατίας.
Όταν ο Ιμάμης Χομεϊνί κήρυξε την τελευταία Παρασκευή του Ραμαζανιού ως Ημέρα Κουντς — μια παγκόσμια ημέρα αλληλεγγύης με τον παλαιστινιακό σκοπό, ο Σαμπζεβαρί έγραψε ένα δυνατό ποίημα με τίτλο «Hampay-e Jellodar» (Πορευόμενοι ενωμένοι).
Ο Ιμάμης Χομεϊνί επαίνεσε το ποίημα, μια χειρονομία που εδραίωσε τη θέση του Σαμπζεβαρί όχι μόνο ως ποιητή της επανάστασης, αλλά και ως δυναμικού και ισχυρού πολιτιστικού πρεσβευτή της.
Το ξέσπασμα του Επιβεβλημένου Πολέμου τη δεκαετία του 1980 σηματοδότησε ένα άλλο κεφάλαιο στην επαναστατική ποιητική αποστολή του Σαμπζεβάρι. Ταξίδεψε στο νότιο μέτωπο του πολέμου, επισκεπτόμενος Ιρανούς στρατιώτες στο Αμπαντάν και σε άλλες εμπόλεμες ζώνες.
Ήταν στα σύνορα όπου συνέθεσε το «Ευλογημένη Είναι Αυτή η Νίκη», έναν συγκινητικό ύμνο που κέρδισε εθνική προβολή μετά την απελευθέρωση της Χοραμσάχρ το 1982.
Το ποίημα έγινε μέρος της συναισθηματικής μνήμης του πολέμου, ένας φόρος τιμής στις υποδειγματικές θυσίες των Ιρανών και μια απόδειξη της διαρκούς πεποίθησης του Σαμπζεβάρι ότι η ποίηση πρέπει να προκύπτει από τη βιωματική εμπειρία και όχι απλώς από την μακρινή παρατήρηση.
Ο Σαμπζεβάρι συνέθεσε επίσης βαθιά συναισθηματικά φορτισμένες ελεγείες για τους εμβληματικούς ηγέτες που δολοφονήθηκαν κατά τα πρώτα χρόνια της εγκαθίδρυσης της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν.
Συνέθεσε μονωδίες για τον Ayatollah Mahmoud Taleqani, τον Ayatollah Mohammed Beheshti, τον Ayatollah Murtaza Motahhari, τον Dr. Ali Shariati, τον Dr. Mostafa Chamran και πολλούς άλλους μάρτυρες της επανάστασης.
Οι γεμάτοι δύναμη στίχοι του ποιητή έγιναν καύσιμο για ιδεολογική αντοχή, μετατρέποντας αυτές τις απώλειες σε δημόσια δέσμευση στον υψηλό σκοπό της Ισλαμικής Επανάστασης.
Ένας Λογοτεχνικός Δεσμός: Αγιατολάχ Χαμενεΐ και Σαμπζεβαρί
Μία από τις πιο σημαντικές πτυχές της μετέπειτα ζωής του Σαμπζεβαρί ήταν η στενή του σχέση με τον Ηγέτη της Ισλαμικής Επανάστασης, Αγιατολάχ Σεγέντ Αλί Χαμενεΐ.
Οι δύο μοιράζονταν επαναστατικά ιδανικά και ένα βαθύ πάθος για την περσική λογοτεχνία. Ο Ηγέτης παρακολουθούσε συχνά συνεδρίες ποίησης στο σπίτι του Σαμπζεβάρι στην Τεχεράνη, ιδιαίτερα στις τακτικές συγκεντρώσεις συγγραφέων και στοχαστών τα βράδια του Σαββάτου.
Σε μία από τις ιδιωτικές συναντήσεις τους, ο Αγιατολάχ Χαμενεΐ ενθάρρυνε τον Σαμπζεβαρί να συγκεντρώσει και να δημοσιεύσει τα έργα του σε συλλογή. Ο Ηγέτης μάλιστα προσφέρθηκε να γράψει την εισαγωγή των τόμων. Τελικά εκδόθηκαν δύο τόμοι, ο καθένας συνοδευόμενος από έναν πρόλογο του Ηγέτη.
Αυτή η υποστήριξη επιβεβαίωσε τη θέση του Σαμπζεβάρι ως εθνικού επαναστατικού ποιητή, μιας προσωπικότητας της οποίας η λογοτεχνική συνεισφορά βοήθησε στη διαμόρφωση της ιδεολογικής και πολιτιστικής βάσης του μεταεπαναστατικού Ιράν.
Ο Αγιατολάχ Χαμενεΐ περιέγραψε τον Σαμπζεβαρί ως έναν ταλαντούχο ποιητή που πάντα υποστήριζε τα επιτεύγματα της Ισλαμικής Επανάστασης μέσα από τα έργα του. Επαινώντας τον ποιητή, ο Ηγέτης είπε: «Τα τραγούδια του, τα μακροσκελή ποιήματά του, καθώς και οι εύστοχα γραμμένες, ουσιαστικές ωδές και σονέτα του χάρισαν στην επανάσταση έναν ωφέλιμο λογοτεχνικό πλούτο».
Ο επαναστάτης ποιητής του Ιράν, του οποίου οι στίχοι μετέφεραν τις ελπίδες, τα τραύματα και το πνεύμα ενός έθνους σε μετάβαση, απεβίωσε στις 12 Ιουνίου 2016 στην Τεχεράνη.
Υπενθύμισε στον κόσμο ότι οι λέξεις, όταν διαμορφώνονται από ακεραιότητα και πεποίθηση, μπορούν να εμπνεύσουν τους ανθρώπους, να διαμορφώσουν την ιστορία και να ορίσουν μια γενιά.
Εν τω Βεελζεβούλ
Παρασκευή, 13/6/2025
Ήταν περασμένες τέσσερις όταν ξύπνησα από τον πόνο. Από την πείνα. Από το ουρλιαχτό του κενού μέσα μου. Ένιωθα την σκοτεινιά του, την αντιύλη του να απλώνεται στα οστά, στα εσωτερικά όργανα, στους μύες μου. Ήξερα πως έπρεπε να βγω έξω το συντομότερο δυνατό, πριν βλάψω κανέναν εντός του σπιτιού.
Ντύθηκα όσο πιο γρήγορα και αθόρυβα μπορούσα. Μόνο ο σκύλος μου με συνόδευσε δειλά ως την πόρτα. Οι υπόλοιποι γνώριζαν τι έπρεπε να κάνουν. Προσποιήθηκαν πως κοιμούνται.
Βγήκα έξω. Η ησυχία μπλεκόταν με το σκοτάδι της νύχτας δημιουργώντας έναν μυστηριακό καμβά. Τα αστέρια, όσα επέτρεπαν να φανούν τα φώτα της πόλης, τρεμόπαιζαν στον νυχτερινό ουρανό. Το φεγγάρι ολοκλήρωνε τον στολισμό του στερεώματος.
Άρχισα να περπατώ. Χωρίς κάποιον προορισμό. Απλά πάλευα να ξεφύγω. Το γρύλισμα του σκοτεινού τίποτα μέσα μου όλο και δυνάμωνε. Καταλάβαινα πως είχε σκοπό να πάρει τον έλεγχο. Και πως αισθανόταν αρκετά δυνατό για να τα καταφέρει αυτή τη φορά.
Έκανα μια στάση σε ένα πάρκο και κάθισα να ξεκουραστώ σε ένα από τα παγκάκια του. Εκείνη την ώρα τα κοτσύφια άρχιζαν να κελαηδούν τις πρώτες πρωινές τους μελωδίες. Μόλις όμως αντιλήφθηκαν την παρουσία μου σταμάτησαν το τραγούδι τους. Και όχι μόνο αυτά. Κάθε ήχος που ακουγόταν εκείνη την ώρα σταμάτησε. Ναι, δεν ήταν και πολλοί αλλά η πλήρης διακοπή τους έγινε αμέσως αισθητή.
Αλλά και τα φώτα των λαμπτήρων, φάνηκαν να χάνουν τη λάμψη τους. Το ηλεκτρικό τους φως φαινόταν να υποχωρεί μπροστά σε κάποια επέλαση του σκοταδιού. Τα δρομάκια και τα στενά γύρω από το πάρκο είχαν γίνει θεοσκότεινα όμως το σκοτάδι τους φαινόταν να πάλλεται, να κινείται λες και ήταν ζωντανό κυκλώνοντας τη μικρή πράσινη όαση. Άκουσα ένα σαρδόνιο γέλιο να βγαίνει από τα σπλάχνα μου. Άρχισα να ιδρώνω από αγωνία. Έπρεπε να κινηθώ αμέσως. Μόνο όταν βρισκόμουν σε κίνηση μπορούσα να ανακτήσω τον αυτοέλεγχό μου.
Έφυγα σαν τρελός προς τον μοναδικό κάπως φωτισμένο δρόμο και ξοπίσω ακολουθούσαν σαν ορδές νομάδων πολεμιστών οι σκιές. Έτρεχα σαν η ζωή μου να εξαρτιόταν από την ταχύτητά μου. Ίσως και έτσι να ήταν. Είχα ιδρώσει και τα πόδια μου άρχισαν να σκοντάφτουν. Έκοψα ταχύτητα και κοίταξα γύρω μου. Δεν υπήρχαν πια σκιές. Και εκείνη η απόκοσμη σιωπή είχε φύγει αφήνοντας ελεύθερους τους ήχους της κοιμισμένης πόλης.
Και τότε, μπροστά μου, πίσω από μία στροφή του δρόμου άκουσα φωνές. Ανθρώπινες φωνές, ταραγμένες, φοβισμένες. Πλησίασα να δω τι συμβαίνει. Η εξώπορτα ενός διώροφου σπιτιού ήταν ορθάνοικτη· η λάμπα από πάνω την αναμμένη, όπως και αναμμένο ήταν και το φως της σκάλας. Μία γυναίκα, μεγάλης ηλικίας, όχι πολύ μεγάλης όμως, βγήκε με τη νυχτικιά της έξω έχοντας τα χέρια στο κεφάλι της. Χωρίς να προσέξει τη παρουσία μου, κλαίγοντας και μουρμουρίζοντας κάτι έφτασε μπρος μου. Κατέβασε τα χέρια της και με κοίταξε από πάνω ως κάτω. "Εσύ", μου είπε, " εσύ κάτι θα μπορείς να κάνεις για να βοηθήσεις".
Με τράβηξε από το μανίκι του ράσου και με έβαλε μέσα. Με οδήγησε στο πρώτο διαμέρισμα στο ισόγειο. Μόλις με είδαν οι πέντε άνθρωποι που ήταν εκεί παραμέρισαν και άφησαν να φανερωθεί μια κοπέλα, μικρής ηλικίας, ανήλικη μάλλον ακόμα σε τρομερά άσχημη κατάσταση. Πρόσωπο παραμορφωμένο, στα όρια του ανθρώπινου, άκρα λυγισμένα με εντελώς αφύσικο τρόπο, αφρός να βγαίνει από το στόμα της και γρυλίσματα να εναλλάσσονται με ακατάληπτες φράσεις να βγαίνουν από τις φωνητικές της χορδές. "Βοήθησέ τη σε παρακαλούμε" είπαν σχεδόν με μία φωνή.
Το σκοτάδι μέσα μου με έκανε να διπλωθώ στα δύο από τον πόνο. Το γέλιο του και οι κραυγές θριάμβου του με ξεκούφαναν. Έπιασα το κεφάλι μου και έπνιξα μία φωνή.
Τότε, σαν να μην είχα κανέναν έλεγχο, το σώμα μου στάθηκε όρθιο και το δεξί μου χέρι ακούμπησε το κεφάλι της κοπέλας. Εκείνη ούρλιαξε με χιλιάδες φωνές και αφού ανασηκώθηκε για λίγο έπεσε λιπόθυμη ενώ η πείνα μέσα μου έσβηνε. Τώρα όμως, το πρόσωπό της ήταν γαλήνιο, τα μέλη της ξανά φυσιολογικά και η αναπνοή της ήρεμη, σαν παιδιού που κοιμάται.
Οι συγγενείς της, οικογένειά της, είχαν μείνει άφωνοι. Σε λίγα δευτερόλεπτα αναλώθηκαν σε δάκρυα. Με αγκάλιαζαν και με έλεγαν άγιο. Με προσκάλεσαν να κάτσω, να μου βάλουν να φάω. Κανείς τους δε σκέφτηκε να με ρωτήσει, τι στην ευχή έκαναν τέτοια ώρα έξω από το σπίτι τους. Εν τω μεταξύ η πείνα μέσα μου είχε εξαφανιστεί πια τελείως, το κενό είχε αναδιπλωθεί στο τίποτα και τα γέλια δεν ακούγονταν πια.
Τους ευχαρίστησα, τους είπα πως δε μπορούσα να μείνω και βγήκα γρήγορα έξω. Καθώς απομακρυνόμουν τους άκουσα να λένε για την αγιότητα που σίγουρα είχα και για το πως εξόρκισα τα δαιμόνια και για το ότι σίγουρα ήμουν θεόσταλτος.
Εγώ προσπαθούσα να βρω το δρόμο για το σπίτι μου- θα το κατάφερνα μετά από λίγη ώρα. Κοντοστάθηκα λίγο και στα αυτιά μου ακούγονταν αντί δοξολογίας τα λόγια των Φαρισαίων που όμως εδώ μάλλον έβρισκαν τον στόχο τους: "ούτος ουκ εκβάλλει τα δαιμόνια ειμί εν τω Βεελζεβούλ, άρχοντι των δαιμονίων".
Παρασκευή 13 Ιουνίου 2025
Παλιάτσος
Αν νιώθεις από την κούραση
πως σου 'ρχεται να κλάψεις
βγες και βάλε μια φωνή
καθόλου μη διστάσεις !
Αμέσως παλιάτσος θα ντυθώ
του παλατιού γελοίος
το βάρος απ' τους ώμους σου
θα σηκωθεί τελείως
Με τραβηγμένα χωρατά
κι αστεία χοντροκομμένα
χαμόγελο θα γεννηθεί
στα χείλη τα σφιγμένα
Και λόγω της γνωριμίας μας
καλή τιμή θα κάνω
μιας κι από τα αισθήματα
τίποτα δε βάζω πάνω
Πέμπτη 12 Ιουνίου 2025
Η Νόθα Πίστη
Ρώτησα κάποτε
της Κόλασης τον Αφέντη:
"γιατί εμάς τους ανθρώπους
μισείς τόσο πολύ;"
Κι εκείνος γρυλίζοντας απάντησε:
"Επειδή
με την πίστη σας τη νόθα
στον Θεό
μου κλέβετε τη δουλειά"
Τετάρτη 11 Ιουνίου 2025
Κυριακή 8 Ιουνίου 2025
Κι ο Χάρος να σου χαμογελάσει
Βγήκε να περπατήσει στη παραλία παρά το ψιλόβροχο. Ο καιρός δεν την ένοιαζε και δε μπορούσε να την εμποδίσει. Δάκρυα είχαν θολώσει την όρασή της. Δεν την ένοιαζε όμως. Άλλωστε γι' αυτό είχε βγει. Για να κλάψει. Μακριά από τα βλέμματα των δικών της. Δεν ήθελε να τους βαρύνει με την απώλεια με την οποία έπρεπε να αναμετρηθεί.
Είχαν κάμποσα χρόνια να συναντηθούν μα αυτό δεν επηρέασε τη σχέση τους, η οποία παρέμεινε ζεστή και γλυκιά. Τώρα, όμως είχε έρθει το τέλος. Και με τρόπο αναπάντεχο. Άλλωστε σπάνια ο θάνατος προειδοποιεί πριν πάρει κάποιον στα κατάμαυρα φτερά του.
Πόση ώρα είχε περάσει που περπατούσε; Δεν μπορούσε να υπολογίσει. Η κούραση όμως που ένιωθε και ο πόνος στα πόδια της την ειδοποίησαν πως μάλλον είχε αρκετή ώρα που προσπαθούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά της. Βρήκε ένα παγκάκι και κάθισε εκεί. Έβαλε το γλυκό της πρόσωπο μέσα στα χέρια της και άφησε πια τα δάκρυα ελεύθερα να κυλήσουν. Δεν ένιωσε την ανακούφιση που περίμενε και αναζητούσε. Το βάρος που έσφιγγε τη καρδιά της δε θα διαλυόταν τόσο εύκολα από τα αλμυρά της δάκρυα που τώρα πια είχαν πάρει τη μορφή ρυακιού πάνω στα μάγουλά της.
Ξαφνικά, ένα απαλό μα και ψυχρό αεράκι της χάιδεψε τα μαλλιά. Υπήρχε κάτι παράξενο, απόκοσμο σε αυτόν τον αέρα. Την έκανε να αισθανθεί παράξενα. Σταμάτησε να κλαίει.
Ένιωσε μια παρουσία δίπλα της. Σκούπισε τα μάτια της και γύρισε να κοιτάξει. Ένας άντρας, ντυμένος στα μαύρα με μια ζακέτα με κουκούλα η οποία κάλυπτε το πρόσωπό του. Της μίλησε με μια απαλή φωνή, αδιόρατα γνώριμη και καθησυχαστική. "Συγγνώμη, μη με παρεξηγήσετε, μα σας είδα να κλαίτε και ανησύχησα. Μη το πάρετε στραβά, δεν είμαι κανένας πέφτουλας αλλά ήθελα να σας ρωτήσω μήπως σας συνέβη κάτι, μήπως μπορώ να βοηθήσω..."
Εκείνη, προσπαθώντας να μαζέψει τα δάκρυά της πια και με τρεμάμενη φωνή τον ευχαρίστησε, του μίλησε για τον θάνατο του αγαπημένου φίλου της, για το βάρος που ένιωθε, για τις τύψεις που τη βάραιναν, για το πως ίσως μπορούσε να τον βοηθήσει, να του αφιερώσει λίγο παραπάνω χρόνο, του μίλησε για όλα αυτά που σκεφτόταν.
Ο μαυροφορεμένος άντρας με εκείνη τη τόσο απροσδιόριστα γνώριμη και καθησυχαστική φωνή του της είπε πως ο φίλος της σίγουρα ήταν απόλυτα ευχαριστημένος που είχε αξιωθεί να έχει μια τέτοια φίλη και πως σίγουρα έφυγε από τη ζωή γεμάτος ευγνωμοσύνη για τη γνωριμία τους. Τη διαβεβαίωσε, με τρόπο παράδοξα πειστικός πως εκείνος είναι πλέον σε ένα καλύτερο μέρος, σε μια ανώτερη κατάσταση ύπαρξης και πως συνεχίζει να τη βλέπει και θα ήθελε να τη δει για μια ακόμα φορά να χαμογελά.
Και πράγματι, χωρίς καν να καταλάβει πως έγινε αυτό, τα χείλη της σχημάτισαν ένα ζεστό χαμόγελο. Μόλις το συνειδητοποίησε, ντράπηκε λίγο και έστρεψε το βλέμμα της στο έδαφος, κοιτώντας για λίγο το γρασίδι. Όταν κοίταξε ξανά προς τη μεριά του παράξενου εκείνου άντρα αυτός είχε εξαφανιστεί! Και τότε κατάλαβε γιατί η παρουσία του της ήταν ευχάριστη αν και δεν τον γνώριζε και πλέον ήξερε που είχε ξανακούσει τη φωνή του. Μα ήταν δυνατόν; Εκείνος ήταν...Όχι, όχι, δε θα μπορούσε...θα μπορούσε;
Το ψιλόβροχο είχε αρχίσει να με ενοχλεί. Αλλά δε θα του τη χάριζα. Μπορούσε να εξαφανίζεται από τα μάτια των άλλων ανθρώπων αλλά όχι κι από τα δικά μου. Ζω σε ένα κόσμο όπου οι νεράιδες χορεύουν στα ποτάμια και τα στοιχεία στήνουν παγίδες στους περαστικούς στα σταυροδρόμια. Οπότε αυτό το κόλπο της εξαφάνισης δε θα έπιανε σε μένα! Τον περίμενα στο στενάκι στο οποίο είχε χωθεί.
-Ένας άγγελος θανάτου παίρνει τη μορφή αγαπημένου εκλιπόντος για να παρηγορήσει μια θρηνούσα φίλη του; Τι άλλο θα δω! Μήπως ερωτεύτηκες φτερωτέ; Δε μπορώ να σε φανταστώ με λευκά φτερά και τόξο στα χέρια σου!
-Πρόσεχε τα λόγια σου θνητέ, μήπως αποφασίσω να πάρω κι εσένα μαζί μου στον Κάτω Κόσμο!
-Οι απειλές σου δε με φοβίζουν. Ξέρω πως δουλεύουν αυτά. Πρόσεχε πάντως φτερωτέ. Αυτοί οι έρωτες δεν έχουν τέλος όπως στις αισθηματικές ταινίες. Συνήθως καταλήγουν σε πιο κοσμογονικές καταστάσεις.
-Κοίτα τη δουλειά σου και χάσου από μπροστά μου.
Άνοιξε τα μαύρα φτερά του και πέταξε. Γύρισα και κοίταξα την κοπέλα που τώρα ήταν σχεδόν χαμογελαστή τώρα. Ξανακοίταξα στον ουρανό. "Ακόμα και ο θάνατος μπορεί να δείξει ανθρωπιά;" αναρωτήθηκα και κατευθύνθηκα προς το πιο κοντινό μπαρ που ήταν ανοικτό...
Σάββατο 7 Ιουνίου 2025
Νυχτερινοί ψίθυροι της Εδέμ
Φίδι της Εδεμ,
το σκοτάδι σέρνεται
μέχρι την αυγή.
--
Ως να χαράξει
τα πλάσματα της νύχτας
στήνουνε χορούς
--
Μια ψευδαίσθηση
η σιωπή του κόσμου
τούτες τις ώρες
--
Αφουγκράσου τους
πέρα από τους ήχους
πνευμάτων ύμνοι
--
Μόλις φωτίσουν
οι πρώτες ηλιαχτίδες
παύει η γιορτή
Ο περιπατητής
«Μια πολύ δυσάρεστη αίσθηση με διαπέρασε καθώς έμπαινα στο άδειο δωμάτιο. Σε εκείνο το κάποτε φιλόξενο, οικείο, ζεστό μέρος όπου έβρισκα καταφύγιο. Τώρα, αν και μεσημέρι, το μόνο που συνάντησα ήταν σκοτάδι και παγωνιά. Παγωνιά μια τέτοια ζεστή ημέρα του Απρίλη; Κι όμως.
Πίσω από το ράφι με τα βιβλία ξεπρόβαλε μια αράχνη. Με κοίταξε περιπαικτικά, έτριψε τα μπροστινά της πόδια και χαμογέλασε με εκείνα τα σαγόνια που μπορούν σε δευτερόλεπτα να σκοτώσουν το θύμα που πιάνεται στον ιστό της. "Άδειασε ξαφνικά, ε; Όχι το δωμάτιο αλλά η καρδιά σου...Ανόητε, είσαι πιο πολύ πιασμένος στον ιστό ακόμα κι από εκείνο το μυγάκι που έφαγα το πρωί!".
Έκανα να τη λιώσω με το χέρι μου αλλά πήγε και κρύφτηκε πίσω από τα βιβλία μου ξανά. Δεν τη κυνήγησα. Άλλωστε ήξερα καλά πως είχε δίκιο. Το κενό δεν ήταν στο δωμάτιο. Το κενό βρισκόταν μέσα μου και εξαπλωνόταν. Με έτρωγε σιγά σιγά.
Προσπάθησα να ξαπλώσω αλλά το κρεβάτι φαινόταν να είναι στρωμένο με κοφτερές πέτρες. Κι ας ήταν τόσο μαλακό το πρωί που ξύπνησα. Πήρα μια βαθιά ανάσα και κατάλαβα πως ο αέρας είχε γίνει βαρύς, πνιγηρός. Μια μυρωδιά σαν θειάφι με έπνιγε. Η αράχνη, η οποία είχε σκαρφαλώσει πια στο ταβάνι και κρεμόταν από εκεί σε μια λεπτή μεταξένια κλωστή ιστού κάγχασε: "Και έτσι τελειώνουν τα όνειρα των ανόητων, ξυπνώντας σε έναν εφιάλτη!"
Πήγα στη κουζίνα και έβαλα λίγο νερό σε ένα ποτήρι. Προσπάθησα να το πιω μα η γεύση του μου φάνηκε πικρή. Άφησα το ποτήρι και έσκυψα το κεφάλι ακουμπώντας στον νεροχύτη. Αν δεν είχα την περηφάνια της νεότητας μάλλον θα άφηνα ένα δάκρυ, έστω ένα να κυλήσει. Άκουσα την αράχνη να γελά μέσα από το δωμάτιο ξανά.
Πήρα τα κλειδιά μου και βγήκα έξω. Σκέφτηκα πως λίγο περπάτημα θα με βοηθούσε να καθαρίσω το μυαλό μου. Ίσως και να την έβρισκα στον σταθμό να με περιμένει. Ίσως να μην είχε φύγει. Ξεκίνησα να περπατώ. Πέρασα και από τον σταθμό. Δεν ήταν εκεί. Είχε πάρει το τρένο την προκαθορισμένη ώρα.
Η πόλη μου έμοιαζε πια πολύ μικρή. Πολύ γκρίζα. Πολύ νεκρή. Συνέχισα να περπατώ. Δε γύρισα ποτέ ξανά στο δωμάτιό μου. Ακόμα και όταν ο δρόμος μου με έφερε ξανά πίσω στη πόλη, δε πέρασα από το δωμάτιο. Δεν είχε νόημα πια. Έκτοτε περπατώ. Περπατώντας έχω διασχίσει χώρες και ηπείρους. Πόσο μικρός και ασφυκτικός είναι ο κόσμος. Ακόμα τη ψάχνω και ας μου είπαν πως έχει από χρόνια πια πεθάνει. Εγώ θα συνεχίσω να τη γυρεύω. Και να περπατώ...»
Αυτά μου είπε στη σύντομη συνάντηση που είχαμε. Τον κοιτούσα καθώς απομακρυνόταν προς μια κατεύθυνση που πουθενά δεν θα τον έβγαζε αφού πια ο προορισμός του είχε χαθεί. Είχε φύγει με το τρένο πριν από πολλά πολλά χρόνια...
Παρασκευή 6 Ιουνίου 2025
Μυστικές μελωδίες του σύμπαντος
Τις μυστικές χορδές
του σύμπαντος
να πάλλονται ακούω
Η μουσική
που παράγεται
ζωογονεί τ' αστέρια
Βουτώ σε μελωδίες
αρχέγονες, μελλοντικές
πρώτα γεννήματα του φωτός
στερνές του σκοταδιού μητέρες,
στο χάος και την τάξη
αναζητώντας τη φωνή σου
Πέμπτη 5 Ιουνίου 2025
Δάκρυα για έναν βρυκόλακα
Και ποιος θα κλάψει
για του βρυκόλακα στη μοίρα;
Θα λυπηθεί κανείς
τούτο το άθλιο νεκρό σαρκίο
που τους ζωντανούς στοιχειώνει;
Δάκρυ θα κυλήσει στο μάγουλο
καθώς ο απέθαντος γυρεύει
με αίμα τη πείνα του να χορτάσει;
Ξεχασμένος από τους συγγενείς
και από τους φίλους μισητός
χωρίς θάνατο περπατά
μα και χωρίς ίχνος ζωής πορεύεται
Δε βλέπει όνειρα όταν κοιμάται
δεν ελπίζει όταν ξυπνά
Απλά τη πείνα του ζητά
μάταια να κορέσει...
Τετάρτη 4 Ιουνίου 2025
Στο προσκεφάλι σου
Πάνω από το προσκεφάλι σου
σαν νυχτοπεταλούδα
αθόρυβα πετώ
Μη διακόψω το όνειρό σου
τρέμω,
μήπως κατά λάθος
εμένα ονειρεύεσαι.
Λίγα λόγια μυστικά
σου ψιθυρίζω
και φεύγω βιαστικά
Δεν περιμένω απάντηση
μου έφτασε που άκουσα
την ανάσα σου στο σκοτάδι
Τρίτη 3 Ιουνίου 2025
Περίπατος
Δευτέρα 2 Ιουνίου 2025
Κυριακή 1 Ιουνίου 2025
Το Σκοτάδι Ανθίζει
Αυτή τη βραδιά,
τ' αστέρια
μυριάδες πυγολαμπίδες στέλνουν,
σπόρους του έρωτα
να φυτέψουν
σε τούτη την άγονη γη
Τι μπορεί άραγε να φυτρώσει
σε έδαφος παγωμένο
από το σκοτάδι;
Μα να! Θαύμα συμπαντικό!
Ουράνιο νερό
ποτίζει και αναγεννά
τον ερημωμένο τόπο.




























