Τρίτη 6 Μαΐου 2025

Όταν οι Ήλιοι Σιωπούν

 




Είχαμε χρόνια να συναντηθούμε. Κι όμως, θα ορκιζόμουν ότι δεν είχαν περάσει παρά μόνο ελάχιστα λεπτά. Δε φαινόταν να έχει αλλάξει τίποτα πάνω της. Σε κάθε της κίνηση, η πραγματικότητα υποκλινόταν και άλλαζε ανεπαίσθητα, με τρόπο τέτοιο που μόνο το έμπειρο μάτι κάποιου αρχαίου ιεροφάντη θα μπορούσε να καταλάβει. 

Την πλησίασα σχεδόν χαμογελώντας. Τόσα χρόνια ταξίδευα σε ωκεανούς ονείρων. Είχα γεράσει πια και ήμουν αρκετά καχύποπτος με πλάσματα σαν κι εκείνη. 

Ανταπέδωσε το χαμόγελό μου και έπιασε απαλά το χέρι μου. Τα μάτια της έλαμψαν με τη λάμψη χιλιάδων αστεριών. Άκουσα τα αρχαία ερείπια, σιωπηλά για χιλιάδες χρόνια να μουρμουρίζουν τον σκοπό που εκείνη κάποτε μου τραγούδησε. Αγκαλιαστήκαμε. 

Περπατήσαμε μαζί περνώντας το λεπτό πέπλο της καθημερινότητας και βρεθήκαμε στα λιβάδια μυριάδων φαντασιών. Μιλούσαμε ασταμάτητα. Μάλλον δε μιλούσαμε. Μονάχα ακούγαμε. Τα λόγια γεννιόταν μόνα τους, χωρίς τα χείλη να χρειαστεί να κινηθούν. Μου είπε για τα μυστήρια που ξεκλείδωσε με τη γλυκύτητα που πάντα τη χαρακτήριζε. Εκείνη τη γλυκύτητα που κάλυπτε καλά την απόκρυφη γνώση της από τα αδιάκριτα βλέμματα. Της διηγήθηκα τα μοναχικά ταξίδια μου στις αμέτρητες ονειροχώρες και τους θησαυρούς γνώσεως που εκεί ανακάλυψα. 

Πάνω στον ενθουσιασμό μου που συναντηθήκαμε ξανά, της είπα πως κανένας από εκείνους τους θησαυρούς δεν μπορούσε να συγκριθεί με τη μελωδία της φωνής της. Σταμάτησε απότομα και με κοίταξε αυστηρά. Ξεροκατάπια, γνωρίζοντας πως είχα διαβεί ένα όριο που δεν έπρεπε. Πως έσπαγα τη συμφωνία αιώνων. Ένα σύννεφο κάλυψε τους τρεις ήλιους και τα δύο φεγγάρια που έλαμπαν στους ουρανούς από πάνω μας και άνεμοι σηκώθηκαν από επτά διευθύνσεις. Πισωπάτησα αφήνοντας την. Τύλιξα σφιχτά τον μανδύα μου. Τα μάτια της στιγμιαία πλημμύρισαν με θυμό. Όπως ξαφνικά εμφανίστηκε αυτός ο θυμός έτσι ξαφνικά εξαφανίστηκε. Αναστέναξε. Οι άνεμοι κόπασαν και το σύννεφο διαλύθηκε. 

Μετά από λίγο αναστέναξε και χαμογέλασε και ακούμπησε το χέρι μου απαλά. Βρεθήκαμε ξανά στο κέντρο της πόλης. Αγκαλιαστήκαμε και πάλι. Ανανεώσαμε το ραντεβού μας για όταν τα φτερουγίσματα των πουλιών θα μας έφερναν ξανά κοντά. Την είδα να χάνεται περπατώντας ανάλαφρα ανάμεσα στο πλήθος. Γύρισα και κοίταξα προς τα δυτικά. Άκουσα το κάλεσμα του πλοίου. Κάποιο όνειρο με καλούσε να πλεύσω μαζί του...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου