Τρίτη 13 Μαΐου 2025

Η Αργή Καρδιά

 


Κοιτούσα το δάχτυλό μου. Μου φαινόταν άδειο και φτωχό, σαν άπορος ζητιάνος χωρίς το δαχτυλίδι που πάντα φορούσα. Ένας θρύλος έλεγε πως το έφτιαξε ένας σπουδαίος αργυροχόος με ένα είδος ασημιού που πήρε όταν σε κάποιο όνειρο  μεσημβρινό, από εκείνα που ζεματίζει η κάψα του μεσημεριού,  ένας δαίμονας τον άρπαξε και τον οδήγησε στην Κόλαση για να τον τρομάξει. Καθώς ετοιμαζόταν να τον επιστρέψει -και αφού είχε διασκεδάσει με την τρομάρα του- ο αργυροχόος κατόρθωσε και άρπαξε ένα κομμάτι ασημιού και το έκρυψε στην τσέπη της πιτζάμας του, όσο ο δαίμονας ακόμα γελούσε. Με αυτό σκάλισε ένα δαχτυλίδι με το πρόσωπο εκείνου του δαίμονα και κάποτε μου το έδωσε ως ανταμοιβή επειδή τον βοήθησα να εξορκίσει το σπίτι της ξαδέρφης του. 

Μα το δαχτυλίδι δεν έμελλε να μείνει για πάντα στο δάχτυλό μου. Κάποτε μου το ζήτησε μια νύμφη, πάνω στη γέφυρα που πάνω από χίλιους ποταμούς περνούσε. Σε αντάλλαγμα μου έδωσε μια τούφα των μαλλιών της. Μόλις πήρε το δαχτυλίδι το κατάπιε και βούτηξε στα μαύροκόκκινα νερά της λίμνης που σχημάτιζαν τα νερά των χιλίων ποταμών. Λένε ότι το χρώμα τους τα νερά της το παίρνουν επειδή μέσα δεν αναμειγνύονται τα νερά μονάχα των ποταμών αλλά και τα πετρώματα που παρασέρνουν και που κάποια από αυτά υπάρχουν μόνο στου Άδη τις μαύρες και κόκκινες κοιλάδες.  

Η τούφα της γλίστρησε από τα δάχτυλά μου και μπήκε μέσα στο στήθος όπου και έδεσε την καρδιά μου. Από τότε οι χτύποι της είναι δύο λιγότεροι από τους χτύπους του ρολογιού όταν ο Φεβρουάριος έχει 29 μέρες και 28 νύχτες. Το αίμα μου είπαν κάποιοι που το είδαν να τρέχει από μία αόρατη πληγή έγινε κι εκείνο μαυροκόκκινο σαν τα νερά της λίμνης. 

Δεν ξαναβρήκα εκείνη τη νεράιδα όσο κι αν την έψαξα. Χάθηκε για πάντα στα νερά των χιλίων ποταμών που στροβιλίζονται σε εκείνη τη λίμνη, λίγο πιο πέρα από τη γέφυρα που από πάνω τους περνά. Μια κουρούνα κάποτε μου είπε να μη ψάχνω άδικα και πως εκείνη η νεράιδα είχε φύγει για πάντα από τα νερά της λίμνης. Πως ταξίδεψε με ένα καράβι που μπορούσε στους ουρανούς να πλέει. Όσοι της είδαν, είπαν πως χάιδευε ένα δαχτυλίδι με τη μορφή δαίμονα σκαλισμένη πάνω του και έλεγε πως ήταν δώρο του αγαπημένου της που έπρεπε για πάντα να αφήσει.

Σάστισα, επειδή ήξερα πως δεν ήμουν ο αγαπημένος της, όχι σε τούτη τη ζωή τουλάχιστον κι όχι στα μέρη εκείνα και δεν υπήρχε κανένας λόγος να με αφήσει για πάντα αφού δεν ήμασταν μαζί ποτέ. Ρώτησα την κουρούνα γιατί να το είπε αυτό μα εκείνη δε μου απάντησε...μόνο πέταξε μακριά μου. Έμεινα να κοιτώ το δάχτυλό μου. Μου φαινότανε κενό χωρίς το δαχτυλίδι και η καρδιά μου αργή σαν να είχε έρθει εκείνος ο Φλεβάρης....

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου