Κυριακή 15 Μαΐου 2022

Το ακόνιτο, επίσης λυκοκτόνο και ακονίτης

 


Πίστευε πως ήταν λύκος. Στην πανσέληνο έτρεχε μαγεμένος αλυχτώντας, παραμόνευε σαν αρπακτικό σε δρόμους, στενά και μονοπάτια, περιδιάβαινε πόλεις, κωμοπόλεις και χωριά, έτρεχε στους αστικούς δρόμους με την ίδια άνεση που σκαρφάλωνε και στα βουνά. Πολλοί τον είδαν να φορά μια λυκοκεφαλή κι ένα λυκοτόμαρο όταν εξορμούσε, άλλοι επέμεναν πως δε φορούσε ρούχα λύκου αλλά γινόταν ο ίδιος λύκος. 

Όπως και να είχε (ποιος μπορεί να βγάλει ασφαλές συμπέρασμα όταν το κρασί της αλήθειας αναμιγνύεται με το νερό της φαντασίας;) κανείς δεν τον πλησίαζε όταν είχε πανσέληνο. Τον άφηναν να τρέξει, να ουρλιάξει, να κυνηγήσει κρατώντας μια απόσταση. Έτσι κι αλλιώς σαν λύκος τους ήταν ακίνδυνος. Κανείς τους δεν είχε πια πρόβατα ή κατσίκια και ελάφια δεν υπήρχαν εκεί που κυνηγούσε. Μα και να υπήρχαν, εδώ που τα λέμε, πάλι δε θα τα πείραζε. Τα θηράματά του δεν είχαν ούτε οπλές, ούτε πόδια, ούτε σάρκα, ούτε τίποτα υλικό επάνω τους. Όχι, αυτός βρισκόταν συνεχώς στο κατόπι άυλων ιδεών και ονείρων. Ακολουθώντας τα χνάρια τους χανόταν σε δάση αόρατα που κατοικούσαν πλάσματα που τα ονόματά τους είχαν από καιρό χαθεί. Μόνο ομίχλη είχε μείνει να θυμίζει τη παρουσία τους στους ανθρώπους. Μα αυτός μπορούσε να τα δει, να τα μυρίσει, να τα κυνηγήσει και καμιά φορά να τα αρπάξει. 

Τότε ο λύκος έπεφτε για ύπνο. Κοιμόταν για εβδομάδες ολόκληρες μέχρι την επόμενη πανσέληνο. Μέχρι να τον ξυπνήσει ξανά το ασημένιο φως του φεγγαριού. Τότε οι πόλεις, τα χωριά, τα δάση τα πυκνά, γίνονταν ξανά το βασίλειό του και αυτός σαν Ρήγας περήφανος περνούσε μπροστά από τους ανθρώπους σαν αν ήταν υπήκοοί του και ξεκινούσε τη βασιλική γιορτή του κυνηγιού.


Μέχρι που χάθηκε. Μέχρι τη νύχτα που όρμηξε με το πάθος του κυνηγού σε άγνωστα λιβάδια και μακρινά οροπέδια για να μην επιστρέψει ποτέ ξανά. Είπαν πως χάθηκε. Είπαν πως παγιδεύτηκε από αυτά που κυνηγούσε. Είπαν ακόμα πως τον σκότωσαν άνθρωποι που τον ζήλευαν γιατί εκείνοι δε μπορούσαν να γίνουν λύκοι και δεν του συγχώρησαν ποτέ τη λυκανθρωπία του. Είπαν πολλά μα κανείς δεν μπορούσε τίποτα να αποδείξει. Το μόνο που ξέραμε ήταν πως χάθηκε τη βραδιά που έτρεξε μέσα σε εκείνες τις γνώριμες γι' αυτόν ομίχλες, στα ίχνη θηραμάτων που μόνος τους κυνηγός υπήρξε για πολύ καιρό.


Κάποτε, μετά από καιρό πολύ, συνάντησα έναν τροβαδούρο που τραγουδούσε το άσμα ενός λύκου που χάθηκε για πάντα. Για έναν λυκάνθρωπο που χάθηκε στα ίδια του τα βάθη. Γιατί εκεί είχε από καιρό φυτρώσει ένα μικρό άνθος λυκοκτόνου. Μια νύχτα με πανσέληνο κυνηγώντας σε δάση που δεν ανθίσαν, σε πόλεις που δεν κτιστήκαν, σε χωριά που καπνός τζακιού δε φίλησε τον αέρα τους, έφτασε σε ένα σταυροδρόμι. Αφού κοντοστάθηκε πήρε το δρόμο που δεν είχε ποτέ του ακολουθήσει ξανά. Μπήκε στον ίδιο του τον εαυτό. Ανακάλυψε μυριάδες μονοπάτια, καινούριους λόφους, νεόδμητες πόλεις με σκοτεινά σοκάκια. Στο κέντρο του λαβύρινθου που σχημάτιζαν όλα μαζί, βρισκόταν το ανθισμένο ακόνιτο. Ποια δύναμη τον ώθησε να το κόψει και να το φάει το τραγούδι δεν έλεγε. Έλεγε μόνο πως το χαμό του θρήνησαν των ονείρων οι φωνές και οι χοροί των ιδεών. Και πως το φεγγάρι έκλαψε και αρνήθηκε τρεις φορές να γεμίσει και η πανσέληνος δεν ήρθε.


Κανείς τον λυκάνθρωπο δεν είδε από τότε. Κανείς δεν ήξερε τι του συνέβη. Μόνο εκείνος ο βάρδος, εκείνος ο τροβαδούρους που με τη κουκούλα του έκρυβε την κεφαλή του λύκου και που τα νύχια του έκοβαν της λύρας τις χορδές.


*Το ακόνιτο, επίσης λυκοκτόνο και ακονίτης, είναι γένος με πάνω από 250 είδη αγγειόσπερμων που ανήκουν στην οικογένεια Ρανουγκουλίδες. Αυτά τα ποώδη αιωνόβια φυτά είναι κυρίως ιθαγενή στα ορεινά τμήματα του Βόρειου Ημισφαιρίου και αναπτύσσονται στο έδαφος των ορεινών βοσκοτόπων που συγκρατεί την υγρασία αλλά είναι καλά στραγγιζόμενο. Τα περισσότερα είδη είναι άκρως δηλητηριώδη και πρέπει να αντιμετωπίζονται πολύ προσεκτικά.

Η ελληνική ονομασία ακόνιτο (ἀκόνιτον), πιθανόν προέρχεται από τη λέξη ἄκων, που σημαίνει ακόντιο, των οποίων ακοντίων τα άκρα ήταν δηλητηριασμένα με την ουσία ή από ακόνες, εξαιτίας του βραχώδους εδάφους στο οποίο πιστεύεται ότι αναπτυσσόταν το φυτό. Η ελληνική ονομασία λυκοκτόνο θεωρείται ότι υποδηλώνει τη χρήση του χυμού του για το δηλητηριασμό των ακοντίων για το σκότωμα λύκων.

Από τη βικιπαίδεια.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου