Deep in the forest I was walking for hours and hours until my way was lost and the sun begun to set.The singing of the birds made way for the owls' hooting.There,lost in a place that seemed so hostile,I was looking for a way out.A melody I heard,a symphony so sweet.I followes the music and there stood a woman of such beauty that I had never seen before.
"Come closer" she said,"and do not be afraid.I am here to make you feel comfortable and warm,to rest and forget all your troubles and pains".
She smiled and a serpent tongue licking two sharp teeth,revealed."What demon are you?"I asked.With eyes brighter than the stars which decorate the sky she replied:"I am flattery.The words of false praise are my weapon.A venom so sweet I pour to my victims.No mortal can resist my poison,they want more and more.My kiss make them proud and arrogant,the poor idiots never see their soul withering so slow and in such a torturous way.They keep asking more and more until there is no space for love and dignity in them".
To scream I tried as she came on to me.Her kiss sealed my lips,her arms paralysed my body.Yes,such grandeur,such magnitude I never knew I had!I am standing on the top of the highest mountain in the world!No equal to me can be found!I am the emperor of my world!
The morning came,I woke up.The dream was over but was it a dream at all?If it was,why I am dying with lust for just another kiss,another lie,another tiny flattering word?
Βαθιά στο δάσος περπατούσα για ώρες και ώρες μέχρι που χάθηκε ο δρόμος μου και ο ήλιος άρχισε να δύει. Το τραγούδι των πουλιών έδωσε τη θέση του στην ολολυγή των κουκουβαγιών. Χαμένος σε ένα μέρος που φαινόταν τόσο εχθρικό,έψαχνα για μια διέξοδο.Άκουσα μια μελωδία, μια συμφωνία τόσο γλυκιά. Ακολούθησα τη μουσική και να,στεκόταν μια γυναίκα,με τόση ομορφιά που όμοιά της δεν είχα ξαναδεί.
"Έλα πιο κοντά" είπε, "και μην φοβάσαι. Είμαι εδώ για να σε κάνω να αισθανθείς άνετα και ζεστά, να ξεκουραστείς και να ξεχάσεις όλα τα προβλήματα και τους πόνους σου".
Χαμογέλασε και μια φιδίσια γλώσσα που έγλυφε δύο αιχμηρά δόντια αποκαλύφθηκε: «Ποιος δαίμονας είσαι;» ρώτησα. Με μάτια λαμπρότερα και από τα αστέρια που κοσμούν τον ουρανό απάντησε: «Είμαι η κολακεία. Τα λόγια του ψεύτικου επαίνου είναι το όπλο μου. Ένα δηλητήριο αφάνταστα γλυκό ρίχνω στα θύματά μου. Κανείς θνητός δεν μπορεί στο φαρμάκι μου να αντισταθεί, και ζητά όλο και περισσότερο. Το φιλί μου τους καθιστά υπερήφανους και αλαζονικούς, οι φτωχοί ανόητοι δεν βλέπουν την ψυχή τους που μαραίνεται τόσο αργά και με τέτοιο βασανιστικό τρόπο. Ζητούν όλο και περισσότερο μέχρι να μην υπάρχει μέρος να σταθεί η αγάπη και η αξιοπρέπεια σ' αυτούς ».
Να ουρλιάξω προσπάθησα όταν μου όρμησε.Το φιλί της σφράγισε τα χείλη μου, τα χέρια της παρέλυσαν το σώμα μου.Ναι , τέτοια μεγαλοπρέπεια, τέτοια σπουδή δεν ήξερα πως είχα! Στέκομαι στην κορυφή του ψηλότερου βουνού στον κόσμο!Δεν υπάρχει ισάξιός μου! Είμαι ο αυτοκράτορας του κόσμου μου!
Ήρθε το πρωινό, ξύπνησα. Το όνειρο τελείωσε, αλλά ήταν όνειρο; Αν ήταν, γιατί πεθαίνω με λαχτάρα για άλλο ένα φιλί,άλλο ένα ψέμα, άλλη μια μικρούλα κολακευτική λέξη;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου