Δευτέρα 30 Απριλίου 2018

Το βιβλίο του Ιώβ

Σχετική εικόνα
πίνακας του Leon Bonnat
peripatitis.net

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

                Ερχόμαστε πλέον στα ποιητικά βιβλία της Π. Διαθήκης τα οποία είναι οκτώ: Ιώβ, Ψαλμοί, Παροιμίαι, Εκκλησιαστής, ‘Ασμα Ασμάτων, Σοφία Σολομώντος, Σοφία Σειράχ και Θρήνοι. Ονομάζονται ποιητικά διότι εκφέρονται με ποιητικό ύφος, ονομάζονται όμως και διδακτικά, σοφιολογικά και ηθικά.

                Η σοφία αυτών των βιβλίων δεν έχει καμία σχέση με τις αναζητήσεις των Αρχαίων ελλήνων φιλοσόφων οι οποίοι συζητούν ζητήματα υπαρξιακής αναζήτησης ή μεταφυσικών φαινομένων. Όλα αυτά είναι λυμένα στους Εβραίους οι οποίοι πιστεύουν στον Ένα και Αληθινό Θεό. Η σοφία της Εβραϊκής σκέψεως δεν έχουν να κάνουν με μεταφυσικούς προβληματισμούς, αλλά με την πίστη στον Θεό. Σοφία θεωρείται ο αποκαλυφθέντας Μωσαϊκός νόμος διά του οποίου αποκαλύπτεται ο Θεός.

                Ο Ιώβ κατατάσσεται στα σοφιολογικά βιβλία της Π. Διαθήκης. Η αξία των ποιητικών βιβλίων της Π.Διαθήκης είναι τεράστια. Διότι στην εποχή όπου όλοι αεροβατούν έχοντας θεοποιήσει τα πάντα, αυτά εκφράζουν την Μονοθεία και την πίστη στον Ένα Μοναδικό και Αληθινό απολυφθέντα εις ημάς Θεό.

1000 π.Χ Ιώβ

                Το βιβλίο του Ιώβ εν ολίγοις μας διδάσκει ότι όσα κατορθώματα κι αν πετύχαμε στη ζωή μας, τίποτα δεν κατορθώσαμε αν δεν μάθουμε να υπομένουμε δοξάζοντας τον Θεό για τα παθήματά μας στις υλικές ζημιές,  στις ασθένειες και στους θανάτους προσφιλών μας προσώπων.

                Είναι αρκετοί εκείνοι οι οποίοι διαβάζοντας το βιβλίο του Ιώβ επιχειρούν να μειώσουν την αξία του διότι εκείνος σε συγκεκριμένο χρόνο καταράστηκε την ημέρα που γεννήθηκε. Έτσι βγάζουν το συμπέρασμα ότι ο Ιώβ τελικά υπερτιμάται. Όμως ξεχνούν πως ο Ιώβ έζησε σε προχριστιανικά χρόνια, βρέθηκε αντιμέτωπος με ένα μεγάλο δίλλημα: «Ένας δίκαιος Θεός τιμωρεί έναν δίκαιο άνθρωπο με τιμωρία τρομερή η οποία υπερβαίνει κάθε σκέψη». Ο Ιώβ δεν γνωρίζει για την πρόνοια του Θεού ότι οι δίκαιοι θα αμειφθούν και οι άδικοι θα τιμωρηθούν εν τη μέλλουσα κρίση. Γι’ αυτόν ο παράδεισος είναι η παρούσα η ζωή. Προκειμένου λοιπόν να αρνηθεί την ύπαρξη του Θεού, επιθυμεί να αρνηθεί τον εαυτό του. Συνεπώς ουδόλως έχασε την πίστη του αλλά την διέσωσε.

                Ο Θεός άλλωστε δεν ζητά από μας να μην αμαρτήσουμε, αλλά να μην χάσουμε την πίστη μας. «Από τους στρατιώτες δεν έχουμε την απαίτηση να μην πληγωθούν, αλλά να μην πετάξουν τα όπλα» (Χρυσόστομος).

                Ο Θεός λοιπόν μέσα από τον Ιώβ μας διδάσκει όχι μόνο με τις αρετές των αγίων αλλά και με την αντίδρασή τους στις πτώσεις τους.

                Ο Ιώβ όμως απάντησε σε ένα μεγάλο ερώτημα και της σημερινής εποχής: «Που είναι η Θεία δικαιοσύνη»; Ο Ιώβ μας διδάσκει ότι πρώτα-πρώτα «ουδείς καθαρός επί ρύπου και εάν μία η ημέρα αυτού επί γης». Μας διδάσκει επίσης ότι πρέπει να μάθουμε ότι δεν υπάρχει μόνον η παρούσα ζωή ώστε να μην δυνάμεθα να λύσουμε το πρόβλημα της αδικίας. Τούτο το ζήτημα το έλυσε παραστατικά ο Χριστός με την διήγηση του πλούσιου και του Λάζαρου. Μας διδάσκει όμως και διά μέσου της φύσης. Όπως στη φύση υπάρχουν μεγαθήρια τα οποία κατασπαράσσουν άλλα μικρότερα ζώα, έτσι και στην ανθρώπινη κοινωνία, υπάρχουν ανθρώπινα μεγαθήρια, οι οποίοι είναι ασεβείς, κακοί και μοχθηροί. Παρόλα αυτά ο Θεός δεν τους αφανίζει διότι και αυτοί βρίσκονται μέσα στην πρόνοια του Θεού. Συνεπώς το βιβλίο μας διδάσκει ότι δεν δυνάμεθα να κατανοήσουμε τα πάντα, μπορούμε όμως να κύψουμε τον αυχένα μας και να παραδοθούμε στην σοφία του Θεού άνευ όρων , όπως έκανε και ο Ιώβ.

                Ο συγγραφέας του βιβλίου παραμένει άγνωστος, σίγουρα όμως είναι Ιουδαίος στην καταγωγή. Ο Ιώβ ξεκάθαρα έζησε στα πατριαρχικά χρόνια επί της εποχής του Νώε. Το βιβλίο όμως επεξεργάστηκε κατά το 8ο π.Χ αιώνα όταν άνθιζε η Ιουδαϊκή ποίηση.

                Η Εκκλησία μας τιμά τον Ιώβ την 6η Μαΐου. 

Κεφάλαιο πρώτο

                Το βιβλίο του Ιώβ ξεκινά περιγράφοντας την ευσέβεια του αγίου σε συνδυασμό με την εξωτερική ευτυχία του. Ο Ιώβ ζούσε κοντά στη σημερινή Δαμασκό στην τότε Ιδουμαία. Το όνομά του σημαίνει «εκείνος ο οποίος υπό του θεού ή υπό του σατανά επολεμήθη». Είχε αποκτήσει επτά γιους και τρεις θυγατέρες, είχε χιλιάδες ζώα στην κατοχή του· πρόβατα, καμήλες βόδια καθώς και δούλους και δούλες.

                Τα παιδιά του ήταν αγαπημένα μεταξύ τους και μία φορά κάθε βδομάδα κάνανε οικογενειακό συμπόσιο. Στο τέλος του συμποσίου ο Ιώβ προσέφερε ένα μοσχάρι ως ολοκαύτωμα στον Θεό διότι σκέπτονταν: «Μήπως οι υιοί μου σκέφτηκαν κατά την ώρα του συμποσίου κακές σκέψεις και αμάρτησαν ενώπιον του Θεού». Αυτήν την διαγωγή είχε ο Ιώβ όλες τις ημέρες της ζωής του.

                Ο σατανάς φθόνησε τον Ιώβ και αιτήθηκε από τον Θεό να τον πειράξει λέγοντας πως η διαφαινόμενη αυτή ευλάβεια του Ιώβ οφείλονταν στην ευδοκία του Θεού. Δηλαδή ήταν μισθωτός πιστός. Μας φαίνεται παράξενος αυτός ο διάλογος του Θεού με τον διάβολο και ως εκ τούτου μη αληθινός. Όμως και ο Κύριος χίλια χρόνια αργότερα θα πει: «Σίμων ο Σατανάς εξητήσατο του συνιάσαι υμάς καγώ εδεήθην περί σου ίνα μη εκλίπη η πίστις σου». Η λέξη «εξετήσατο» σημαίνει απαίτησε από τον Θεό ο σατανάς να κοσκινίσει τους αποστόλους Του. Κάτι ανάλογο συνέβη και στην υπόθεση που εδώ εξετάζουμε: «Μη δωρεάν σέβεταί σε ο Ιώβ»; Έτσι ο καθένας είναι ευσεβής. Απομάκρυνε την προστατευτική σου χείρα και τότε θα δούμε τι θα ακολουθήσει…

                Ο Θεός ενέκρινε να πειρασθεί ο Ιώβ υπό του σατανά αλλά όχι να θανατωθεί. Έτσι ακολούθησαν τέσσερεις αλλεπάλληλες δοκιμασίες: α) τα βόδια του καταστράφηκαν από ληστές, β) φωτιά έπεσε από τον ουρανό και έκαψε τα πρόβατα και τους βοσκούς του, γ) έφιπποι άνδρες φόνευσαν τις καμήλες και τους δούλους του και δ) άνεμος δυνατός γκρέμισε το σπίτι του, στα ερείπια του οποίου βρήκαν τον θάνατο όλα του τα παιδιά.

                Πως αντέδρασε σε όλος αυτούς τους πειρασμούς ο Ιώβ; -Απαθώς: «Γυμνός εγώ εξήλθον εκ της κοιλίας της μητρός μου, γυμνός θα επιστρέψω εις τον τάφο. Ο Κύριος τα έδωκε, ο Κύριος τα αφήρεσε. Ως εφάνη καλό εις τον Κύριο ούτω και εγένετο. Ας είναι δοξασμένο το όνομα του Κυρίου εις αιώνας αιώνων». Έτσι ο Ιώβ ουδόλως αμάρτησε ενώπιον του Κυρίου.

Κεφάλαιο δεύτερο

                Ο διάβολος όμως επανήλθε λέγοντας πως εφόσον ο Ιώβ είναι ζωντανός και υγιής δεν τον ενδιέφερε η απώλεια των άλλων πραγμάτων, δηλαδή με άλλα λόγια ο διάβολος απέδωσε και πάλι την ευσέβεια του αγίου στην φιλαυτία του.

                Ο Θεός έδωσε και πάλι άδεια στον σατανά να τον χτυπήσει με ασθένεια, όχι όμως να τον θανατώσει. Έτσι, τρομερή νόσος μάλλον από τα συμπτώματα που περιγράφονται πρόκειται για λέπρα «ελεφαντίαση»η οποία αργά και βασανιστικά κατατρώγει την σάρκα του ανθρώπου. Πόνοι αφόρητοι καταλαμβάνουν τον ασθενή. Η νόσος αυτή μπορεί να διαρκέσει μέχρι και είκοσι χρόνια.

                Ο Ιώβ χτυπημένος απ’ αυτήν την τρομερή ασθένεια στέκονταν έξω από την πόλη καθήμενος πάνω σε κοπριές ζητώντας ελεημοσύνη από τους διαβάτες.

                Δεν γνωρίζουμε πόσο καιρό  βρίσκονταν σ’ αυτήν την κατάσταση ο Ιώβ όταν τον επισκέφθηκε η γυναίκα του ως πειρασμός: «Ιδού η μνήμη σου εξέλιπε από της γης, διότι οι γιοι και οι θυγατέρες σου εξαφανίστηκαν.. συ δε ο ίδιος κάθεσαι πάνω σε σάπια απορρίματα σκωλικοβριθή.. εγώ δε περιπλανώμαι ως μία υπηρέτρια μεταβαίνουσα από τόπο σε τόπο και περιμένω πότε θα δύσει ο ήλιος για να αναπαυτώ από τους σωματικούς και ψυχικούς μου πόνους. Πες λοιπόν λόγο κατά του Θεού και πέθανε». Ο Ιώβ όμως της απάντησε: «Γιατί μίλησες όπως μία από τις άφρονες γυναίκες; Αφού δεχτήκαμε τις τόσες καλές δωρεές από τα χέρια του Θεού, δεν θα υπομείνουμε και τις συμφορές»; Έτσι και πάλι ο Ιώβ δεν βλασφήμησε το όνομα του Κυρίου.

                Τρεις φίλοι του Ιώβ έμαθαν για τις συμφορές του και ήρθαν από μακριά για να τον επισκεφτούν ώστε να τον παρηγορήσουν. Μόλις όμως τον είδαν σε αυτή την κατάσταση κανέναν λόγο παρηγορίας δεν βρήκαν να πουν. Αντιθέτως έμειναν για επτά μέρες σιωπηλοί, μάλλον ως ένδειξη πένθους ή ίσως γιατί περίμεναν μέσα στο διάστημα αυτό ο Ιώβ ότι θα πέθαινε. Ακολουθεί στη συνέχεια ο διάλογος του Ιώβ με τους τρεις φίλους του: 

Κεφάλαιο τρίτο

                Ο Ιώβ σπάει ξάφνου τη σιωπή και με έναν δραματικό μονόλογο καταριέται την ημέρα που γεννήθηκε. Γιατί γεννήθηκε; Καλύτερα να πέθαινε αμέσως μετά την γέννα, ή τουλάχιστον να πέθαινε αφού ζούσε για πολύ λίγο.

                Για πιο λόγο όμως μίλησε κατ΄αυτόν τον τρόπο; - Σίγουρα επηρεάστηκε από την επταήμερη σιωπή των φίλων του η οποία μεγάλωνε τον ψυχικό πόνο του. Ότι φοβόταν στη ζωή του να μην το πάθει τελικά το έπαθε: «Ούτε ησυχία, ούτε ειρήνη, ούτε ανάπαυση έχω, αλλά οργή επήλθε κατ’ εμού».

                Πράγματι η ψυχολογία του Ιώβ έσπασε, όμως σε καμία στιγμή του μονολόγου του δεν αναφέρει κάποια αιτία για την οποία τα έπαθε όλα αυτά. Έχει στερεή την σκέψη ότι δεν έφταιξε κάπου. Ως εκ τούτου δεν απελπίζεται, δέχεται το θείο θέλημα στη ζωή του.  Ο ιερός Χρυσόστομο αναφέρει ότι «τούτο μάλιστα εθορύβει αυτόν, ότι τον δίκαιον Θεόν παντί τρόπο θεραπευθέντα τούτον ενόμιζε αυτόν πολεμείν».

                Ο Ιώβ μπερδεύτηκε, βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση, προκειμένου όμως να αρνηθεί τον Θεό, αποφάσισε να αρνηθεί τον εαυτό του και γι’ αυτό καταράστηκε την ημέρα της γεννήσεώς του. 

  Κεφάλαιο τέταρτο

                O Ελιφάζ ο Θαιμανίτης, ένας εκ των τριών φίλων του Ιώβ πήρε τότε τον λόγο. Ο Ελιφάζ ήταν μεγάλος σε ηλικία, ήρεμος και επιβλητικός στον χαρακτήρα.  Υποστήριξε ότι ο Θεός επέτρεψε την τιμωρία του Ιώβ διότι απλά ήταν αμαρτωλός. Μπορεί να μην ήταν κακούργος στην διαγωγή όμως δεν μπορεί να ισχυριστεί σε καμία περίπτωση πως ήταν αθώος. Άλλωστε ουδείς καθαρός επί ρύπου. Επομένως όλοι οι άνθρωποι έχουν μερίδα στις θλίψεις. Του θύμισε ότι άλλοτε αυτός παρηγορούσε άλλους ανθρώπους στις θλίψεις τους, τώρα ήρθε η ώρα να παρακαλέσει αυτός τον Θεό για τον εαυτό του. Έπρεπε να εκλάβει το πάθημά του ως παιδαγωγική τιμωρία του Θεού για να ωφεληθεί.

                «Πώς να συγκρατήσω τις σκέψεις μου έπειτα από τα λόγια που είπες; Μήπως άλλοτε σου μίλησα σκληρά; Τα λόγια σου όμως τώρα είναι ανυπόφορα». Κατά τον Ελιφάζ ο Ιώβ πλέον έχει δύο επιλογές ή να υπερηφανευθεί για την αθωότητά του ή να αισθανθεί την αμαρτωλότητά του και να ομολογήσει τις ευθύνες του.

                Ο Ελιφάζ δεν δείχνει καμιά συμπόνια για τον φίλο του, γίνεται άσπονδος κριτής: «Η κακία σου είναι αιτία της παρούσας συμφοράς σου. Ψευδής ήταν η αρετή σου». Απερίφραστα πιστεύει πως οι ευσεβείς αμείβονται και οι ασεβείς τιμωρούνται. Εφόσον στους αγγέλους του ο Θεός βρήκε αμαρτήματα (εννοώντας τους δαίμονες), πόσο μάλλον θα βρει και  στους ανθρώπους».

Κεφάλαιο πέμπτο

                Ο Ελιφάζ δεν σταματά την κριτική του και συνεχίζει. Θεωρεί ύποπτη την ανυπομονησία του Ιώβ. Αυτό κατά την γνώμη του δεικνύει την ενοχή του. Το κακό δεν είναι αυτόφυτο βλάστημα της γης. Ο άνθρωπος ελκύει τις τιμωρίες εξαιτίας της διαγωγής του. Συνεπώς η διαγωγή του Ιώβ εξόργισε εναντίον του τον Θεό. Μόνο διά της μετανοίας μπορεί κανείς να ελκύσει το έλεος του Θεού. Το αυτό προτείνει ανεπιφύλακτα και στον φίλο του.

                Τα λόγια του Ελιφάζ είχαν βέβαια λογική αλλά δεν είχαν καθόλου πνεύμα συμπόνιας αλλά απεναντίας απονιάς. Ο Ελιφάζ άσκησε μια παγωμένη θα λέγαμε κριτική δίχως ίχνος συμπάθειας προς τον πονεμένο φίλο του.

Κεφάλαιο έκτο

                Οι λόγοι του Ελιφάζ, αντί να παρηγορήσουν περισσότερο τάραξαν τον Ιώβ. Ο άγιος όμως επιμένει, βεβαιώνει την αθωότητά του και επιτιμά τον Ελιφάζ διότι δεν ενήργησε με συμπάθεια απέναντί του. Παράλληλα εξηγεί ότι η ανυπομονησία του για την οποία τον κατηγόρησε οφείλεται στον μεγάλο του πόνο. Η ασθένειά του υπερβαίνει τις αντοχές του. Σε όλη την δυστυχία του προστίθεται η απογοήτευσή του για την συμπεριφορά των οικίων του. Όλοι τον εγκατέλειψαν, όλοι του μίλησαν δίχως οίκτο.

                Ας πάψουν να τον κατηγορούν οι φίλοι του για τα παράπονα που εκφράζει. Ακόμη και τα άγρια θηρία φωνάζουν όταν πεινούν. Κάθε άνθρωπος παραπονιέται όταν το ψωμί που τρώει είναι ανάλατο, πόσο μάλλον όταν υποφέρει από βάσανα.

                Οι λόγοι των φίλων του είναι ανάλατοι, δίχως συμπόνια. Τι να ζητήσει ο δύστυχος πλέον από τον Θεό, παρά να τον πάρει σύντομα από την ζωή. Γνωρίζει όμως καλά ότι θα φύγει από την ζωή ως φίλος του Θεού με ήσυχη την συνείδησή του.

                Και η υπομονή έχει τα όριά της. Ακόμη και για τον Ιώβ αυτή εξαντλήθηκε. Ίσως απ’ όλα τούτη την στιγμή να τον πονά περισσότερο η σκληρότητα και η απονιά των φίλων του: «Ουδέ εν βλέμμα συμπαθείας έρριψαν εις εμέ.. εκείνοι που προηγουμένως είχαν μέγα σεβασμό απέναντί μου, με συνάντησαν τόσο κρύοι, όσο κρύα είναι η χιών.. εγκατελείφθην υπό πάντων». Η νόσος του όχι μόνο δεν τους συγκίνησε, αλλά τους τρόμαξε, κανείς δεν τον λυπήθηκε.

                Ο άγιος ξεσπά από αγανάκτηση: «Εάν πλανώμαι είπατέ μου. Αλλά φαίνονται αυθάδη τα λόγια εμού του λέγοντος την αλήθεια. Δεν ζητώ από σας να με ενισχύσετε! Ούτε όμως και ο προς εμέ έλεγχός σας θα ανακόψει τα λόγια μου ουδέ ένα λόγο ελεγκτικόν σας θα ανεχτώ». Ήρθε η ώρα να αποδείξουν οι υποτιθέμενοι φίλοι του ότι δικαίως πάσχει.

Κεφάλαιο έβδομο

                Τα βάσανα του Ιώβ είναι ανώτερα των συνηθισμένων. Οι νύχτες είναι ανυπόφορες, αλλά και οι μέρες εξαιτίας της ηλιακής θερμότητας αφόρητες διότι ερεθίζουν τις πληγές του: «Είμαι πλήρης οδυνών από της εσπέρας μέχρι της πρωίας. Συμφύρεται δε το σώμα μου με τους σκώληκας της σαπίλας».

                Ο Ιώβ παρακαλεί τον Θεό να λάβει υπόψη Του την βραχύτητα του βίου του και να τον ανακουφίσει προ του θανάτου του: «Τι λοιπόν; Θάλασσα επικίνδυνη είμαι ή δράκων τρομερός και με έβαλες στα σκληρά αυτά δεσμά της φυλακής… Τι να κάνω για να τύχω συγγνώμης; Γιατί δεν με συγχωρείς χωρίς να σου γίνομαι ικέτης, φορτίο»;

                Ας εννοήσουμε ότι ο Ιώβ θα μπορούσε κάλλιστα να αυτοκτονήσει και να λυτρωθεί από την φρικιαστική κατάσταση που ζούσε. Όμως επέλεξε να φύγει από την ζωή όταν ο Θεός ήθελε.

Κεφάλαιο όγδοο

                Παρότι ο Ιώβ είχε προσκαλέσει τους φίλους να λάβουν διαφορετική στάση απέναντί του, ο Βαλδάδ (ο δεύτερος φίλος του) δεν έλαβε καθόλου την παράκληση του αγίου.

                Αντιθέτως του μίλησε ακόμη πιο σκληρά λέγοντας ότι ο Θεός είναι δίκαιος, ό,τι έπαθε λοιπόν ο Ιώβ ήταν δίκαιο και άξιο. Δικαίως τα παιδιά του εξολοθρεύτηκαν διότι προφανώς κι αυτά αμάρτησαν. Παράλληλα καλεί τον Ιώβ να μετανοήσει, αν πραγματικά μετανοήσει η μέλλουσα ευτυχία του θα είναι μεγαλύτερη από την προηγούμενη.

                Ο Βαλδάδ είναι σκληρότερος από τον Ελιφάζ. Αποκάλεσε τον Ιώβ φλύαρο. Του είπε πως σίγουρα δεν είναι αθώος όπως εκείνος ισχυρίζονταν, άλλωστε η αμαρτία φέρνει δυστυχία: «Συ δε όρθριζε» προσευχήσου να σε συγχωρέσει ο Θεός, του είπε, συμβουλεύοντάς τον.

Κεφάλαιο ένατο

                Ο Ιώβ απαντά στον Βαλδάδ: Ναι, είναι ανωφελές να εξετάζουμε τις βουλές του Παντοδυνάμου. Γίνεται κανείς να καλέσει σε απολογία τον Θεό; Έστω λοιπόν κι αν Ιώβ ήταν δίκαιος ενώπιον του Θεού, παρόλα αυτά ο Θεός είναι εξουσιαστής που κανείς δεν τον ελέγχει. Ό, τι βούλεται κάνει. Ο άνθρωπος είναι αδύνατον να εξιχνιάσει τον Ανεξιχνίαστο.

                Ο Ιώβ λοιπόν μέσα στη σύγχυσή του αδυνατεί να παρουσιάσει την αθωότητά του. Έχει δει πολλές φορές οι ευσεβείς να ρίπτονται στα χέρια των ασεβών. Έχει δει άδικους να μην τιμωρούνται, αλλά να ευτυχούν. Αδυνατεί λοιπόν να καταλάβει τον λόγο για τον οποίον ο Θεός παραχωρεί τον θρίαμβο του κακού. Πρόσκαιρα παραιτείται απ’ το δίκιο του, αλλά σύντομα επανέρχεται και μονολογεί:

                «Έστω ότι είμαι ασεβής, τότε γιατί με κρατά ακόμη στην ζωή»; Αν ο Θεός ήταν ίσος με μένα τότε μόνο θα μπορούσε να γίνει μια δίκαιη δίκη. Αν υπήρχε ένας μεσίτης, ένας διαιτητής μεταξύ του Θεού και εμού τότε ίσως να μπορούσα να αποδείξω την αθωότητά μου: «Άφοβος τότε θα δύναμαι να ομιλήσω, όπως όμως είμαι τώρα δεν γνωρίζω τι να πω».

                                                                                              Κεφάλαιο δέκατο

                Μήπως ο Κύριος ηπατήθη για τον χαρακτήρα του Ιώβ; Όχι. Τότε τι; Μήπως δημιούργησε τον Ιώβ για να τον τιμωρεί; Μη γένοιτο. Ό άγιος εξακολουθεί να έχει την ισχυρή πεποίθηση ότι είναι αθώος. Αν όμως ο Θεός τιμωρεί τους ευσεβείς τότε είναι σαν να διδάσκει την ασέβεια. Ο συλλογισμός αυτός είναι προβληματικός και ο Ιώβ κάνει τις εξής υποθέσεις:

                Α) Ο κύριος ευχαριστιέται  με το να υποφέρουν οι αθώοι.

                Β) Ο Θεός απατάται όπως οι επίγειοι κριτές.

                Γ) Η ζωή του Θεού είναι σύντομη και πάνω στην βιασύνη τιμωρεί τους ευσεβείς μεταξύ των ασεβών.

                Είναι κατανοητό, ότι ο Ιώβ βρίσκεται σε σύγχυση. Τελικά απορρίπτει αμέσως και τις τρεις υποθέσεις αυτές και καταλήγει στο συμπέρασμα που είχε βγάλει προηγουμένως. Ότι ο Θεός είναι ανεξέλεγκτος εξουσιαστής. Μέσα σ’ αυτό το αδιέξοδο, ο άγιος θα προτιμούσε να μην είχε γεννηθεί.

Κεφάλαιο ενδέκατο

                Ο τρίτος φίλος του Ιώβ, ο Σωφάρ λαμβάνει τον λόγο: Έστω κι αν ο Ιώβ δεν βλέπει τις αμαρτίες του, αυτές όμως δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν. Αν ο Θεός αποκάλυπτε τα μυστικά της γνώσεώς Του τότε προφανώς θα γίνονταν ευδιάκριτη η κριμένη ενοχή του αγίου. Τότε και μόνον τότε ο άγιος θα καταλάβαινε ότι πολύ δίκαια τιμωρήθηκε και μάλιστα πολύ επιεικώς τιμωρήθηκε. «Πάψε λοιπόν να λες πως είσαι δίκαιος. Δεν σου έδωσε ο Θεός μόνο στόμα για να λέγεις, αλλά και αυτιά για να ακούς. Μήπως ο πολυλογάς έχει πάντα δίκαιο… Πάψε να λες ότι είσαι καθαρός και να ζητάς να δικαστείς με τον Θεό. Μετανόησε εσωτερικά και όχι μόνο εξωτερικά και τότε ίσως ο Θεός σε ελεήσει. Τώρα ο νους σου είναι όπως αυτός του άγριου ζώου και δεν μπορείς νακατανοήσει την θεία σοφία».

                Ο Σωφάρ είναι οξύτερος στην κριτική του απ΄ τους προηγούμενους. Ο Ιώβ όμως ουδέποτε είπε ότι είναι καθαρός από κάθε ρύπο αμαρτίας, ο Σωφάρ έκανε κριτική δίχως συμπόνια. Εμφάνισε τον εαυτό του ως συνήγορο του Θεού.                                                                                                                                                                                                                                                                                                         Κεφάλαιο δωδέκατο

                Ο Ιώβ απαντά στον Σωφάρ: Σεις δεν είστε  σοφότεροι από μένα. Τα πάντα άνθρωποι και ζώα είναι υπό την κραταιά χείρα του Θεού. Πράγμα αναντίρρητο. Δείτε τα ανίσχυρα ζώα, γίνονται λεία των θηρίων της γης. Ο Θεός λοιπόν είναι ανεξέλεγκτος εξουσιαστής. Ο άγιος βγάζει το συμπέρασμα ότι επειδή υποφέρει, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι και ασεβής.

                «Μήπως σε σας εξαντλήθηκε η σοφία; Μήπως νομίζετε ότι ξέρετε τα πάντα για τον Θεό; Όμως κι εσείς άνθρωποι είστε. Όταν ήμουν πλούσιος και ευτυχισμένος με ονομάζατε δίκαιο και ευσεβή, τώρα όμως που με βλέπετε σ’ αυτήν την κατάσταση με λέτε ασεβή. Μήπως όμως  πολλοί κακοποιοί δεν καλοπερνούν; Η γνώση σας λοιπόν περί Θεού παραμένει ανθρώπινη. Όπου βλέπετε βάσανα εκεί λέτε ότι υπάρχει και αμαρτία. Μήπως όμως όποιος ευτυχεί είναι πάντοτε αθώος; Κάθε άλλο! Ρώτα τα ψάρια. Ακόμη και σ’ αυτά επικρατεί το δίκαιο του ισχυρότερου, αφού το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό. Ρώτα και τα ερπετά, κι αυτά θα σου πουν το ίδιο. Το ίδιο θα σου πει και η αναίσθητη γη».

                Ο Ιώβ λοιπόν μέσα απ΄αυτόν τον συλλογισμό αποδεικνύει ότι η δυστυχία του δεν είναι ταυτόχρονα και απόδειξη της αμαρτωλότητάς του. Άρα ο Θεός εκδηλώνει την εξουσία Του με τρόπο όχι πάντοτε κατανοητό από τους ανθρώπους.

Κεφάλαιο δέκατο τρίτο

                Ο Ιώβ επιθυμεί να μιλήσει με τον Θεό. Θέλει απευθείας σε Κείνον να υποβάλλει τις αντιρρήσεις του και τα ερωτήματά του. Οι φίλοι του μέχρι τώρα παρουσιάζονται ως συνήγοροι του Θεού, αδικώντας όμως τον Ιώβ. Υποστηρίζουν την ενοχή του, την οποία όμως αγνοούν. Προτιμότερο όμως γι’ αυτούς θα ήταν να σιωπήσουν. Αυτό θα ήταν σοφότερο. Ο ανόητος όταν σιωπά είναι συμπαθής. Όμως τώρα μιλούν αδιάκριτα. Αυτό το κάνουν για να φανούν ευσεβείς, μεροληπτώντας υπέρ του Θεού. Η υποκριτική τους όμως αυτή στάση θα τους αποδείξει σύντομα αντί για φίλους σε εχθρούς του Θεού. Η σοφία τους σύντομα θα γίνει στάχτη που σκορπιέται στον αέρα.

                Ό, τι κι αν συμβεί ο Ιώβ θέλει να μιλήσει, θέλει να δικαστεί με τον Θεό. Τι φοβερή οικειότητα με τον Θεό! Αυτή είναι δείγμα της συμπεριφοράς των αγίων. Ο Ιώβ είναι βέβαιος ότι στο δικαστήριο θα δικαιωθεί αυτός και όχι οι άδικοι φίλοι του. Συγκατατίθεται να πεθάνει ως ένοχος αρκεί να βρεθεί κάποιος που να μπορεί να αποδείξει την ενοχή του. (αν ήταν υποκριτής θα ριψοκινδύνευε;)

                «Διατί Κύριε, κρύβεσαι απ’ εμού και με θεωρείς εχθρό σου»; Δύο πράγματα τώρα ζητά: Να γίνει για λίγο υγιής ώστε να μπορεί ελεύθερος από τους πόνους να απαντήσει στις κατηγορίες που θα του επισυνάψουν: «Που είναι τα τόσα εγκλήματά μου για τα οποία πάσχω; Μήπως για τις νεανικές αμαρτίες μου με τιμωρεί ο Θεός; Έθεσες τα πόδια μου σε δεσμά, αφού λεπτολόγησες όλα τα έργα μου επεδίπλωσες τα αχνάρια των ποδών μου διά της νόσου».  

                                          Κεφάλαιο δέκατο τέταρτο

                O Ιώβ έχει απορίες και τις εκφράζει: Ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο για να ζει λίγα χρόνια επί της γης. Η μηδαμινότητα αυτή του ανθρώπου δεν είναι άξια να παροργίσει τον Κύριο. Ο Θεός λοιπόν θα έπρεπε να αφήσει τον άνθρωπο να ησυχάσει αυτά τα λίγα χρόνια που έχει στη διάθεσή του να ζήσει. Ουδεμία ελπίδα δεν υπάρχει μετά τον θάνατο για τον άνθρωπο. Αυτή ήταν ζοφερά προ της Χάριτος κατάσταση. Πως λοιπόν καταδέχεται ο Θεός να τιμωρεί ένα εφήμερο πλάσμα όπως ο άνθρωπος;

                Ο Ιώβ εκπλήττεται από την προσοχή και την σκληρότητα που επιδεικνύει ο Θεός σε μία τόσο εφήμερη ύπαρξη. Έτσι ο άγιος παρακαλεί τον Θεό να αφήσει ήσυχο τον άνθρωπο να χαρεί την βραχεία διάρκεια της ζωής του δίχως βάσανα. Άλλωστε μετά τον θάνατο οι νεκροί δεν ξαναγυρνούν για να κατοικήσουν και πάλι στην γη. Ο Ιώβ επιθυμεί να πεθάνει τώρα και να ξαναζήσει όταν περάσει η οργή του Θεού. Δυστυχώς όμως η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική από την επιθυμία του.

                Τι πίστευαν όμως άνθρωποι της εποχής του Ιώβ για την μετά θάνατον ζωή; -Γνώριζαν ότι οι νεκροί στερούνται των προνομίων των ζώντων εν τη γη. Θετικές γνώσεις περί των νεκρών οι Εβραίοι απέκτησαν τους τελευταίους προχριστιανικούς αιώνες επί των Μακκαβαίων 7,9 και 12,44.

                Όλη λοιπόν αυτή η απαισιοδοξία του Ιώβ είναι δικαιολογημένη βάση της αγνωσίας των συγχρόνων του για την μετά θάνατον ζωή. 

Κεφάλαιο δέκατο πέμπτο

                Δεύτερος λόγος του Ελιφάζ: Ο Ελιφάζ λαμβάνει και πάλι τον λόγο και λέει πως ο Ιώβ δεν είναι τόσο σοφός όσο νομίζει, διότι ένας συνετός άνθρωπος δεν εκστομίζει τόσο ανόητους λόγους. Τα λόγια του είναι βλάσφημα, ο εγωισμός τον παρακινεί να μιλήσει κατά του Θεού. Η κακία του Ιώβ ωρίμασε και πρέπει να θεριστεί.

                Στους μεγαλύτερους μιλά κανείς με σεβασμό, πόσο μάλλον προς τον Θεό προς τον οποίο ο Ιώβ μίλησε με αναίδεια. Έπαψες να φοβάσαι τον Θεό και γι’ αυτό εσύ ο ίδιος έγινες τώρα κατήγορος του εαυτού σου. Μήπως είσαι μέλος του θείου συνεδρίου ή έχεις το μονοπώλιο της σοφίας;  Ότι ξέρεις εσύ, το ξέρουμε κι εμείς. Μήπως είσαι τόσο μεγάλος στην ηλικία, ώστε να είσαι προγενέστερος της των πάντων προτέρας σοφίας; Μη λησμονείς ότι εγώ (Ελιφάζ) είμαι μεγαλύτερος από σένα στην ηλικία, ούτε κι εμένα δεν ξεπερνάς στα χρόνια.

                Πως τόλμησες να προσβάλλεις τον Θεό ενώπιον του Οποίου οι άγγελοι είναι ακάθαρτοι, πόσο μάλλον οι άνθρωποι. Όλοι οι άνθρωποι είναι ένοχοι ενώπιον του Θεού, άρα και ο Ιώβ. Δεν είσαι καλύτερος από τους συνανθρώπους σου. Ακόμη και ο ουρανός είναι ακάθαρτος ενώπιον του Θεού. Εσύ λοιπόν δεν είσαι; Τιμωρείσαι γιατί είσαι ασεβής. Δείγμα άλλωστε της ασέβειάς σου είναι ο διαφαινόμενος πρόωρος θάνατός σου.

Κεφάλαιο δέκατο έκτο

                Είστε κακοί παρηγορητές λέει ο Ιώβ στους φίλους του, μονότονοι και ψεύτες.  Αταξία και ασυδοσία διακρίνει τα λόγια σας, όπως ο κοπανιστός αέρας. Ο Θεός με έκανε σάπιο κατάκοπο, μωρόν. Εσείς οι φίλοι μου ψεύδεστε λέγοντας ότι είμαι αμαρτωλός. Η πραγματικότητα είναι ότι δυνάμεις του Θεού  ανθρώπινες έπεσαν εναντίον μου, μέσα σ’ αυτές τις δυνάμεις ανήκετε κι εσείς που αποδειχθήκατε εκ των λεγομένων σας κακοί φίλοι. Ο Θεός είναι μάρτυς της αθωότητάς μου. (πρώτα είχε την πεποίθηση ότι ο Θεός ήταν αντίπαλός του, τώρα όμως αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι είναι ο μοναδικός του φίλος). Έτσι παρακαλεί και πάλι να δικαστεί ενώπιον του Θεού όπως δικάζεται κανείς ενώπιον των ανθρώπων για να αποδειχθεί η αθωότητά του. Αυτό πλέον είναι το μόνο πράγμα που ζητά.

Κεφάλαιο δέκατο έβδομο

                Κανείς από τους ανθρώπους δεν γνωρίζει για την αθωότητα του Ιώβ. Γι’ αυτό και πάλι στρέφεται στον Θεό. Δεν εμπιστεύεται κανέναν άλλον πέρα από τον Κύριο. Έχει ισχυρή την πεποίθησή του ότι τελικά οι ασεβείς (εννοώντας τους φίλους του) θα τιμωρηθούν και η αλήθεια για το πρόσωπό του θα λάμψει. Ως τότε ο Ιώβ αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να κάνει τίποτα περισσότερο από τον πεθάνει: «Μόνος μου θα κατέλθω εις τάφον και τον Άδην».

Κεφάλαιο δέκατο όγδοο

                Ο Βαλδάδ και πάλι (για δεύτερη φορά) πήρε τον λόγο: Μέχρι πότε θα ομιλείς και δεν θα παύσεις; Σιώπησε για να μιλήσουμε κι εμείς. Διατί ως ανόητα κτήνη εκρατήσαμε σιωπή απέναντί σου; Ο ασεβής είναι πάντοτε δυστυχής. Αυτός ο ίδιος θα καταστραφεί και μετ’ αυτού η οικογένειά του. Κατ΄αυτόν ο Ιώβ είναι το πρότυπο της ασέβειας: «Τι λοιπόν; Εάν πεθάνεις εσύ θα μείνει όλος ο κόσμος έρημος, θα καταστραφούν τα όρη σύριζα;» Έσκασες από το κακό σου, τρως τις σάρκες σου  από τον εγωισμό σου διότι με την διαγωγή σου επέσυρες κατά πάνω σου την Θεία οργή. Το όνομά σου θα σβήσει και από την μνήμη των ανθρώπων. Αυτή την κατάληξη έχουν όλοι οι αμαρτωλοί και οι ασεβείς. Απ’ αυτό δεν θα εξαιρεθείς ούτε κι εσύ.

Κεφάλαιο δέκατο ένατο

                Ο Ιώβ παραπονιέται για την σκληρή στάση των φίλων του: «Ναι είπα λόγια άπρεπα, παραφέρθηκα, τα λόγια μου δεν ήταν υπομονετικά των βασάνων μου, όμως μη μεγαλώνετε την ενοχή μου, θεωρώντας τα βάσανά μου ανάλογα των αμαρτιών μου. Μη το κάνετε αυτό διότι με αδικείτε, μην υπερηφανεύεστε εις βάρος μου. Ο Κύριος και όχι οι αμαρτίες μου με έκλεισαν σ’ αυτήν την φυλακή. Είτε πλέον μιλήσω, είτε δεν μιλήσω , δεν πρόκειται να δικαιωθώ. Ο Θεός με πολεμά και παράλληλα κανείς δεν με λυπήθηκε, ούτε γείτονες, ούτε υπηρέτες, ούτε παλλακίδες (στην προχριστιανική εποχή επιτρέπονταν η πολυγαμία, οι παλλακίδες αποτελούσαν την δεύτερη σειρά γυναικών), ούτε η ίδια του η γυναίκα. Το δέρμα μου σάπισε, συγκρατώ με το σφίξιμο των δοντιών μου τα οστά μου να μην διαλυθούν. Κι εσείς οι φίλοι μου, δεν χορτάσατε στο να με κατηγορείτε;»

                Ο Ιώβ επιθυμεί τα λόγια του να μείνουν ανεξίτηλα εις τους αιώνας, να σμιλευτούν αν είναι δυνατόν ώστε να μην χαθούν. Γιατί; Διότι έχει πεποίθηση στην δικαιοσύνη του Θεού, ο Οποίος τελικά θα τον αθωώσει. Ο Δίκαιος Θεός από πολέμιος τελικά θα γίνει υπερασπιστής του. Ο Ιώβ τελικά έχει ισχυρή την πεποίθηση, ότι έστω κι αν πεθάνει, θα δει τον Θεό ανιστάμενος εκ των νεκρών, αφού η ψυχή του γνωρίζει ότι είναι αθάνατη: «Τότε, όταν τον δω με τα μάτια μου δεν θα είναι πλέον εχθρός μου».

                Εν τέλει ο Ιώβ προειδοποιεί τους φίλους του με θεία τιμωρία αν εξακολουθήσουν να έχουν τις ίδιες αντιλήψεις για το πρόσωπό του. «Φοβηθείτε το άγνωστο» τους προειδοποιεί ο άγιος,  «Όσο και να προφασίζεστε η αλήθεια είναι φανερή. Τόσα βάσανα είναι δυσανάλογα με την πρότερη ζωή μου. Κάτι άλλο συμβαίνει και όχι η αμαρτία μου που υποφέρω».

Κεφάλαιο εικοστό

                Ο Σωφάρ παίρνει και πάλι (εκ δευτέρου) τον λόγο χωρίς όμως να μεταβάλλει το περιεχόμενο των λόγων του. Κατ’ αυτόν ο ασεβής δυστυχεί, κι αν ευτυχεί, η ευτυχία του είναι πρόσκαιρη. Η συμφορά που οπωσδήποτε θα τον βρει είναι σημείο της αμαρτωλότητάς του. η ευτυχία του ασεβούς ομοιάζει με όνειρο που όταν ξημερώσει κανείς πλέον δεν το θυμάται.

                Ο Σωφάρ ελλείψει επιχειρημάτων δεν απαντά στα επιχειρήματα του Ιώβ.

Κεφάλαιο εικοστό πρώτο

                Ο Ιώβ απαντά στον Σωφάρ και ταυτόχρονα και στους υπόλοιπους: «Προσέξτε αυτά που θα σας πω διότι θα σας καταπλήξουν τα λόγια μου. Κι όμως! Οι ασεβείς ευτυχούν, προικίζονται σ΄αυτήν τη ζωή με μακροζωία και αγαθά. Καμιά θεομηνία δεν τους καταβάλλει. Απολαμβάνουν την πολυτεκνία και την μακροημέρευσή τους πάνω στη γη. Ο Θεός δεν επεμβαίνει στη ζωή τους παρόλη την αυθάδεια που τους διακρίνει. Πως λοιπόν εσείς λέγετε ότι οι ασεβείς τιμωρούνται και οι ευσεβείς ευτυχούν; Όλα αυτά που σας λέω τα μαρτυρούν κοσμογυρισμένοι άνθρωποι των οποίων τα μάτια είδαν πολλά. Και μη νομίζετε ότι στο τέλος της ζωής τους οι ασεβείς τιμωρούνται, ούτε κι αυτό συμβαίνει. Τον θάνατό τους ακολουθούν επικήδειες τιμές, τους χτίζουν μαυσωλεία, άλλωστε οι ίδιοι οι ασεβείς είχαν μεριμνήσει προ του θανάτου τους για την πλούσια ταφή τους. Εις μάτην λοιπόν με συμβουλεύετε κούφα πράγματα λέγοντας ότι τάχατις πας ευσεβής ευτυχεί και πας ασεβής δυστυχεί. Ουδεμία λοιπόν παρηγοριά δεν παίρνω από τα λόγια σας.

Κεφάλαιο εικοστό δεύτερο

                Ο Ελιφάζ παίρνει εκ τρίτου τον λόγο  και λέει: «Ο Θεός κυβερνά δίκαια τον κόσμο. Είναι μάταιο κανείς να αμφιβάλλει για την δικαιοσύνη Του. Ο Θεός είναι πηγή σοφίας. Δεν έχει ανάγκη από κανέναν για τον συμβουλέψει. Ο Θεός δεν έχει κανέναν λόγο για να ενεργήσει άδικα. Συνεπώς κανέναν δεν αδικεί. Μήπως λοιπόν επειδή είσαι θεοφοβούμενος γι’ αυτό σε αποδοκιμάζει Ιώβ; Κύψε καλύτερα τον αυχένα σου και ομολόγησε το αμάρτημά σου για να σωθείς. Στη ζωή σου υπήρξες άδικος, λάμβανες ενέχυρα απ’ αυτούς που δάνειζες, ούτε νερό δεν έδινες στους φτωχούς. Άφησες τις χήρες και τα ορφανά αβοήθητα. Για όλα αυτά τιμωρείσαι. Πάψε λοιπόν να υπερηφανεύεσαι ότι τάχατις είσαι δίκαιος». Βαριές οι κατηγορίες του Ελιφάζ!...

Κεφάλαιο εικοστό τρίτο

                Ο Ιώβ παίρνει τον λόγο όμως εξ’ αρχής δεν απαντά στις βαρύτατες κατηγορίες του Ελιφάζ: «Τις εντολές του Θεού τις φύλαξα στο βάθος της καρδιάς μου, ως πολύτιμο αντικείμενο στον κόρφο μου έθεσα τον νόμο του Θεού από το πολύ προς Αυτόν σεβασμό. Όμως οι οδοί του Κυρίου είναι ανεξερεύνητοι, κανείς δεν μπορεί να τον ελέγξει, αν θελήσει να με καταδικάσει ποιος μπορεί να τον εμποδίσει; Με ξάφνιασε, με αιφνιδίασε, με τάραξε. Όμως παρόλα αυτά ο Κύριος γνωρίζει ότι με την δοκιμασία αυτή με καθάρισε όπως καθαρίζεται ο χρυσός διά πυρός».

Κεφάλαιο εικοστό τέταρτο

                Ο Ιώβ συνεχίζει τις σκέψεις του: «Ο Θεός θα έπρεπε να κυβερνά έτσι τον κόσμο ώστε να επικρατεί δικαιοσύνη στη γη. Αυτό όμως δεν συμβαίνει. Οι ασεβείς ανενόχλητοι αρπάζουν τις περιουσίες των φτωχών, τον όνον των ορφανών και τον βουν της χήρας. Οι αδύνατοι και κατατρεγμένοι για να αποφύγουν τον ζυγό της δουλείας αυτοεξορίζονται από την πατρίδα τους. Οι άρπαγες της γης ανενόχλητοι θερίζουν εκεί όπου δεν έσπειραν. Φαίνεται πως ο Θεός δεν πρόσεξε τα ανομήματά τους διότι όλα αυτά έγιναν στο σκοτάδι. Ας συντριβεί πας άδικος όπως το άχρηστο ξύλο, όπως το άκαρπο δέντρο. Εάν αυτά που σας είπα δεν είναι αληθινά, τότε ας μου αποδείξει κάποιος ότι αυτά είναι ψέματα και ας αναιρέσει τα λόγια μου. Ας έλθει»!

Κεφάλαιο εικοστό πέμπτο

                Ο Βαλδάδ ελλείψει επιχειρημάτων επαναλαμβάνει τα ίδια. Η απάντησή του θα μπορούσε να πει κάποιος ότι είναι εκτός τόπου και χρόνου: «Ποιος είναι καθαρός και δίκαιος ενώπιον του Θεού; Κανείς». Επανάληψη άτοπου επιχειρήματος.

Κεφάλαιο εικοστό έκτο

                Ο Ιώβ ειρωνεύεται τον Βαδάδ: «Τι, παίρνεις το μέρος του Θεού; Μήπως μπορείς να τον βοηθήσεις; Ποιον θέλεις να συμβουλέψεις; Την Αυτοσοφία; Ο Θεός δεν έχει ανάγκη από την δικηγορία σου, άλλωστε Αυτός είναι η πηγή της υπάρξεώς σου και την πνοής σου. Ασφαλώς τίποτα δεν διαφεύγει από την προσοχή του Θεού. Κανένα σύννεφο δεν βρέχει αν δεν το επιτρέψει ο Κύριος. Τίποτα δεν διαφεύγει από το άγρυπνο βλέμμα Του. Και ο Άδης ακόμη είναι ορατός και ανοιχτός μπροστά Του. όλο το σύμπαν το οικοδόμησε άνευ υλικού στηρίγματος. Ο Παντοδύναμος Κύριος έθεσε στην θάλασσα όριο, διαχώρισε το σκοτάδι από το φως. Αυτός είναι Εκείνος που γαληνεύει και φουρτουνιάζει τα κύματα της θαλάσσης όποτε θέλει. Και όλα αυτά που είπα είναι ένα μόνο μέρος των ενεργειών Του. Την πανσθενή βροντή της παντοδυναμίας Του ποιος μπορεί να ακούσει όταν ηχήσει»;     

        Κεφάλαιο εικοστό έβδομο

                O Ιώβ συνεχίζει τον μονόλογό του αφού όπως φαίνεται επικράτησε σιγή και κανείς από τους φίλους του δεν πήρε τον λόγο: «Εγώ είμαι αθώος και δεν θα πάψω μέχρι την τελευταία μου πνοή να διακηρύττω την αθωότητά μου. Άδικοι είστε εσείς που άδικα με καταδικάστε με τα λόγια σας. Η συνείδησή μου είναι ήσυχη και αυτή είναι που μαρτυρεί για την αθωότητά μου. Ούτε ο άνθρωπος, ούτε η τύχη, ούτε η σύμπτωση κυβερνά τον κόσμο, αλλά ο Θεός. Ξέρετε ποια είναι η διαφορά του πάσχοντος ασεβούς, από του πάσχοντος ευσεβούς; Ο ασεβής ουδεμία ελπίδα έχει στον Θεό σε αντίθεση με τον ευσεβή που όλες τις ελπίδες του τις έχει εναποθέσει σον Κύριο. Εσείς οι φίλοι μου που με αδικήσατε δεν πρέπει να περιμένετε κανένα καλό στη ζωή σας, απεναντίας πρέπει να φοβάστε τις επερχόμενες συνέπειες που ο Κύριος θα σας στείλει».

Κεφάλαιο εικοστό όγδοο

                Ο Ιώβ συνεχίζει: «Ο άνθρωπος με την δική του σοφία βρίσκει τους θησαυρούς της γης. Βρίσκει τον χρυσό, τον άργυρο, τον κασσίτερο και άλλους πολύτιμους λίθους. Για να τα βρει όλα αυτά εξερευνά στα βάθη της γης εκεί όπου υπάρχει σκότος βαθύ και αυτή ακόμη η σκιά του θανάτου. Κι όμως, δεν τον πειράζει όσο κόπο κι αν καταβάλλει για τα βρει. Που φτάνει η επιθυμία των επίγειων θησαυρών!

                Όμως η αληθινή σοφία παραμένει άγνωστη στον άνθρωπο. Ο άνθρωπος δεν γνωρίζει για την σοφία του Θεού. Δεν γνωρίζει το πως ο Θεός κυβερνά τον κόσμο, πως δοκιμάζει τους δικαίους και τιμωρεί τους ασεβείς. Η σοφία αυτή δεν αγοράζεται όσα κι αν κανείς προσφέρει για να την αγοράσει.

                Η σοφία του Θεού είναι απρόσιτη στους ανθρώπους δεν μπορεί κανείς να την συναντήσει ούτε στη γη ούτε στους απέραντους αβύσσους. Μόνον ο Θεός γνωρίζει που κατοικεί αυτή η σοφία διότι Αυτός καθόρισε την πορεία της. Διά της σοφίας αυτής ο Θεός κατασκεύασε τον κόσμο. Η Θεία Πανσοφία ζυγίζει τους ανέμους και μετρά τις σταγόνες της βροχής. Πόση αρμονία βασιλεύει στο σύμπαν!

                Ο άνθρωπος μη δυνάμενος να κατανοήσει την Θεία σοφία, να τι πρέπει να κάνει: Να σέβεται τον Θεό. Η ανώτερη επιστήμη για τον άνθρωπο είναι να απέχει από τις κακές πράξεις.

Κεφάλαιο εικοστό ένατο

                Ο Ιώβ ενθυμείται στο παρελθόν, ποίας υπολήψεως απολάμβανε από τους ανθρώπους προ του μεγάλου του πειρασμού: «Ακόμη και οι δρόμοι μου ήταν πλήρεις αγαθών. Απολάμβανα μεγάλης τιμής από τους συμπολίτες μου. Γέροντες συκωνόντουσαν όρθιοι όταν εγώ παρίσταντο. Οι άρχοντες και οι προύχοντες της πόλεως ζητούσαν τις συμβουλές μου. Η αιτία αυτού του σεβασμού ήταν επειδή έδειχνα έλεος προς τους δυστυχείς, βοηθούσα τους φτωχούς και τους τυφλούς στον δρόμο τους. Υπερασπιζόμουν τον δίκαιο απ’ αυτούς που αδικούνταν. Κανείς δεν με διέκοπτε όταν μιλούσα, ο λόγος μου ήταν πλήρης και γι’ αυτό ουδείς  είχε να προσθέσει κάτι στα λόγια μου. Ένα βλέμμα μου, μια χειρονομία, έναν μορφασμό μου δεν τον άφηναν να πέσει στη γη».

Κεφάλαιο τριακοστό

                «Τώρα με περιγελούν άνθρωποι ελάχιστης κοινωνικής αξίας. Άνθρωποι ανίκανοι να διεκπεραιώσουν οποιαδήποτε εργασία. Αυτοί που ήταν κατάξηροι από την αθλιότητα και την πείνα. Τώρα έγινα περίγελος του περιεχομένου του τραγουδιού τους. Με έπτυσαν , με έβρισαν κατά πρόσωπο. Η συμπεριφορά τους αυτή έγινε κατά παραχώρηση του Θεού. Ο Κύριος αφού μου έβαλε παγίδες και με λήστεψε, με τα βέλη του με πλήγωσε. Οι πόνοι μου τώρα είναι τρομεροί, τα νεύρα μου παραλύουν, ύπνος δεν κλείνει τα βλέφαρά μου. Ο Θεός με έπιασε από τον γιακά και με χτύπησε κατά γης. Το δέρμα μου έγινε σαν λάσπη και σαν στάχτη. Ο Θεός πλέον δεν μ’ ακούει. Κάποτε άλλους εγώ παρηγορούσα στην δυστυχία τους, τώρα εμένα κανείς δεν παρηγορεί. Ενώ έκανα τόσες αγαθοεργίες, με βρήκαν μέρες κακές. Τώρα κραυγάζω όπως οι νυκτικόρακες και οι στρουθοκάμηλοι. Οι κραυγές μου είναι ακατάπαυστες. Το σώμα μου μαύρισε από την κάψα της ζέστης. Το άλλοτε χαρμόσυνο τραγούδι μου μεταβλήθηκε τώρα σε κλαυθμηρό θρήνο».  

Κεφάλαιο τριακοστό πρώτο

                Ο Ιώβ αποδεικνύει την αθωότητά του: «Ουδέποτε επιθύμησα παρθένα υποκύπτοντας στο αμάρτημα της οφθαλμοπορνείας. Ποτέ δεν συναναστράφηκα με γελωτοποιούς. Αν ποτέ μου μοίχευσα και η δική μου η γυναίκα ας μοιχεύσει με άλλον άνδρα. Ήμουν πάντοτε δίκαιος με τους υπηρέτες μου. Δεν αδιαφόρησα για τους ενδεείς. Αμέσως τους έντυσα. Δεν θεοποίησα τα κτίσματα, ούτε τον ήλιο και την σελήνη. Ποτέ μου δεν στήριξα τις ελπίδες μου στον πλούτο. Ποτέ μου δεν αισθάνθηκα χαιρεκακία κατά των εχθρών μου. Ούτε εσωτερικώς, ούτε εξωτερικώς χαιρεκάκησα. Δεν ντράπηκα ποτέ να ομολογήσω δημοσίως τα αμαρτήματά μου. Ποιος θα ακούσει όμως την δίκαιη φωνή μου; Και αυτή την θεία δικαιοσύνη δεν την φοβάμαι. Ποτέ μου δεν πίεσα τους χρεωφειλέτες μου για να με ξοφλήσουν. Το αντίθετο, έσκισα το χαρτί του αναξιοπαθούντος χρεοφειλέτου μου χωρίς να λάβω τίποτα απ’ αυτόν». Ο Ιώβ έπειτα απ’ αυτά σιώπησε.

Κεφάλαιο τριακοστό δεύτερο

                Από το μηδέν εμφανίζεται ξαφνικά στη συζήτηση ο Ελιούς. Ο Ελιούς  δεν δίνει όπως θα δούμε παρακάτω κάποια νέα πτυχή, ή καινούρια επιχειρήματα στο ζήτημα του Ιώβ. Αποτελεί όμως  πρόδρομο της Θείας επεμβάσεως που θα ακολουθήσει. Επεμβαίνει στη συζήτηση για δύο λόγους. Πρώτον διότι «οργίσθη» ακούγονταν τον Ιώβ να παριστάνει τον δίκαιο και άμεμπτο και δεύτερον διότι οι τρεις φίλοι του Ιώβ δεν εξέθεσαν σωστά τα πράγματα όπως ο ίδιος θεωρεί. Ο Ελιούς θεωρεί τον εαυτό του «εκ του Θεού απεσταλμένο» και γι’ αυτό έχει μεγάλη αυτοπεποίθηση ότι αυτά που θα πει είναι τα λόγια του Θεού: «Θα πω την αλήθεια, μόνον την αλήθεια χωρίς να μεροληπτήσω καθόλου. Αν δεν την πω ας με φάγουν οι σκώληκες στον τάφο».

Κεφάλαιο τριακοστό τρίτο

                Πρώτος λόγος του Ελιούς: «Οι λόγοι μου εξέρχονται από καρδία καθαρά. Τα λόγια μου είναι εμπνευσμένα από τον Θεό. Ο Θεός όταν δημιούργησε τον άνθρωπο δεν του έδωσε μόνο πνοή αλλά και σοφία. Εσύ Ιώβ ισχυρίστηκες ότι ο Θεός σκληρά σε τιμώρησε και ότι αυτό δεν αρμόζει στον Δίκαιο Θεό. Είπες επίσης ότι είσαι καθαρός από βαριές αμαρτίες και ότι ο Θεός αδίκως δεν ακούει τα δίκαιά σου παράπονα. Όμως ο Κύριος ομιλεί στον άνθρωπο με διαφορετικό τρόπο στον καθένα.

                Η αμαρτία φέρει και σωματικά συμπτώματα όπως ασθένειες και θλίψεις. Εάν όμως ο αμαρτωλός μετανοήσει τότε θα ιαθεί, θα αποκτήσει και πάλι υγεία νεανική».

                Ο Ελιούς καλεί τον Ιώβ να τον ακούσει προσεκτικά, να σιωπήσει και στο τέλος να απολογηθεί: «Άκουσέ με και θα σε διδάξω». Αλαζονικά φέρεται ο Ελιούς μάλλον λόγω του ενθουσιασμού του νεαρού της ηλικίας του.

Κεφάλαιο τριακοστό τέταρτο

                Δεύτερος  λόγος του Ελιούς: «Τόσο εύκολα καταφέρεσαι Ιώβ κατά του θεού, όσο εύκολα πίνεις το νερό σου. Μα δεν καταλαβαίνεις ότι για να χλευάζεσαι τόσο έντονα και τόσο πολύ από τον Κύριο και από τους ανθρώπους, σίγουρα δεν είσαι αθώος, αλλά οπωσδήποτε ένοχος. Δεν καταλαβαίνεις ότι όταν λες ότι είσαι δίκαιος δίνεις θάρρος στις ασεβείς σκέψεις των κακών; Ο Θεός αποδίδει εις έκαστον ότι του αρμόζει, αδύνατον είναι ο Θεός να αδικήσει κάποιον, πρώτον γιατί είναι ο Δημιουργός του κόσμου και για να συντηρήσει τον κόσμο πρέπει να είναι δίκαιος και δεύτερον διότι αν ο δικαστής αδικεί, τότε σίγουρα έχει κάποιο συμφέρον. Ο Θεός όμως τι έχει να ωφεληθεί αν αδικήσει κάποιον; 

                Ιώβ μη θέλεις μόνο να συμβουλεύεις, άκου και την συμβουλή άλλου. Πως θα ωφεληθείς από τον Θεό τον Οποίο εσύ θεωρείς άδικο; Ασεβής είναι όποιος αρνείται την εποπτεία του Θεού. Ο Θεός δεν προσωποληπτεί, δεν μεροληπτεί, δεν αδικεί δεν φοβάται κανέναν. Δεν χρειάζεται να δει κάποιον πολλές φορές για να τον γνωρίσει, και μια ματιά του είναι αρκετή.

                Μήπως Ιώβ για να σε κρίνει ο Θεός πρέπει πρώτα να πάρει την δική σου έγκριση ή μήπως θα εγκρίνει ότι εσύ κρίνεις ως σωστό; Πρόσεχε Ιώβ, διότι η δοκιμασία σου θα συνεχιστεί, αν συνεχίσεις να σκληρύνεσαι προς το κακό».

Κεφάλαιο τριακοστό πέμπτο

                Τρίτος λόγος του Ελιούς: «Του ανθρώπου η κακία ή η αρετή, ούτε βλάπτει, ούτε ωφελεί τον Θεό. Ωφέλιμη ή επιβλαβής είναι στον εαυτό του και στον πλησίον του. Πολλοί είναι αυτοί προσεύχονται στον Θεό, όμως των περισσοτέρων η προσευχή  δεν είναι προσευχή αλλά κραυγή. Αυτοί προσεύχονται μόνον όταν τους βρουν οι θλίψεις. Όμως ο Θεός δεν τους ακούει, είναι ανάξιοι προσοχής. Ο Θεός ακούει μόνον την προσευχή που ζητά χάρη». Συνεπώς κατά τον Ελιούς ο Ιώβ μόνον φλυαρεί λέγοντας λόγια περιττά και βαριά.

Κεφάλαιο τριακοστό έκτο

Τέταρτος λόγος του Ελιούς: «Ο Θεός είναι υπέρτατος εξουσιαστής κανείς δεν μπορεί να τον αγάγει σε δίκη. Είναι ανεξάρτητος, απόλυτος, ανεξέλεγκτος. Τα μεγάλα έργα των μεγάλων ανδρών κι αυτά δικά Του είναι. Μη κρίνεις λοιπόν και μη κατακρίνεις τα έργα του Κυρίου. Ο Θεός είναι απέραντος, τον γνωρίζουμε όσο δυνάμεθα, είναι ακατάληπτος, αιώνιος, αῒδιος. Εμείς απεναντίας είμαστε θνητοί και πρόσκαιροι πώς να τολμήσουμε να τον αντιμετωπίσουμε; Ο Θεός ενεργεί με τρόπο ακατάληπτο προς εμάς».

Κεφάλαιο τριακοστό έβδομο

                Το κεφάλαιο αυτό αποτελεί συνέχεια του 36ου μιας που συνεχίζονται οι περιγραφές ουρανίων φαινομένων με σκοπό να φανεί το μεγαλείο του Δημιουργού. Ο Ελιούς καλεί τον Ιώβ να δει τα φαινόμενα αυτά ώστε να κατανοήσει την σοφή διακυβέρνηση του Θεού. Αν αυτά δεν κατανοεί ο Ιώβ πώς και με τι θράσος ζητά να συζητήσει με τον Θεό; «Μήπως μαζί με τον Θεό στερέωσες τους ουρανούς Ιώβ»; Συμπέρασμα: Ας παύσουμε να φλυαρούμε. Δεν δυνάμεθα να ατενίσουμε με γυμνό οφθαλμό το ηλιακό φως και θα εξετάσουμε αυτόν τον Κύριο; Μήπως ο Θεός δεν ακούει την φωνή των αδικουμένων; Μάταια λοιπόν τα λόγια του Ιώβ και των τριών φίλων του, πάντα κατά τον Ελιούς.

Κεφάλαιο τριακοστό όγδοο

                Η δοκιμασία του Ιώβ εγγίζει στο τέλος της. Πριν όμως τελειώσει, ο Θεός θέλει να δώσει στον δούλο του το τελευταίο του μάθημα. Ο Ιώβ ζήτησε να δικαστεί με τον Θεό. Να! Ο Υπέρτατος Κριτής παρουσιάζεται!

                «Που ήσουν Ιώβ όταν θεμελίωσα τον κόσμο και έθεσα τους νόμους του; Ποια γνώση έχεις περί του φωτός, για τα βάθη των ωκεανών, για τον Άδη, για την ευρεία έκταση της γης, για τα χιόνια, για το χαλάζι, για την βροχή, την αστραπή, τον κεραυνό και την παγωνιά; Ποια δύναμη μπορείς να ασκήσεις Ιώβ πάνω στα αστέρια και στους αστερισμούς; Δύνασαι να δώσεις τροφή στον λέοντα η στον κόρακα; Η απάντηση σε όλα αυτά είναι γνωστή. Όχι. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να παράγει ούτε μία σταγόνα δροσιάς, πως μπορεί να κρίνει τον Θεό;

                Μήπως Ιώβ μπορείς να αλλάξεις την τροχιά των αστεριών; Θα σε υπακούσουν τα σύννεφα ή θα τρομάξει η βροχή αν εσύ μιλήσεις; Θα σε υπακούσει ο κεραυνός; Σε μένα όμως υπακούει! Μήπως εσύ μεριμνάς για την τροφή των άγριων θηρίων της γης»;

Κεφάλαιο τριακοστό ένατο

                Ο Θεός συνεχίζει τον λόγο Του. Μιλά στον Ιώβ για τα ελάφια, τους άγριου όνους, τις στρουθοκαμήλους, τους πελαργούς, τους πολεμικούς ίππους, τους αετούς. Ο άνθρωπος δεν κατανοεί τον λόγο της δημιουργία των δεν καταφέρεται όμως και κατά του Δημιουργού. Ο Θεός μεριμνά και προνοεί για τα πλέον άγρια και απομακρυσμένα ζώα του πλανήτη.

                «Μήπως μπορείς Ιώβ να κάνεις να σε υπηρετήσει ο ρινόκερος και να τον χρησιμοποιήσεις για τις γεωργικές σου εργασίες; Εξυπακούεται όχι. Αυτός όμως σε μένα υπακούει. Η στρουθοκάμηλος είναι ένα ανόητο ζώο δεν έχει προικιστεί με μητρικό ένστικτο. Γεννά και παρατά τα αυγά της στο χώμα εκτεθειμένα στους διαβάτες και στα άγρια θηρία. Όμως Εγώ φροντίζω για την εκκόλαψη και την διατροφή των μικρών της. Αυτά είναι μυστηριώδη πράγματα που ο άνθρωπος δεν μπορεί να εξηγήσει. Αλλά ας μην πάμε μακριά. Ας δούμε τα πολεμικά άλογα. Αυτά είναι τόσο θαρραλέα, ώστε κι αν ακόμη οργιάζουν εναντίον τους τα ξίφη, αυτά δεν επηρεάζονται και προχωρούν ατρόμητα προς την μάχη». Γιατί; Γιατί έτσι ο Θεός τα προίκισε!

Κεφάλαιο τεσσαρακοστό

                Δεύτερος λόγος του Θεού: Ο Ιώβ είχε πολλές φορές υποτιμήσει τις κρίσεις του Θεού λόγω της δυστυχίας του. Δεν έπρεπε όμως να κατηγορήσει τον Θεό με σκοπό να υπερασπιστεί τον εαυτό του.

                «Νομίζεις ότι ο λόγος του να σου φερθώ όπως σου φέρθηκα ήταν άλλος από το να φανεί η αρετή σου; Όχι». Αυτή είναι η σπουδαιότερη απάντηση του Θεού σε όλα τα ερωτήματα που είχε ο Ιώβ και ως εκ τούτου πολύ ικανοποιητική για τον ίδιο.

                Ο Θεός όμως συνέχισε τον λόγο Του με τόνο ειρωνικό αυτή τη φορά: «Ενδύσου δύναμιν και ύψος, θεία δόξα και τιμή και κυβέρνησε τον κόσμο. Στείλε τους αγγελιοφόρους χρησιμοποιώντας αυστηρό τόνο, ταπείνωσε κάθε υβριστή και περήφανο. Εξαφάνισε τον εγωιστή, κάνε ώστε να σαπίσουν αμέσως οι ασεβείς, αν μπορείς. Ταπείνωσε αυτούς όχι έναν και δύο αλλά όλους ταυτόχρονα αν μπορείς. Τότε θα ομολογήσω ότι δύναται η δεξιά σου να κυβερνήσει τον κόσμο καλώς, επομένως και να κρίνεις πράγματα. Αλλά τι λέγω ολόκληρο τον κόσμο, κυβέρνησε μόνο δύο μεγαθήρια τον ιπποπόταμο και τον κροκόδειλο. Τον ιπποπόταμο μόνο ουράνια πνεύματα, άγγελοι μπορούν να τον δαμάσουν. Το μεγαθήριο τούτο είναι αριστούργημα του Κυρίου».

                Τι θέλει να πει ο κύριος με τον τελευταίο αυτόν λόγο; -Ότι αν ένα απλό κτίσμα εμπνέει τόση φρίκη στον άνθρωπο και τον καθιστά ανήμπορο και ανίκανο να το κυβερνήσει ποιος θα τολμήσει να αντιμετωπίσει τον Θεό;

Κεφάλαιο τεσσαρακοστό πρώτο

                Ο Θεός σε κανέναν δεν είναι οφειλέτης και δεν είναι υποχρεωμένος να κάνει σε κανέναν δωρεές. Όλος ο κόσμος είναι δικός Του. Ουδείς δύναται να δικαστεί μαζί Του και οπωσδήποτε κανένας υπερήφανος δε θα μείνει ατιμώρητος.

                Ας θαυμάσουμε την δύναμη που έχει ένα μεγαθήριο της γης όπως ο κροκόδειλος και ο ιπποπόταμος. Κανένας δεν μπορεί να τα αντιμετωπίσει και να τα υποτάξει. Παρόλα αυτά τέτοιου είδους ζώα δεν προσφέρουν τίποτα το ωφέλιμο στον άνθρωπο. Ο άνθρωπος δεν μπορεί ως εκ τούτου να εξηγήσει τον σκοπό ύπαρξης αυτών των θηρίων, όμως παρόλα αυτά τα θαυμάζει ως αριστουργήματα τέχνης και δυνάμεως του Θεού. Ο άνθρωπος λοιπόν δεν πρέπει τα πάντα να τα μετρά με ανθρώπινα κριτήρια.

                Με αυτόν τον τρόπο θα πρέπει να σκέφτεται και για τα ανθρώπινα μεγαθήρια δηλαδή τους ασεβείς. Υπάρχουν μέσα σε μια ανθρώπινη κοινωνία και οι αδάμαστοι ασεβείς που όμως και αυτοί βρίσκονται στα χέρια του Θεού όπως ο ιπποπόταμος και ο κροκόδειλος.

Κεφάλαιο τεσσαρακοστό δεύτερο

                Ο Ιώβ ομολογεί την Θεία Παντοδυναμία. Αναγνωρίζει ότι πίσω από την δοκιμασία του υπήρχε το Θείο σχέδιο: «Ποιος είναι εκείνος ο οποίος το σχέδιο με την ανοησία σκοτίζει! Αναγνωρίζω ότι εκφράστηκα χωρίς να καταλαβαίνω πράγματα αξιοθαύμαστα για μένα, τα οποία δεν κατανόησα. Δεν είμαι τίποτα».

                Ο Κύριος καταδίκασε την κρίση των τριών φίλων του Ιώβ, όχι όμως και τον Ελιούς διότι αυτός τόνισε το ανεξέλεγκτον της Θείας φύσεως όπως άλλωστε το ίδιο έκανε λίγο αργότερα και ο ίδιος ο Κύριος. Γεννάται όμως το εξής ερώτημα: -Ο Κύριος καταδίκασε τους τρεις φίλους του Ιώβ οι οποίοι θεωρούσαν τον Θεό ως δίκαιο κριτή, ενώ ο Ιώβ ως ανεξέλεγκτο κυρίαρχο και δικαστή. Γιατί λοιπόν ο Θεός καταδίκασε τους τρεις φίλους;

                Α) Οι τρεις φίλοι αδίκησαν τον Ιώβ θεωρώντας τον άδικο και αμαρτωλό.

                Β) Οι τρεις φίλοι θέλουν τον Θεό ως εξαρτημένο άμεσα από την συμπεριφορά των ανθρώπων. Μισθαποδοσία: έκανα κάτι καλό τώρα πλήρωσε με ή το αντίθετο. Ο Ιώβ όμως θεωρεί τον Θεό ως ανεξέλεγκτο και μη ερμηνεύσιμο, πράγμα ορθότερο και εγγύτερο προς την φύση του Θεού.

                Γ) Οι φίλοι του Ιώβ αμάρτησαν όχι με έργα, αλλά με λόγια και σκέψεις διότι επέμειναν στις απόψεις τους πεισματικά.

                Το βιβλίο κλείνει περιγράφοντας συνοπτικά την εξέλιξη που πήραν τα πράγματα μετά την Θεία εμφάνιση: Κατ’ εντολήν του Θεού ο Ιώβ προσευχήθηκε και θυσίασε στον Θεό υπέρ των φίλων του οι οποίοι διά του δικαίου έτυχαν της Θείας συγχωρήσεως.

                Ο Ιώβ ιάθηκε πλήρως, απόκτησε και πάλι την περιουσία του αλλά αυτή τη φορά την διπλάσια σε αξία. Απόκτησε και πάλι όπως και πριν επτά γιους και τρεις θυγατέρες και απέθνησκε πλήρης ημερών σε ηλικία 240 ετών απολαμβάνοντας της Θείας και της ανθρώπινης τιμής.   




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου