Του Μόσχου Εμμανουήλ Λαγκουβάρδου
Ο φίλος μου δε συμπαθούσε τους "θανατικούς"
Δεν του άρεσε καθόλου ο "θανατισμός"!
Στη Λάρισα υπάρχει η οδός Βόλου, την οποία όλοι ονομάζουν "οδό Σβώλου"!
"εξεπιτούτου".
Στη Δεσκάτη παλιά υπήρχαν γραφικοί τύποι. Ένας από αυτούς έκλεινε κάθε
φράση με την επωδό: "Λοιπόν, δηλαδή, και τα λοιπά"!
'Ενας άλλος ρωτούσε πάντα το συνομιλητή του: "πού είσαι;". Ακόμα κι όταν
ερχόταν τις Κυριακές στη γιαγιά, για να πιεί καφέ, μετά την εκκλησία, τον
άκουγες να ρωτάει από μακριά, "πού ΄σαι, Βασιλκιά; Πού ΄σαι Βασιλκιά.
Όλη την ώρα ρωτούσε "πού είσαι;". Μου άρεσε αυτός ο τύπος , γιατί ενδιαφερόταν
για το "Είναι" και όχι για το "Έχειν"!
Ένας άλλος πάλι, αυτόν τον είχαν κλεισμένο στο σπίτι του και επικοινωνούσε με
τους έξω επαναλαμβάνοντας διαρκώς τη φράση: "Τσιάϊ, ψωμί και ζάχαρι" "τσιάϊ, ψωμί και ζάχαρι".
Ένας γέρο-δάσκαλος, όταν μεθούσε, ανέβαινε σε μια καρέκλα, στο καφενείο, έξω στην πλατεία
και σκορπούσε τα λεφτά του!
Ένας διευθυντής του δημοσίου ταμείου δεσκάτης, γερό ποτήρι, έκρυβε το τσίπουρο στο ανθοδοχείο
που είχε μπροστά του, στο γραφείο του. Μια μέρα, τον μετέφεραν με φορτηγό αυτοκίνητο απ΄ το
γραφείο στο σπίτι του!
Ένας φτωχός καφετζής, με δώδεκα παιδιά, ο περίφημος Τζακ, γόνος πλούσιας οικογένειας, με γιατρούς , καθηγητές
δικηγόρους, πλήρωνε κάποιον να του κρατάει την ομπρέλα! Μια φορά ο κόσμος είδε τον Τζακ να πηγαίνει στο
σπίτι του καβάλα στις πλάτες του φτωχού υπηρέτη του!
Είναι ατέλειωτα τα αστεία, με τα οποία γελούσε ο κόσμος στις κωμοπόλεις σαν τη Δεσκάτη. Ο κόσμος που
δημιουργούσε το χιούμορ ήταν η ιδιότυπη αστική τάξη της κεντρικής συνοικίας, όπου έμεναν οι έμποροι, οι
υπάλληλοι, ενώ στις ακραίες συνοικίες έμενε ο φτωχός κόσμος, αγρότες , κτηνοτρόφοι, τεχνίτες, μεροκαματιάρηδες.
οι οποίοι δεν είχαν όρεξη για αστεία! Σε κάθε συνοικία όμως, κάθε Κυριακή, οι γυναίκες τραγουδούσαν και χόρευαν!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου