Δευτέρα 7 Δεκεμβρίου 2020

Λόρδος Βύρων και φύση

 


https://edromos.gr/i-fysi-sto-ergo-tou-lordou-vyrona/

Του Γιάννη Σχίζα


«Η Τέχνη, η Ελευθερία, η Δόξα σβήσανε

μα η φύση είναι πάντα ωραία»

«Το προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ», δεύτερο άσμα, στροφή 87



 

Ο Τζωρτζ Γκόρντον, Λόρδος Βύρων, έζησε τη μικρή αλλά περιεκτική ζωή των 36 χρόνων (1788-1824) μέσα στα πλαίσια μιας εποχής που φιλοξένησε πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές ανατροπές. Έζησε μια περίοδο «επιτάχυνσης της ιστορίας», με ιδεολογικά άλματα αλλά και πισωγυρίσματα, με κύριο χαρακτηριστικό την αμφισβήτηση της «φεουδαρχικής τάξης πραγμάτων» και την ανάδυση ενός νέου Δημοκρατικού Ανθρωπισμού. Η ανήσυχη φύση του τον ώθησε στην υπεράσπιση οικουμενικών πολιτιστικών αξιών – όπως έδειξε η πολεμική του κατά του Έλγιν για την υπόθεση των γλυπτών του Παρθενώνα. Στο ποίημά του «Η κατάρα της Αθηνάς» θα υπερασπίσει την «φυσική χωροθέτηση» των μαρμάρων του Παρθενώνα στον γενέθλιο χώρο τους και θα καταγγείλει με συγκλονιστική λιτότητα τον Σκωτσέζο Λόρδο που αφαίρεσε «ό,τι Γότθος, Τούρκος, Χρόνος είχε αφήσει»…


Η δημιουργική πορεία του Βύρωνα εντάσσεται στο μεγάλο ρεύμα του Αγγλικού Ρομαντισμού, του οποίου αφετηριακή πράξη θεωρείται η δημοσίευση των Lyrical Ballads (1798) από τους Wordsworth και Coleridge. Ο Ρομαντισμός, λογοτεχνική σχολή και όχι μόνο, θα αναδυθεί μέσα στις συνθήκες της βιομηχανικής επανάστασης, με την ρευστότητα των καταστάσεων και την κινητικότητα των ιδεών, με την έντονη αλλαγή των κοινωνικών και παραγωγικών σχέσεων. Στη νέα κατάσταση η έκπτωση της γραφικότητας προς όφελος στυγνών παραγωγικών εγκαταστάσεων μέσα σε δύσμορφες και ανθυγιεινές περιοχές, η εμφάνιση ακραίων μορφών πλουτισμού αλλά και φτώχειας, διαμορφώνουν νέες αντιπαλότητες. Η παραδοσιακή κοινωνία με τις παγιωμένες μορφές χώρων και τοπίων, θα υποστεί δραματική αλλαγή. Δημιουργούνται σημαντικές «οπισθέλκουσες» δυνάμεις, γενικώς «φευγάτες» από την παρούσα κατάσταση, που όμως δεν είναι «οπισθοδρομικές» με το συνηθισμένο νόημα, που δεν συμπλέουν με τη φεουδαρχία.


Οι εργαζόμενοι των αρχών του 19ου αιώνα δεν διαθέτουν ψήφο, δεν έχουν δικαίωμα να συνδικαλίζονται, δεν είναι φιλικοί με τα νέα μηχανικά συστήματα. Γι’ αυτό και συχνά εκφράζουν την αντίθεσή τους καταστρέφοντας τις μηχανές που τους εκτοπίζουν από τη παραγωγή ή που κάνουν δύσκολη τη διαπραγματευτική τους θέση έναντι της εργοδοσίας. Ο Βύρων θα ξεσπαθώσει από το βήμα της Βουλής των Λόρδων (Φεβρουάριος 1812) εναντίον νομοσχεδίου που πρόβλεπε την ποινή του θανάτου κατά των «Λουδιτών» εργατών – γνωστών για τη δράση τους εναντίον των μηχανών. «Ονομάστε, αν θέλετε, τους ανθρώπους αυτούς όχλο, αλλά μην ξεχνάτε, ότι ένας όχλος εκφράζει πολύ συχνά τα αισθήματα του λαού», θα πει στους Άγγλους αριστοκράτες, που «βολεύονταν» με την επιβολή εξωφρενικών ποινών παρά πάσα έννοια δικαίου.


Λίγο καιρό πριν στην Ελλάδα, η ευαίσθητη φύση του τον οδηγούσε σε μια τολμηρή πρωτοβουλία για τη σωτηρία κάποιας μοιχαλίδας Τουρκάλας, που μεταφερόταν από στρατιωτικό απόσπασμα στο Φάληρο για να υποστεί τη θανατική ποινή δια πνιγμού (Σιμόπουλος). Αυτή η βαθύτατη ανθρωπιά του νεαρού λόρδου δεν έπαυε να συνταιριάζει στη ψυχική του ταυτότητα και τα στοιχεία μιας άλλης αγάπης, όπως αυτής προς την φύση. Και η ποιητική ιδιοσυγκρασία του τον οδηγούσε σε μια αισθητική ανάγνωση του φυσικού χώρου, μέσα σε συνθήκες όπου η βιομηχανική επανάσταση ανέτρεπε τη γραφικότητα της βρετανικής υπαίθρου.


Κινηματίας, ερωτικός, φίλος της φύσης…

Ο Βύρων δόθηκε στα κινήματα ως γόνος μιας περιόδου «μεταρουσσωϊκής», που είχε υποστεί τις επιδράσεις του Γαλλικού Διαφωτισμού και ασπάζονταν τις ιδέες του Γάλλου φιλοσόφου για την ισότητα των ανθρώπων ως συνέπεια της ίδιας της φύσης τους. Ταυτόχρονα έστεκε σε απόσταση από την αυτοκρατορική Γαλλία των κατακτητικών πολέμων, από τον Ναπολέοντα που κατά τη γνώμη του μπορούσε αλλά τελικά δεν έγινε ένας Ευρωπαίος Ουάσιγκτον, ένας απελευθερωτής της εποχής…


Όμως οι νέες πολιτικές ιδεολογίες δεν απορροφούσαν ολοκληρωτικά την ενέργεια του νεαρού λόρδου. Το στυλ του μονοδιάστατου «ακτιβιστή-διανοούμενου» δεν του πήγαινε. Ο πλούσιος και «πολυσχιδής» ερωτισμός του, ιδιαίτερα έκδηλος όταν π.χ. έγραφε στον φίλο του Drury το 1810 ότι «πεθαίνει από έρωτα για τρία κορίτσια, τρεις αδελφές Ελληνίδες στην Αθήνα», σόκαρε τα κυρίαρχα ήθη… Ο Βύρων δεν θα αλλάξει χαρακτήρα ακόμη και μετά τα πρώτα νεανικά του χρόνια. Μετά το μεγάλο του ταξίδι στις χώρες της Μεσογείου θα επιστρέψει στην Αγγλία όπου επίσης θα «καλοπεράσει» διαρκώς ερωτευόμενος και διαρκώς χωρίζοντας. Λίγα χρόνια αργότερα, στην Ιταλία όπου θα μεταβεί με τον ποιητή Σέλλεϋ (1816) και θα συμμετάσχει στο κίνημα των Καρμπονάρων, δεν θα παραλείψει να κάνει και ένα εξώγαμο παιδί…


Ο Βύρων δόθηκε στα κινήματα ως γόνος μιας περιόδου «μεταρουσσωϊκής», που είχε υποστεί τις επιδράσεις του Γαλλικού Διαφωτισμού και ασπάζονταν τις ιδέες του Γάλλου φιλοσόφου για την ισότητα των ανθρώπων ως συνέπεια της ίδιας της φύσης τους. Ταυτόχρονα έστεκε σε απόσταση από την αυτοκρατορική Γαλλία των κατακτητικών πολέμων, από τον Ναπολέοντα που κατά τη γνώμη του μπορούσε αλλά τελικά δεν έγινε ένας Ευρωπαίος Ουάσιγκτον, ένας απελευθερωτής της εποχής…


Όμως πέρα από αυτές τις «επιδόσεις», ο ακτιβιστής και ερωτικός αριστοκράτης «ανήκεν εις την φύση» – θα λέγαμε με καβαφικούς όρους. Τη φύση που αποθεώνοταν από τους Ρομαντικούς στοχαστές, σε τέτοιο μάλιστα βαθμό ώστε να παράγει πρώιμες «ζωοφιλικές» απόψεις και να εκθειάζει τα φυσικά δικαιώματα όλων των όντων. Οι Ρομαντικοί κάποτε πήγαιναν αντίθετα και στο κυρίαρχο, «ανθρωποσωβινιστικό» ρεύμα της εποχής τους, εμπνεόμενοι από τις πλέον «ταπεινές» υπάρξεις του κόσμου: Παράδειγμα ο Κόουλριντζ που στιχουργούσε για ένα απλό γαϊδουράκι ή ο Σκωτσέζος Μπερνς, που αναφερόταν σε μια ποντικίνα των αγρών (!) υπερασπίζοντας το δικαίωμά της να ζει και να απολαμβάνει ό,τι προσφέρει η φύση, σε αντίθεση με τον άνθρωπο-διώκτη της, που διατάρασσε την αρμονία και οικονομία της φύσης. Υπό την επίδραση του ίδιου, φυσιοκρατικού πνεύματος, μερικά χρόνια αργότερα ο Βύρων θα ξιφουλκήσει ενάντια στους διαχωρισμούς ανθρώπου από άνθρωπο υψώνοντας στο ποίημα «Το νησί» τον εμβληματικό στίχο: «η φύση ένα έθνος τέκνων της αναγνωρίζει»… Αυτή η «αντιεθνικιστική» δήλωση στοχεύει να υπογραμμίσει την ενότητα που κρύβεται πίσω από τη διαφορετικότητα των ανθρώπων, και όχι να δημιουργήσει για τον νεαρό λόγιο ένα «ιδεολογικό καταφύγιο», μια σχέση «ίσων αποστάσεων» από τους αγώνες της εποχής του. Ο Βύρων δεν είναι ο διανοούμενος οπορτουνιστής, που κρύβεται πίσω από «αβλαβείς» γενικότητες…


Η φυσιολατρία ως εμβάθυνση στη διαφορετικότητα της φύσης

Η φύση έχει πολλές εκδοχές και όψεις, των οποίων η αναγνώριση και αξιολόγηση προϋποθέτει φυσιολατρική παιδεία. Η ενασχόληση με τη φύση είναι μια διαρκής εμβάθυνση στη διαφορετικότητά της, μια διαρκής διαμόρφωση και δήλωση «προτιμήσεων». Αυτή η βασική τάση διαποτίζει το πνεύμα του Βύρωνα, που παρατηρεί, συγκρίνει, αναγνωρίζει, επισημαίνει ιδιαιτερότητες και μοναδικότητες. Ο νεαρός λόρδος βιώνει τη μεγάλη «πασαρέλα» των γήινων τοπίων και των μετεωρολογικών σκηνικών, επιβραβεύει και απορρίπτει. Σε ένα γράμμα προς τον Hodgson τον Ιανουάριο του 1811 θα εκφράσει την ιδιαίτερη σχέση του με τη μορφή του αττικού χώρου, και από την οπτική γωνία του καταλύματός του, που βρίσκεται στο μοναστήρι των Καπουτσίνων, θα κάνει μια λιτή αλλά έντονα ποιητική δήλωση: «Μπροστά μου έχω τον Υμηττό, πίσω μου την Ακρόπολη, δεξιά μου το ναό του Δία, μπροστά το Στάδιο, αριστερά μου την πόλη. Έ, κύριε! Αυτό θα πει τοπίο, αυτό θα πει γραφικότητα!». Στις σημειώσεις που κρατούσε για το ποίημα «Τσάϊλντ Χάρολντ» θα δώσει μια ακόμη νότα προτίμησης: «Πέρα από τη μαγεία που ασκεί το όνομα, και όλους τους συνειρμούς που θα ήταν δασκαλίστικο και περιττό να απαριθμήσει κανείς, οι ίδιες οι συνθήκες στην Αθήνα αρκούν για να την κάνουν τη μεγάλη αγάπη κάθε ανθρώπου που αγαπά την τέχνη ή την φύση. Το κλίμα, εμένα τουλάχιστον, μου φάνηκε μια ατέλειωτη άνοιξη»…


Ο Βύρων εντάσσεται στη μεγάλη χορεία των περιηγητών, που βιώνουν και εκθειάζουν ένα διάσημο κλίμα, όπως αυτό της Αττικής. «Το κλίμα, εμένα τουλάχιστον, μου φάνηκε μια ατέλειωτη άνοιξη», γράφει σε μια από τις σημειώσεις του. Στις αρχές του 19ου αιώνα , ο ερχομός στην Αθήνα και στην Ακρόπολη ήταν το όνειρο του κάθε δυτικού περιηγητή και ιδιαίτερα των γόνων των αριστοκρατικών οικογενειών, που μετά την αποφοίτησή τους από τα κολέγια συμπλήρωναν την παιδεία τους με πολύμηνα ταξίδια στην Ανατολή. Οι επισκέπτες της Αττικής εντυπωσιάζονταν από τον αρμονικό συνδυασμό φύσης και αρχαίας τέχνης μέσα σε ένα σκηνικό αραιοκατοίκησης, όπου ήταν έκδηλη η υπεροχή των ένδοξων ερειπίων του παρελθόντος έναντι των σύγχρονων κατασκευών. Ο Henry Holland, περιηγητής στα 1812-13, θα σημειώσει: «Κι αν ακόμη δεν μπορείς να αξιολογήσεις τα αρχαία λείψανα, μπορείς να θαυμάσεις την κοιλάδα του Κηφισού, το λόφο του Κολωνού και την κορυφογραμμή του Υμηττού, να αγναντέψεις από τη μια τη θάλασσα της Σαλαμίνας και από την άλλη τα υψώματα της Φυλής». Ο Σιμόπουλος βεβαιώνει ότι ο Βύρων συγκινείτο περισσότερο από το «ζωντανό» ελληνικό τοπίο των καιρών του παρά από τα λείψανα της κλασσικής εποχής, ίσως από αντίδραση σε ένα πνεύμα που «βρισκόταν εκείνα τα χρόνια σε πλήρη άνθιση και καλλιεργούσε τις ονειροπολήσεις και τις αρχαιόπληκτες αισθηματολογίες». Ο Σιμόπουλος θα υπογραμμίσει αυτό τον προσανατολισμό του ποιητή και ταξιδευτή παραθέτοντας μια στροφή του «Τσάιλντ Χάρολντ», που αναφέρεται στην Αττική:


«τόσο γαλάζιος που είναι ο ουρανός σου,τόσο άγριοι οι βράχοι σου

τ’άλση σου μελιχρά και οι κάμποι σου ολοπράσινοι,

καρπίζει η ελιά καθώς στης Αθηνάς τα χρόνια

κι ο Υμηττός το θησαυρό του το μελένιο πάντα σου χαρίζει.

Το μυρωμένο πυργοστάσι του και τώρα χτίζει

Το λεύτερο μελίσσι, έτσι ως πεταρίζει πάνω απ’ το βουνό σου.

Σαν και τότε ο Απόλλωνας χρυσώνει

Τ’ ατέλειωτά σου καλοκαίρια

Κι ακόμη στραφταλίζουν κάτω απ’ τις αχτίδες του τα πεντελίσια μάρμαρα.

Η Τέχνη, η Ελευθερία,η Δόξα σβήσανε

μα η φύση είναι πάντα ωραία»….


 * Το κείμενο αυτό είναι μετεξέλιξη ομότιτλου άρθρου που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Άρδην», Σεπτέμβριος 2004. Επίσης αποτέλεσε τη βάση εισήγησης που έγινε στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων (16/4/2007) με αφορμή τα 200 χρόνια από το ξεκίνημα της ποιητικής δημιουργίας του Βύρωνα. Στο επόμενο φύλλο θα δημοσιευτεί το δεύτερο μέρος του κειμένου.


 Βιβλιογραφία – Πηγές:


Κυριάκου Σιμόπουλου, «Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα», τόμοι Γ1 και Γ2, Εκδόσεις Στάχυ, Αθήνα 1999

«The Norton Anthology of English Literature», fourth edition, volume 2, «The Romantic period», New York, 1979

M.Byron Raizis, «From Caucasus to Pittsburgh – The Prometheus theme in British and American Poetry», Gnosis Publishing Co.

«Μπάϊρον εναντίον Έλγιν», συλλογικό έργο σε επιμέλεια Πάνου Τριγάζη, με κείμενα των Graham Binns,Ken Coates, Αικατερίνη Δούκα–Καμπίτογλου, Ελένη Καρασαβίδου, Ευγενία Κεφαλληναίου, Χριστίνα Ντόκου, Μάριος-Βύρων Ραΐζης, Πέπη Ρηγοπούλου, Εκδόσεις Ταξιδευτής, Αθήνα 2004

Αγγελικής Κόκκου, «Ξένοι περιηγητές στην Αττική», Καθημερινή, «Επτά ημέρες», 31/12/1999.

Μάριου-Βύρωνα Ραΐζη, «Αγγλόφωνη Φιλολογία – Συγκριτικές μελέτες», Εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 1981.

Ιός, «Ελευθεροτυπία», 2/5/1999, απόσπασμα από τη μονογραφία του Παναγιώτη Κανελλόπουλου «Ο Λόρδος Βύρων. Η ζωή και το έργο του», 1983.

«Όλυμπος, κείμενα και εικόνες δύο αιώνων», σε επιμέλεια Σάκη Κουρουζίδη, εκδόσεις Πιερική Αναπτυξιακή Α.Ε, 2001.

Ρένα Δούρου, «Φιλέταιρος εαυτώ», «Αυγή» 30/5/2004

Γ.Σ. Καιροφύλα, Σ.Γ. Φιλιππότη, «Το σπαθί του Λόρδου Βύρωνος», Αθηναϊκό Ημερολόγιο 1996, εκδόσεις «Φιλιππότη», Αθήνα 1996

Λόρδου Μπάϋρον, «επιστολές από την Ελλάδα», εκδόσεις Ιδεόγραμμα, Αθήνα 1996

Γιάννη Σχίζα, «Άνθρωπος για όλες τις εποχές», Αυγή 20/4/2007

Γιάννη Σχίζα, «Αττική», εκδόσεις Σαββάλα, Αθήνα 1996

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου