Δίπλα στη λάμπα
μια νυχτοπεταλούδα
πετά με χάρη
Το νυχτερινό κρύο
μαλάκωσε ξαφνικά
Κάνοντας τη τρέλα ποίηση
Σε πεζόδρομο πορφυρό
ανταμώνουν τα βήματά μας
το βλέμμα σου αγκαλιάζει το δικό μου
Καλλονή σμιλεμένη
από το χέρι του θανάτου,
τα χαρακτηριστικά σου λέπτυνε
η απόκοσμη χλομάδα
Το γόνατά μου τρέμουν
στο παγωμένο σου άγγιγμα
Ανάμεσα στους ώμους ξεφυτρώνει το φάντασμα της Μέδουσας.
Ένα σκλαβοπάζαρο κάθε ράτσας. Ανθρώπινα πλάσματα ζουν σαν φυτά μέσα
σε κήπους γυάλινους. Άθλιοι αόρατοι διεισδύουν στον ιστό του διαστήματος σαν σκόνη
- θύματα σπειροειδή,
ο ήλιος νεκρώσιμη τελετή
κι η μέρα μαύρο τύμπανο
Άδωνις - Ένας τάφος για τη Νέα Υόρκη - εκδ. Πατάκη
Κοίταξε, όλες οι αρετές είναι χωρίς διαφορά η μία εκείνη:
Θες ν' ακούσεις τ' όνομα; Είναι η δικαιοσύνη
Άγγελος Σιλέσιος, Χερουβικός Οδοιπόρος, εκδ. Περισπωμένη
Πάνω από ερείπια αρχαία
στήνω τη σκηνή μου
ανάβω τη φωτιά μου,
μαγειρεύω και φτιάχνω λίγο καφέ
Δίπλα μου άνθρωποι προσπαθούν
σε τούτα τα χαλάσματα, θεμέλια να φτιάξουν
θαυμάζοντας ένα -περίτεχνα σκαλισμένο- καθίκι
Γελώ με τα καμώματά τους
καθώς πέφτω να κοιμηθώ
Αύριο κάπου αλλού θα στήσω το τσαντίρι
Κάποιος ταξίδια ετοιμάζει
τον κόσμο να γνωρίσει
Με τηλεσκόπιο άλλος ζητά
του σύμπαντος τα μυστικά
Αρχαία μυστήρια να μυηθεί
ξεθάβει ένας τρίτος
Εμένα μου φτάνει μοναχά
στα μάτια σου να κοιτάζω
https://edromos.gr/me-ochima-tin-poiisi-georgios-soyris-1853-1919/
Ελλάς πατρίς μου, δεν σ’ αγαπώ,
για σε δεν καίω κι εγώ λιβάνι,
πάντα για σένα κακά θα πω,
κι ούτε σου πλέκω ποτέ στεφάνι.
Όμως συγχώρει τον μισητόν,
πατρίς γλυκεία και τροφοδότις,
κι εις τόσο πλήθος πατριωτών
ας είναι κι ένας μη πατριώτης.
Τι ψιθυρίζει ο τάφος τούτος,
πνιγμένος στα αγριόχορτα;
Ποιες οι ιστορίες που πασχίζει
μάταια να διηγηθεί;
Κρύβει κάποια μυστικά
μαζί με εκείνους
που στη φιλόξενη κοιμούνται
αγκαλιά του;