Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2022

Η νύχτα των ψυχών



Σβήσε τα φώτα κι άναψε κερί

απόψε θα ξυπνήσουν οι νεκροί

Κοιτά τον καθρέφτη στο σκοτάδι

ανοίγει η πύλη για τον Άδη

Μεσάνυχτα, των μαγισσών η ώρα

καλώς ήρθες στων εφιαλτών τη χώρα

Δαίμονες φωνάζουν πάνω στις σκεπές

σκελετοί χορεύουν γύρω απ' τις φωτιές

Κι αν τελικά καταφέρεις και δεις να ξημερώνει

μη χαλαρώσεις, η επόμενη νύχτα των ψυχών ζυγώνει


Σκιές

                                

Πέφτουν

ακτίνες φωτός,

θρέφοντας τις σκιές

Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2022

Serenade

 



Death listened

as her violin played

a night lovesong

Halls of Hades

were colorful tonight

Κίτρινος καπνός




Το κοράκι που τη πόρτα μου χτυπούσε

ροζ κολιέ φορούσε στο λαιμό  

Άνεμος από τα νότια ζεστός φυσούσε

το πλοίο φάντασμα οδηγούσε στο χαμό

Κοίταξα ξανά τον προφήτη που παραμιλούσε

απάντηση να γυρεύει απ' τον Θεό

Το τσιγάρο του δαίμονα διπλά με ενοχλούσε

ήξερα στο τέλος σαν κι εκείνο θα καώ

Κλώτσησα το όνειρο την ώρα που γυρνούσε

γέμισε το δωμάτιο με κίτρινο καπνό





Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2022

Λάθος παραμύθι



Περπάτησα στο κήπο

μα ίχνος ζωής δε βρήκα

Το τριαντάφυλλο έχει μαραθεί

μέχρι το τελευταίο πέταλο 

και το τέρας ενταφιάστηκε στο

μαυσωλείο του

Η πεντάμορφη έφυγε μακριά

και η κατάρα έμεινε

να κρέμεται πάνω από το κεφάλι του

μέχρι την τελευταία του πνοή

Σκόνη καλύπτει το παλάτι 

και μόνο κοράκια μείναν να πετούν

πάνω από τα νεκρά δέντρα

φίδια σέρνονται στο 

χορταριασμένο πλακόστρωτο

και σκουλήκια καταβροχθίζουν

ότι φύλλο απέμεινε ζωντανό

Ένας αρουραίος σκαρφάλωσε

πάνω στο κλαδί

όπου ακόμα κρέμεται το 

σκοινί που πέρασε στο λαιμό του

ο μαγεμένος πρίγκηπας

Το ροκάνισε για κάμποση ώρα

μέχρι που κόπηκε

Έσκυψα και το μάζεψα, ενθύμιο

ενός παραμυθιού που γράφτηκε λάθος

Ανεμοδείκτης και άνεμος

 



Είπε ο ανεμοδείκτης στον άνεμο: "Πόσο πληκτικός και μονότονος είσαι! Δε μπορείς να φυσήξεις σε άλλη κατεύθυνση παρά μονάχα πάνω στο πρόσωπό μου; Διαταράσσεις τη θεόσταλτη σταθερότητά μου".

Κι ο άνεμος δεν απάντησε. Μονάχα χαμογέλασε στο διάστημα.


Χαλίλ Γκιμπράν, ο Πρόδρομος, εκδ. Δαιδάλεος

Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2022

The world is not enough - Ο κόσμος δεν είναι αρκετός



Sinking its claws

in the flesh of the world

the cat says:

"Not a mouse

but a tasty snack"


Βυθίζοντας τα νύχια

στη σάρκα του κόσμου

η γάτα σκέφτεται:

"Δεν είναι και ποντίκι

αλλά είναι νόστιμος μεζές"

Ο σάκος του καλικάντζαρου

 


Ο καλικάντζαρος πήδηξε στη στέγη του σπιτιού. Το σκοτάδι που είχε από ώρα πέσει του επέτρεπε να κινείται μακριά από τυχόν περίεργα βλέμματα. Δεν έπρεπε να τον δει κανείς. Ίσως κανένα παιδάκι. Αυτά ποτέ δεν τα πιστεύουν οι μεγάλοι γιατί όταν μιλούν με την παιδική τους απλότητα τους αποκαλύπτουν το μέγεθος της υποκρισίας τους και τους πληγώνουν. Όχι ότι κάνουν τίποτα γι' αυτό. Απλά επιλέγουν να τα αγνοούν. Αλλά η ώρα ήταν περασμένη και ελάχιστες πιθανότητες υπήρχαν να έχει μείνει κάποιο πιτσιρίκι ξύπνιο. 

Στρογγυλοκάθισε σε μια γωνία της σκεπής η οποία δε φαινόταν από το δρόμο. Άλλωστε μόνο κάποιοι μεθύστακες κυκλοφορούσαν ακόμα και ως γνωστόν ο μεθυσμένος δε μπορεί να κοιτάξει ψηλά. Το οινόπνευμα κρατά τη ματιά του καθηλωμένη στο έδαφος. Βέβαια, τι διαφορά έχει ο μεθυσμένος που δε μπορεί να σηκώσει κεφάλι από το πολύ κρασί από τον νηφάλιο που δε μπορεί να δει πέρα από την καθημερινότητά του, ο καλικάντζαρος ποτέ του δεν το κατάλαβε.

Έξυσε το χοντρό κεφάλι του και άφησε κάτω το σάκο που κουβαλούσε. Μέσα εκεί αποθήκευε κάθε στιγμή της ζωής του. Και, ξέρετε, οι καλικάντζαροι ζουν πολλά περισσότερα χρόνια από τους ανθρώπους. Και οι στιγμές ήταν πολλές και το βάρος του σάκου είχε γίνει αβάσταχτο πια. "Μα τι στην ευχή έχω μαζέψει εδώ μέσα;" αναρωτήθηκε το αερικό, άνοιξε το σακί και έχωσε την άσχημη μούρη του μέσα για να δει. Τα μικρά σχιστά κίτρινα μάτια του γούρλωσαν. Δε περίμενε να τα δει όλα αυτά!

Πόσα λάθη, πόσα χρόνια πεταμένα, πόσες ατυχίες και πόσες χαμένες φιλίες. Ναι, βλέπετε ακόμα κι ένας ασχημομούρης καλικάντζαρος τα έχει όλα αυτά. Και ακόμα κι αυτά τα άτακτα πλάσματα όταν καμιά φορά κάθονται και κοιτάνε το σακούλι που κουβαλάνε(όλα έχουν από ένα), ρίχνουν και κανένα δάκρυ για τα παλιά τους ατοπήματα. 

"Δεν είναι να αναρωτιέται κανείς γιατί καμπούριασα και ασχήμυνα τόσο πολύ. Με τόσο βάρος που κουβαλάω" σκέφτηκε. "Μακάρι να μπορούσα να αδειάσω έστω το μισό από το περιεχόμενο του σάκου μου. Αν το μπορούσα σίγουρα γινόμουν όμορφος σαν τις νεράιδες". Έτσι λοιπόν, ξεκίνησε να πετάει ένα, ένα τα άσχημα πράγματα από το σάκο του. Όμως κάθε ένα που πετούσε κάτω στο δρόμο, μετά από λίγο το έβρισκε ξανά στο σάκο του, πολλές φορές βαρύτερο. "Καταραμένα να είστε!" φώναξε. "Δε θα σας ξεφορτωθώ ποτέ;" είπε γρυλίζοντας. 

Μετά από ώρα προσπάθειας κοίταζε αποκαμωμένος το σάκο που ήταν ακόμα όσο γεμάτος ήταν, πριν αρχίσει να πετάει τις στιγμές από μέσα. Αφού ξαπόστασε λίγο, άρχισε να πετάει ξανά τις στιγμές από εκεί μέσα μόνο και μόνο για να τα δει να επιστρέφουν, όσο γρήγορα κι αν έκλεινε το σάκο του. Και οι άλλες τρεις του προσπάθειες είχαν το ίδιο αποτέλεσμα. 

Εν τω μεταξύ, η νύχτα είχε προχωρήσει και η σε λίγο θα άρχισε να χαράζει. Κοίταξε άλλη μια φορά το σάκο του. Ήταν και πάλι γεμάτος. "Που να σε πάρει", βόγκηξε ο καλικάντζαρος,"όπως φαίνεται είσαι κομμάτι μου πια...".Χωρίς να πει τίποτα άλλο, άρπαξε το σάκο, τον φορτώθηκε στη πλάτη και χοροπηδώντας από σκεπή σε σκεπή απομακρύνθηκε από το χωριό των ανθρώπων, φτάνοντας στη σπηλιά του την ώρα που οι πρώτες ακτίνες του ήλιου έφταναν στη γη διαλύοντας το σκοτάδι της νύχτας.

Ο λύκος

 


Κοίταξε τη γυάλινη σφαίρα 

και έριξε τα χαρτιά

Mαύρισε το γυαλί,

κάηκε η τράπουλα.

Η μάντισσα τρομαγμένη

το τραπέζι της αναποδογύρισε

και ένα ξόρκι άρχισε να λέει

κλαίγοντας από φόβο.

"Φύγε", μου είπε, "μακριά

μήπως και τη μοίρα ξεγελάσεις.

Το θηρίο που κρυβόταν χρόνια

κοιμισμένο, ετοιμάζει το κυνήγι

η ώρα του κοντεύει κι αλίμονο 

σε όποιον για λεία θα διαλέξει".

Ζαλισμένος βγήκα από τη σκηνή της

και έτρεξα στο δάσος, μα η ώρα είχε περάσει

Το φως της πανσελήνου ήδη με έλουζε μ' ασήμι

Και τα λόγια τότε τη μάγισσας ακούστηκαν ξανά

πριν τα καλύψει ο πεινασμένος βρυχηθμός

κόκκινος θυμάμαι να βάφεται ο κόσμος

νύχια να σκάβουνε και δόντια κοφτερά.

Όταν ξύπνησα δεν είχα ιδέα που βρισκόμουν

ούτε για σκισμένα ρούχα φόραγα

μα με φρίκη ούρλιαξα σαν είδα

ματωμένο της μάντισσας το φυλαχτό

στα χέρια μου μπλεγμένο.


*Φόρος τιμής στη ταινία The Wolf Man του 1941


Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2022

Ατυχία, ατύχημα

 


Η γέννησή μου ατύχημα δεν ήταν 

μα είχα την ατυχία να γεννηθώ

Κι όταν έρθει η ώρα 

τον μάταιο τούτο κόσμο

να αφήσω,

ατύχημα δε θα 'ναι

απλά ακόμη μία ατυχία.

Searching

 



Holding the cosmos

in my hands

I travel through celestial paths

an infinity wanderer

a space rover

riding on comets

walking with rogue stars

seeking alien races

and lost sleeping deities

to end the torment

of my loneliness

Επιλογές

 



Αν έπρεπε να διαλέξω ανάμεσα στη δύναμη της γραφής ενός ποιήματος και την έκσταση ενός ποιήματος που δε γράφτηκε ποτέ, θα διάλεγα την έκσταση. Είναι ανώτερη ποίηση. Αλλά εσείς και όλοι οι γείτονές μου συμφωνείτε ότι οι επιλογές μου είναι πάντοτε κακές.

Χαλίλ Γκιμπράν, Άμμος και Αφρός, εκδ. Printa

Το μαντήλι

 



Από μικρός χανόταν στον

νυχτερινό ουρανό

κοιτάζοντας τ' αστέρια

Όποτε κάποιο έπεφτε, μια

ευχή ψιθύριζε εκείνος

Πέρασε χρόνους πολλούς

να κυνηγά κάποιας νεράιδας

το μαντήλι

για να βρει την αγάπη των παραμυθιών

ή των εφιαλτών την τρέλα

Κάποιοι είπαν πως τον είδαν με τα 

δέντρα να μιλά και με τα θηρία

και τον αποκάλεσαν τρελό

Δεν τους έδωσα καμία σημασία...

Σκιές ανθρώπων δε μπορούν

για τους ανθρώπους να μιλούν

Κατάφερα να τον βρω

σ' ένα καπηλειό να πίνει

προσπαθώντας να πνίξει τα όνειρα του

αφού δε μπόρεσε ο κόσμος να τα θάψει

Τραγουδούσε σιγανά και παραμιλούσε

λόγια και στίχοι χωρίς νόημα να βγάζουν

κάποτε κλαίγοντας και κάποτε γελώντας

Τα ρούχα του φθαρμένα μα το δαχτυλίδι

άστραφτε στο χέρι

Μα αυτό που μου τράβηξε το βλέμμα δεν

ήταν άλλο

από το μεταξωτό μαντήλι που 

στα χέρια του κρατούσε

Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2022

Διάλογοι νεκρικοί

 


Ο Ρωμαίος συγγραφέας μπορεί ήσυχος

πια να κοιμηθεί

όλοι μας οι διάλογοι είναι πλέον

νεκρικοί.

Γιατί οι ζωντανοί μόνο να ονειρευτούν 

μπορούν

και τα όνειρα δεν επιτρέπονται πια

ούτε στα μικρά παιδιά

να τα κρατούν σαν κουδουνίστρες

Γέμισε η γη ζωντανούς νεκρούς

καλοντυμένους, σε υπολογισμούς

χαμένους

στεγνούς, αποκομμένους από

τη φαντασία

Ζωντανοί νεκροί που περιμένουν

για τα όρνια να γίνουνε τροφή

και όσο περιμένουν αφήνουν κι άλλο

να στεγνώσουν ώστε να μη μείνει ίχνος

από την ουσία της ζωής

Ταξιδιώτης



Στο έδαφος μου είπαν να πατώ

ν' αφήσω τα σύννεφα για τα πτηνά

αφού δε θα μπορούσα ποτέ 

φτερά να βγάλω

Τους άκουσα, με πείσανε

κι έμεινα καρφωμένος, προσποιήθηκα 

πως ήμουν αυτό που λένε μυαλωμένος

Μα η σκέψη ευτυχώς φτερά δε θέλει

πετά με τον αέρα

και πριν να γίνω τυφλοπόντικας

μπόρεσα να τους ξεφύγω

Δεν έφτασα στ' αστέρια, δε το μπόρεσα αυτό

μα και στη τρύπα που μου ετοίμασαν

δε δέχτηκα να ζήσω...


Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2022

Farewell - Αντίο

 


The rose you hold

in your porcelain hands

is painted black with my blood.

Smell the perfume my memories created

touch the petals, my burial shroud.

The flower shall disappear 

like dust on a windy day

A kiss I blew 

but it didn't reach your lips

my fortune returned empty-handed again

I close this letter in silence

no goodbies, no lullabies

Farewell.



Το τριαντάφυλλο που κρατάς

στα πορσελάνινά σου χέρια  

είναι βαμμένο μαύρο από το αίμα μου.

Μύρισε το άρωμα που δημιούργησαν οι αναμνήσεις μου

άγγιξε τα πέταλα, το ταφικό μου σάβανο.

Το λουλούδι θα εξαφανιστεί

σαν τη σκόνη σε μια μέρα με αέρα

Ένα φιλί σου έστειλα

μα δεν έφτασε στα χείλη σου

η μοίρα μου πάλι με άδεια χέρια ήρθε

Κλείνω αυτό το γράμμα σιωπηλά

χωρίς αποχαιρετισμούς, χωρίς νανουρίσματα

Αντίο.

To τέρας




Γύρισα και σε δάγκωσα

κι ας είχα δώσει λόγο

ποτέ να μη το κάνω

Έστω κι αν το φαρμάκι

στις φλέβες σου δεν έφτασε

-πώς θα μπορούσε άλλωστε

με τόσο φως ν' αναμιχθεί- 

Τόση ντροπή δε θυμάμαι 

να έχω φορτωθεί,

αλλά δίκαια, κάθε τι έχει 
 
αντίκτυπο, συνέπειες.

Μεγάλωσα πια και δε δαγκώνω
 
χωρίς λόγο, έτσι νομίζω,

μα καλύτερα στα δόντια μου κοντά

το χέρι μην απλώσεις.

Όταν ξεθυμαίνει το παραμύθι,

το τέρας να πεθάνει προτιμά
 
παρά στης πεντάμορφης το χάδι

ν' αφεθεί.







Vengeance




Smoke shrouds the sun

cannot hide, cannot run

bullets fly, blood flows red

today is the day of the dead.


A phantom rider, a ranger ghost

fire burns, a hellish frost

once a living town now it's lost

every desicion has a cost


They left him to rot, left him to die

he now rides again, a living corpse

out in the fields scarecrows sigh

gallows are ready, the hanging ropes


The fangs of the jackal, the bite of death

he burns the desert, he scorches the earth

ashes to ashes and dust falls on dust

their bones make piles, their skulls are crushed

Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2022

Πήγασος

 


Πάνω απ' τα σύννεφα 

χορεύουν οι δράκοι

ξεφυσώντας τη φωτιά τους.

Ξέρουν πως εκεί δε φτάνουν

οι ιππότες με τις αστραφτερές αρματωσιές

τα δίκοπα σπαθιά και τα τρομερά τους δόρατα.

Μόνο ο Πήγασος μπορεί

να καλπάσει στον ουρανό

φέροντας τον ήρωα στη ράχη

που θα στείλει τους δράκους 

σα φίδια να σέρνονται στο χώμα

λεία πια προσιτή για τα όπλα των πολεμιστών.

Φαντάσματα

 


Ένα φάντασμα είδα μπροστά μου,

ένα στοιχειό.

Δεν ήταν κάποιο πνεύμα νεκρού,

αυτά είναι άκακα

άλλωστε οι πεθαμένοι πίσω δε γυρνούν...

μάλλον...

Κι αν γυρίσουν τι να σου κάνουν;

Ίσα να μετακινήσουν κάποιο αντικείμενο

ή να φωνάξουν "μπου" στο σκοτάδι 

και μπορείς να τα ξορκίσεις, να ρίξεις 

λίγο αγιασμό.

Τα φαντάσματα όμως τα ζωντανά; 

Αυτά πώς να τα διώξεις;

Και δεν περιμένουν τη νύχτα για να βγουν

για να κυνηγήσουν

να τραφούν...

εκεί στέκονται και σε κοιτούν

με μαύρα μάτια 

και χαμόγελο γλυκό.


Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2022

Το κουτί

 


Το σκοτάδι της βραδιάς

γλυκαίνει η σελήνη,

την αγριεμένη θάλασσα

διαδέχεται γαλήνη,

η νυχτερίδα χαίρεται

των κουνουπιών τα σμήνη,

τη σιγαλιά ταράζουνε

βάτραχοι και φρύνοι,

ας ονειρεύεται ο ποιητής

της νεότητας την κρήνη,

της Πανδώρας το κουτί

ξανά ανοιχτό θα μείνει,

του κόσμου όλη η ομορφιά

αργά αργά θα σβήνει.


Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2022

A pile of skulls




Tonight is the night

we expected

the dead shall inherit

the lands


A pile of laughing skulls

sing a song of spells

an omen written

in a cipher


The sin-eater's feast

is now served

let me eat the bread

and drink the beer


A black cat's dream

shrouds the widow's plight

stars fade away

leaving the darkest sky


Woe to the living

for they are the prey

under the full moon's light

marches the demise

Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2022

Αιφνιδιασμός

 


Εύκολο μου είναι, αλήθεια, τους άλλους να αιφνιδιάζω

χωρίς σε σκιές να κρύβομαι και κρυφά να σχεδιάζω

ότι έχω να κάνω κατά νου το λέω φωναχτά

ποιος ο λόγος να κινούμαι ύπουλα και μουλωχτά;


Δικαιολογία πως ήταν απροετοίμαστοι αν θέλουνε ας πούνε

κανένας δεν τους έφταιξε που δεν έμαθαν να ακούνε

Οι Ασυγχώρητοι

 


https://www.fosonline.gr/plus/cinema/article/210521/o-asygxoritos-antikomformistis-klint-istgoynt-to-proto-oskar-kai-o-tzin-xakman

Πέρασαν κιόλας 30 χρόνια από το κορυφαίο γουέστερν των τελευταίων πέντε δεκαετιών, μετά το κλασικό Χόλιγουντ ή την αναβίωση του είδους από τον Σαμ Πέκινπα και το «σπαγγέτι γουέστερν», με βασικό εκπρόσωπο τον Σέρτζιο Λεόνε. Είναι το τελευταίο γουέστερν που γύρισε ως σκηνοθέτης και ως πρωταγωνιστής ο Κλιντ Ίστγουντ. Σημαδιακό, καθώς του έδωσε το πρώτο Όσκαρ σκηνοθεσίας και τον κατέστησε έναν από τους σημαντικότερους δημιουργούς της Αμερικής, σε μια εποχή που άρχισαν να φαίνονται έντονα τα πρώτα φαινόμενα της εισβολής των τεχνοκρατών, των ανθρώπων που κοίταγαν μόνο τα νούμερα στο Χόλιγουντ, ενώ ταυτόχρονα η κυριαρχία του κομφορμισμού έγινε απαραίτητο εφόδιο για κάθε επαγγελματία του κινηματογράφου.


Ο «ασυγχώρητος» αντικομφορμιστής Κλιντ Ίστγουντ, έχοντας πιάσει τα 60 του χρόνια, το 1992, θα παραδώσει ένα ουσιαστικά αντιγουέστερν, αντιστρέφοντας εν πολλοίς τους ρόλους των μοναχικών ηρωικών πιστολάδων, κάνοντας κομμάτια τα στερεότυπα του κλασικού γουέστερν, πατώντας και στην παρακαταθήκη που είχαν αφήσει οι μέντορές του Ντον Σίγκελ και Σέρτζιο Λεόνε.



Τέτοιες μέρες πριν από 30 χρόνια, κατά την πρώτη προβολή των «Ασυγχώρητων», η Αμερική υποκλινόταν στον Κλιντ Ίστγουντ, οι κριτικοί σε όλο τον κόσμο τον αποθέωναν, ενώ ακόμη και το περιβόητο αμερικανικό Box-Office του έδινε την πρώτη θέση για τρεις εβδομάδες, φέρνοντας στα ταμεία της Malpaso Productions (του Ίστγουντ) και της Warner Bros πάνω από τα δεκαπλάσια του κόστους της ταινίας, που άγγιξε τα 15 εκατομμύρια δολάρια.


Εν αρχήν είναι ο λόγος...


Όλα ξεκίνησαν πολύ νωρίτερα από το 1992, καθώς ο Ίστγουντ ενθουσιάστηκε από το σενάριο, που είχε γράψει από τα τέλη της δεκαετίας του '70 ο σημαντικός σεναριογράφος Ντέιβιντ Γουέμπ Πίπολς («Μπλέιντ Ράνερ») και είχε ενδιαφερθεί για τον πρωταγωνιστικό ρόλο, αλλά καθυστερούσε τα γυρίσματα, για να πιάσει την κατάλληλη ηλικία του ήρωα, ενώ ήθελε να είναι και το τελευταίο γουέστερν που θα πρωταγωνιστούσε. Το ευτύχημα, όπως αποδείχθηκε, ήταν ότι στο τέλος ανέλαβε και τη σκηνοθεσία, έχοντας δίπλα του ένα πανάξιο επιτελείο συντελεστών και ηθοποιούς που θα έδιναν όλο τους το είναι για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.


Το μοντέλο του πιστολά κομμάτια


Το σενάριο, φαινομενικά ακολουθεί το μοντέλο του πιστολά που επιστρέφει για τελευταία φορά προκειμένου να ξεκαθαρίσει παλιούς λογαριασμούς. Όμως αυτή τη φορά, πρόκειται για έναν γερασμένο παροπλισμένο άθλιο πιστολά, που τα χέρια του τρέμουν, το μπόι του δεν κρατιέται γερά πάνω στο άλογο, έχει γίνει χοιροβοσκός, έχει μείνει χήρος με δυο παιδιά, ζει μέσα στη λασπουριά και τη μιζέρια. Ένας νεαρός, όμως, θα του ξυπνήσει το παρελθόν του, ζητώντας του με αμοιβή χίλια δολάρια να εκδικηθεί ένα προαγωγό γυναικών και τον προστάτη του, ένα βάναυσο, στα όρια της παράνοιας σερίφη και αφεντικό της πόλης Μπιγκ Ουίσκι. Με τη βοήθεια του παρορμητικού νεαρού κι ενός ακόμη γερασμένου μαύρου, παλιού σύντροφο του απόμαχου πιστολά, που έχει κι αυτός παροπλιστεί, θα ξεκινήσουν την παράτολμη αποστολή τους, με κατάληξη την πόλη που διαφεντεύει ο σερίφης.


Απαισιόδοξο και βραδυφλεγές


Ο Ίστγουντ, στήνει με μαεστρία, ένα κλειστοφοβικό, μαύρο, απρόσμενα απαισιόδοξο αντικομφορμιστικό, βραδυφλεγές γουέστερν, ενώ ταυτόχρονα πετάει από πάνω του τον ψυχρό ανέκφραστο εκτελεστή, που κάνει τα εξάσφαιρα να κελαηδούν. Είναι γερασμένος, με σάρκα και οστά, αδυναμίες, φόβους, έτοιμος να καταρρεύσει. Η αμοιβή είναι η δικαιολογία, το θέμα είναι η επιστροφή στη δράση, για μια στιγμή, για ένα τέλος δοξασμένο. Συνάμα, όμως, είναι και η αφορμή για να μιλήσει για σοβαρά ζητήματα - αρκετές φορές προφητικά- που αρχίζουν να κυριεύουν την αμερικάνικη κοινωνία, όπως είναι η βίαιη επικράτηση των ισχυρών, η κομφορμιστική διάθεση με το επιχείρημα «έτσι είναι ο κόσμος και δεν αλλάζει», ακολουθώντας υποτακτικά τα «θέλω» των ισχυρών, ενώ σχολιάζει καυστικά και τη θέση της γυναίκας, ως το πιο εύκολο θύμα της αγριότητας του καπιταλισμού. Και όχι μόνο, καθώς είναι αυτές που διαθέτουν τη δύναμη να αντισταθούν στη βαναυσότητα, να κάνουν το παν για να αποδοθεί δικαιοσύνη.


Ο Ίστγουντ, κινηματογραφεί με αργούς ρυθμούς, χρησιμοποιώντας υποφωτισμένα πλάνα, πυροδοτεί σιγά σιγά την ιστορία του, σε απόλυτη αρμονία με το ύφος της ταινίας του, κομματιάζει τα κλισέ και η δραματουργία καθορίζει κάθε πυροβολισμό, ενώ τα βλέμματα, οι κινήσεις μοιάζουν εύθραυστες, σχεδόν αποκαρδιωτικές μπροστά στον τύραννο σερίφη, που αστράφτει από τοξική ισχύ. Ναι, είναι μια στενάχωρη ταινία, δεν μπορούσε να ναι κάτι άλλο.


Ο εκπληκτικός Τζιν Χάκμαν και η... κρέμα


Αν όμως όλα λειτουργούν άψογα στα γυρίσματα, αυτό οφείλεται και στους σημαντικούς ηθοποιούς που έχει επιλέξει για το καστ ο Ίστγουντ. Ο ένας καλύτερος απ' τον άλλο, αλλά κακά τα ψέματα, ο Τζιν Χάκμαν, στον ρόλο του διεστραμμένου σερίφη, κάνει μια εμβληματική ερμηνεία, καθώς καταφέρνει να είναι απ' τη μια απελπιστικά τρομαχτικός και απ' την άλλη τόσο ελκυστικός, τόσο χαρισματικός, που δεν θες να βγαίνει ποτέ από το πλάνο. Ο Τζιν Χάκμαν, που στη μακρά του πορεία έδειξε το πολυσύνθετο ταλέντο του, την ιδιοφυή αστραφτερή υποκριτική του ικανότητα, αλλά μπορούσε να είχε κάνει πολύ περισσότερα στο σινεμά, είναι εκπληκτικός και ο Ίστγουντ σοφά του δίνει το ρόλο που παίρνει όλη την κρέμα των ερμηνειών, αλλά και το Όσκαρ Β' Ανδρικού Ρόλου. Η σεκάνς στην αντιπαράθεση του Χάκμαν, με τον φημισμένο πιστολά Ρίτσαρντ Χάρις (ακόμη μία εξαιρετική ερμηνεία), που θα ματαιώσει άδοξα την πολυαναμενόμενη μονομαχία των δυο τους, μπαίνει σίγουρα στη Βίβλο με τις δέκα καλύτερες όλων των εποχών.


Τα καλούπια είναι για να σπάνε


Ο Ίστγουντ, με εμπειρία αιώνων, θα 'λεγε κανείς, θα σπάσει το καλούπι του μοναχικού ήρωα, θα μεταμορφωθεί σε έναν αντιήρωα, που προκαλεί θλίψη, αλλά διαθέτει ακόμη την καρδιά για να τη διαθέσει. Δίπλα του ο Μόργκαν Φρίμαν, αψεγάδιαστος, ενώ θαυμαστές είναι και οι ερμηνείες των Σαούλ Ρούμπινεκ, Τζέιμς Γουόλβερτ, Άννα Τόμσον, Φράνσις Φίσερ, Πάιπερ Φέργκιουσον, Ρόμπ Κάμπελ. Και βεβαίως τα εύσημα ανήκουν και στους στενούς συνεργάτες του Κλιντ Ίστγουντ, τον διευθυντή φωτογραφίας Τζακ Γκριν, τον μοντέρ Τζόελ Κοξ και τον μουσικό της τζαζ Λένι Νιχάουζ.


Τα Όσκαρ και η θυσία του Κλιντ


Τα τέσσερα Όσκαρ που κέρδισαν «Οι Ασυγχώρητοι» (Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας, Β' Ανδρικού Ρόλου και Μοντάζ) από τις εννέα συνολικά υποψηφιότητες, ήταν το επιστέγασμα μιας συνολικής δουλειάς, με τον Κλιντ Ίστγουντ, εν αντιθέσει με πολλούς συναδέλφους του, να βάζει κάτω την υστεροφημία του, τη δόξα του ονόματός του, το σταριλίκι του, προς το συμφέρον του συνολικού αποτελέσματος, δίνοντας το παράδειγμα. Οι μεγάλες κινηματογραφικές στιγμές θέλουν θυσίες και πίστη στις ιδέες και αρχές του δημιουργού, κόντρα στα στερεότυπα, στις εύκολες λύσεις, τις έτοιμες δοκιμασμένες συνταγές, τα εισπρακτικά μοντέλα επιτυχίας. Και αυτοί που αγαπούν πραγματικά τον κινηματογράφο ξέρουν να αναγνωρίζουν και να επιβραβεύουν.


πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2022

Ο θάνατος ενός ιππότη

 


Σε κρύο χώμα άφησα 

το πνεύμα μου θαμμένο

του ιππότη το σπαθί κρατώ

μα είναι κι αυτό σπασμένο


Η πανοπλία μου όλη σκουριά

και τ' άλογο πεινασμένο

τα όρνια και τα τσακάλια ας χαρούν

αυτό είχα για γραμμένο


Κοκκίνισε το λάβαρο

με το αίμα μου βαμμένο

ο εχθρός ας τυφλωθεί

πριν να με δει πεσμένο



Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2022

Ένας αποχαιρετισμός



Πάντα βρίσκω τις λάθος 

λέξεις να ξεστομίσω,

μα τήρησα την υπόσχεσή μου.

Δε μπόρεσες ποτέ να δεις 

μέσα στην ομίχλη

και οι καθρέφτες, ξέρεις,

την εικόνα παραμορφώνουν.

Μα κι ο ήλιος όταν βγει

και διώξει την καταχνιά

δε σε τυφλώνει με το φως του;

Μην ακούς αυτά που λέω μόνο,

προσπάθησε να ακούσεις τι σου λέει

το αεράκι που τις κουβέντες μεταφέρει.

Ένα σκυλί κλαίει, την ώρα

που προσπαθώ να γράψω δυο αράδες·

κάτι ίσως να ξέρει από αποχαιρετισμούς,

κάτι παραπάνω από μένα σίγουρα.

Ποτέ δε λέω αντίο ούτε εις το επανιδείν,

ποτέ δε λέω τίποτα.

Μόνο από το δρόμο βγαίνω

και κατηφορίζω στο πρώτο μικρό μονοπατάκι

που θα βρω.

Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2022

Jack O' Lantern returns!




Long shadows fall

inside the dead forest's hall

Eerie music play

the spirit hunts its prey

Eyes of fire stare

the presence of a nightmare

Trees are dancing the witches' dance

Jack is after me, I don't stand a chance

Fingernails scratch the earth, seeking for my neck

rats and owls laugh at me, I'm a nervous wreck

A parody of life, with a pumpkin as a head

a living scarecrow, king of the undead

This is as far as I can go, I have nowhere to run

no sign of light, no sign of the sun

Dear stranger read this poem and let it burn

for tonight Jack O' Lantern shall return

Τετάρτη 5 Οκτωβρίου 2022

Υπνοβάτης



Πάνω από τις ταράτσες

βουίζει το φάντασμα της πόλης,

ο άνεμος του Οκτώβρη ποιος ξέρει

τι να φέρνει

Πάντα εκπλήξεις έκρυβε

τούτος ο μήνας του φθινοπώρου

Σκόνη τα όνειρα, αφήνουν

τον ύπνο των ανθρώπων

Κι εγώ σε μια γωνιά

ένας υπνοβάτης χωρίς να μπορώ

πορεία να χαράξω

ψάχνω να πιάσω έστω μια ακτίνα

του φεγγαριού

Και το φάντασμα της πόλης τραγουδά

κι ας μη φυσά πια εκείνος

ο όλο εκπλήξεις άνεμος...

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2022

Ηττημένος

 


Το πεζοδρόμιο ήταν γλιστερό. Είχε κρατήσει όλη τη νυχτερινή υγρασία αφού ο ήλιος δεν είχε ανέβει ακόμα αρκετά ψηλά. Περπατούσα κρατώντας τον καφέ μου στο ένα χέρι και έχοντας το άλλο στη τσέπη. Συγκρατούσα το γέλιο μου βλέποντας τους άλλους να γλιστρούν. Πόσο αστείες μου φαίνονταν οι γραβάτες που τινάζονταν ξαφνικά και οι έτοιμοι να απογειωθούν χαρτοφύλακες. Προχώρησα λίγη ώρα. Όταν έστριψα σε μια γωνία την είδα.

Με την απόχη της κυνηγούσε χίμαιρες και με αφάνταστη γενναιότητα εφορμούσε εναντίον των ανεμόμυλων. Δε γλιστρούσε στο υγρό πεζοδρόμιο, ίσα ίσα θαρρούσε κανείς πως χόρευε με ευκολία πάνω στην υγρασία του δαπέδου. Τα μάτια της έλαμπαν από ευτυχία και το χαμόγελό της μπορούσε να αφοπλίσει και τον πιο ανελέητο ιππότη. Τα μαλλιά της μαύρα σαν τα φτερά του κορακιού, ανέμιζαν σαν πολεμικό λάβαρο πριν από μεγάλη μεσαιωνική μάχη. 

Συνέχισε να τρέχει δεξιά και αριστερά, πάνω και κάτω προσπαθώντας να κατατροπώσει τους εχθρούς της. Οι περαστικοί έβλεπαν μια αλαφροΐσκιωτη γυναίκα μια που δεν τους ήταν δυνατό να δουν πέρα από το πέπλο της ρουτίνας τους. Πώς να διακρίνουν μια νεράιδα πολεμίστρια σαν κι αυτή; Πώς να καταλάβουν αυτοί που κυνηγούν αριθμούς όλη μέρα αυτή που χαρούμενη ορμά εναντίον των εχθρών της σε κόσμους ονειρικούς;

Πέταξα τον καφέ στον κάδο των σκουπιδιών κι έμεινα να τη χαζεύω. Συνέχισε τον πολεμικό χορό της για λίγη ώρα μέχρι που κυνηγώντας κάποιο αερικό, έπεσε κατά λάθος πάνω μου και βρέθηκε πεσμένη στο πεζοδρόμιο. Χαμογέλασα και της άπλωσα το χέρι. Τη σήκωσα, ήταν πολύ ελαφριά όπως όλες οι νεράιδες άλλωστε, και με κοίταξε στα μάτια. Το χαμόγελό της έδωσε τη θέση του σε ένα μορφασμό απορίας. "Κι εσύ κάποτε περπατούσες σε όνειρα! Κι εσύ τους πολεμούσες κι εσύ τους κυνηγούσες!" μου είπε. "Τι σου συνέβη;"

Πήρα με δυσκολία το βλέμμα μου από τα μάτια της. Με πονούσε ο τρόπος που με κοιτούσε. "Έχασα, αδερφή μου" της απάντησα. "Με νίκησαν και η απόχη μου έσπασε. Έκλεισα τις πύλες μια για πάντα και δεν ξαναβρέθηκα σε εκείνα τα μέρη". Εκείνη δάκρυσε, μου έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο και απομακρύνθηκε χοροπηδώντας. Μετά από λίγα δευτερόλεπτα είχε βρει τη προηγούμενη διάθεσή της. Είχε κιόλας επιδοθεί στο αγαπημένο της κυνήγι και τις ατελείωτες μάχες της. 

Εγώ έβαλα τα χέρια στις τσέπες και συνέχισα το δρόμο μου. Δε μπορούσα να την ακολουθήσω πια. Και η δική μου ζωή είχε γεμίσει αριθμούς, συμβιβασμούς και ήττες. Τουλάχιστον το πεζοδρόμιο δε γλιστρούσε πια...


Άμλετ

 


Δε ξέρω πώς βρέθηκα σ' εκείνο το παρκάκι. Χρόνια είχα να περπατήσω εκείνους τους δρόμους. Πολλά. Δε μου άρεσε πια η περιοχή έτσι όπως είχε γίνει. Οπότε ιδέα δεν έχω γιατί βρέθηκα εκεί. Ίσως να φταίει κάποια εσωτερική παρόρμηση να θυμηθώ τα παλιά. Τα καλά και τα άσχημα. Αυτά τα τελευταία ήταν πιο πολλά έτσι κι αλλιώς. 

Φυσούσε εκείνη τη μέρα. Ο αέρας ήταν ψυχρός και ξηρός. Ευτυχώς. Δε φτάνει που βρέθηκα ξανά σ' εκείνα τα μέρη, με όλες τις παλιές αναμνήσεις να ζωντανεύουν, τουλάχιστον να μην έχω και την υγρασία να με ενοχλεί. 

Περπάτησα βυθισμένος στις σκέψεις μου για λίγη ώρα. Όχι τίποτα φοβερές σκέψεις, μάλλον πράγματα άνευ σημασίας πια. Συνέχισα μέχρι που έφτασα στο παγκάκι. Ναι, στο παγκάκι. Δεν ήταν ένα απλό παγκάκι, είχε μια κάποια σημασία κάποτε. Ήθελα να κάτσω αλλά προς μεγάλη μου δυσαρέσκεια το βρήκα πιασμένο. 

Ένας αναμαλλιασμένος, γενειοφόρος τύπος, με φθαρμένα, βρώμικα ρούχα είχε κάτσει στο παγκάκι όπως κάθεται ένας βασιλιάς στο θρόνο του. Με το δεξί του χέρι κρατούσε ένα μήλο στο ύψος των ματιών του και του μιλούσε. Ένας Άμλετ των φρούτων και των λαχανικών, σκέφτηκα και χαμογέλασα με μια κάποια πικρία. Ακόμα κι αυτός, ο πρίγκηπας που μιλά σε ένα μήλο αντί στο κρανίο του νεκρού γελωτοποιού του, είναι πιο ευτυχισμένος από μένα. Έτσι μου φάνηκε, τουλάχιστον.

Τον πλησίασα και, παρά την άσχημη μυρωδιά που αναδυόταν από την απλυσιά του, κάθισα δίπλα του. Δε μου έδωσε καμία σημασία. Συνέχισε τον περίεργο μονόλογο-διάλογο με το μήλο του. Αφού πέρασα κάποια λεπτά ακούγοντας τον μοναδικό συνδυασμό ασυναρτησιών και φιλοσοφίας που εξαπέλυε προς το άτυχο φρούτο, σηκώθηκα να φύγω. Κοντοστάθηκα και γύρισα προς τον άστεγο. Με κοίταξε κι αυτός. "Ξέρεις ότι μιλάς σε ένα μήλο, έτσι;" του είπα. Αυτός ξέσπασε σε γέλια. "Δε μιλάω στο μήλο", μου απάντησε με μια βραχνή φωνή, "Μόνο ένας τρελός θα μιλούσε  σε ένα μήλο. Εγώ μιλάω στα σκουλήκια που το τρώνε από μέσα". Και συνέχισε να γελά.

Του χαμογέλασα κι έφυγα. Κι όμως, αυτός ο ρακένδυτος Άμλετ είχε δίκιο. Μόνο ένας τρελός θα μιλούσε σε ένα μήλο. Στα σκουλήκια όμως; Ο οποιοσδήποτε λογικός άνθρωπος θα έπιανε κουβέντα μαζί τους. Να πάρει, ακόμα δε μπορώ να καταλάβω πως βρέθηκα σε εκείνη τη κωλοπεριοχή ξανά...

Σκιές...

 


Ήρθε επιτέλους ο καιρός

νωρίς να δύει ο ήλιος

κι η νύχτα να απλώνεται

σαν πέπλο,

nα καλύπτει τις άσχημες 

λεπτομέρειες που

καταστρέφουν ολόκληρο το έργο

και ρίχνουν στα σκουπίδια τον καμβά.

Πόσο ομορφαίνουν τη ζωή μας 

οι σκιές...

Πώς θα αντέχαμε χωρίς το 

χάδι τους;

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2022

The hanging tree



Shadows dance

round the hanging tree

songs of repentance

are written on its branches

Curses and weeps

make the leaves shiver and shake

The hand of an undead judge

still checks the rope

to make sure it' ll hold


"Bring those who are sentenced to death

so they' ll die again tonight

let the horses run

and the necks break

Not a funeral for the executed

not even a shallow grave

vultures shall eat their eyes

wild dogs and jackals shall devour

their innards."


The verdict echoes

again tonight

under the pale light of the moon

nightbirds carry the souls

of the criminals

to water the soil and feed the roots

of the hanging tree

Όραμα


Βρέχει πάλι απόψε

Σταγόνες κόκκινες πέφτουν

από ψηλά.

Ποτίζουν λουλούδια

που μαχαίρια έχουν αντί

για φύλλα.

Σέρνεται το φίδι δίπλα

στο σκουληκιασμένο καρπό.

Σαν κλέφτης κρύβομαι στου βράχου

τις σκιές.

Από το λόφο του κρανίου

ακούγονται οι καλπασμοί

Τέσσερα άλογα, τέσσερεις ιππείς

και οι σφραγίδες σπάνε.

Το φιλί, η φυγή, η εξορία, ο θάνατος...

Βρυχάται ο λέοντας, μια εκκωφαντική βροντή

στάχτες και σκόνη τα πνευμόνια μου γεμίζουν

μα ακόμα αναπνέω, βλέπω, και θρηνώ.

Και οι ιππείς είναι πια εδώ

ποδοπατούν τα άλογά τους τον ματωμένο κήπο

και η Στύγα ακόμα τράβηξε τα νερά της

του Αχέροντα στερέψαν οι πηγές

ο νεκρομάντης θάφτηκε κάτω απ' το 

μαντείο του

του Άδη ο βασιλιάς τίναξε τα φτερά του.

Μέρα δε θα ανατείλει πια

η νύχτα απεκδύθηκε τ' αστέρια της

και απλώθηκε στη γη...