Καθώς χάνεται το φως
στου σκοταδιού τα χέρια
ένα πένθιμο τραγούδι τραγουδώ
για τις ζωές που σκότωσα
ώστε να ζήσω τη ζωή μου
Καθώς χάνεται το φως
στου σκοταδιού τα χέρια
ένα πένθιμο τραγούδι τραγουδώ
για τις ζωές που σκότωσα
ώστε να ζήσω τη ζωή μου
Ένα σάβανο φωτεινό με σκέπασε ολόκληρο
δεν περιορίζει, μα διευρύνει την όρασή μου
Για όσους εθελοτυφλούν και κρύβονται στην άμμο
ο Λόγος και το Χάος μοιάζουν σαν δύο άκρα
Μόλις ανάβει το κερί
πύλες κρυφές ανοίγουν
Μην ελπίζεις, μη θυμάσαι
το χθες άλλωστε και το αύριο
παύουν να υπάρχουν
σαν η φλόγα αρχίζει το χορό της
Του θυμιάματος καπνός αρωματικός, γεννά
τοπία μυστικά, οράματα αποκαλύπτει
Άσε τη λογική, πριν ανεπανόρθωτα τραυματιστεί,
κάπου να ξαποστάσει και ασπάσου το αδιανόητο
Πάνω από τον γερακάρη, το γεράκι κυκλικά πετά
μα μήτε θύμα βρίσκει μήτε τον κύριό του
Σαν το αρπακτικό πτηνό τούτο κι εγώ
ανάμεσα στα άστρα περπατώ για να χαθώ στο χάος
Πούθε έρχεται ο άνεμος του φθινοπώρου
και κάνει τόσο θόρυβο όπως φέρνει ένα κοπάδι αγριόχηνες;
Πρωί πρωί φτάνει μες στα δέντρα της αυλής
κι εγώ, μοναχικός ταξιδιώτης, πρώτος τον ακούω.
Κινέζοι αναχωρητές ποιητές - εκδ. Καστανιώτη
Αφήστε τη νύχτα να συγχωρήσει τα σφάλματα της μέρα
και έτσι ν' αποκτήσει την ειρήνη της
Ταγκόρ, Λαμπυρίδες, εκδ. Ίκαρος
αυτό που με τρομάζει περισσότερο είναι
το πώς φρυάζουμε από ζήλια
όταν οι άλλοι πετυχαίνουν
και αναστενάζουμε με ανακούφιση
όταν αποτυγχάνουν
ο αγώνας μας
να τιμήσουμε ο ένας τον άλλο
έχει αποδειχτεί το πιο δύσκολο πράγμα
για τον άνθρωπο
rupi kaur - γάλα και μέλι - εκδ. Λιβάνη
Η ψύχρα η νυχτερινή και το σεληνόφως το ισχνό
πόσο ποιητικά το έδαφος ετοιμάζουν
ώστε οι αναμνήσεις να παρελάσουν ακόμη μια φορά.
Φριχτό φάντασμα η μορφή σου
παρά την ομορφιά που πάντα με αιχμαλώτιζε,
το άρωμα σου που έρχεται και πάλι
στα ρουθούνια μου, με πνίγει.
Και η θύμηση της γεύσης του φιλιού σου
που μέσα της περιέκλειε τις πιο
εξεζητημένες γεύσεις του ουρανού και της γης
δεν είναι παρά ένα δηλητήριο πικρό.
Με μερικές βλαστήμιες σε ξορκίζω
και με μια γροθιά στον τοίχο.
Δεν είσαι παρά ένας ξέψυχος στεναγμός
ένα δάκρυ που στεγνώνει στο μάγουλο του φεγγαριού
Συναντιόμαστε, χωρίζουμε
Ελεύθεροι σαν άσπρα σύννεφα που έρχονται και φεύγουν
Αυτά που μένουν
είναι τα πρόσκαιρα αποτυπώματα του πινέλου και της μελάνης
Ο κόσμος των ανθρώπινων δεσμών
δεν είναι ο τόπος για να βρούμε αυτά που αναζητούμε.
Τάιγκου Ριόκαν, ο ενδεής του όρους Κουγκάμι, εκδ. Οδός Πανός
Τα γραπτά μένουν
λένε όσοι γνωρίζουν
και τα λόγια χάνονται
σαν φυσήξει
Θα συνεχίσω να σου μιλώ
κι ας πάρει ο άνεμος
όσα λέω.