Όταν ο κατηγορούμενος προσήχθη και πάλι στην αίθουσα του δικαστηρίου, ήρθε αντιμέτωπος με το καρβέλι ψωμί που είχε προσπαθήσει να κλέψει και ένα ομοίωμα του δολοφονημένου. "Κατηγορούμενε, αυτό είναι το καρβέλι που έκλεψες;" ρώτησε ο πρόεδρος. "Ναι" αποκρίθηκε με σταθερή φωνή ο αδίστακτος εγκληματίας. "Αναγνωρίζετε το θύμα σας;" ξαναρώτησε ο πρόεδρος. "Όταν παλεύαμε και τον έπνιξα, φαινόταν πιο γέρος". Η κυνική αυτή απάντηση συντάραξε βαθιά όλους τους ακροατές και ακόμη και οι πιο σκληροί από τους δικαστές, που είχαν δικάσει τόσους και τόσους, ρίγησαν από την κορυφή ως τα νύχια. Οι επόμενοι μάρτυρες επιδείνωσαν ακόμη περαιτέρω τη θέση του κατηγορουμένου. Η υπεράσπιση έκανε ένσταση, η οποία όμως απορρίφθηκε από τον πρόεδρο, με την αιτιολογία ότι οι μάρτυρες δεν είχαν έρθει στο δικαστήριο για να διακωμωδούνται. Οι μαρτυρίες αποκάλυψαν ότι ο φονιάς ήταν άστεγος και δεν είχε πουθενά να κοιμηθεί. Οι αιτίες αυτού του φαινομένου δεν διερευνήθηκαν βαθύτερα, αλλά σημειώθηκε ότι, αν και δεν είχε που να κοιμηθεί, θα μπορούσε τουλάχιστον να κοιμάται αλλού και όχι στις αυλές των εκκλησιών. Ένας άλλος μάρτυρας ανέφερε ότι ο φονιάς δεν φορούσε σακάκι, ένας άλλος επιβεβαίωσε ότι δεν είχε πουκάμισο, ενώ ένας τρίτος ορκίστηκε στο ευαγγέλιο ότι το σαπούνι ήταν γι' αυτόν άγνωστο πράγμα. Η χαριστική βολή στον κατηγορούμενο, όμως, δόθηκε από την κατάθεση του προέδρου της κοινότητας από την οποία καταγόταν, κατάθεση η οποία είχε ως εξής: "Ο αλήτης τις κάλτσες δεν τις ήξερε, τις μύξες του από νεαρός τις σκούπιζε πάντα με τα μανίκια. Κάποτε σε μια κηδεία, ζωγράφισε στα στεφάνια κάτι πολύ ανήθικο και πριν από είκοσι χρόνια εξύβρισε τον πρόεδρο, αποκαλώντας τον "γουρούνι", ενώ μέχρι τώρα του χρωστάει είκοσι δεκάρες". Μετά και αυτή την κατάθεση, οι ένορκοι αποσύρθηκαν για να βγάλουν απόφαση.
Ο μεγαλύτερος συγγραφέας του κόσμου Jaroslav Hasek, εκδ. Φαρφουλάς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου