Δευτέρα 6 Μαρτίου 2023

Ονειρικός ουρανός

 


Ακολούθησα μια σειρά ματωμένων ονείρων. Περπατούσαν κλαίγοντας αλλά δεν άφηναν τα δάκρυά τους να πέσουν κάτω. Το καθένα τους τα μάζευε σε ένα δοχείο που κρατούσε. Μέσα από μυριάδες μονοπάτια πόνου, θλίψης και οδύνης. Από πάνω μου κοράκια και περιστέρια πετούσαν μεταφέροντας μηνύματα από χώρες πέρα από τα όρια του ανθρώπινου νου. Τα όνειρα άλλαζαν πορεία και ρυθμό συνεχώς. Το μόνο που έμενε σταθερό ήταν η θρηνωδία. Ένα μελαγχολικό τραγούδι που πλάκωνε τη καρδιά του ακροατή. Αισθάνθηκα ένα δυσβάσταχτο βάρος να πιέζει το στήθος μου. Πίστεψα πως θα με συνθλίψει. Δε σταμάτησα να τρέχω ξοπίσω τους. Περάσαμε μέσα από δάση σκοτεινά, γεμάτα με ξεραμένα δέντρα που κρυφογελούσαν πονηρά ακούγοντας το μοιρολόι των ονείρων. Εκεί μόνο κουκουβάγιες και νυχτερίδες πετούσαν σιωπηλά, φτιαγμένες από το ίδιο υλικό που φτιάχνονται οι μεγάλες θλίψεις. Στο έδαφος έτρεχαν δεξιά και αριστερά μαύροι κατάμαυροι αρουραίοι την ώρα που τη γη έσκαβαν καταβροχθίζοντας αχόρταγα το χώμα γεωσκώληκες φτιαγμένοι από αίμα. Τα πόδια μου κόβονταν και γρατζουνιόνταν σε κάθε μου βήμα από τα σαν μεταλλικά βάτα που είχαν καλύψει σαν χαλί το δάσος αυτό. Μετά από ώρες περάσαμε αυτή την απαίσια δασώδη έκταση και βγήκαμε σε μια ήρεμη κοιλάδα. Ήταν τόσο γαλήνια. Οι μυρωδιές από τα  αγριολούλουδα και τα χορταράκια που φύτρωναν παντού γέμιζαν τον αέρα. Ο νυχτερινός ουρανός ήταν φωτεινός και λαμπερός με τρόπο που δε μπορεί να περιγραφεί. Τα όνειρα σταμάτησαν τον θρηνητικό τους ύμνο. Άνοιξαν τα δοχεία τους, πήραν τα δάκρυα από μέσα και τα φύτεψαν απαλά σε ολόκληρη τη πεδιάδα. Μετά από λίγη ώρα υπέροχα φωτεινά λουλούδια ξεφύτρωσαν από τη γη. Ο ανθός του κάθε λουλουδιού έμοιαζε με πεταλούδα. Δε πέρασαν πολλά δευτερόλεπτα και οι πεταλούδες αποκόπηκαν από το υπόλοιπο φυτό. Γέμισαν τον αέρα σε μια καλά συντονισμένη στροβιλιζόμενη πτήση. Σιγά σιγά δημιούργησαν μια τεράστια σπειροειδή δίνη που κινούταν προς τον ουρανό. Οι πεταλούδες, πολύχρωμες και λαμπερές έφτασαν ψηλά στον ουρανό δημιουργώντας μια πλειάδα αστερισμών. Τα όνειρα δεν μάτωναν πια. Ένας αναστεναγμός ανακούφισης βγήκε από μέσα τους. Αγκαλιάστηκαν μεταξύ τους και το καθένα πήρε το δρόμο του. Μαγεμένος έμεινα για λίγο χαζεύοντας τον, στολισμένο από τα χρωματιστά αστέρια πια, ουρανό. Με βαριά βήματα από τη κούραση αλλά με καλύτερη διάθεση πήρα το δρόμο του γυρισμού στον κόσμο των ξυπνητών. Ήξερα πως σε αυτό το μέρος δε θα ξαναβρεθώ, μα για κάποιο λόγο δε με πείραζε...

2 σχόλια: