Δευτέρα 30 Μαΐου 2022

The warrior blows the horn

 


The warrior blows the horn

blood shall flow this morn

swords are risen to the sky

valkyries from Valhalla fly


Valiant knights follow their king

the spears, the crown and the ring

they shall raid with fire and steel

they won't surrender, they will not kneel


They have many to lose

the stakes are high

it's easy to choose

this day is fine to die


Red cape wraps a chainmail

the bard shall sing a great tale

heroes laughing shall meet their death

their price is to be burried in the earth


A dragon adorns their coat of arms

courage and strength are their charms

A battle bravely fought is a battle won

this lesson goes from father to son

Strangest eons! - Παραδοξότατοι καιροί!



Strangest eons!

An Old One kisses a woman

and he stares, weak as a kitten,

as she dissolves

into the murky waters of

chaos



Παραδοξότατοι καιροί!

Ένας Παλαιός φιλά μια γυναίκα

και κοιτά, αδύναμος εντελώς,

καθώς αυτή αποσυντίθεται

στα θολά νερά του 

χάους

Two Axes

 



Rodrigo the Lynx lashed out

wielding two axes in his hands

he fights like a beast to kick out

the intruders from the spanish lands


The soil is soaked with blood

warriors fall on this crimson mud

his strikes are like thunderbolt

find their target in the assault


No man stands against his rage

the lion is out of the cage

he attacks and enemies flee

as he's on a killing spree


He is the Iberian kingdom's blade

a prince of war, he leads the raid

no armor stops him, no shield

a dealer of death sweeps the battlefield

The jackal song - Το τραγούδι του τσακαλιού

 


Smoke rises from the pipe

and the jackal shaman speaks.

The keys to the doors

of worlds where the dead have voice.

They speak of spells unspoken

of loud whispers, of feathered serpents

The jackal knows the hidden

lifts the veils of mists.

The shaman chants

the smoke fills the air

the forgotten dance, the forbidden sing,

skulls rattle their teeth,

skeletons walk through the dreams.

Drums are beating, fires burning

feeding the jackal...

feeding the jackal...

...the jackal...


Καπνός ανεβαίνει από την πίπα

και ο σαμάνος-τσακάλι μιλά.

Τα κλειδιά για τις πόρτες

των κόσμων όπου οι νεκροί έχουν φωνή.

Μιλούν για ξόρκια ανείπωτα

για ψίθυρους δυνατούς, για φίδια φτερωτά 

Το τσακάλι ξέρει τα κρυφά

σηκώνει τα πέπλα της ομίχλης.

Ο σαμάνος ψάλλει

ο καπνός γεμίζει τον αέρα

ο ξεχασμένος χορός, το απαγορευμένο τραγούδι,

κρανία κροταλίζουν τα δόντια τους,

σκελετοί περπατούν μέσα από τα όνειρα.

Τα τύμπανα χτυπούν, οι φωτιές καίνε

ταΐζοντας το τσακάλι...

ταΐζοντας το τσακάλι...

...το τσακάλι...

Παρασκευή 27 Μαΐου 2022

Ποίηση

 


https://www.in.gr/2022/05/27/apopsi/poiisi-panta-symvainei/

Κώστας Γεωργουσόπουλος

Στην Ελλάδα η ποίηση, πέρα από τη συνεχή άνθησή της στα πανηγύρια, τα μοιρολόγια, τα γαμήλια γεύματα, στον στρατώνα, στις φυλακές και στις εξορίες, στο εργατικό κίνημα και στις θρησκευτικές εορτές, κυκλοφορούσε από χέρι σε χέρι στις παρέες, στις συντεχνίες, στη λαϊκή εκπαίδευση

Οταν ο σπουδαίος Φωριέλ, άναυδος με τη συγκομιδή δημοτικών τραγουδιών, ανωνύμων όχι επαγγελματιών ποιητών, αριστουργηματικά ποιήματα με πεζή στην απέναντι σελίδα μετάφραση στα γαλλικά, εξέδωσε «Τα τραγούδια του ελληνικού λαού», η ευρωπαϊκή πνευματική ζωή έπαθε ντελίριο ενθουσιασμού, διότι κάτι ανάλογο δεν παρατηρείται σε κανένα λογοτεχνικό λαϊκό πεδίο της Ευρώπης. Μόνο η Ανατολή είχε να επιδείξει ανάλογα εκπληκτικά γλωσσικά φαινόμενα. Αλλά η ελληνική συγκομιδή ήταν αυτονόητο να συγκρίνεται με την αρχαία ελληνική ποιητική εσοδεία, αλλά και η βυζαντινή, κυρίως εκκλησιαστική μονογραφία. Η νεκρώσιμη ακολουθία, τα εγκώμια στον Επιτάφιο, τα αναστάσιμα άσματα είχαν την ίδια πνευματική και μουσική αύρα με τη Σαπφώ και τα χορικά των τραγικών ποιητών. Είχα κι άλλοτε προτείνει τη συγκρότηση μιας ποιητικής ανθολογίας από τον Ομηρο, την ελληνιστική, τη βυζαντινή, τη δημοτική και την επώνυμη ποίηση με τον Ρήγα, χωρίς να είναι μεταφρασμένα τα αρχαϊκά και κλασικά κείμενα. Ετσι, να είχαμε ένα πανόραμα της γλωσσικής μας συνέχειας μέσω της έντεχνης ποιητικής, επώνυμης και ανώνυμης δημιουργίας. Το τόλμησε ο Ρένος Αποστολίδης εν μέρει στην έξοχη «Ανθολογία» του. Προίκα εσαεί της γλώσσας μας.


Ξένοι φίλοι, συγγραφείς και κριτικοί λογοτεχνίας, γνώστες της ποιητικής μας παράδοσης, ομολογούν εκτός των άλλων πως σε καμιά άλλη ευρωπαϊκή χώρα δεν εκδίδονται κάθε χρόνο, εκατόν πενήντα χρόνια τώρα, τόσες ποιητικές συλλογές. Μάλιστα, έχω υπόψη μου σε μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, οι ποιητικές συλλογές, κυρίως νέων ποιητών, δεν τυπώνονται σε βιβλία, αλλά πολυγραφημένες στέλνονται σε ποιητές, κριτικούς και εκδότες, έτσι ώστε η ποιητική συγκομιδή εκτιμάται, κρίνεται και διαδίδεται σε χώρους μυημένων, όπως γινόταν παλιότερα με τις απαγορευμένες ιδέες και τις μυστικές εταιρείες.


Στην Ελλάδα η ποίηση, πέρα από τη συνεχή άνθησή της στα πανηγύρια, τα μοιρολόγια, τα γαμήλια γεύματα, στον στρατώνα, στις φυλακές και στις εξορίες, στο εργατικό κίνημα και στις θρησκευτικές εορτές, κυκλοφορούσε από χέρι σε χέρι στις παρέες, στις συντεχνίες, στη λαϊκή εκπαίδευση. Εχοντας φωτισμένους δασκάλους στην επαρχιακή πόλη που πήγα σχολείο, όταν έδειξα έφηβος στο Γυμνάσιο τα ποιητικά μου γυμνάσματα στους φιλολόγους μου, όχι μόνο με στήριξαν, άλλοι μου ανέθεταν να γράφω και να εκφωνώ τα ποιήματά μου στις σχολικές εορτές και στις καταθέσεις στεφάνων στα ηρώα της πόλης. Το ίδιο έγινε και με άλλους συμμαθητές μου που είχαν τάλαντο στη ζωγραφική, στην κριτική και στην πεζογραφία, πολλοί και στη μουσική. Αλλες εποχές, άλλοι δάσκαλοι.


Μαζί με τριάντα συμμαθητές μου που έγραφαν καλά, ο δάσκαλός μας φρόντισε να φτάσουν σε αθηναίο εκδότη κείμενά μας για να γίνουν βιβλίο που του δόθηκε η χάρη να γίνει το 1950 βοηθητικό ανάγνωσμα στην εκπαίδευση, με απόφαση του υπουργού Παιδείας. Οταν αργότερα δίδαξα ως καθηγητής, γονείς μαθητών μου με πληροφορούσαν πως είχαν διδαχθεί και διαβάσει τα κείμενά μου σε εκείνη την παιδική λογοτεχνική συγκομιδή. Οι συγγραφείς εκείνης της συλλογής εξελίχθηκαν σε δασκάλους, χειρουργούς, δικηγόρους παρ’ Αρείω Πάγω, οικονομολόγους, αναδείχθηκαν δήμαρχοι, βουλευτές, υπουργοί, αρεοπαγίτες, στρατηγοί, καθηγητές Πανεπιστημίου στην Αμερική…


Το να γράφει ποίηση ένας έφηβος δεν είναι «ψώνιο», είναι μεγάλη πειθαρχία πνευματική να εκφράζεις τους φόβους, τις ελπίδες, τα όνειρα, τις αποστροφές, τους ενδοιασμούς, αλλά και τις απογοητεύσεις, τις ήττες μέσα στους κανόνες της ποιητικής φόρμας, τον ρυθμό, την ομοιοκαταληξία, την ισοσυλλαβία, τη δεδομένη αρχιτεκτονική του σονέτου ή της μπαλάντας. Ενας δάσκαλος, ένας γιατρός, ένας εφοριακός, ένας λοχαγός, ένας χημικός ή αστυνόμος, που κάποτε τιθάσευαν την ευαισθησία τους μέσα στους νόμους της ποιητικής, πέρα από ικανοί επιστήμονες, είναι και ευαίσθητοι δέκτες των ανθρωπίνων παθών και των συγκινήσεων.


Η συγκομιδή ποιητικών βιβλίων στον τόπο μας είναι για τους ξένους φίλους πνευματικούς ανθρώπους μια συνεχής έκπληξη. Δέχομαι συχνά και μεμονωμένες συλλογές και από εκδοτικούς οίκους ποιητικά βιβλία, κυρίως νέων, αλλά όχι μόνον, ποιητών. Και ομολογώ πως πάντα βρίσκομαι να εκπλήττομαι από την ευαισθησία των θεμάτων, αλλά κυρίως με τη στέρεα φόρμα, τη στιχουργική λιτότητα και τη γλωσσική περιουσία. Γνωρίζω πως η εποχή μας είναι αντιποιητική, αλλά το ότι στη χώρα μας εκατοντάδες νέοι, αντί για αυτοκίνητα, μοτό, τουρισμό, δουλεύοντας σε διάφορα επαγγέλματα, ξοδεύουν χρήματα για να τυπώσουν την ποίησή τους, είναι παρηγοριά και περηφάνια.


Εχω μπροστά μου, και όχι για πρώτη φορά, μια σειρά βιβλίων των εκδόσεων «Μανδραγόρας» που ειδικεύονται σε έξοχες εκδοτικές παρουσιάσεις ποιητικών συλλογών, διηγημάτων και δοκιμίων ταλαντούχων νέων, και όχι μόνο νέων, επιστημόνων που γράφουν ποίηση. Εχω στο γραφείο μου δύο συλλογές του Μιχαήλ Παπαδόπουλου «Τα πένθη μου –  Τα έθνη μου» και «Ουδέν σχολείον», μια συλλογή της Μαρίνας Χρηστάκη «Ηλιοτυπία», μια συλλογή του Βάκη Λοϊζίδη «Ψεύτικο τζάκι» και δύο συλλογές του Γιώργου Τσιρώνη, που έφυγε πέρσι από τη ζωή, «Η ζωή της ποίησης» και «Πεζούλια», σε επιμέλεια του φιλολόγου, ποιητή Σωκράτη Σκαρτσή, παλιού συμμαθητή και φίλου.

Πέμπτη 26 Μαΐου 2022

The Flower Knight - Ο "Ιππότης των Λουλουδιών"

 

Πίνακας: The Flower Knight by Carson Drew It

The "flower knight"

people call him,

not for his perfume

or colorful armor,

He leaves some flowers

on the dead bodies of

his enemies

He took a mission

to fight evil in

every form.

Saved so many of us

and slain many more

with no remorse or regret

fighting fire with fire

spells with spells

mercy is only a word.

He brings the light

but he bears tons of

darkness inside

He rides a mare black

the dreamhunter,

tresspasser of laws and worlds

No banner or flag

for the "blossom knight"

- people call him that too-

no symbols or beliefs

only a war to wage

and monsters to burn


"Ιππότη των λουλουδιών"

οι άνθρωποι τον ονομάζουν,

όχι για το άρωμα 

ή την πολύχρωμη πανοπλία του,

Αφήνει λίγα λουλούδια

στα νεκρά σώματα  

των εχθρών του

Ανέλαβε μια αποστολή

να πολεμήσει το κακό σε 

κάθε μορφή.

Έσωσε τόσους  από εμάς

και σκότωσε  άλλους τόσους

χωρίς μετάνοια ή τύψεις

πολεμώντας τη φωτιά με τη φωτιά

τα ξόρκια με ξόρκια

το έλεος είναι μόνο μια λέξη.

Φέρνει το φως

μα κουβαλά τόνους

σκοτάδι μέσα του

Ιππεύει μια φοράδα μαύρη

ο ονειροκυνηγός,

καταπατητής των νόμων και των κόσμων

Δεν υπάρχει λάβαρο ή σημαία

για τον "Ιππότη των ανθέων"

- ο κόσμος τον λέει κι έτσι-

δεν έχει σύμβολα ή πεποιθήσεις

μόνο ένα πόλεμο να κηρύξει 

και τέρατα να κάψει

Μετά την "Αποκάλυψη" : Εφιάλτης μέσα στον εφιάλτη

 


Η ζωή κυλούσε σχετικά ήρεμα εδώ και αρκετό καιρό. Ηρεμία σε αυτό τον καταραμένο τόπο ήταν έννοια σχετική. Σε αυτή περιλαμβάνονταν οι συχνές επιθέσεις μεταλλαγμένων, τεράτων, ζωντανών αρπακτικών φυτών, το μόνιμο χειμερινό σκηνικό με τα κατάμαυρα σύννεφα, το χιόνι παγωμένης στάχτης, οι όξινες καταιγίδες και πολλά άλλα που σίγουρα στον νου του αναγνώστη σχηματίζουν μια εικόνα Αποκάλυψης. 

Για όσους όμως στέκονταν ακόμη, αυτή ήταν η καθημερινότητά τους, η ρουτίνα τους. Δεν τους έπιανε πια απελπισία από την κατάσταση. Οι διάσπαρτες κοινότητες ανθρώπων είχαν κάνει αρκετά βήματα προόδου, με μια πρώιμη τεχνολογία να αναπτύσσεται γοργά, άρχισαν να καλλιεργούν βότανα και φυτά που παραδόξως μπορούσαν να ευδοκιμήσουν υπό τις άγριες αυτές συνθήκες, ενώ ακόμη είχαν καταφέρει να βρουν και ζώα τα οποία δεν αποτελούσαν κίνδυνο, είχαν νόστιμο κρέας και   εκτός από στόχο κυνηγιού είχαν πια γίνει και μονάδες εκτροφής.

Κουνέλια σε μέγεθος προβάτων, οκτάποδες κότες, δικέφαλες κατσίκες, ελάφια με υποτυπώδη φτερά στην πλάτη τους και άλλα περίεργα πλάσματα αποτελούσαν βασικά είδη διατροφής των ανθρώπων πλέον. 

Ένα είδος ντομάτας η οποία έβγαινε σαν ρίζα κάτω από το έδαφος, φρούτα που έμοιαζαν με πεπόνια και έβγαιναν μέσα σε σπηλιές, μήλα τα οποία τα μάζευαν από τις κουφάλες των δέντρων αλλά και διάφορα χόρτα και βότανα που έβγαιναν σε οποιοδήποτε μέρος ήταν προστατευμένο από το κρύο τους βίαιους ανέμους και την όξινη βροχή μπορούσαν είτε να συμπληρώσουν το μενού είτε να αποτελέσουν κυρίως πιάτα.

Οι κοινότητες είχαν οχυρωθεί πια και οι κάτοικοί τους προστατεύονταν. Οι θάνατοι είχαν λιγοστέψει ενώ φήμες ακούγονταν για παιδιά που γεννιόντουσαν μέσα σε αυτές. Μεταξύ τους αυτές οι νεόδμητες "πόλεις" είχαν αρχίσει να έχουν κάποια επικοινωνία και λίγες συναλλαγές αν και προσπαθούσαν να μην ενοχλούν και πολύ η μία την άλλη. Οι επιθέσεις διαφόρων εχθρών είχαν όλο και λιγότερα θύματα. Οι άμυνες και οι αμυντικές τακτικές των ανθρώπων είχαν βελτιωθεί και εξελιχθεί. Το ίδιο και ο οπλισμός τους. 

Κάπως έτσι είχαν τα πράγματα εδώ και κάποια χρόνια πια. Πέντε ή έξι τα είχε υπολογίσει. Δε θυμόταν ακριβώς. Χωρίς ήλιο ή φεγγάρι να εμφανίζονται στον ουρανό ήταν πολύ δύσκολο να υπολογίσει. Και ειδικά οι πρώτοι υπολογισμοί ήταν αρκετά...προβληματικοί. Ήταν σίγουρος πως κάποιες γιορτές τις είχε γιορτάσει πάνω από δυο φορές σε λιγότερο από ένα, ενάμιση χρόνο. Τι σημασία είχε. Και μόνο που μπορούσε πια να ξανακάνει λειτουργίες, έστω και σε άτακτα χρονικά διαστήματα, έστω και σε λάθος ημέρες(πλέον η αγαπημένη διαφωνία των ανθρώπων ήταν αν σήμερα ήταν η Δευτέρα, η Τρίτη ή το Σάββατο) ήταν μια καλή παρηγοριά γι' αυτόν. Ότι μπορούσαν όλοι να κάνουν κάτι που γνώριζαν -ακόμα οι άνθρωποι δεν θυμόνταν τα ονόματά τους και το παρελθόν τους, μόνο τις ιδιότητές τους- τους προσέφερε ενθάρρυνση και ανακούφιση.

Εκείνο το πρωί, είχε ξυπνήσει από έναν εφιάλτη. Δε θυμόταν τι ακριβώς είχε δει μα ήταν πολύ έντονος. Ξύπνησε καταϊδρωμένος. Σηκώθηκε από το κρεβάτι του και ντύθηκε. Βγήκε έξω και κινήθηκε προς την εκκλησία. Οι άλλοι δεν είχαν ξυπνήσει ακόμα και υπήρχε ησυχία στα δρομάκια. Μόνο όσοι εκτελούσαν χρέη σκοπού ήταν ξύπνιοι. Ήταν μάλιστα ώρα αλλαγής βάρδιας και μπορούσε να ακούσει τις συζητήσεις αυτών που αναλάμβαναν το πόστο με αυτούς που είχε έρθει η ώρα τους να ξεκουραστούν. 

Έφτασε στην εκκλησία, έσπρωξε την πόρτα και μπήκε μέσα. Έφτασε στο ιερό, φόρεσε το πετραχήλι και ξεκίνησε να διαβάζει τον όρθρο, την πρωινή προσευχή. Μετά από περίπου μία ώρα είχε τελειώσει. Πρόσεξε τότε πως κάτι διαφορετικό υπήρχε στον αέρα, κάτι που δεν μπορούσε να συνειδητοποιήσει. Έμεινε ακίνητος με το βιβλίο στα χέρια του. Απόλυτη σιωπή κυριαρχούσε παντού. Οι σκοποί ήταν ακίνητοι στις θέσεις τους, οι υπόλοιποι άνθρωποι ούτε ονειρεύονταν ούτε σάλευαν στον ύπνο τους ακόμα και οι άνεμοι, πρώτη φορά από εκείνη την καταραμένη ημέρα της μεγάλης έκρηξης δεν φυσούσαν. Για μερικά αιώνια δευτερόλεπτα τα πάντα έμοιαζαν να έχουν παγώσει. 

Τότε έγινε αυτό που θεωρούσαν αδιανόητο. Ένας κρότος, σαν μπουμπουνητό τάραξε συθέμελα όλες τις πόλεις. Κατακόκκινο φως ξεχύθηκε από τον ουρανό πλημμυρίζοντας τον τόπο. Τα σύννεφα είχαν πια εγκαταλείψει τον ουρανό, αφήνοντας τη θέση τους σε ένα πορφυρό πέπλο σκόνης. Ο άνεμος άρχισε και πάλι να φυσά, όχι όμως με τη μανία που τους είχε συνηθίσει. Βγήκε γρήγορα έξω. Είδε πως και όλοι οι υπόλοιποι κάτοικοι αυτού του μέρους είχαν την ίδια αντίδραση. Ήταν όλοι σαστισμένοι. Προσπαθούσαν να προσαρμοστούν στο κοκκινωπό φως που τους έλουζε πια. Δεν ήξεραν αν ήταν σημάδι πως τα πράγματα θα έφτιαχναν ή αν κάποια νέα, μεγαλύτερη καταστροφή θα εξόντωνε τα λιγοστά απομεινάρια της ανθρωπότητας σε τούτη την εφιαλτική γη. 

Πέρασαν λίγα λεπτά. Τα μάτια τους άρχισαν πια να βλέπουν καθαρά. Όλοι κοίταζαν, κανείς δε μιλούσε. Ποιος μπορούσε άλλωστε να βρει κατάλληλες λέξεις τούτη την ώρα; Τότε μια γυναίκα φώναξε σπάζοντας τη σιωπή. Προτιμότερη ήταν η σιωπή της αβεβαιότητας από τον τρόμο που περίκλειε η φωνή που μόλις είχε ακουστεί, σκέφτηκε. Γύρισε προς το μέρος που στεκόταν η γυναίκα που φώναξε. Εκείνη με πρόσωπο παραμορφωμένο από τρόμο έδειχνε την κορυφή ενός κοντινού βουνού, βορειοανατολικά της πόλης. 

Το βλέμμα του διέτρεξε όλη τη γυμνή, πετρώδη πλαγιά του βουνού, μέχρι που έφτασε στην μαύρη κορυφή του. Εκεί με φόντο τον κατακόκκινο ουρανό και τυλιγμένες από τη σκόνη που είχε αντικαταστήσει τα σύννεφα και την οποία ο άνεμος βοηθούσε να χορεύει σαν την κόμπρα στους ήχους της φλογέρας του φακίρη, στέκονταν πέντε γιγάντιες ανθρωποειδείς μορφές. Φορούσαν μακριούς γκρίζους χιτώνες που κατέληγαν στα πόδια τους. Κουκούλες κάλυπταν τα πρόσωπά τους έτσι ώστε να μοιάζουν με μαύρες τρύπες ενώ από τα μανίκια ξεπρόβαλλαν χέρια λεπτά, με μακριά γαμψά νύχια. Κινούνταν με πολύ αργά βήματα κάνοντας ακατανόητες χειρονομίες, μάλλον τελετουργικές. Οι γίγαντες σταμάτησαν ξαφνικά, τύλιξαν τα χέρια τους στα μανίκια τους και έμειναν ακίνητοι να κοιτούν προς το μέρος της πόλης. Όλοι ήταν σίγουροι πως ένας νέος εφιάλτης ξεκινούσε. Ένας εφιάλτης μέσα στον εφιάλτη που ζούσαν εδώ και χρόνια.



Το προηγούμενο μέρος εδώ:

https://poihsh-palh.blogspot.com/2022/04/blog-post_27.html


The blossoms of Acheron - Τα άνθη του Αχέροντα

 



We are but leaves

hanging from the branches

of the tree of death

Made of flesh

shaking and trembling

as the wind blows.

But we don't fall.

The rope is strong

and the noose is tightly tied.

We are the rotten fruits

of a life eating tree

the blossoms of Acheron,

water us with more blood.


Δεν είμαστε παρά φύλλα που

κρέμονται από τα κλαδιά

του δέντρου του θανάτου

Από σάρκα φτιαγμένοι

τρέμουμε και ριγούμε

καθώς φυσάει ο άνεμος.

Αλλά δεν πέφτουμε.

Το σχοινί είναι δυνατό

και η θηλιά είναι σφιχτά δεμένη.

Είμαστε τα σάπια φρούτα

ενός δέντρου που τρώει τη ζωή

τα άνθη του Αχέροντα,

ποτίστε μας με περισσότερο αίμα.

Coronation - Στέψη

 



I can remember

the night I died,

the pain, the blood, the sleep.

I can remember

the night I woke up,

the urge to hunt, to drink, to drain

My skin is pale,

my eyes are red,

sharp nails and fangs I bear.

I am the requiem of the undead,

a ghoulish knight, a cadaver prince.

In twilight I live

a walking curse, my damnation

reflects on the mirror

Come closer, hear my

vampiric song, dance to

the rhythm of pestilence.

Let me embrace you, let me kiss you

a sweet bite it is

my blood shall run in your veins

and death shall crown us

with halos of darkness


Μπορώ να θυμηθώ

το βράδυ που πέθανα,

τον πόνο, το αίμα, τον ύπνο.

Μπορώ να θυμηθώ

το βράδυ που ξύπνησα,

τη παρόρμηση να κυνηγήσω, να πιω, να στραγγίξω

Το δέρμα μου είναι χλωμό,

τα μάτια μου κόκκινα,

κοφτερά νύχια και κυνόδοντες φέρω.

Είμαι το ρέκβιεμ των νεκρών,

ένας μακάβριος ιππότης, ένας θανατερός πρίγκιπας.

Στο λυκόφως ζω

μια κινούμενη κατάρα, η καταδίκη μου

αντανακλάται στον καθρέφτη

Έλα πιο κοντά, άκουσέ το 

βαμπιρικό τραγούδι μου, χόρεψε  στης

πανώλης το ρυθμό.

Άσε με να σε αγκαλιάσω, να σε φιλήσω

ένα δάγκωμα γλυκό

το αίμα μου θα τρέξει στις φλέβες σου

και ο θάνατος θα μας στεφανώσει

με φωτοστέφανα  σκοταδιού

Κυριακή 22 Μαΐου 2022

Shotgun justice - Κοντόκανη δικαιοσύνη

 


Under the red sun

his eyes are burning

dust on his boots

through the hot desert

he rides

A flask of water

a hat with a shining star

he's tired and he's sweating

As he sees his target

wanted for two thousand bucks

his blood is pounding in his head

Closer he goes

shotgun in his hands

and as the enemy draws his gun

the lawman pulls the trigger

Job is done

he is the judge, the jury, the executioner

a train moans in a distance

and the sun begins to set


Κάτω από τον κόκκινο ήλιο

τα μάτια του καίνε

σκόνη στις μπότες του

μέσα από την καυτή έρημο

με το άλογο καλπάζει

Μια φιάλη με νερό

ένα καπέλο με αστέρι αστραφτερό.

είναι κουρασμένος και ιδρώνει

Καθώς βλέπει τον στόχο του

δύο χιλιάδες δολάρια αμοιβή

το αίμα του χτυπάει στο κεφάλι του

Πηγαίνει πιο κοντά

κοντόκανη κρατά

και καθώς ο εχθρός τραβάει το όπλο του

ο άνθρωπος του νόμου πατάει τη σκανδάλη

Η δουλειά έγινε

είναι δικαστής, ένορκος, δήμιος

ένα τρένο μουγκρίζει σε απόσταση

και ο ήλιος αρχίζει να δύει

Σάββατο 21 Μαΐου 2022

The sword tree - Το σπαθόδεντρο

 


A knight removed his armor

threw down his shield,

buried his sword deep,

into the ground.

A tree grew out of it

with purple flowers

and sweet turquoise fruits.

Children play in its shade,

birds chirp on its branches

and the knight waters it

morning by morning

with water running from his

memories of wars


Ένας ιππότης έβγαλε την πανοπλία του

πέταξε την ασπίδα του,

έθαψε το σπαθί του βαθιά,

στο έδαφος.

Ένα δέντρο φύτρωσε εκεί

με μωβ λουλούδια

και γλυκούς τιρκουάζ καρπούς.

Τα παιδιά παίζουν στη σκιά του,

τα πουλιά κελαηδούν στα κλαδιά του

και ο ιππότης το ποτίζει

κάθε πρωί

με νερό που τρέχει από τις

πολεμικές του αναμνήσεις  

Παρασκευή 20 Μαΐου 2022

Goddess of death - Θεά του θανάτου



Mother of a dying world

she holds her cadaver baby

in her hands

On a pale horse she rides

the bride of Hades

princess of Styx

Wither! Plants and trees

Die! Earthlings and beasts

Burn skies, burn!

Call her Hecate

call her Hel

call her Kali

fall to your knees

let death and darkness

embrace you




Μητέρα ενός κόσμου που πεθαίνει

κρατά το νεκρικό μωρό της

στα χέρια της

Πάνω σε ένα χλωμό άλογο ιππεύει

η νύφη του Άδη

πριγκίπισσα της Στύγας

Μαραθείτε! Φυτά και δέντρα

Πεθάνετε! Γήινοι και θηρία

Καείτε ουρανοί, καείτε!

Πείτε την Εκάτη

πείτε την Χελ

πείτε την Κάλι

πέστε στα γόνατα

αφήστε το θάνατο και το σκοτάδι

να σε αγκαλιάσουν


Πέμπτη 19 Μαΐου 2022

Hermes - Ερμής



Swiflty flies

from Olympus' top

to bring the messages of Zeus

He is a herald, a merchant, a thief

Travelling with his winged sandals

guiding the dead to Hades' halls

Protector of orators

unknots their tongues

Hermes the trickster

Hermes the speedster

Hermes the messenger.


Γοργά πετά

απ' του Ολύμπου την κορφή

να φέρει του Δία τα μηνύματα

Είναι κήρυκας, έμπορος και κλέφτης

που ταξιδεύει με φτερωτά σανδάλια

οδηγώντας τους νεκρούς στις αίθουσες του Άδη

Προστάτης των ρητόρων

τις γλώσσες τους λύνει

Ερμής ο πονηρός

Ερμής ο γοργοπόδαρος

Ερμής ο αγγελιοφόρος 

Τετάρτη 18 Μαΐου 2022

Κόναν και Έλρικ

 





Οι δυο πιο επιφανείς ήρωες της λογοτεχνίας fantasy(αυτό το είδος που παλιά στα χωριά μας αποκαλούσαμε sword and sorcery) είναι ο Κόναν του Χάουαρντ και ο Έλρικ του Μούρκοκ. Αμερικανός ο πρώτος συγγραφέας, Βρετανός ο δεύτερος. Τους δύο ήρωες χωρίζουν τρεις δεκαετίες καθώς ο Κόναν μας πρωτοσυστήθηκε το 1932 ενώ ο Έλρικ το 1961. Αυτά τα τριάντα χρόνια αλλά και ο Ατλαντικός Ωκεανός που χωρίζουν τους δύο ήρωες φαλινεται πως έπαιξαν σημαντικό ρόλο στις τόσο μεγάλες διαφορές των δύο. 

Στη περίπτωση του Κόναν, ο Χάουαρντ αποθεώνει τη δύναμη του ήρωα, την ικανότητά του να χαράσσει το δρόμο του με το σπαθί του αψηφώντας θεούς και δαίμονας και κατακτώντας ό,τι υπάρχει που να μπορεί να κατακτηθεί. Επιπλέον, ο Κόναν έχει μια αντιπάθεια στη μαγεία και ο τρόπος σκέψης και δράσης του είναι πολύ ξεκάθαρος. Δεν του αρέσουν τα κόλπα και οι πονηριές. Είναι ευφυής στρατηγικά αλλά και πάντα ευθύς. 

Από την άλλη ο Έλρικ είναι γεννημένος με ασθενές αίμα, το κορμί του χρειάζεται βότανα για να διατηρείται, πάσχει από αλμπινισμό, είναι γνώστης της τέχνης της μαγείας, δέσμιος του καταραμένου σπαθιού του και της μοίρας που οι θεοί του χάους έχουν ετοιμάσει γι' αυτόν. Δεν είναι ιδιαίτερα ηρωικός τύπος, δε χαίρεται τη μάχη σε αντίθεση με τον Κόναν και καταφεύγει συχνά πυκνά σε τεχνάσματα και κόλπα.

Πρόκειται για δυο εντελώς αντίθετους μα το ίδιο ενδιαφέροντες ήρωες, οι οποίοι είχαν για πολύ καιρό μια παράλληλη πορεία. Φιλοξενήθηκαν σε τραγούδια metal συγκροτημάτων(Manilla Road, Cirith Ungol, Domine, Blind Guardian, Blue Oyster Cult, Hawkwind, Battleroar, Ironsword κλπ), έγιναν παιχνίδια στον υπολογιστή, σε κονσόλες, επιτραπέζια, ευτύχησαν να έχουν εξαιρετικές μεταφορές στο χώρο των κόμικς και τέλος ο Κόναν είχε τρεις κινηματογραφικές μεταφορές(μία πολύ επιτυχημένη, μία έτσι κι έτσι και μία αποτυχημένη αν και την αδίκησαν τη τελευταία ταινία κατά τη προσωπική μου άποψη) ενώ ακούγεται πως ετοιμάζεται και μια τηλεοπτική μεταφορά του Έλρικ.

Φυσικά και οι δύο αποτέλεσαν μεγάλες επιρροές για τους ήρωες του συγκεκριμένου λογοτεχνικού ιδιώματος, αφού κατακλύστηκαν οι σελίδες είτε με ευγενείς βαρβάρους σαν τον Κόναν ή ασπρομάλληδες ξιφομάχους σαν τον Έλρικ. Ο τελευταίος ήρωας που εμφανίστηκε στις τηλεοπτικές οθόνες, ο Witcher, είναι μια καλή μίξη και των δύο κι ας μην το παραδέχονται ούτε ο συγγραφέας ούτε οι οπαδοί του...

Οι δυο ήρωες εκφράζουν τη χώρα και την εποχή τους. Ο Κόναν τις ΗΠΑ του '30 που ετοιμάζονται σιγά σιγά να πάρουν την πρωτοκαθεδρία στο ποιος θα ορίζει τις διεθνείς εξελίξεις γι' αυτό και η δύναμη και η ορμή αλλά και η δίψα για περιπέτειες και κατακτήσεις παίζουν κυρίαρχο ρόλο στο χαρακτήρα αυτόν ενώ ο Έλρικ τη Βρετανία του '60 που αρχίζει και βλέπει με άλλο μάτι το αυτοκρατορικό παρελθόν της και αρχίζει να του ασκεί κριτική. Γι' αυτό και ο ήρωας ξεκινά μια αναζήτηση που ελπίζει πως θα τον βοηθήσει να αλλάξει τους τρόπους της κάποτε αυτοκρατορικής χώρας του.

Παρά τις διαφορές τους και οι δύο ήρωες είναι άκρως ενδιαφέροντες και αν εμπιστευτείτε τον ελεύθερο χρόνο σας στις περιπέτειες και τις αναζητήσεις τους αυτοί σίγουρα θα σας ανταμείψουν .

 


Τρίτη 17 Μαΐου 2022

Cheers - Στην υγειά σας




I sing to the stars

as they dance

around the moon


I talk to the waters

as they party

in rivers and lakes


I kiss the rocks

as they built

mountains and hills


I hug the winds

as they blow

from side to side


I run with the trees

as they swiftly

roam the earth


I gaze at the skies

as they turn to a ballroom

for the waters and the stars


I lay on the ground

the bridal suite

for trees and rocks to spent honeymoon


I hold a glass of wind

I drink it and say

"Cheers!" to a world that fades


Τραγουδάω στα αστέρια

καθώς χορεύουν

γύρω από το φεγγάρι



Μιλάω με τα νερά

καθώς γιορτάζουν

σε λίμνες και ποτάμια



Φιλάω τα βράχια

καθώς χτίζουν

βουνά και λόφους



Αγκαλιάζω τους ανέμους

καθώς φυσούν

από άκρη σε άκρη


Τρέχω με τα δέντρα

καθώς γρήγορα

περιπλανούνται στη γη



Κοιτάζω τους ουρανούς

καθώς γίνονται αίθουσα χορού

για τα νερά και τα αστέρια



Ξαπλώνω στο έδαφος

τη νυφική ​​σουίτα

για τα δέντρα και τα βράχια να περάσουν το μήνα του μέλιτος



Κρατώ ένα ποτήρι στον αέρα

Το πίνω και λέω

"Στην υγειά σας!" σε έναν κόσμο που ξεθωριάζει

Τα μοιρολόγια της Μάνης



https://www.pemptousia.gr/2022/05/to-maniatiko-miroloi/

Ηλίας Λιαμής, Σύμβουλος Ενότητας Πολιτισμού


Οι Μανιάτες είχαν την ξεχωριστή ικανότητα να βλέπουν το καθετί αντικειμενικά και στη σωστή του θέση. Η σκληρή ζωή και η μέχρις εσχάτων αγώνες για την ελευθερία, τούς έκαναν να αντιμετωπίζουν κατάματα τις εναλλαγές του βίου και κυρίως την κοινή μοίρα όλων μας, τον θάνατο.


Ο θάνατος στη Μάνη έπαιρνε τις τρομακτικές διαστάσεις που πραγματικά έχει. Γιατί μόνον η μανιάτικη ψυχή, εύθικτη και ευάλωτη καθώς είναι, μπορούσε να νιώσει τον βαθύτατο συγκλονισμό που επιφυλάσσει στον άνθρωπο η εκμηδενιστική αίσθηση του αμετακλήτου τέλους. Και μόνο η Μανιάτισσα μοιρολογίστρα μπορούσε να εκφράσει το βαθύ σπαραγμό της ανθρώπινης ψυχής για το τραγικό πεπρωμένο του ανθρώπου. Η Μανιάτισσα είχε την μεγαλειώδη δύναμη, αν και εντελώς αγράμματη, να στέκεται ποιητικά ανάμεσα στους ζωντανούς και τον θάνατο, στον επάνω κόσμο και στον Άδη, να συλλαμβάνει το νόημα της ζωής και του θανάτου και να εκφράζει με λυρικότητα τον αμέτρητο πόνο του ανθρώπου για την αδυσώπητη μοίρα του. Και στη δραματική ώρα, που ο άνθρωπος κείτεται άψυχος ενώπιον της, έστεκε σαν ασύγκριτη αρχαία τραγωδός εμπρός στον νεκρό και αντίκρυ στον θάνατο, ηττημένη και σπαρακτική μέσα στην πλήρη γνώση της και ξέπλεκη μέσα στον θυμό της. Και έτσι, ανίσχυρη μπροστά στον άφθαρτο εχθρό, υπερευαίσθητη στην ανελέητη τύχη της και στην τραγική συμφορά της, άνοιγε τη ματωμένη ψυχή της και έκλαιγε, στιχουργούσε και τραγουδούσε το συγκλονιστικό μοιρολόι του θρήνου για την απώλεια.


Το μοιρολόι της Μανιάτισας είχε τον δακρυσμένο λυγμό της ορφανεμένης καρδιάς της και όλο το καυτό πάθος της εκδίκησης για τον άδικο θάνατο, που από την αρχή της δημιουργίας του κόσμου ζητά να πάρει τη ζωή. Το μανιάτικο μοιρολόι δεν ήταν μόνο μία συγκλονιστική φωνή πένθους, αλλά ήταν και είναι ο επικός ύμνος του ανθρώπου στη ζωή, που για πάντα χάνεται: σπαρακτική διαμαρτυρία της γυναίκας που μένει από νέα, χήρα, Η απελπισμένη κραυγή της κόρης που μένει χωρίς προστάτη. Είναι η έκφραση της υπέρτατης οδύνης, ορθή και τρυφερή συνάμα, λυρική εκδήλωση της κεραυνοχτυπημένης μάνας που μένει χωρίς παιδί.


Η Μανιάτισσα μοιρολογίστρα, θρηνολογώντας εμπρός στο θάνατο, πότε εκδήλωνε φιλοσοφικά το πένθος της για τον νεκρό που πέθανε από γηρατειά ή άλλη φυσική αιτία, πότε θρηνούσε την χαμένη νεανική ζωή, αξιοπρεπής και μοιρολατρική Εκάβη, όταν τύχαινε να πέσει ο γιος της από το εχθρικό βόλι, ή έκλαιγε σαν ανυπεράσπιστη Ανδρομάχη, όταν ο εχθρός ήταν προ των πυλών και ο άντρας της σκοτωμένος. Κι άλλες φορές πάλι, οδηγιόταν σε ανυποχώρητη Ηλέκτρα και φοβερή μέσα στον σπαραγμό της και στο ασίγαστο εκδικητικό πάθος της, πρόσταζε τιμωρία για τον ένοχο και δικαίωση για τον αδικοσκοτωμένο, που έπεσε από άνανδρο δολοφονικό χέρι.


Το μοιρολόι της Μανιάτισας απέδιδε αριστοτεχνικά όλες τις τραγικές ανθρώπινες καταστάσεις. Συνέθετε με ακριβή παραστατικότητα εικόνες, αυτοσχεδίαζε με θαυμαστή ετοιμότητα και περιέγραφε γεγονότα και συναισθήματα που είχαν σχέση με τον νεκρό και το περιβάλλον του. Έκλαιγε με σπαραγμό και ορθωνόταν απέναντι στην ιστορία για τον θάνατο του παιδιού της. Υμνούσε σαν αρχαία Σπαρτιάτισσα το θύμα του πολέμου. Ιστορούσε επιδέξια τα έργα του άνδρα και δέσμευε με βαριές υποθήκες τους συγγενείς του σκοτωμένου για το ηθικό τους χρέος να εκδικηθούν τον άδικο χαμό του. Το μοιρολόι είναι η χαρακτηριστικότερη έκφραση της Μανιάτισσας γυναίκας. Το αξεπέραστο δημιούργημα της, με το οποίο κατέλαβε την κορυφαία θέση στον στην δραματική μανιάτικη κοινωνία του ήλιου και του Άδη.




Παιδί μου, καλησπέρα σου, που ήρθα στον οντά σου


σού ΄φερα μοσχολίβανο νά ΄χεις τη μυρωδιά του.


Ήλιε μου του μεσημεριού κι αστέρι του μεσονύχτιου,


φεγγάρι μου λαμπρότατο, και πού θα βασιλέψεις;




Κανίστρι μου χρυσό βεργί και άσπρο μου καριοφίλι,


μήτε στην πόρτα φαίνεσαι μήτε στο πανεθύρι.


Κυπαρισσάκι μου ψηλό και στην κορφή ασημένιο,


ως πότε να σε καρτερώ και να σε περιμένω;




Καρδιά μου απαρηγόρητη, λίγο παρηγορήσου,


κι άλλες πολλές το πάθανε, δεν είσαι μονάχη σου.

The flood - Η πλημμύρα

 



Disaster came

that bright shiny morning

Police and rescue crews

running all over

fihgting to stop the flood

but in vain

The dam broke

books deluged the streets

poems and ideas

novels and knowledge

people could take a dive

or even drink them

Tyrants and rulers creeped out

now they have to manipulate

a stream of thinking


Η καταστροφή ήρθε

εκείνο το φωτεινό λαμπρό πρωινό

Αστυνομία και συνεργεία διάσωσης

έτρεχαν παντού

παλεύοντας  να σταματήσουν την πλημμύρα

αλλά μάταια

Το φράγμα έσπασε

τα βιβλία κατέκλυσαν τους δρόμους

ποιήματα και ιδέες

μυθιστορήματα και γνώσεις

οι άνθρωποι μπορούσαν να βουτήξουν

ή ακόμα και να πιουν

Οι τύραννοι και ηγεμόνες ζάρωσαν

τώρα είχαν χείμαρρους σκέψης

να χειραγωγήσουν

Δευτέρα 16 Μαΐου 2022

Η Ιταλική Λογοτεχνία στον 20ο αιώνα

 


https://www.fosonline.gr/plus/vivlio/article/188193/h-geografia-tis-italikis-logotexnias-ston-20o-aiona

Δημήτρης Στεφανάκης


Η Ιταλική πεζογραφία άνθισε εντυπωσιακά μέσα στον 20ο αιώνα, αφήνοντας πίσω της έργα που θα διαβάζουμε όσο θα υπάρχουν άνθρωποι που αγαπούν την λογοτεχνία.


Η αρχή του παντός φαίνεται να έγινε με τον Μακαρίτη Ματία Πασκάλ του Λουίτζι Πιραντέλο, που αργότερα θα ανδραγαθούσε ως ένας από τους σημαντικότερους δραματουργούς του 20ου αιώνα.


 

Ακολούθησε η Συνείδηση του Ζήνωνα το 1923 από τον Ίταλο Σβέβο τον οποίο ενθάρρυνε στις λογοτεχνικές του αναζητήσεις ο δάσκαλός του Τζέιμς Τζόις.

 


Το 1951 ο Αλμπέρτο Μοράβια παρουσιάζει τον Κονφορμιστή, μυθιστόρημα με πολλές λογοτεχνικές αρετές από ένα συγγραφέα που γράφει σημαντικά βιβλία ήδη από την εποχή του μεσοπολέμου


Το 1958 εκδίδεται ο αριστουργηματικός Γατόπαρδος του Τζουζέπε Τομάζι ντι Λαμπεντούζα, ενός άοκνου αναγνώστη που το πήρε απόφαση να γράψει μετά τα πενήντα του χρόνια.


Ακολούθησαν το 1976 η Έρημος των Ταρτάρων του Ντίνο Μπουτζάτι, Το όνομα του Ρόδου (1980) του Ουμπέρτο Έκο, αφηγήσεις που η καθεμιά αναβάθμισαν περαιτέρω το κύρος της Ιταλικής λογοτεχνίας.


Το 1994 ο Αντόνιο Ταμπούκι υπογράφει την εκδοτική του επιτυχία «Έτσι ισχυρίζεται ο Περέιρα», ενώ το 1997 ο Κλαούντιο Μάγκρις ολοκληρώνει τον Ιταλικό λογοτεχνικό χάρτη με το δοκιμιακό του μυθιστόρημα «Μικρόκοσμοι».

Κυριακή 15 Μαΐου 2022

Το ακόνιτο, επίσης λυκοκτόνο και ακονίτης

 


Πίστευε πως ήταν λύκος. Στην πανσέληνο έτρεχε μαγεμένος αλυχτώντας, παραμόνευε σαν αρπακτικό σε δρόμους, στενά και μονοπάτια, περιδιάβαινε πόλεις, κωμοπόλεις και χωριά, έτρεχε στους αστικούς δρόμους με την ίδια άνεση που σκαρφάλωνε και στα βουνά. Πολλοί τον είδαν να φορά μια λυκοκεφαλή κι ένα λυκοτόμαρο όταν εξορμούσε, άλλοι επέμεναν πως δε φορούσε ρούχα λύκου αλλά γινόταν ο ίδιος λύκος. 

Όπως και να είχε (ποιος μπορεί να βγάλει ασφαλές συμπέρασμα όταν το κρασί της αλήθειας αναμιγνύεται με το νερό της φαντασίας;) κανείς δεν τον πλησίαζε όταν είχε πανσέληνο. Τον άφηναν να τρέξει, να ουρλιάξει, να κυνηγήσει κρατώντας μια απόσταση. Έτσι κι αλλιώς σαν λύκος τους ήταν ακίνδυνος. Κανείς τους δεν είχε πια πρόβατα ή κατσίκια και ελάφια δεν υπήρχαν εκεί που κυνηγούσε. Μα και να υπήρχαν, εδώ που τα λέμε, πάλι δε θα τα πείραζε. Τα θηράματά του δεν είχαν ούτε οπλές, ούτε πόδια, ούτε σάρκα, ούτε τίποτα υλικό επάνω τους. Όχι, αυτός βρισκόταν συνεχώς στο κατόπι άυλων ιδεών και ονείρων. Ακολουθώντας τα χνάρια τους χανόταν σε δάση αόρατα που κατοικούσαν πλάσματα που τα ονόματά τους είχαν από καιρό χαθεί. Μόνο ομίχλη είχε μείνει να θυμίζει τη παρουσία τους στους ανθρώπους. Μα αυτός μπορούσε να τα δει, να τα μυρίσει, να τα κυνηγήσει και καμιά φορά να τα αρπάξει. 

Τότε ο λύκος έπεφτε για ύπνο. Κοιμόταν για εβδομάδες ολόκληρες μέχρι την επόμενη πανσέληνο. Μέχρι να τον ξυπνήσει ξανά το ασημένιο φως του φεγγαριού. Τότε οι πόλεις, τα χωριά, τα δάση τα πυκνά, γίνονταν ξανά το βασίλειό του και αυτός σαν Ρήγας περήφανος περνούσε μπροστά από τους ανθρώπους σαν αν ήταν υπήκοοί του και ξεκινούσε τη βασιλική γιορτή του κυνηγιού.


Μέχρι που χάθηκε. Μέχρι τη νύχτα που όρμηξε με το πάθος του κυνηγού σε άγνωστα λιβάδια και μακρινά οροπέδια για να μην επιστρέψει ποτέ ξανά. Είπαν πως χάθηκε. Είπαν πως παγιδεύτηκε από αυτά που κυνηγούσε. Είπαν ακόμα πως τον σκότωσαν άνθρωποι που τον ζήλευαν γιατί εκείνοι δε μπορούσαν να γίνουν λύκοι και δεν του συγχώρησαν ποτέ τη λυκανθρωπία του. Είπαν πολλά μα κανείς δεν μπορούσε τίποτα να αποδείξει. Το μόνο που ξέραμε ήταν πως χάθηκε τη βραδιά που έτρεξε μέσα σε εκείνες τις γνώριμες γι' αυτόν ομίχλες, στα ίχνη θηραμάτων που μόνος τους κυνηγός υπήρξε για πολύ καιρό.


Κάποτε, μετά από καιρό πολύ, συνάντησα έναν τροβαδούρο που τραγουδούσε το άσμα ενός λύκου που χάθηκε για πάντα. Για έναν λυκάνθρωπο που χάθηκε στα ίδια του τα βάθη. Γιατί εκεί είχε από καιρό φυτρώσει ένα μικρό άνθος λυκοκτόνου. Μια νύχτα με πανσέληνο κυνηγώντας σε δάση που δεν ανθίσαν, σε πόλεις που δεν κτιστήκαν, σε χωριά που καπνός τζακιού δε φίλησε τον αέρα τους, έφτασε σε ένα σταυροδρόμι. Αφού κοντοστάθηκε πήρε το δρόμο που δεν είχε ποτέ του ακολουθήσει ξανά. Μπήκε στον ίδιο του τον εαυτό. Ανακάλυψε μυριάδες μονοπάτια, καινούριους λόφους, νεόδμητες πόλεις με σκοτεινά σοκάκια. Στο κέντρο του λαβύρινθου που σχημάτιζαν όλα μαζί, βρισκόταν το ανθισμένο ακόνιτο. Ποια δύναμη τον ώθησε να το κόψει και να το φάει το τραγούδι δεν έλεγε. Έλεγε μόνο πως το χαμό του θρήνησαν των ονείρων οι φωνές και οι χοροί των ιδεών. Και πως το φεγγάρι έκλαψε και αρνήθηκε τρεις φορές να γεμίσει και η πανσέληνος δεν ήρθε.


Κανείς τον λυκάνθρωπο δεν είδε από τότε. Κανείς δεν ήξερε τι του συνέβη. Μόνο εκείνος ο βάρδος, εκείνος ο τροβαδούρους που με τη κουκούλα του έκρυβε την κεφαλή του λύκου και που τα νύχια του έκοβαν της λύρας τις χορδές.


*Το ακόνιτο, επίσης λυκοκτόνο και ακονίτης, είναι γένος με πάνω από 250 είδη αγγειόσπερμων που ανήκουν στην οικογένεια Ρανουγκουλίδες. Αυτά τα ποώδη αιωνόβια φυτά είναι κυρίως ιθαγενή στα ορεινά τμήματα του Βόρειου Ημισφαιρίου και αναπτύσσονται στο έδαφος των ορεινών βοσκοτόπων που συγκρατεί την υγρασία αλλά είναι καλά στραγγιζόμενο. Τα περισσότερα είδη είναι άκρως δηλητηριώδη και πρέπει να αντιμετωπίζονται πολύ προσεκτικά.

Η ελληνική ονομασία ακόνιτο (ἀκόνιτον), πιθανόν προέρχεται από τη λέξη ἄκων, που σημαίνει ακόντιο, των οποίων ακοντίων τα άκρα ήταν δηλητηριασμένα με την ουσία ή από ακόνες, εξαιτίας του βραχώδους εδάφους στο οποίο πιστεύεται ότι αναπτυσσόταν το φυτό. Η ελληνική ονομασία λυκοκτόνο θεωρείται ότι υποδηλώνει τη χρήση του χυμού του για το δηλητηριασμό των ακοντίων για το σκότωμα λύκων.

Από τη βικιπαίδεια.


Σάββατο 14 Μαΐου 2022

Look as the cosmos tremble - Κοίτα πώς τρέμει ο κόσμος

 


Look as the cosmos tremble

while the cherubim collide.

Listen as the air dies

under the seraphim march.

Celestial warriors clash

and all the worlds hold their breath.

Teeth grind, the battle flame burns

wings shake, the fallen, the lost.

The skies turn to fire

the spears, the swords, the scales.

Silence follows the victors

firestorms for the defeated.

Banners wave bloody red

planets and stars to dust they turn

A lake's waters burn

an army sits on the shore.

Bards shall sing this war

poets shall write epics.

A vision from the past

or a soothsaying?


Κοίτα πώς τρέμει ο κόσμος

ενώ συγκρούονται τα χερουβίμ.

Άκου καθώς ο αέρας πεθαίνει

κάτω από την προέλαση των σεραφείμ.

Ουράνιοι πολεμιστές μάχονται

κι οι κόσμοι κρατούν την ανάσα τους.

Τα δόντια τρίζουν, η φλόγα της μάχης καίει

τα φτερά τρέμουν, οι πεσμένοι, οι απωλεσθέντες.

Οι ουρανοί γίνονται φωτιά

τα δόρατα, τα ξίφη, η ζυγαριά.

Η σιωπή ακολουθεί τους νικητές

πυρκαγιά τους ηττημένους.

Τα λάβαρα κυματίζουν ματωμένα κόκκινα

πλανήτες και αστέρια γίνονται σκόνη.

Τα νερά μιας λίμνης καίγονται

ένας στρατός κάθεται στην όχθη.

Οι βάρδοι θα τραγουδήσουν τον πόλεμο αυτόν

οι ποιητές θα γράψουν έπη.

Ένα όραμα από το παρελθόν

ή μια μελλοντική μαντεία;

Παρασκευή 13 Μαΐου 2022

Entrapped - Παγιδευμένοι



Life is like a web

spiders weave

thin, strong

and deadly

We are insects

entrapped

in cells of silk we made

calling out

the arachnid to devour us


Η ζωή είναι σαν ιστός

που υφαίνουν οι αράχνες

λεπτή, δυνατή

και θανάσιμη

Είμαστε έντομα

παγιδευμένα

σε κελιά μεταξιού που φτιάξαμε

φωνάζοντας 

τα αραχνοειδή να μας καταβροχθίσουν

From outer space


They came from the sky

a flood of madness

streets full of blood

piles of dead bodies

People saw the light

falling from space to our earth

monsterous entities

harbingers of death

Claws scratching

on walls and doors

no shelter from predators

a rain of fright and shock

They left as they came

in a flash of a blue light,

took decapitated heads for trophies

and vanished into the night

Τετάρτη 11 Μαΐου 2022

King of the northern lands

 



King of the northern lands

holding an axe in his hands

on his head a frozen crown

gazing at the sea with a frown


Set to defend against another raid

blood shall stain his shining blade

he is descendant of a warriors' line

his thirst for battle knows no confine


The wind blows shivering cold

he first fought in his youth, now he's old

the armies of his enemies charge

his realm with war he shall purge


Valkyries fly upon the battlefield

the outcome of the fight is sealed

ready to enter Valhalla he stands

the end 's closing near he understands


His axe is broken and so is his sword

he has no regrets, no final word

snow is falling turn red to white

let the darkness fall, live to see a new light.

Τρίτη 10 Μαΐου 2022

Hero and death

 


The hero stands

against death's raid

he faces the pale horse

galloping towards him


Hero, might and strength

raise the sword

let the banner wave

as the hurricane roars


The throne of the champion

waits for the ruler, the king

the savior of mankind

the wielder of the blade


Hero, destroyer of

Charon's scythe

bring us victory

we shall follow


Demise - Κοίμηση

 


As the sun kisses the clouds

the sky turns from grey to gold.

A cuckoo clock sounds

the dear departed's hour


Καθώς ο ήλιος τα σύννεφα φιλά

ο ουρανός από γκρίζος γίνεται χρυσός.

Του ρολογιού ο κούκος σημαίνει

την ώρα των κεκοιμημένων