Βαγγέλης Γιατρούτσικος - Πράττος
Σε αυτό το άρθρο θα μιλήσουμε για άλλες εποχές, ξεχασμένες. Για εποχές με βασιλιάδες, ιππότες, τσαρλατάνους, τροβαδούρους, όμορφες πριγκίπισσες, δεισιδαίμονες χωρικούς και ευρηματικούς ποιητές. Κάθε εποχή έχει το δικό της πνεύμα και το πνεύμα της εποχής του François Villon, είχε κάτι το μαγικό. Βέβαια πάντα υπάρχει μία τάση εξιδανίκευσης όταν κοιτάζουμε το μακρινό παρελθόν, αλλά μάλλον αυτό δεν μπορούμε να το αποφύγουμε. Σε αυτούς τους καιρούς λοιπόν, υπήρχαν άνθρωποι του περιθωρίου, οι οποίοι είτε δε συμβάδιζαν με τα πρέπει της εποχής επειδή είχαν προωθημένο πνεύμα, είτε η ίδια η εποχή τούς κατάπιε σαν σαρκοφάγο μυθικό πλάσμα. Ο Villon μίλησε για τα κακώς κείμενα και εξέφρασε τα προσωπικά του ζητήματα με έναν πρωτοφανή ρεαλισμό που δεν έχουμε συναντήσει σε προγενέστερους ποιητές. Τα έλεγε τόσο ωμά που λίγο έλειψε να τον κρεμάσουν για αυτόν τον λόγο. Ήταν κάτι σαν το αντίπαλο δέος του ηρωικού ευγενή ή του ηθικολόγου κληρικού. Για να καταλάβουμε λίγο βαθύτερα το ποιητικό ύφος του καλλιτέχνη, θα δούμε πώς εκφράστηκε η λυρική ποίηση μέσα από τους στίχους των τροβαδούρων και πώς αυτή έφτασε να γίνει το εκφραστικό όπλο της μοναδικής τέχνης του Villon.
Η λυρική ποίηση έκανε την εμφάνισή της τα τέλη του 11ου αιώνα, ως νέο λογοτεχνικό είδος των προσφάτως ανεπτυγμένων δημωδών γλωσσών. Τα ποιήματα είναι μικρής έκτασης και χαρακτηρίζονται από έντονη μουσικότητα, προβάλλοντας τις στενές σχέσεις μεταξύ γραφής και προφορικότητας. Το λυρικό ύφος συνδυάζεται με τη σατιρική διάθεση, ενώ αντλούνται εικόνες από την αρχαιότητα, την εκκλησιαστική ποίηση, αλλά και νεότερες ποιητικές εικόνες. Ζητούμενο είναι η έκφραση των προσωπικών συναισθημάτων του ποιητή και πηγή έμπνευσης ο έρωτας. Κύριοι εκφραστές της λυρικής ποίησης είναι οι τροβαδούροι, οι οποίοι συνθέτουν και τραγουδούν τα ποιήματά τους, συχνά με τη συνοδεία κάποιου μουσικού οργάνου. Οι τροβαδούροι συνδέονται κατά κανόνα με τους κύκλους των φεουδαρχικών αυλών, όπου είτε θέτονται υπό την προστασία των τοπικών αρχόντων είτε είναι οι ίδιοι άρχοντες. Σύντομα η ζωή τους έγινε αντικείμενο ιστοριογραφικών κειμένων, εκφράζοντας τη νέα εικόνα του αριστοκρατικής καταγωγής ποιητή με περιπετειώδη βίο.
Η λυρική ποίηση των δημωδών γλωσσών από τον Ύστερο Μεσαίωνα και έπειτα, αναπτύσσεται κυρίως σε πλαίσια αστικά, παραμένοντας όμως επηρεασμένη από την ποίηση των τροβαδούρων. Το θέμα του έρωτα παραμένει κεντρικό, ενώ υπάρχει μία ροπή προς τα κλασικά και λατινικά ποιητικά πρότυπα. Μοναδικό δείγμα ποιητικής ανέπτυξε ο François Villon, o οποίος για πολλούς ορίζει το πέρασμα της γαλλικής ποίησης από τον Μεσαίωνα στην Αναγέννηση, σε μία εποχή μαρασμού της ποίησης στη Γαλλία. Ο αστικός τρόπος ζωής του και τα πρότυπα που αντλούσε από αυτόν, σε συνδυασμό με την πολυτάραχη γεμάτη καταχρήσεις ζωή του, τον διαχωρίζει από τους προκατόχους του. Ο Villon υιοθετεί την ποιητική φόρμα της μπαλάντας και γράφει καθαρά προσωπικά ποιήματα, διαμορφώνοντας τη δικιά του αντίληψη περί έρωτος και κόσμου.
Η «Μπαλάντα των μικρών στοχασμών» είναι ένα ιδιαίτερο ποίημα, όπου εξωτερικεύονται οι ανησυχίες του ποιητή. Ο Villon μέσα από σύντομους στοχασμούς, συνειδητοποιεί καταστάσεις, ασκεί κριτική στην κοινωνία, περιγράφει γλαφυρά το φυσικό περιβάλλον που εντάσσεται, ενώ δείχνει να έχει επίγνωση της πολύπλευρης πραγματικότητας. Μία γνώση που προφανώς απέκτησε από τις πάσης φύσεως εμπειρίες που συνέλεξε από τη ζωή. Μέσα από μία ερευνητική ματιά στην καθημερινότητα, που περιλαμβάνει κάθε λογής ανθρώπους, ηθικούς, ανήθικους, ταλαιπωρημένους, καλοθρεμμένους, φτωχούς και πλούσιους, φαίνεται να υποβόσκει ένα μεγάλο ερωτηματικό σχετικά με την ανθρώπινη ύπαρξη. Σε αυτό το σημείο η ειρωνεία παίζει σημαντικότατο ρόλο, έτσι ώστε να τονιστεί η απόλυτα σκεπτικιστική αντίληψη του Villon. Παρόλο που σε όλη τη διάρκεια του ποιήματος ο ποιητής παρουσιάζεται ως γνώστης πολλών πραγμάτων, στο refrain δηλώνει πως γνωρίζει τα πάντα εκτός από τον εαυτό του. Με αυτόν τον τρόπο, θέλει να εξηγήσει πως όση γνώση και αν πιστεύουμε πως έχουμε, η ανθρώπινη ύπαρξη δύσκολα καθορίζεται. Εφόσον λοιπόν δεν μπορούμε να καθορίσουμε την ύπαρξή μας, δεν είναι εφικτή η απόλυτη αυτογνωσία. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, να θέτει και την ίδια την ιδέα της γνώσης υπό αμφισβήτηση.
Η ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΤΩΝ ΜΙΚΡΩΝ ΣΤΟΧΑΣΜΩΝ
Νιώθω μύγες στο γάλα μου να ιδώ,
Νιώθω κάθε άνθρωπο από την φορεσιά,
Νιώθω των αίθριο από τον κακό καιρό,
Νιώθω το μήλο πάνω από τη μηλιά,
Νιώθω από την κόλλα να βρω τον ίξο,
Νιώθω όσα από την όμοια πάστα είναι φτιαγμένα,
Νιώθω ποιος έχει σκόλη, ποιος έχει δουλειά,
Νιώθω το καθετί, όξ από μένα.
Νιώθω από το ράσο κάθε κληρικό,
Νιώθω κάθε ζακέτα από τον γιακά,
Νιώθω τον δούλο από το αφεντικό,
Νιώθω από το πέπλο κάθε καλόγρια,
Νιώθω τον αγιογδύτη από τη ζαριά,
Νιώθω γελοία κορμιά καλοθρεμμένα,
Νιώθω κάθε κρασί από τα βουτσιά,
Νιώθω καθετί όξ, από μένα.
Νιώθω μουλάρι απ’ άλογο να βρω,
Νιώθω τι αγώι καθ΄ένα τους κρατά,
Νιώθω ποια είναι η Μπιετρίς και ποια η Υζαμπώ,
Νιώθω όταν ζόρι αθροίζει και μετρά,
Νιώθω να ιδώ στον ύπνο μου βραχνά,
Νιώθω άντρες, νιους παιδιά, έναν προς έναν,
Νιώθω των Μποέμ την αίρεση καλά,
Νιώθω το καθετί, όξ από μένα.
Πρίγκιπα, όλα τα νιώθω γενικά,
Νιώθω μούτρα ανθηρά και αρρωστημένα,
Νιώθω τον Χάρο που μας καρτερά,
Νιώθω το καθετί, όξ από μένα.
Η άστατη, γεμάτη καταχρήσεις και παρανομία ζωή του François Villon, τον απομακρύνει από το ουμανιστικό πρότυπο του ποιητή και τις ηθικές αξίες της εποχής του. Το αντισυμβατικό του πνεύμα, τον οδήγησε σε ξεχωριστή κατεύθυνση από τους ουμανιστές λόγιους ποιητές, ενώ μπορούμε να πούμε πως πλησιάζει τη μεταγενέστερη εικόνα του «καταραμένου ποιητή». Η αλήτικη ζωή που έκανε, του έδωσε μία ιδιαίτερη οπτική της πραγματικότητας και αυτό γίνεται εύκολα αντιληπτό μέσα από τα ποιήματά του. Η ποίηση του François Villon παραμένει επίκαιρη, παρόλο που οι ποιητικές του εικόνες θυμίζουν ξεχασμένες εποχές με πρίγκιπες και καπηλειά. Τα θέματα τα οποία πραγματεύεται, μένουν αναλλοίωτα στο χρόνο και δε δυσκολεύονται να προβληματίσουν, αλλά και να φορτίσουν συναισθηματικά τον σύγχρονο αναγνώστη, δίνοντας του μία μοναδική λογοτεχνική εμπειρία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου