Παροιμιώδης έκφραση που έχει τη δική της ιστορία καθώς ο Μανωλιός δεν ήταν μια άνευ ουσίας προσφώνηση, αλλά υπαρκτό πρόσωπο που έζησε στην Οθωνική περίοδο της Αθήνας.
Ο Μανώλης Μπατίνος, περί ου ο λόγος, δεν ήταν ένας απλός ζητιάνος, όπως τον έβλεπαν οι κάτοικοι της πρωτεύουσας.
Ήταν ένας ποιητής και φιλόσοφος, ή τουλάχιστον αυτό πίστευε για τον εαυτό του εξ ου και δεν δεχόταν ελεημοσύνες και κυρίως απέρριπτε τις προσφορές σε σακάκια και παντελόνια που θα μπορούσαν να βελτιώσουν την εμφάνισή του.
Αγαπημένο του στέκι ήταν μια πλατεία στην οποία στεκόταν κι έβγαζε λόγους εκστομίζοντας ό,τι του κατέβαινε στο κεφάλι. Μια μέρα περνούσε από εκεί ο Ιωάννης Κωλέττης και ο εκκεντρικός επαίτης τον πλησίασε και τον ρώτησε αν έχει δικαίωμα να βγάλει λόγο στη Βουλή.
Ο πολιτικός απάντησε ότι θα του έδινε ευχαρίστως την άδεια αρκεί να ντυνόταν καλύτερα.
Την άλλη μέρα εμφανίστηκε στην πλατεία με τα ίδια ρούχα, που απλώς τα φορούσε ανάποδα. Ο κόσμος τον κοιτούσε έκπληκτος. Και τότε δια στόματος Μανώλη Μπατίνου ακούστηκαν οι εξής ιστορικοί στίχοι:
"Άλλαξε η Αθήνα όψη,
σαν μαχαίρι δίχως κόψη,
πήρε κάτι απ’ την Ευρώπη
και ξεφούσκωσε σαν τόπι.
Άλλαξαν χαζοί και κούφοι
και μας κάναν κλωτσοσκούφι.
Άλλαξε κι ο Μανωλιός
κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς!"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου