«Ο σύγχρονος κόσμος, ο τυραννισμένος από το φόβο και την ανησυχία, τη χρειάζεται την ποίηση. Η ποίηση έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα – και τι θα γινόμασταν αν η πνοή μας λιγόστευε; Είναι μια πράξη εμπιστοσύνης – κι ένας θεός το ξέρει αν τα δεινά μας δεν τα χρωστάμε στη στέρηση εμπιστοσύνης» (Γ. Σεφέρης)
Ο άνθρωπος ιστορικά υποτάσσεται αδιαμαρτύρητα σε τρεις εξουσίες: Στην εξουσία του αληθινού (Λογική), στην εξουσία του καλού (Ηθική) και στην εξουσία του ωραίου (Αισθητική). Η τελευταία είναι ταυτισμένη με την τέχνη και γι’ αυτό είναι η πιο αποδεκτή. Ο πιο αυθεντικός και ο πιο διαχρονικός πρεσβευτής της τέχνης είναι η ποίηση που εξακολουθεί να συγκινεί, να ενθουσιάζει και να πείθει.
Το εγχείρημα ορισμού της ποίησης είναι πάντα δύσκολο και πάντα ενδιαφέρον «Γενικά ποίηση είναι εκείνο το είδος της τέχνης που στηρίζεται στην εκφραστική δυνατότητα της γλώσσας, η οποία σε αντιδιαστολή προς τον πεζό λόγο έχει κύριο χαρακτηριστικό το ρυθμό. Η ποίηση είναι μουσική σκέψη, η οποία εκφράζεται από το πνεύμα που εισχωρεί στα μύχια των πραγμάτων, αλλά και υπέρτατη μορφή συγκινησιακής χρήσης της γλώσσας. Αν συνδυάσουμε τα παραπάνω, θα διαπιστώσουμε ότι η ποίηση προσπαθεί να αποδώσει το «ένθεο» στοιχείο, αλλά και την επικοινωνιακή σχέση του δημιουργού με τον κόσμο. Ως δημιουργική έκφραση η ποίηση, προφορική αρχικά, γραπτή στη συνέχεια, προηγείται του πεζού λόγου. Αποτελεί τον πιο αρχέγονο τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος προσπάθησε, μέσω της γλώσσας, να προσεγγίσει τον κόσμο και να διεισδύσει στο μυστήριό του» (Δημοσίευμα).
Ο Μπαμπινιώτης ακολουθώντας έναν διαφορετικό δρόμο εννοιολογικής προσέγγισης της ποίησης γράφει: «Αν μου ζητούσαν να ορίσω το πιο ουσιώδες και ουσιαστικό στοιχείο της ποίησης, τον κύριο χαρακτήρα της, θα διάλεγα να την ορίσω ως δημιουργία. Θα επέλεγα αυτή την ετυμολογική – πρωταρχική της σημασία, τη σημασία του «ποιείν». Η έννοια του «ποιείν» ήταν εκείνη που δήλωσε εξαρχής την παραγωγή έντεχνου λόγου…. που ξεχωρίζει από άλλα συναφή ρήματα, όπως το πράττω, το δρω ή το ενεργώ. Υποστηρίζω πως η ποίηση είναι κατεξοχήν δημιουργία, η δημιουργία ενός νέου κόσμου, του κόσμου που αποκαλούμε «ποιητικό κείμενο».
Ο Ζαν Πιερ Σιμεόν, ο άνθρωπος που έδωσε πνοή στην «Άνοιξη των ποιητών» ορίζει με ένα διαφορετικό τρόπο την ποίηση. «Η ποίηση…. είναι ο χώρος της αυτογνωσίας, εκεί όπου αντιπαρατίθεται κανείς με τους προσωπικούς ίσκιους του και με όσα δεν κατανοεί. Είναι επίσης ένας δεσμός με τον κόσμο, μια σχέση με τα γεγονότα και με την εποχή σου».
«Άλλωστε, τι / θαρρείς πως στο βάθος είναι η ποίηση; / Είναι η γύρη / των πραγμάτων του σύμπαντος. Η γύρη σε πράξεις, / η γύρη σε οδύνη, σε φως, σε χαρά, σε αλλαγές, / σε πορεία, σε κίνηση» (Νικ. Βρεττάκος).
«Άλλωστε, τι / θαρρείς πως στο βάθος είναι η ποίηση; / Είναι η γύρη / των πραγμάτων του σύμπαντος. Η γύρη σε πράξεις, / η γύρη σε οδύνη, σε φως, σε χαρά, σε αλλαγές, / σε πορεία, σε κίνηση» (Νικ. Βρεττάκος).
Η λειτουργία της Ποίησης
Όσο, όμως, ενδιαφέρον κι αν παρουσιάζουν οι προσπάθειες ορισμού της ποίησης, εκείνο που προέχει είναι η καταγραφή του ρόλου και της χρησιμότητάς της στην εποχή μας.
Ειδικότερα η ποίηση μας οδηγεί στο βασίλειο της γλώσσας, αν δεν την προϋποθέτει και μας βοηθά να βλέπουμε και να ακούμε τη λάμψη του πολύβοου κόσμου. Σε εποχές πεζές, επίπεδες και ασήμαντες οι στίχοι ενός ποιήματος στοχεύουν στο να δώσουν ένα νόημα και περιεχόμενο στη ζωή μας που ακροβατεί ανάμεσα στη βαθύτερη ανάγκη του ανθρώπου να ανιχνεύσει το κρυφό μήνυμα της ζωής και του κόσμου και στην υποχρέωση να διακονεί το υλικό, το γήινο και το παροδικό.
Ειδικότερα η ποίηση μας οδηγεί στο βασίλειο της γλώσσας, αν δεν την προϋποθέτει και μας βοηθά να βλέπουμε και να ακούμε τη λάμψη του πολύβοου κόσμου. Σε εποχές πεζές, επίπεδες και ασήμαντες οι στίχοι ενός ποιήματος στοχεύουν στο να δώσουν ένα νόημα και περιεχόμενο στη ζωή μας που ακροβατεί ανάμεσα στη βαθύτερη ανάγκη του ανθρώπου να ανιχνεύσει το κρυφό μήνυμα της ζωής και του κόσμου και στην υποχρέωση να διακονεί το υλικό, το γήινο και το παροδικό.
Επιπρόσθετα η ποίηση δεν επιχειρηματολογεί αλλά συγκινεί και συγκλονίζει. Δεν συνθηματολογεί, δεν προπαγανδίζει, δεν λαϊκίζει αλλά διδάσκει την αφαίρεση και τη δωρικότητα. Η ποίηση αναταράσσει τόσο το νου όσο και την καρδιά. Δεν επιβάλλει τίποτα με τη βία. Υποβάλλει, όμως, το μέτρο, την αρμονία και τη μουσικότητα. Και τα τρία αυτά στοιχεία συνθέτουν και ορίζουν την έννοια του Ωραίου.
Ποίηση και Γνώση
Στις ιδιαιτερότητες της ποίησης ανήκει και ο τρόπος με τον οποίο ο αναγνώστης φθάνει στη γνώση και στη βίωση μιας άλλης πραγματικότητας. Το ποιητικό, δηλαδή, κείμενο διαμορφώνει ένα διαφορετικό πλαίσιο γνωστικής διαδικασίας μέσα στο οποίο ο αναγνώστης καθίσταται ενεργό υποκείμενο. Οι παραδοσιακοί κανόνες μάθησης και προσέγγισης του γνωστικού αντικειμένου ατονούν, αφού το ποίημα δεν παρέχει τη γνώση μόνο με τις λέξεις – έννοιες αλλά και με τις εικόνες που διεγείρουν τη φαντασία και το συναίσθημα.
Έτσι πραγματώνεται η βιωματική μάθηση, αφού κατά την ανάγνωση διεγείρονται και αφυπνίζονται όλες οι νοητικές και συναισθηματικές δυνατότητες του αναγνώστη – δέκτη. Ο δημιουργικός αυτός τρόπος πρόσληψης της γνώσης διευρύνει τους ορίζοντες αμφισβήτησης, ανοίγει νέους δρόμους σκέψης και ανακινεί ερωτήματα. Σε αυτό συντείνει και το γεγονός ότι στην κατανόηση και ερμηνεία του ποιητικού κειμένου δεν υπάρχουν δογματισμοί και καμία αλήθεια δεν επιβάλλεται αξιωματικά ως ορθή και απόλυτη.
Ηλίας Γιαννακόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου