Εσύ είσαι ο λόγος που αργοπεθαίνω,/ μα όσο ζω,/ τόσο περισσότερο σε θέλω, τόσο σε συγχωρώ./ Εσύ είσαι ο ήλιος κι εγώ είμαι τ’ άστρο της νύχτας:/ ανάτειλες και χάθηκε το λιγοστό μου φως./ Φθονούν οι φλόγες των κεριών/ το φέγγος της ματιάς σου./ Ανθίζουν τα τριαντάφυλλα μονάχα στ’όνομά σου./ Να ζω μακριά σου, αδύνατο!/ Και μέχρι να πεθάνω,/ τον έρωτα, την πίστη μου τραγούδι μου θα κάνω./ Βασανισμένος, στόχος στα χτυπήματά σου μένω / και σαν πεθάνω, το αίμα μου θα ’ναι για σε χυμένο.
Στα πολύ παλιά τα χρόνια ή πιο σωστά «μια φορά κι έναν καιρό» (όπως αρχίζουν όλα τα παραμύθια) η Λεϊλά και ο Μεζνούν, δύο μειράκια μια βερβερικής φυλής, μεγάλωναν μαζί φροντίζοντας τα κοπάδια τους. Τα χρόνια περνούσαν και τα δύο παιδιά έγιναν αχώριστα, τα συνέδεε πλέον αγάπη μεγάλη. Βλέποντας όλα αυτά πατέρας του Μεζνούν αποφάσισε να ζητήσει το χέρι της Λεϊλά για λογαριασμό του αγαπημένου του γιου, όπως γινόταν την εποχή εκείνη. Ο πατέρας της κοπέλας όμως αρνήθηκε, λέγοντας πως ο έρωτας του ζευγαριού ήταν τοις πάσι γνωστός και πως η κατάσταση αυτή προσέβαλλε το ήθος της φυλής τους. Μυθολογείται μάλιστα πως φρόντισε να παντρέψει τη θυγατέρα του με κάποιον άλλον στον οποίο η ερωτευμένη κοπέλα δεν δόθηκε ποτέ! Τρελός από έρωτα, ο Μενζούν ξεκίνησε να πάει για προσκύνημα στη Μέκκα, αλλά φτάνοντας εκεί, αντί να παρακαλέσει τον Αλλάχ να ελαφρύνει τον πόνο του, του ζήτησε να τον βοηθήσει να κρατήσει για πάντα άσβεστη την αγάπη του για την ωραία Λεϊλά. Έτσι ο νεαρός, όπως δηλώνει άλλωστε και το όνομά του (Μενζούν σημαίνει τρελός στα αραβικά), τρελαίνεται από έρωτα (όπως το είχε ευχηθεί άλλωστε) και αρχίζει να περιπλανάται από έρημο σε έρημο με μοναδική συντροφιά του τα άγρια θηρία που, σαν άλλος Ορφέας, τα γοητεύει με την ποίησή του, από την οποία και οι παραπάνω στίχοι. Ο Γάλλος καθηγητής André Miquel, από τους σπουδαιότερους ειδικούς της ανατολικής λογοτεχνίας, κάνει λόγο για τρεις εκδοχές της ιστορίας του θρυλικού ζευγαριού, μιας περσικής, μιας τουρκικής και μιας αραβικής. Την περσική την οφείλουμε σε έναν μεγάλο ποιητή του 12ου αιώνα, τον Νιζαμί, που είχε συγγράψει μεταξύ άλλων και το Ισκεντερνάμε (Το Βιβλίο του Μεγάλου Αλεξάνδρου), που αναφέρεται στους μύθους για τον Αλέξανδρο, βασισμένο κυρίως στον Καλλισθένη. Η τουρκική εκδοχή (15ος-16ος αιώνας) είναι πόνημα του Φουζουλί, συγγραφικό ψευδώνυμο του ποιητή, αστρονόμου και μαθηματικού Μουχάμαντ μπιν Σουλεϊμάν, ο οποίος διεκδικούσε τον τίτλο του ποιητή του έρωτα: Μη ζητάτε από τον Φουζουλί ποιήματα εγκωμίου ή επίπληξης/ Είμαι ένας εραστής και μιλώ μόνο για τον έρωτα, δηλώνει ίδιος. Να πούμε στο σημείο αυτό ότι φιλοσοφικά η αντίληψη του Φουζουλί για τον έρωτα, όμως, έχει περισσότερα κοινά με τη Σούφι* ιδέα της αγάπη, ως προβολή της ουσίας του Θεού, παρά με εκείνη του ρομαντικού έρωτα όπως τον ξέρουμε στη Δύση. Ο Φουζουλί ακολουθεί πιστά τον πρώτο διδάξαντα, αλλά κινείται σε μια ατμόσφαιρα πιο μυστικιστική μέσα στην οποία αποθεώνεται η μαγεία των αισθήσεων. Ο αραβικός μύθος, από την πλευρά του, «ζωντανεύει έναν νεαρό άνδρα, τον Καΐς, που ερωτεύεται παράφορα την εξαδέλφη του Λεϊλά. Όλα πηγαίνουν κατ’ ευχήν και η ευτυχία του ζευγαριού είναι εξασφαλισμένη μέχρι που ο νέος παραβιάζει μια από τις παραδόσεις της φυλής του (κάτι έπρεπε να γίνει για να φουντώσει το δράμα) και διώκεται. Εδώ τα πράγματα παίρνουν άλλη φιλολογική τροπή καθότι ο τρελαμένος Καΐς, που ζει πλέον στην έρημο, θα πεθάνει εξουθενωμένος από τον μεγάλο έρωτα. Η αραβική λαϊκή ποιητική παράδοση αναγνωρίζει ως δημιουργό των ποιημάτων τον ίδιο τον Μεζνούν που ως Καΐς τραγουδά με χίλιους δυο τρόπους το πάθος του για τον παράφορο και ανεκπλήρωτο έρωτά του!
Η περιέργεια του Χαλίφη
Μαθαίνοντας ο Χαρούν αλ-Ρασίντ (763 – 809), ο 5ος και πιο γνωστός αββασίδης Χαλίφης, πως ένας βεδουίνος ονόματι Καΐς είχε ερωτευθεί παράφορα τη Λεϊλά και είχε χάσει το μυαλό του για χάρη της, και από τότε είχε πάρει, όπως είπαμε, το παρανόμι Μεζνούν (τρελός), θέλησε να γνωρίσει τη γυναίκα που είχε προκαλέσει τόσο έρωτα και τόσο πόνο. Φανταζόταν τη Λεϊλά ένα πολύ ξεχωριστό πλάσμα, έβλεπε, με τη φαντασία του, μια γυναίκα απαράμιλλης ομορφιάς και χάρης, αληθινή νεράιδα, κάτι το απλησίαστο… Κατάφερε μια μέρα να βρει ένα τέχνασμα και να φέρει τη Λεϊλά στο παλάτι του. Σαν βρέθηκε απέναντί της και την πρόσταξε να βγάλει το πέπλο της, ο Χαρούν αλ-Ρασίντ απογοητεύτηκε. Η Λεϊλά ήταν μια απλή γυναίκα, όπως πολλές άλλες, δίχως τίποτα το αξιοθαύμαστο ή το μοναδικό. Απογοητευμένος, της λέει τότε: «Εσύ είσαι, λοιπόν, αυτή που έχει τρελάνει τον Μεζνούν; Δεν καταλαβαίνω. Τι το ξεχωριστό έχεις;» Η Λεϊλά του απαντά χαμογελώντας: «Ναι, εγώ είμαι η Λεϊλά, αλλά εσύ όμως δεν είσαι ο Μεζνούν και για αυτό δεν θα μπορέσεις να καταλάβεις. Θα πρέπει να με δεις με τα μάτια που με έβλεπε εκείνος, γιατί αλλιώς δεν θα μπορέσεις να πλησιάσεις το μυστήριο που λέγεται αγάπη». Έτσι ο σπουδαίος Χαλίφης διδάχθηκε από τη Λεϊλά τους τρεις σημαντικούς κανόνες του έρωτα και όπως αυτοί πηγάζουν μέσα από την ποιητική παράδοση, κατάλαβε δηλαδή ότι, δεν μπορεί κανείς να καταλάβει τι σημαίνει αγάπη αν δεν αγαπήσει πρώτα ο ίδιος, πως η αγάπη δεν μπορεί να εξηγηθεί παρά μονάχα να βιωθεί και πως έστω κι αν δεν μπορεί να εξηγηθεί η ίδια μπορεί να εξηγήσει τα πάντα.
Οι παραλλαγές της ιστορίας είναι αναρίθμητες, αλλά διατηρούν όλες το τραγικό στοιχείο του «μεγάλου και ανεκπλήρωτου έρωτα». Όπως ο έρωτας στον Δυτικό κόσμο σηματοδοτείται φιλολογικά –για να το πούμε με λόγια απλά– από μύθους όπως του Τριστάνου και της Ιζόλδης (κέλτικη μυθολογία) ή του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας (έχει τις ρίζες της βαθιά μέσα στους ελληνορωμαϊκούς μύθους) έτσι στον Ανατολικό υπακούει στα προστάγματα της Λεϊλά και του Μεζνούν. Θα πρέπει να πούμε πως η ιστορία των δύο νέων από την Ανατολή επηρέασε την καλλιτεχνική δημιουργία στη Δύση –η δύναμη γαρ του μύθου!– σε ουκ ολίγες εκφάνσεις της. Ο Eric Clapton κάνει τον μύθο τραγούδια ενώ ο μεγάλος Γάλλος ποιητής Λουί Αραγκόν εμπνέεται για το πασίγνωστο ποίημά του Le Fou d’ Elsa (Τρελός για την Έλσα) και άλλοι πολλοί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου