Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2016

Από τον Εκκλησιαστή:Ματαιότης ματαιοτήτων...

Αποτέλεσμα εικόνας για ecclesiastes
users.sch.gr
Εκκλ. 1,1           Ῥήματα ἐκκλησιαστοῦ υἱοῦ Δαβὶδ βασιλέως Ἰσραὴλ ἐν Ἱερουσαλήμ.
Εκκλ. 1,1                    Λογοι του Σολομώντος, υιού του Δαυίδ βασιλέως του ισραηλιτικού λαού μ Ε πρωτεύουσαν την Ιερουσαλήμ, ο οποίος Σολομών εκλήθη Εκκλησιαστής, διότι είχε συγκαλέσει εις ηθικοθρησκευτικήν συγκέντρωσιν τους Ισραηλίτας.
Εκκλ. 1,2           Ματαιότης ματαιοτήτων, εἶπεν ὁ ἐκκλησιαστής, ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης.
Εκκλ. 1,2                   Εντελώς, μάταια και ανωφελή, είπεν ο Εκκλησιαστής, ότι είναι όλα όσα δεν σχετίζονται με τον Θεόν και το θέλημά του. Ματαιότης ματαιοτήτων, όλα ανεξαιρέτως τα επίγεια είναι μάταια.
Εκκλ. 1,3           τίς περισσεία τῷ ἀνθρώπῳ ἐν παντὶ μόχθῳ αὐτοῦ, ᾧ μοχθεῖ ὑπὸ τὸν ἥλιον;
Εκκλ. 1,3                   Ποίον κέρδος και ποία ωφέλεια απομένει στον άνθρωπον ύστερα από τον μεγάλον μόχθον, τον οποίον καταβάλλει καθ' όλον το διάστημα της επιγείου ζωής του;



Εκκλ. 1,4           γενεὰ πορεύεται καὶ γενεὰ ἔρχεται, καὶ ἡ γῆ εἰς τὸν αἰῶνα ἕστηκε.
Εκκλ. 1,4                   Η μία ανθρωπίνη γενεά πορεύεται και φεύγει, άλλη δε έρχεται και την διαδέχεται. Η γη όμως ωσάν εις αιώνια θεμέλια εστηριγμένη μένει πάντοτε.
Εκκλ. 1,5           καὶ ἀνατέλλει ὁ ἥλιος καὶ δύνει ὁ ἥλιος καὶ εἰς τὸν τόπον αὐτοῦ ἕλκει.
Εκκλ. 1,5                   Ο ήλιος ανατέλλει, ο ήλιος δύει και πάλιν επανέρχεται στον τόπον, από τον οποίον ανέτειλεν, ως εάν κάποια δύναμις τον ελκύη.
Εκκλ. 1,6           αὐτὸς ἀνατέλλων ἐκεῖ πορεύεται πρὸς νότον καὶ κυκλοῖ πρὸς βοῤῥᾶν· κυκλοῖ κυκλῶν, πορεύεται τὸ πνεῦμα, καὶ ἐπὶ κύκλους αὐτοῦ ἐπιστρέφει τὸ πνεῦμα.
Εκκλ. 1,6                   Ο ήλιος ανατέλλει εκεί προς τα βορειοανατολικά και διαγράφων τας κυκλικάς τροχιάς του προχωρεί προς τον νότον και πάλιν επανέρχεται εις την βορειοανατολικήν περιοχήν. Ο άνεμος επίσης διαγράφει κύκλους εν τη πορεία του. Διανύει ταχέως τον δρόμον του και επανέρχεται πάλιν στους κύκλους του.
Εκκλ. 1,7           πάντες οἱ χείμαῤῥοι πορεύονται εἰς τὴν θάλασσαν, καὶ ἡ θάλασσα οὐκ ἔστιν ἐμπιπλαμένη· εἰς τὸν τόπον, οὗ οἱ χείμαῤῥοι πορεύονται, ἐκεῖ αὐτοὶ ἐπιστρέφουσι τοῦ πορευθῆναι.
Εκκλ. 1,7                   Ολοι οι ποταμοί χύνονται εις την θάλασσαν και η θάλασσα ποτέ δεν γεμίζει. Με την εξάτμισιν δε και την βροχήν οι ποταμοί επανέρχονται στον τόπον, από τον οποίον πηγάζουν. Εκεί πάλιν γυρίζουν.
Εκκλ. 1,8           πάντες οἱ λόγοι ἔγκοποι· οὐ δυνήσεται ἀνὴρ τοῦ λαλεῖν, καὶ οὐ πλησθήσεται ὀφθαλμὸς τοῦ ὁρᾶν, καὶ οὐ πληρωθήσεται οὖς ἀπὸ ἀκροάσεως.
Εκκλ. 1,8                   Ολα τα λόγια των ανθρώπων προκαλούν κόπωσιν και ανίαν. Ο άνθρωπος δεν ημπορεί να εύρη ικανοποίησιν και ανάπαυσιν ούτε εις τα ιδικά του ούτε εις των άλλων τα λόγια. Το μάτι δεν χορταίνει να βλέπη και το αυτί δεν γεμίζει ποτέ, όσα και αν ακούση.
Εκκλ. 1,9           τί τὸ γεγονός; αὐτὸ τὸ γενησόμενον· καὶ τὶ τό πεποιημένον; αὐτὸ τὸ ποιηθησόμενον· καί οὐκ ἔστι πᾶν πρόσφατον ὑπὸ τὸν ἥλιον.
Εκκλ. 1,9                   Ποίον είναι αυτό που έχει ήδη γίνει εν τη ροή του χρόνου; Αυτό το γεγονός θα γίνη και στο μέλλον. Ποιό είναι αυτό, που έχει πραγματοποιηθή και λάβει ύπαρξιν; Αυτό θα πραγματοποιηθή και στο μέλλον. Τιποτε το νέον δεν υπάρχει κάτω από τον ήλιον.
Εκκλ. 1,10          ὃς λαλήσει καὶ ἐρεῖ· ἰδὲ τοῦτο κενόν ἐστιν, ἤδη γέγονεν ἐν τοῖς αἰῶσι τοῖς γενομένοις ἀπὸ ἔμπροσθεν ἡμῶν.
Εκκλ. 1,10                 Εις εκείνον, ο οποίος θα είπη· “ιδού αυτό είναι νέον”, θα του δοθή απάντησις· “αυτό έχει ήδη γίνει κατά τους παρελθόντος αιώνας εις τας γενεάς, αι οποίαι υπήρξαν και έζησαν προ ημών”.
Εκκλ. 1,11          οὐκ ἔστι μνήμη τοῖς πρώτοις, καί γε τοῖς ἐσχάτοις γενομένοις οὐκ ἔσται αὐτῶν μνήμη μετὰ τῶν γενησομένων εἰς τὴν ἐσχάτην.
Εκκλ. 1,11                  Τα παρελθόντα γεγονότα λησμονούνται, αλλά και δια τα πρόσφατα δεν θα υπάρχη ανάμνησις· όπως επίσης και δι' εκείνα, τα οποία θα συμβούν στο απώτερον μέλλον.
Εκκλ. 1,12          Ἐγὼ ἐκκλησιαστὴς ἐγενόμην βασιλεὺς ἐπὶ Ἰσραὴλ ἐν Ἱερουσαλήμ·
Εκκλ. 1,12                 Εγώ, ο Εκκλησιαστής, έγινα βασιλεύς στον λαόν του Ισραήλ με πρωτεύουσαν την Ιερουσαλήμ.
Εκκλ. 1,13          καὶ ἔδωκα τὴν καρδίαν μου τοῦ ἐκζητῆσαι καὶ τοῦ κατασκέψασθαι ἐν τῇ σοφίᾳ περὶ πάντων τῶν γινομένων ὑπὸ τὸν οὐρανόν· ὅτι περισπασμὸν πονηρὸν ἔδωκεν ὁ Θεὸς τοῖς υἱοῖς τῶν ἀνθρώπων τοῦ περισπάσθαι ἐν αὐτῷ.
Εκκλ. 1,13                  Επεδόθην με όλην μου την ψυχήν και την διάνοιαν να ερευνήσω κατά βάθος με την σοφίαν μου και να γνωρίσω όλα τα επίγεια, όσα έγιναν και γίνονται υπό τον ουρανόν. Και το συμπέρασμά μου είναι, ότι ο Θεός παρεχώρησε μεγάλην καταπόνησιν και ταλαιπωρίαν στους ανθρώπους, ώστε να καταπονούνται αυτοί εις τας ασχολίας των.
Εκκλ. 1,14          εἶδον σὺν πάντα τὰ ποιήματα τὰ πεποιημένα ὑπὸ τὸν ἥλιον, καὶ ἰδοὺ τὰ πάντα ματαιότης καὶ προαίρεσις πνεύματος.
Εκκλ. 1,14                 Ηρεύνησα λοιπόν εγώ όλα τα έργα, που έχουν γίνει εις την γην κάτω από τον ήλιον. Και ιδού ότι όλα αυτά είναι ματαιότης, κυνηγητό ανέμου και ματαιοπονία.
Εκκλ. 1,15          διεστραμμένον οὐ δυνήσεται ἐπικοσμηθῆναι, καὶ ὑστέρημα οὐ δυνήσεται ἀριθμηθῆναι.
Εκκλ. 1,15                  Το στραβό και ανάποδο δεν είναι δυνατόν να γίνη ευθυτενές και ωραίον. Αι δε ατέλειαι και ελλείψεις είναι τόσον μεγάλαι, ώστε δεν ημπορούν να υπολογισθούν
Εκκλ. 1,16          ἐλάλησα ἐγὼ ἐν καρδίᾳ μου τῷ λέγειν· ἰδοὺ ἐγὼ ἐμεγαλύνθην καὶ προσέθηκα σοφίαν ἐπὶ πᾶσιν, οἳ ἐγένοντο ἔμπροσθέν μου ἐν Ἱερουσαλήμ, καὶ ἔδωκα καρδίαν μου τοῦ γνῶναι σοφίαν καὶ γνῶσιν.
Εκκλ. 1,16                 Εκαμα εγώ ακόμη αυτάς τας σκέψεις και είπα στον εαυτόν μου· “ιδού, έγινα μεγάλος. Εδοξάσθην μεταξύ των ανθρώπων. Και ως προς την σοφίαν εξεπέρασα όλους εκείνους, οι οποίοι είχον ζήσει προ εμού εις την Ιερουσαλήμ. Εδωκα την ψυχήν μου και την διάνοιάν μου στο να γνωρίσω την ανθρωπίνην σοφίαν και γνώσιν.
Εκκλ. 1,17          καὶ καρδία μου εἶδε πολλά, σοφίαν καὶ γνῶσιν, παραβολὰς καὶ ἐπιστήμην ἔγνων ἐγώ, ὅτι καί γε τοῦτό ἐστι προαίρεσις πνεύματος·
Εκκλ. 1,17                  Η ψυχή και ο νους μου εγνώρισαν πολλά. Απέκτησα σοφίαν και γνώσιν. Εμαθα εγώ διδακτικάς παροιμίας και επιστήμην”. Είδα όμως επάνω εις τα πράγματα ότι όλα αυτά δεν είναι τίποτε άλλο, παρά ορμή του παρερχομένου ανέμου.
Εκκλ. 1,18          ὅτι ἐν πλήθει σοφίας πλῆθος γνώσεως, καὶ ὁ προστιθεὶς γνῶσιν προσθήσει ἄλγημα.
Εκκλ. 1,18                 Εις την πολλήν σοφίαν υπάρχει βεβαίως και πολλή γνώσις. Οποιος όμως θέλει να πλουτίση αυτάς τας γνώσεις του, θα προσθέση στον εαυτόν του κόπον και πόνον και απογοήτευσιν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου